Τετάρτη 24 Αυγούστου 2016
18. Η διοίκηση στην Εκκλησία
Ἡ διοίκηση στὴν Ἐκκλησία
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία πάντα
λειτουργοῦσε μὲ Συνόδους. Τὸ ὀρθόδοξο πνεῦμα εἶναι νὰ λειτουργῆ ἡ Σύνοδος στὴν Ἐκκλησία
καὶ ἡ Γεροντική Σύναξη στὰ Μοναστήρια. Ὁ ἀρχιεπίσκοπος καὶ ἡ Σύνοδος νὰ ἀποφασίζουν
μαζί. Ὁ ἡγούμενος ἤ ἡ ἡγουμένη καὶ τὸ ἡγουμενοσυμβούλιο νὰ ἀποφασίζουν μαζί. Ὁ ἀρχιεπίσκοπος
εἶναι πρῶτος μεταξύ ἴσων. Καὶ ὁ πατριάρχης δὲν εἶναι πάπας· ἔχει τὸν ἴδιο βαθμό
μὲ τούς ὑπόλοιπους ἱεράρχες. Ἐνῶ ὁ πάπας ἔχει ἄλλο βαθμό –κάθεται ψηλά καὶ τοῦ
φιλοῦν τὸ πόδι! – ὁ πατριάρχης κάθεται μαζί μὲ τούς ἄλλους ἱεράρχες καὶ συντονίζει.
Καὶ ἕνας ἡγούμενος ἤ μία ἡγουμένη σὲ σχέση μὲ τούς προϊσταμένους εἶναι πάλι πρῶτοι
μεταξύ ἴσων.
Δὲν μπορεῖ ὁ ἀρχιεπίσκοπος
ἤ ἕνας ἡγούμενος νὰ κάνη ὅ,τι θέλει. Φωτίζει ὁ Θεὸς τὸν ἕναν ἱεράρχη
ἤ προϊστὰμενο γιὰ τὸ ἕνα
θέμα, τὸν ἄλλον
γιὰ τὸ ἄλλο. Βλέπεις, καὶ οἱ τέσσερις Εὐαγγελιστές
συμπληρώνουν ὁ ἕνας τὸν ἄλλον. Ἔτσι καὶ ἐδῶ λέει τὴν γνώμη τοῦ ὁ καθένας, καὶ ὅταν
ὑπάρχη ἀντίθετη γνώμη, καταχωρίζεται στὰ πρακτικά. Γιατί,
ὅταν πρόκειται γιὰ μία ἀπόφαση
ἀντίθετη μὲ τὶς ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου καὶ ἕνας δὲν συμφωνῆ, ἄν δὲν
ζητήση νὰ καταχωριστῆ ἡ γνώμη του, θὰ φαίνεται
ὅτι συμφωνεῖ. Ἄν δὲν συμφωνῆ καὶ
ὑπογράψη χωρίς νὰ
καταχωριστῆ ἡ γνώμη του, κάνει κακό
καὶ φέρει εὐθύνη· εἶναι ἔνοχος. Ἐνῶ, ἄν πῆ τὴν γνώμη του, καὶ ἡ πλειοψηφία νὰ εἶναι
ἀντίθετη, αὐτός εἶναι ἐντάξει ἀπέναντι στὸν Θεό. Ἄν στὴν Ἐκκλησία δὲν λειτουργῆ
σωστὰ ἡ Σύνοδος ἤ στὰ Μοναστήρια ἡ Σύναξη, τότε, ἐνῶ μιλοῦμε γιὰ ὀρθόδοξο πνεῦμα,
ἔχουμε παπικό. Τὸ ὀρθόδοξο πνεῦμα εἶναι νὰ λέη καὶ νὰ καταχωρίζη ὁ
καθένας τὴν γνώμη
του, ὄχι νὰ μή
μιλάη, γιατί φοβᾶται,
ἤ νὰ κολακεύη, γιὰ νὰ τὰ ἔχη καλά
μὲ τὸν ἀρχιεπίσκοπο ἤ μὲ τὸν ἡγούμενο.
Ἀλλά καὶ οἱ κληρικοί ποὺ
μπαίνουν στὴν διοίκηση νέοι στὴν ἡλικία, ἔστω καὶ ἄν ἔχουν προσόντα,
βλάπτονται, χαραμίζονται. Μπαίνουν στὰ γρανάζια, διοίκηση, γραμματεία κ.λπ. καὶ
δὲν βοηθιοῦνται πνευματικά, ἐνῶ ἔχουν προϋποθέσεις. Μερικοί, ἄν δὲν χαραμίζονταν
καὶ ἔκαναν δουλειά στὸν ἑαυτό τους, θὰ ἦταν ἀργότερα μεγάλα κεφάλαια γιὰ τὴν Ἐκκλησία.
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος δὲν ἀσχολῆται μὲ τὴν καλή ἔννοια μὲ τὸν ἑαυτό του, δὲν κάνη
δηλαδή δουλειά στὸν ἑαυτό του, εἶναι σάν ἔμπορας ποὺ ἀγοράζει καὶ πουλάει καὶ δὲν
ξέρει τί χρέη ἔχει, καὶ τελικά τὸν κλείνουν στὴν φυλακή.
Πολύ λυπᾶμαι ὅταν ἀκούω
νέοι ἱερεῖς νὰ εἶναι στὸ γραφεῖο. Ἄν ἔμεναν ἔξω ἀπὸ τὴν διοίκηση λίγο ἀκόμη, θὰ
βοηθοῦσαν ἀργότερα πιὸ πολύ. Δυστυχῶς ὅμως συχνά γίνονται προϊστὰμενοι νέοι ἱερεῖς
καὶ ὄχι ἔμπειροι, ποὺ θὰ μποροῦσαν νὰ κάνουν δουλειά πνευματική στὸ ποίμνιό
τους, καὶ ἔτσι γίνεται διπλό κακό. Δηλαδή οἱ νέοι ἀναλαμβάνουν εὐθύνες, πρίν
κάνουν πνευματική δουλειά στὸν ἑαυτό τους, καὶ βρίσκονται σὲ θέσεις ποὺ πρέπει
νὰ προσφέρουν, πρίν ἀποκτήσουν πνευματικό πλοῦτο. Οἱ μεγαλύτεροι πάλι μή ἔχοντας
ὑπεύθυνες θέσεις δὲν ἔχουν τὴν δυνατότητα νὰ προσφέρουν τὴν πολύτιμη πείρα τους
καὶ τὸν θεῖο φωτισμό τους.
Ἡ Θεία Λειτουργία
– Γέροντα, ὅταν τελῆται
Θεία Λειτουργία, πάντοτε πρέπει νὰ ὑπάρχη κάποιος ποῦ θὰ κοινωνήση;
– Ναί,
γιατί ὁ κύριος σκοπός
τῆς Θείας Λειτουργίας
εἶναι νὰ κοινωνοῦν
οἱ Χριστιανοί, ἔστω καὶ λίγοι ποὺ εἶναι ἕτοιμοι.
Ὅλες οἱ εὐχές ἀναφέρονται στούς πιστούς ποὺ θὰ κοινωνήσουν. Γι’ αὐτὸ ἔστω
καὶ ἕνας πρέπει νὰ κοινωνάη. Φυσικά, θὰ τύχη καὶ καμμιά φορὰ νὰ μήν εἶναι οὔτε ἕνας
ἕτοιμος· ἄλλο αὐτό. Καλά εἶναι ὅμως ἀκόμη καὶ ἕνα μικρό παιδάκι, ἕνα μωρό, νὰ
κοινωνάη. Καὶ ὅταν δὲν βρίσκεται κανείς, τότε εἶναι μόνο γιὰ νὰ κοινωνάη ὁ ἱερεύς
καὶ νὰ μνημονεύωνται ὀνόματα. Ἀλλά αὐτὸ ἄς γίνεται ὡς ἐξαίρεση καὶ ὄχι ὡς
κανόνας.
Τὰ γεγονότα τῆς Καινῆς
Διαθήκης τὰ ζῆ κανεὶς σὲ κάθε Θεία Λειτουργία. Ἡ Ἁγία Πρόθεση εἶναι ἡ Βηθλεέμ, ἡ
Ἁγία Τράπεζα εἶναι ὁ Πανάγιος Τάφος, καὶ ὁ Ἐσταυρωμένος ὁ Ἅγιος Γολγοθάς. Ἁγιάζεται
ὅλη ἡ κτίση ἀπὸ τὴν Θεία Λειτουργία, ἀπὸ
τὴν παρουσία τοῦ
Χριστοῦ. Οἱ Θεῖες
Λειτουργίες κρατοῦν τὸν
κόσμο! Εἶναι φοβερό τὸ τί μᾶς ἔχει
δώσει ὁ Θεός! Δὲν εἴμαστε ἄξιοι Γι’ αὐτό! Ὑπάρχουν ἱερεῖς ποὺ ζοῦν σὲ κάθε Θεία
Λειτουργία τὸ φοβερό αὐτὸ Μυστήριο. Μοῦ εἶπε κάποιος κληρικός ὅτι ἕνας πολύ ἁπλός
καὶ καλός ἱερεύς τοῦ ἔλεγε: «Δυσκολεύομαι πολύ νὰ κάνω κατάλυση. Πέφτουν τὰ
βρωμοδάκρυά μου μέσ΄ στὸ ἅγιο Ποτήριο· δὲν μπορῶ νὰ τὰ
συγκρατήσω, καὶ Γι’ αὐτὸ
στενοχωριέμαι πολύ». Καὶ ἔκλαιγε! Τοῦ λέει καὶ ἐκεῖνος: «Πές στὸν Χριστό νὰ μοῦ
δώση καὶ μένα λίγα «βρωμοδάκρυα»».
– Γέροντα, γιατί, ὅταν ὁ ἱερεύς
παίρνη καιρό, κατεβαίνετε ἀπὸ τὸ στασίδι; – Κατεβαίνω, γιατί ἐκείνη τὴν ὥρα ποὺ
προσεύχεται ὁ ἱερεύς στέλνει ὁ Θεὸς τὴν θεία Χάρη στὸν ἱερέα, γιὰ νὰ τὸν ἀπαλλάξη
ἀπὸ τὶς ἀδυναμίες του, ὥστε νὰ μπορέση νὰ τελέση τὴν θεία Μυσταγωγία. Τότε καὶ
οἱ πιστοί πρέπει μὲ εὐλάβεια νὰ προσεύχωνται γιὰ νὰ πάρουν Χάρη.
Ἡ Θεία
Λειτουργία ἀρχίζει ἀπὸ τὴν Προσκομιδή.
Πῶς ὁ Θεὸς οἰκονομάει
καμμιά φορὰ νὰ καταλάβουμε καὶ νὰ ζήσουμε καὶ ἐμεῖς τὰ ἅγια Μυστήρια! Ὅταν ἤμουν
Ἐκκλησιαστικός, μοῦ συνέβη ἕνα γεγονός. Μία φορά, ὅταν ὁ ἱερεύς ἔκανε τὴν
Προσκομιδή, τὴν στιγμή ποὺ εἶπε: «Ὡς Πρόβατον ἐπί σφαγήν ἤχθη», ἀκούω
σπαρτάρισμα ἀρνιοῦ ἐπάνω στὸ ἅγιο Δισκάριο. Ὅταν πάλι εἶπε: «Θύεται ὁ Ἀμνός καὶ
Υἱός τοῦ Θεοῦ», ἀκούω βέλασμα ἀπὸ τὴν Ἁγία Πρόθεση. Φοβερό! Γι’ αὐτὸ λέω στούς ἱερεῖς
νὰ μήν προετοιμάζουν ἀπὸ νωρίτερα τὴν Προσκομιδή καὶ μετά κάνουν τὰ ἄλλα εἰκονικά.
Δηλαδή δὲν πρέπει νὰ κόβουν τὸ πρόσφορο ἀπὸ νωρίτερα καὶ ἁπλῶς ἐκείνη τὴν στιγμή
νὰ τοποθετοῦν τὸν Ἀμνό στὸ ἅγιο Δισκάριο καὶ νὰ λένε, «θύεται ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ»καὶ
«ὡς Πρόβατον ἐπί σφαγήν ἤχθη», ἐνῶ ἔχουν ἤδη
βγάλει τὸν Ἀμνό. Ὅταν λένε αὐτὰ τὰ
λόγια, τότε πρέπει νὰ παίρνουν τὴν ἁγία Λόγχη καὶ νὰ χαράζουν τὸ πρόσφορο. Ὅταν
δηλαδή λένε, «θύεται ὁ Ἀμνός τοῦ Θεοῦ», τότε νὰ Τὸν «θύουν».
Ὅταν ὁ ἱερεύς χτυπάη
τὸ κουδουνάκι τὴν ὥρα ποὺ
κάνει Προσκομιδή καὶ μνημονεύετε καὶ ἐσεῖς νοερῶς ὀνόματα, νὰ
συμμετέχη ἡ καρδιά σας στὸν πόνο τῆς κάθε ψυχῆς ποὺ μνημονεύετε, εἴτε ζωντανή εἶναι
εἴτε κεκοιμημένη. Νὰ φέρνετε στὸν νοῦ σᾶς γενικά ὅλες τὶς περιπτώσεις τῶν ἀνθρώπων
καὶ ὅποιον συγκεκριμένα ἔχετε ὕπ΄ ὄψιν σας καὶ νὰ λέτε: «Μαρίας, Νικολάου…
ξέρεις Ἐσύ, Θεέ μου, τὰ προβλήματά τους· βοήθησέ τους». Ὀνόματα ποὺ σᾶς δίνουν
γιὰ μνημόνευση, νὰ τὰ μνημονεύετε σὲ μερικές Θεῖες Λειτουργίες, ἄλλα σὲ τρεῖς, ἄλλα
σὲ πέντε, καὶ μετά νὰ μνημονεύωνται καὶ ἄλλα. Γιατί νὰ ἔχης ἄλλους νὰ τούς
μνημονεύης συνέχεια καὶ ἄλλους ποῦ ἔχουν ἀνάγκη νὰ μήν τούς μνημονεύης καθόλου;
Αὐτὸ δὲν τὸ καταλαβαίνω. Ὀνόματα Καθολικῶν, Ἰεχωβάδων κ.λπ. δὲν κάνει νὰ
μνημονεύωνται στὴν Ἱερά Πρόθεση. Δὲν μπορεῖ νὰ βγαίνη Γι’ αὐτούς μερίδα οὔτε γίνεται
Γι’ αὐτούς μνημόσυνο. Ὑπέρ ὑγείας
καὶ φωτισμοῦ μποροῦμε
νὰ εὐχώμαστε καὶ
Γι’ αὐτούς, ἀκόμη καὶ Παράκληση νὰ
κάνουμε.
– Γέροντα, μερικοί ἱερεῖς
λένε ὅτι δὲν θέλουν νὰ λειτουργοῦν συχνά, γιὰ νὰ μή συνηθίσουν.– Δὲν εἶναι
σωστό αὐτὸ νὰ τὸ λέη ἱερεύς. Εἶναι δηλαδή σάν νὰ λέη: «Δὲν πάω τακτικά στούς
συγγενεῖς μου, ὥστε νὰ μὲ καλοδέχωνται περισσότερο, ὅταν πηγαίνω». Χρειάζεται ὅμως
προετοιμασία. Ἡ Θεία Κοινωνία θεραπεύει, ἁγιάζει αὐτόν ποὺ ἀγωνίζεται. Ἕναν
ποῦ δὲν ἀγωνίζεται,
πῶς νὰ τὸν
βοηθήση; Τί νὰ ἀλλοιώση ὁ Χριστός, ἀφοῦ δὲν ἀλλοιώνεται ὁ ἴδιος ὁ ἄνθρωπος;
Κάποτε, στὴν Σπηλιά τοῦ Ἁγίου Ἀθανασίου ἦταν ἕνας Γέροντας μὲ δύο ὑποτακτικούς.
Ὁ ἕνας ἦταν ἱερομόναχος καὶ ὁ ἄλλος ἱεροδιάκονος. Μία μέρα λοιπόν πῆγαν οἱ ὑποτακτικοί
του σὲ ἕνα ἐξωκκλήσι, γιὰ νὰ λειτουργήσουν.
Ὁ ἱερεύς ὅμως φθονοῦσε πολύ τὸν
διάκο, καὶ τὸν ζήλευε,
ἐπειδή ὁ διάκος ἦταν πιὸ ἔξυπνος καὶ ἐπιτήδειος σὲ ὅλα· ἀλλὰ καὶ ὁ διάκος δὲν
βοηθοῦσε μὲ τὸν ἐγωιστικό του τρόπο. Ὁ ἱερεύς εἶχε προετοιμασθῆ ἐξωτερικά,
διαβάζοντας τὴν Θεία Μετάληψη καὶ κάνοντας ὅλα τὰ σχετικά τυπικά. Δυστυχῶς ὅμως
δὲν ἔκανε τὸ κυριώτερο, τὴν ἐσωτερική προετοιμασία· δηλαδή νὰ ἐξομολογηθῆ
ταπεινά, γιὰ νὰ διώξη τὸν φθόνο καὶ τὴν ζήλεια ἀπὸ τὴν καρδιά του, τὰ ὁποία δὲν
φεύγουν μὲ τὸ νὰ ἀλλάξουμε
τὰ ροῦχα μας καὶ νὰ λούσουμε τὸ κεφάλι. Ἔτσι λοιπόν μὲ τὴν ἐξωτερική αὐτή
προετοιμασία προχώρησε στὸ φοβερό Θυσιαστήριο, γιὰ νὰ λειτουργήση. Μόλις ὅμως ἄρχισε
νὰ προσκομίζη, τί συνέβη; Ἀκούστηκε ξαφνικά ἕνας μεγάλος κρότος καὶ εἶε νὰ
φεύγη τὸ ἅγιο Δισκάριο ἀπὸ τὴν Προσκομιδή καὶ νὰ ἐξαφανίζεται. Ἑπόμενο ἦταν νὰ
μήν μπορέσουν πιά νὰ λειτουργήσουν. Ἐὰν δὲν τούς ἐμπόδιζε ὁ Καλός Θεὸς μὲ αὐτόν
τὸν τρόπο καὶ λειτουργοῦσε ὁ ἱερεύς μὲ τὴν ψυχική κατάσταση στὴν ὁποία
βρισκόταν, μοῦ λέει ὁ λογισμός ὅτι θὰ πάθαινε μεγάλο κακό.
– Γέροντα,
ἄν συμβῆ κάτι τὴν ὥρα τῆς Θείας
Λειτουργίας, μπορεῖ ἡ Θεία
Λειτουργία νὰ διακοπῆ; – Ὅταν γίνεται Θεία Λειτουργία, δὲν μπορεῖ ὁ ἱερεύς νὰ τὴν
ἀφήση στὴν μέση,ὀ,τιδήποτε καὶ νὰ συμβῆ. ,καὶ πόλεμος νὰ κηρυχθῆ, θὰ τὴν
τελειώση. Καὶ οἱ ἐχθροί νὰ ἔρχωνται ἔξω ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία, θὰ κοιτάξη τὸ
πολύ-πολύ νὰ βιασθῆ λίγο, γιὰ νὰ τελειώση. Θὰ βοηθήση ὁ Θεὸς νὰ τελειώση. Ἀλλά
πρέπει νὰ ἔχη κανεὶς ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό· νὰ μή φοβᾶται.
Ὁ Λειτουργός του Ὑψίστου
πρέπει νὰ ἔχη πολλή προσοχή, καθαρότητα, ἀκρίβεια. Εἶναι ἀνώτεροι ἀπὸ τούς Ἀγγέλους
οἱ ἱερεῖς. Οἱ ἅγιοι Ἄγγελοι καλύπτουν τὰ πρόσωπά τους τὴν ὥρα ποὺ τελεῖται τὸ
Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας, ἐνῶ ὁ ἱερεύς τὸ τελεῖ.
Κεφάλαιο 3
- Γιορτές καὶ ἀργίες
«Ἐορτάσωμεν, πιστοί, ἑορτήν
πνευματικήν…»170
Ὁ Χριστός μὲ τὴν μεγάλη
Του ἀγάπη καὶ μὲ τὴν μεγάλη Του ἀγαλλίαση ποὺ σκορπάει στὶς ψυχές τῶν πιστῶν μὲ
ὅλες τὶς ἅγιες γιορτές Τοῦ μᾶς ἀνασταίνει ἀληθινά, ἀφοῦ μᾶς ἀνεβάζει
ψηλά πνευματικά. Ἀρκεῖ
νὰ συμμετέχουμε καὶ νὰ
ἔχουμε ὄρεξη πνευματική νὰ τὶς πανηγυρίζουμε πνευματικά· τότε τὶς γλεντᾶμε
πνευματικά καὶ μεθᾶμε πνευματικά ἀπὸ τὸ παραδεισένιο κρασί οὐ μᾶς φέρνουν οἱ Ἅγιοι
καὶ μᾶς κερνοῦν.
– Γέροντα, πῶς μπορεῖ νὰ
ζήση κανεὶς πνευματικά τὶς γιορτές;– Τὶς γιορτές γιὰ νὰ τὶς ζήσουμε, πρέπει νὰ ἔχουμε
τὸν νοῦ μας στὶς ἅγιες ἡμέρες καὶ ὄχι στὶς δουλειές ποὺ ἔχουμε νὰ κάνουμε γιὰ τὶς
ἅγιες ἡμέρες. Νὰ σκεφτώμαστε τὰ γεγονότα τῆς κάθε ἅγιας ἡμέρας (Χριστούγεννα,
Θεοφάνεια, Πάσχα κ.λπ.) καὶ νὰ λέμε τὴν εὐχή δοξολογώντας τὸν Θεό. Ἔτσι θὰ
γιορτάζουμε μὲ πολλή εὐλάβεια κάθε γιορτή. Οἱ κοσμικοί ζητοῦν νὰ καταλάβουν τὰ
Χριστούγεννα μὲ τὸ χοιρινό, τὸ Πάσχα μὲ τὸ ἀρνί, τὶς Ἀποκριές μὲ τὸ κομφετί. Οἱ
ἀληθινοί μοναχοί ὅμως κάθε μέρα ζοῦν τὰ θεία γεγονότα καὶ ἀγάλλονται συνέχεια.
Κάθε ἑβδομάδα ζοῦν τὴν Μεγάλη Ἑβδομάδα. Κάθε Τετάρτη, Πέμπτη, Παρασκευή ζοῦν τὴν
Μεγάλη Τετάρτη, τὴν Μεγάλη Πέμπτη, τὴν Μεγάλη Παρασκευή, δηλαδή τὰ Πάθη τοῦ
Χριστοῦ, καὶ κάθε Κυριακή τὸ Πάσχα, τὴν Ἀνάσταση. Τί, θὰ πρέπη νὰ ἔρθη ἡ Μεγάλη
Ἑβδομάδα, γιὰ νὰ θυμηθῆ κανεὶς τὰ Πάθη τοῦ Χριστοῦ; Πρέπει νὰ ἔρθη τὸ Πάσχα μὲ
τὸ ἀρνί, γιὰ νὰ καταλάβω τὸ «Χριστός ἀνέστη»σάν τούς κοσμικούς; Ὁ Χριστός τί εἶπε;
«Ἕτοιμοι γίνεσθε»171 εἶπε. Δὲν εἶπε, «ἑτοιμασθῆτε
τώρα!».Ἀπὸ τὴν στιγμή ποὺ λέει ὁ Χριστός,«ἕτοιμοι γίνεσθε», πρέπει ὁ ἄνθρωπος,
καὶ ἰδίως ὁ μοναχός, νὰ εἶναι ἕτοιμος συνέχεια.Νὰ μελετάη καὶ νὰ ζῆ τὰ θεία
γεγονότα συνέχεια. Ὅταν κανεὶς μελετάη τὰ γεγονότα τῆς κάθε γιορτῆς,
φυσιολογικά θὰ συγκινηθῆ καὶ μὲ ἰδιαίτερη εὐλάβεια θὰ προσευχηθῆ. Ἔπειτα στὶς Ἀκολουθίες
ὁ νοῦς νὰ εἶναι στὰ γεγονότα ποὺ γιορτάζουμε καὶ μὲ εὐλάβεια νὰ παρακολουθοῦμε
τὰ τροπάρια ποὺ ψάλλονται. Ὅταν ὁ νοῦς εἶναι στὰ θεία νοήματα, ζῆ τὰ γεγονότα ὁ
ἄνθρωπος, καὶ ἔτσι ἀλλοιώνεται. Ὅταν σκεφτώμαστε λ.χ.
ἕναν Ἅγιο ποὺ
τὸν ἔχουμε σὲ εὐλάβεια ἤ τὸν Ἅγιο
ποὺ γιορτάζουμε, ὁ νοῦς θὰ πάη καὶ λίγο παραπάνω· θὰ πάη στὸν Οὐρανό. Καὶ
ὅταν σκεφτώμαστε τούς Ἁγίους, μᾶς σκέφτονται καὶ οἱ Ἅγιοι καὶ μᾶς βοηθοῦν. Ἔτσι
πιάνει κανεὶς φιλία μὲ τούς Ἁγίους, ποὺ εἶναι καὶ ἡ πιὸ σίγουρη φιλία. Τότε
μπορεῖ νὰ εἶναι μόνος καὶ νὰ ζῆ μὲ ὅλους· καὶ μὲ Ἁγίους καὶ μὲ Ἀγγέλους καὶ μὲ ὅλον
τὸν κόσμο. Νὰ εἶναι μόνος καὶ νὰ νιώθη ὅλη αὐτήν τὴν συντροφιά! Εἶναι ζωντανή ἡ
παρουσία τῶν Ἁγίων. Ὅλοι οἱ Ἅγιοι εἶναι παιδιά τοῦ Θεοῦ καὶ βοηθοῦν ἐμᾶς τὰ
ταλαίπωρα παιδιά τοῦ Θεοῦ. Τούς Ἁγίους μας, ποὺ ἔχυσαν εἴτε αἷμα εἴτε ἱδρῶτες
καὶ δάκρυα γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, πάντα πρέπει νὰ τούς γιορτάζουμε μὲ εὐλάβεια,
γιὰ νὰ βοηθιώμαστε.
στεκώμαστε ἐκείνη τὴν
στιγμή ὄρθιοι, ὅπως καὶ οἱ στρατιῶτες στέκονται προσοχή, ὅταν διαβάζωνται τὰ ὀνόματα
τῶν ἠρωικῶς πεσόντων συναδέλφων τους. «Τὴν τάδε τοῦ μηνός… ὁ στρατιώτης δείνα ἔπεσε
μαχόμενος ἠρωικῶς στὸ τάδε μέτωπο».
Στὴν γιορτή,
γιὰ νὰ νιώση κανεὶς τὸ
γεγονός, δὲν πρέπει νὰ
δουλεύη. Τὴν Μεγάλη Παρασκευή λ.χ., ἐὰν
θέλη νὰ νιώση κάτι, δὲν πρέπει νὰ κάνη τίποτε ἄλλο ἐκτός ἀπὸ προσευχή. Στὸν
κόσμο οἱ καημένοι οἱ κοσμικοί τὴν Μεγάλη Ἐβδοβάδα ἔχουν δουλειές. Μεγάλη
Παρασκευή νὰ δίνουν εὐχές. «Χρόνια πολλά! Νὰ ζήσετε! Μὲ μία νύφη!».… Δὲν κάνει!
Ἐγώ τὴν Μεγάλη Παρασκευή κλείνομαι στὸ Καλύβι. Ὅπως καὶ μετά τὸ Ἀγγελικό Σχῆμα ἡ
ἑβδομάδα τῆς ἡσυχίας ποὺ ἀκολουθεῖ, βοηθάει, γιατί ποτίζει ἡ θεία Χάρις τὴν ψυχή
καὶ καταλαβαίνει ὁ μεγαλόσχημος τί ἔγινε, ἔτσι καὶ στὶς γιορτές ἡ ἡσυχία πολύ
βοηθάει. Μᾶς δίνεται περισσότερη εὐκαιρία νὰ ξεκουρασθοῦμε λίγο, νὰ μελετήσουμε
καὶ νὰ προσευχηθοῦμε. Θὰ ἔρθη ἕνας καλός λογισμός, θὰ ἐξετάσουμε τὸν ἑαυτό μας,
θὰ ποῦμε λίγο τὴν εὐχή καὶ θὰ νιώσουμε ἔτσι κάτι ἀπὸ τὸ θεῖο γεγονός τῆς ἡμέρας.
«Κρεῖσσον ὀλίγον τῷ
δικαίω…»
Σήμερα δυστυχῶς δὲν
χρησιμοποιοῦμε τὴν ἐλευθερία γιὰ τὸ καλό, γιὰ τὴν ἁγιότητα, ἀλλὰ γιὰ τὴν
κοσμικότητα. Παλιότερα δούλευαν οἱ ἄνθρωποι ὅλη τὴν ἑβδομάδα καὶ εἶχαν τὴν
Κυριακή ἀργία. Τώρα ἔχουν καὶ τὸ Σάββατο ἀργία. Ζοῦν ὅμως τώρα περισσότερο
πνευματικά ἤ ἁμαρτάνουν περισσότερο; Ἄν ἀξιοποιοῦσαν τὸν χρόνο τους
στὰ πνευματικά, θὰ ἦταν διαφορετικά·
θὰ ἦταν συμμαζεμένοι
οἱ ἄνθρωποι. Πᾶμε νὰ
κλέψουμε ἀπὸ τὰ
πνευματικά, ἀπὸ τὸν
Χριστό, ἐμεῖς οἱ ταλαίπωροι ἄνθρωποι. Οἱ κοσμικοί, ὅ,τι ἀγγαρεία
ἔχουν νὰ κάνουν, τὴν Κυριακή θὰ συμφωνήσουν νὰ τὴν κάνουν. Ψάχνουν καμμιά
Κυριακή γι’ αὐτό, καμμιά γιορτή γιὰ
’κείνο, καὶ παίρνουν ὀργή
Θεοῦ. Τί βοήθεια θὰ ἔχουν μετά ἀπὸ τούς Ἁγίους; Μέρα ἀγγαρείας εἶναι ἡ Κυριακή;
Καὶ κάποια ἐξυπηρέτηση νὰ θέλουν νὰ μᾶς προσφέρουν οἱ ἄλλοι, ὄχι Κυριακή.
Δὲν ἀφήνουμε τὸν Θεό νὰ μᾶς
κάνη κουμάντο. Καὶ ὅ,τι δὲν γίνεται μὲ πίστη στὸν Θεό, δὲν
ἔχει σχέση μὲ τὸν Θεό· εἶναι κάτι
κοσμικό. Γι’ αὐτὸ κι ἐκεῖνο ποὺ κάνουμε, δὲν ἔχει εὐλογία, καὶ ἔτσι δὲν ἔχει
καλά ἀποτελέσματα. Μετά λέμε: «Φταίει ὁ
διάβολος». Δὲν φταίει
ὁ διάβολος, ἀλλὰ ἐμεῖς δὲν ἀφήνουμε τὸν
Θεό νὰ μᾶς βοηθήση. Ὅταν δουλεύουμε τὶς ἀργίες, δίνουμε
δικαιώματα καὶ ἐξ ἀρχῆς μπαίνει ὁ διάβολος. «Κρεῖσσον ὀλίγον τῷ δικαίω ὑπέρ πλοῦτον
ἁμαρτωλῶν πολύν»172, λέει ὁ Ψαλμός. Αὐτὸ ἔχει εὐλογία· τὰ ἄλλα ὅλα εἶναι ροκανίδια.
Πρέπει ὅμως νὰ ἔχη κανεὶς πίστη, φιλότιμο καὶ εὐλάβεια καὶ νὰ τὰ ἀφήνη ὅλα μὲ ἐμπιστοσύνη
στὸν Θεό. Ἀλλιῶς καὶ τὶς γιορτές θὰ κουτσοδουλεύη καὶ τὶς ἄλλες μέρες θὰ
χαζεύη.
Καὶ νὰ δῆτε ὁ Θεὸς ποτέ δὲν
ἀφήνει. Κυριακή καὶ γιορτή ποτέ δὲν δούλεψα, καὶ ὁ Θεὸς ποτέ δὲν μ’ ἄφησε καὶ τὶς
δουλειές τὶς εὐλογοῦσε. Θυμᾶμαι, μία φορά ἦρθαν ἁλωνιστικές μηχανές στὸ χωριό
καὶ εἰδοποίησαν τὸν πατέρα ὅτι θὰ ἄρχιζαν πρῶτα ἀπὸ τὰ δικά μας χωράφια, ἡμέρα
Κυριακή, καὶ μετά θὰ ἔφευγαν γιὰ κάτω. Μοῦ λέει ὁ πατέρας: «Τί θὰ κάνουμε; Ἦρθαν
οἱ μηχανές». «Ἐγώ Κυριακή δὲν δουλεύω, τοῦ λέω·
τὴν Δευτέρα». «Ἄν ὅμως
χάσουμε αὐτήν τὴν εὐκαιρία, μοῦ λέει, θὰ παιδευτοῦμε πολύ μὲ τὰ ἄλογα». «Δὲν μὲ
πειράζει, τοῦ λέω. Ἄς ἁλωνίζω μέχρι τὰ Χριστούγεννα». Πῆγα στὴν Ἐκκλησία χωρίς
νὰ δώσω σημασία. Μόλις ξεκίνησαν οἱ μηχανές γιὰ τὸ ἁλώνι, ἔσπασαν στὸν
δρόμο καὶ εἰδοποίησαν
ξανά τὸν πατέρα:
«Νὰ μᾶς συγχωρῆτε, χάλασαν οἱ μηχανές. Θὰ πᾶμε στὰ
Γιάννενα νὰ τὶς φτιάξουμε καὶ τὴν Δευτέρα θὰ ἀρχίσουμε πρῶτα ἀπὸ σας»! Ἔτσι δὲν
ἁλώνισαν τὴν Κυριακή ἀλλὰ τὴν Δευτέρα. Πολλά τέτοια εἶδαν τὰ μάτια μου.
Ἄν ἐμεῖς οἱ μοναχοί δὲν
κρατᾶμε τὶς γιορτές, οἱ κοσμικοί τί νὰ κάνουν;
Καὶ στὰ Μοναστήρια παλιά
τί πνεῦμα ὑπῆρχε! Θυμᾶμαι, γιόρταζαν οἱ κοσμικοί τὴν ἡμέρα τοῦ Σταυροῦ μὲ τὸ
νέο ἡμερολόγιο καὶ μετά ἔφερναν τὰ σταφύλια στὸ Ἅγιον Ὅρος. Μπορεῖ ὅμως τὴν ἡμέρα
ποὺ θὰ ἔφθαναν στὸ Ὅρος νὰ εἴχαμε ἐμεῖς τοῦ Σταυροῦ μὲ τὸ δικό μας ἡμερολόγιο. Ἀλλά
οἱ Πατέρες ποτέ δὲν πήγαιναν νὰ ξεφορτώσουν. Τὰ γύριζαν πίσω ἤ ἄφηναν ἐκεῖ καὶ
τὸ καΐκι καὶ τὰ σταφύλια. Τὸ ἴδιο γινόταν καὶ μὲ τὸ λάδι ἤ τὴν ξυλεία, ἄν ἔρχονταν
ἡμέρα γιορτῆς. Καὶ ἦταν φτωχά τὰ Μοναστήρια. Σκέφτονταν: «Ὁ ἄλλος ποῦ θὰ δή
καλογήρους νὰ δουλεύουν αὐτήν τὴν ἡμέρα τί θὰ πῆ;»Χίλιες φορές προτιμοῦσαν νὰ τὰ
πάρη ἡ φουρτούνα, νὰ χαθοῦν καὶ τὰ σταφύλια καὶ τὰ λάδια, παρά νὰ τὰ
ξεφορτώσουν καὶ νὰ χάσουν τὴν γιορτή, νὰ σκανδαλίσουν καὶ ψυχές.
Τώρα… Βρέθηκα σ’ ἕνα
Μοναστήρι παραμονή γιορτῆς καὶ ξεφόρτωναν σταφύλια. Παγκοινιά μετά, γιὰ νὰ πατήσουν
τὰ σταφύλια. Τὸ βράδυ εἶχαν Ἀγρυπνία καὶ τὴν μετέθεσαν. Καὶ ἦταν μεγάλη γιορτή!
«Ἐν ἀνάγκη καὶ νόμου μετάθεσις γίνεται»… Ἀλλοῦ Κυριακή νὰ διορθώνουν τὸ Μοναστήρι
ποὺ κάηκε· πάλι θὰ καῆ! Βλέπουν καὶ οἱ κοσμικοί καὶ λένε μετά: «Δὲν εἶναι τίποτε
οἱ γιορτές».
Θέλει πολλή προσοχή νὰ μή
δουλεύουμε, ἰδίως ἐμεῖς οἱ μοναχοί, στὶς γιορτές, γιατί ἁμαρτάνουμε καὶ ἐμεῖς, ἀλλὰ
γινόμαστε καὶ σκάνδαλο στούς κοσμικούς, καὶ διπλά ἁμαρτάνουμε. Οἱ κοσμικοί ἀφορμή
ζητοῦν, ἰγα νὰ δικαιολογήσουν τὶς ἁμαρτίες τους. Αὐτοί μπορεῖ νὰ δουλεύουν
μέρα-νύχτα, γιορτές νὰ μήν κρατοῦν, καὶ ἄν δοῦν μία καλόγρια ἤ ἕναν καλόγερο νὰ
δουλεύη σὲ μία μεγάλη ἀνάγκη, τούς λέει μετά τὸ διάβολος: «Ἐδῶ παπάδες
δουλεύουν, ἐσύ γιατί νὰ μή δουλέψης;»Μία κουβέρτα νὰ τινάξη μία καλόγρια τὴν
Κυριακή, ἄν τὴν δοῦν κοσμικοί, θὰ ποῦν: «Ἀφοῦ οἱ καλόγριες δουλεύουν, ἐμεῖς
γιατί νὰ μήν πᾶμε στὴν δουλειά;»Γι’ αὐτὸ θέλει πολλή προσοχή νὰ μή γινώμαστε
σκάνδαλο.
– Καὶ ἄν, Γέροντα,
ἔρθη ἕνας τεχνίτης
νὰ δουλέψη μέρα
γιορτῆς, π.χ. στὰ Εἰσόδια τῆς Παναγίας;
– Εἰσόδια
τῆς Παναγίας καὶ νὰ δουλέψη
μάστορας στὸ Μοναστήρι!
Δὲν ταιριάζει! Νὰ μή δουλέψη.
– Γέροντα, αὐτὸ συνέβη,
γιατί ἡ ἀδελφή δὲν σκέφθηκε νὰ τοῦ πῆ νὰ μήν ἔρθη.
– Τότε χρειάζεται κανόνας
στὴν ἀδελφή.
– Γέροντα, σὲ μία γιορτή,
μετά ἀπὸ Ἀγρυπνία, ἄν νυστὰξη κανείς, μπορεῖ νὰ κάνη ἕνα ἐργόχειρο καὶ νὰ λέη τὴν
εὐχή;
– Μετάνοιες δὲν μπορεῖ νὰ
κάνη; Ἄς κάνη μετάνοιες, γιὰ νὰ ξενυστὰξη· γιατί νὰ κάνη ἐργόχειρο;
– Οὔτε τὴν Κυριακή, ὅταν ἔχη
κάνη τὰ πνευματικά του, μπορεῖ λ.χ. νὰ πλέξη κομποσχοίνι;
– Γιατί
νὰ πλέξης κομποσχοίνι; Γιατί
δὲν χορταίνεις αὐτήν
τὴν μέρα πνευματικά; Μπαίνει ἕνα
κοσμικό πνεῦμα καὶ στὰ Μοναστήρια δυστυχῶς. Σὲ μερικά μάλιστα Μοναστήρια, ὅπως
μαθαίνω, τὶς Κυριακές ἤ τὶς μεγάλες γιορτές, μόλις ἔρθη τὸ μεσημέρι, πηγαίνουν
στὰ διακονήματα. Λές καὶ τὰ παιδιά τούς πεθαίνουν ἀπὸ τὴν πείνα ἤ ἔχουν χρέη καὶ
θὰ βγάλουν τὸ σπίτι σὲ πλειστηριασμό!... Τόση ἀνάγκη!... Ἄλλο ὁ ἀρχοντάρης, ὁ
μάγειρας· στὸ ἀρχονταρίκι, στὴν κουζίνα εἶναι ἀνάγκη· δὲν μπορεῖ νὰ μήν πάη
κανείς.
Τυχαίνει καμμιά φορὰ νὰ
μοῦ φέρη κάποιος ψάρι. Τοῦ λέω: «Παρ’ τὸ καὶ φύγε».
Ἄν ὁ ἕνας φέρη ψάρια, ὁ ἄλλος
ζωντανά, ὁ ἄλλος ψόφια, τί θὰ γίνη; Κι ἐδῶ ἄν φέρουν τὰ ψάρια μέρα γιορτῆς καὶ
θέλετε νὰ τὰ ἑτοιμάσετε, τότε τί θὰ χαρῆτε ἀπὸ τὴν γιορτή; Θυμάστε τὸν Πάπα-Μηνᾶ
στὴν Σκήτη τῆς Ἁγίας Ἄννης; Ἕνας ψαράς τοῦ πῆγε Κυριακή πρωί ψάρια γιὰ τὴν πανήγυρη.
«Γέροντα, εἶναι φρέσκα», τοῦ λέει. «Καλά, σήμερα εἶναι Κυριακή· πότε τάπιασες
καὶ εἶναι φρέσκα;»τὸν ρωτάει παραξενεμένος ὁ Πάπα-Μηνᾶς. «Σήμερα τὸ πρωί», τοῦ
λέει ὁ ψαράς. «Πέταξε τὰ, παιδί μου· αὐτὰ
εἶναι ἀφορισμένα! λέει ὁ Πάπα-Μηνᾶς. Καὶ γιὰ νὰ τὸ διαπιστώσεις, δῶσε ἕνα
ψάρι στὸν γάτο καὶ θὰ δής ὅτι δὲν θὰ τὸ φάη». Πράγματι ὁ ψαράς πέταξε ἕνα ψάρι
στὸν γάτο καὶ ὁ γάτος γύρισε πίσω τὸ κεφάλι του· ἔδειξε ἀποστροφή. Τέτοια εὐαισθησία
εἶχαν!
Σήμερα βλέπεις στὰ Μοναστήρια
σὲ μεγάλες γιορτές ἐργάτες, μάστορες… Μία φορά, τῆς Παναγίας, σ’ ἕνα Μοναστήρι
εἶχαν ἐργάτες, ὁλόκληρο συνεργεῖο μὲ ἁλυσοπρίονα καὶ
ξύλευαν τὸ δάσος.
Ἐνῶ ἦταν ξάστερος
ὁ οὐρανός, ἦρθε ἕνα
σύννεφο, ἔπεσαν κεραυνοί κοντά στούς ὑλοτόμους καὶ ἔφυγαν μὲ τέτοιο τρόμο πού, ἐνῶ πῆρε τὸ δάσος
φωτιά, οὔτε καν εἰδοποίησαν. Τρόμαξαν
νὰ τὴν σβήσουν ἀργότερα. Τὴν ἄλλη Κυριακή πάλι
μηχανές· δυὸ συνεργεῖα ξαναβγῆκαν. Ὀργή Θεοῦ εἶναι καὶ οἱ πυρκαγιές, ἀφοῦ
ξυλεύουμε Κυριακές καὶ γιορτές. Καὶ τὸ κακό εἶναι ποὺ δὲν τὸ καταλαβαίνουμε. Ἔχουμε
ξεπεράσει τὸ ὅριο τῆς ἀνοχῆς τοῦ Θεοῦ.
Ἄν ὑπάρχη
κάποια ἀνάγκη, κάνουν
οἱ καλόγεροι ἕνα
κομποσχοίνι, ἑκατό κόμπους, καὶ
φωτίζει ὁ Θεὸς κάποιον καὶ στέλνει ἑκατό χιλιάδες. Τὸ ἔργο τοῦ μοναχοῦ εἶναι ἡ
προσευχή. Ἄν δὲν ἔχουμε ἐμεῖς ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό, ποιοί θὰ ἔχουν; Οἱ κοσμικοί;
Ὑποχρεώνεται ὁ Θεὸς νὰ τὸν ἀκούη τὸν μοναχό ποὺ τοῦ ἐμπιστεύεται τὴν ζωή του.
Στὸ Κοινόβιο ποὺ ἤμουν, ἦταν ἕνας παρηγουμενιάρης. Καὶ σβέλτος δὲν ἦταν καὶ πρίν
τελειώση ἡ Θεία Λειτουργία δὲν ἔφευγε, ἀλλὰ καὶ τὶς δουλειές τὶς ἔκανε. Ἐγώ ἤμουν
πιὸ σβέλτος, ἔφευγα καὶ πρίν τελειώσει ἡ Θεία Λειτουργία, νὰ ἑτοιμάσω τὸ
Συνοδικό, καὶ μοῦ ἔρχονταν ὅλα ἀνάποδα. Πότε μου γύριζε τὸ μπρίκι καὶ μοῦ
χυνόταν ὁ καφές καὶ πότε μου ἔπεφταν τὰ φλιτζάνια καὶ τὰ ποτήρια, ὅλο ἀναποδιές!
Ἐκεῖνος ἔφευγε στὸ τέλος τῆς Θείας Λειτουργίας. Ἔκανε τὸν σταυρό του καὶ πίστευε
ὅτι ὁ Θεὸς θὰ τὸν βοηθήση. Καὶ ἄν τὸν μάλωναν, θὰ τὸ δεχόταν ταπεινά. Εἶχε ταπείνωση
καὶ διπλά ὠφελεῖτο.
Πάντως οἱ ἄνθρωποι, ὅταν
δὲν σκαλώνουν σὲ λεπτομέρειες, ποὺ δὲν βλάπτουν ἄν παραλειφθοῦν, ὠφελοῦνται
διπλά καὶ δοξολογοῦν διπλά τούς ἐορταζομένους Ἁγίους. Ὅσο μποροῦμε, νὰ
προσέχουμε νὰ μήν εἶναι εἰς βάρος τῶν πνευματικῶν ὅ,τι κάνουμε, ἀλλὰ τὰ
πνευματικά νὰ προηγοῦνται, γιὰ νὰ ἁγιάζωνται ὅλες οἱ ἐργασίες καὶ νὰ ἔχουμε καὶ
τὶς εὐλογίες τοῦ Θεοῦ. Νὰ δίνουμε τὰ πρωτεῖα στὴν πνευματική ζωή καὶ ὄχι στὰ ὑλικά.
Ἄν κανεὶς ἔχη πρῶτα τὶς δουλειές καὶ ὕστερα τὴν προσευχή, δίνει μεγαλύτερη ἀξία
στὶς δουλειές παρά στὰ πνευματικά. Αὐτὸ ἔχει ὑπερηφάνεια καὶ ἀνευλάβεια. Δὲν ἁγιάζεται
τὸ ἔργο ποὺ γίνεται μὲ χρεωκοπία πνευματική. Ἄν δίνουμε τὰ πρωτεῖα στὰ
πνευματικά, ὁ Θεὸς ὅλα θὰ τὰ τακτοποιήση. Ἄν ἐμεῖς οἱ μοναχοί δὲν κρατᾶμε τὶς
γιορτές, οἱ κοσμικοί τί νὰ κάνουν; Ἄν ἐμεῖς δὲν κάνουμε πνευματικά καὶ δὲν
παρακαλοῦμε τούς Ἁγίους νὰ βοηθοῦν, ποιός θὰ παρακαλέση; Ἔτσι λέμε ὅτι
πιστεύουμε στὸν Θεό, ἀλλὰ δὲν ἔχουμε ἐμπιστοσύνη στὸν Θεό. Ἄν ἐμεῖς οἱ
καλόγεροι ποὺ φορᾶμε τὰ ράσα οὔτε Κανόνες σεβώμαστε, ἀκαταπατοῦμε καὶ ἀτιμάζουμε
τὰ πάντα, τί νόημα ἔχει τότε ἡ ζωή μας;
Δουλεύουν Κυριακές καὶ
γιορτές καὶ τούς βρίσκουν συμφορές
Κανονικά πρίν ἀπὸ τὸν Ἑσπερινό
της γιορτῆς ἤ τῆς Κυριακῆς σταματάει κάθε ἐργασία. Καλύτερα εἶναι νὰ δουλέψη
κανεὶς περισσότερο τὴν προπαραμονή, ὅταν αὐτὸ μπορῆ νὰ ρυθμισθῆ, καὶ νὰ μή
δουλέψη μετά τὸν Ἑσπερινό της παραμονῆς. Ἄλλο εἶναι νὰ κάνη κανεὶς σὲ μία γιορτή
ἤ τὴν Κυριακή ἕνα ἐλαφρό πράγμα τὸ ἀπόγευμα,
ὅταν εἶναι μεγάλη ἀνάγκη, ἀλλὰ καὶ αὐτὸ πάλι μὲ τρόπο. Παλιά καὶ οἱ χωρικοί ποὺ
ἦταν ἔξω στὰ χωράφια, μόλις ἄκουγαν τὴν καμπάνα τοῦ Ἑσπερινοῦ, ἔκαναν τὸν
σταυρό τους καὶ σταματοῦσαν τὴν δουλειά. Τὸ ἴδιο καὶ οἱ γυναῖκες ποὺ
κάθονταν στὴν γειτονιά.
Σηκώνονταν, ἔκαναν τὸν
σταυρό τους καὶ ἄφηναν τὸ πλέξιμο ἤ ὅ,τι ἄλλο ἔκαναν. Καὶ ὁ Θεὸς
τούς εὐλογοῦσε. Εἶχαν τὴν ὑγεία τους καὶ χαίρονταν… Τώρα κατήργησαν τὶς
γιορτές, ἀπομακρύνθηκαν ἀπὸ τὸν Θεό καὶ τὴν Ἐκκλησία καὶ τελικά ὅσα βγάζουν ἀπὸ
τὴν δουλειά τούς τὰ δίνουν στούς γιατρούς καὶ στὰ νοσοκομεῖα… Μία φορά ἦρθε ἕνας
πατέρας στὸ Καλύβι καὶ μοῦ λέει: «Τὸ παιδί μου
ἀρρωσταίνει συχνά καὶ οἱ γιατροί
δὲν μποροῦν νὰ βροῦν τί ἔχει». «Νὰ σταματήσης νὰ δουλεύης Κυριακή καὶ ὅλα θ’
ἀλλάξουν», τοῦ εἶπα. Πράγματι σταμάτησε, καὶ τὸ παιδάκι τοῦ ἔγινε καλά.
Πάντα λέω στούς λαϊκούς νὰ
σταματήσουν νὰ δουλεύουν Κυριακές καὶ γιορτές, γιὰ νὰ μήν τούς βροῦν στὴν ζωή
τούς συμφορές. Ὅλοι μποροῦν νὰ ρυθμίσουν τὴν δουλειά τους. Ὅλη ἡ βάση εἶναι ἡ
πνευματική εὐαισθησία. Ἄν ὑπάρχη εὐαισθησία, βρίσκονται λύσεις γιὰ ὅλα. Καὶ ἄν
λίγο ζημιωθοῦν ἀπὸ μία λύση, θὰ πάρουν εὐλογία διπλή. Πολλοί ὅμως δὲν τὸ
καταλαβαίνουν. Οὔτε στὴν Θεία Λειτουργία πηγαίνουν. Ἡ Θεία Λειτουργία ἁγιάζει. Ἄν
δὲν πάη ὁ Χριστιανός τὴν Κυριακή στὴν Ἐκκλησία, πῶς θὰ ἁγιασθῆ;
Δυστυχῶς ὅμως πᾶνε
σιγά-σιγὰ οἱ ἄνθρωποι νὰ μήν ἀφήσουν οὔτε
γιορτές οὔτε τίποτε. Βλέπεις, ἀκόμη καὶ τὰ ὀνόματα τὰ ἀλλάζουν, γιὰ νὰ μή θυμοῦνται
τούς Ἁγίους τους. Τὸ Βασιλική τὸ κάνουν Βίκυ· τὸ Ζωή, Ζωζῶ, καὶ ἔτσι λέει δυὸ
φορές…
«ζῶο»! Ἔβαλαν τὴν γιορτή
τῆς Μάνας, τοῦ Μάη, τοῦ Ἀπρίλη… Σὲ λίγο θὰ ποῦν: «Σήμερα εἶναι ἡ γιορτή
τῆς ἀγκινάρας, τὴν ἄλλη τοῦ
κυπαρισσιοῦ, τὴν ἄλλη τὰ
γενέθλια αὐτοῦ ποὺ βρῆκε τὴν ἀτομική βόμβα ἤ τὸ ποδόσφαιρο». Δὲν ἀφήνει ὅμως ὁ
Θεός…
Κεφάλαιο 4
- Ἡ ὀρθόδοξη παράδοση
«Ἰησοῦς Χριστός χθές καὶ
σήμερον ὁ αὐτός καὶ εἰς τούς αἰώνας»173
– Γέροντα, συχνά μιλοῦν
γιὰ «ἀνανέωση στὴν Ἐκκλησία»· λές καὶ ἡ Ἐκκλησία γηράσκει καὶ χρειάζεται ἀνανέωση!
– Ναί, γέρασε!... Μά καὶ
αὐτοί ἀκόμη ποὺ δὲν ἔχουν εὐλάβεια ἀλλὰ λίγο μυαλό δὲν ἀναπαύονται σ’ αὐτὰ τὰ νέα ποὺ φτιάχνουν τώρα καὶ ψάχνουν νὰ βροῦν
ἐκεῖνα τὰ ἀρχαῖα. Δὲν τούς συγκινοῦν
λ.χ. οἱ νέες εἰκόνες· καταλαβαίνουν τὴν ἀξία
τῆς παλιᾶς εἰκόνας. Αὐτοί ποὺ ἔχουν λίγο μυαλό δηλαδή· πόσο μᾶλλον αὐτοί ποὺ ἔχουν
εὐλάβεια! Ἀπὸ ἐκεῖ
νὰ καταλάβης πόσο
λάθος εἶναι αὐτὰ
ποὺ λένε γιὰ «ἀνανέωση»κ.λπ.!
Σήμερα, ἄν κανεὶς προσπαθῆ
νὰ κρατήση λίγο τὴν παράδοση, νὰ τηρῆ τὶς νηστεῖες, νὰ μή δουλεύη τὶς γιορτές,
νὰ εἶναι εὐλαβής, λένε μερικοί: «Ποῦ βρίσκεται αὐτός; Πᾶνε αὐτὰ τὰ πράγματα! Αὐτὰ ἦταν γιὰ τότε!».Καὶ ἄν τούς πῆς τίποτε, θὰ σοῦ
ποῦν: «Σὲ ποιά ἐποχή ζῆς; Αὐτὰ δὲν γίνονται
τώρα!».Σιγά-σιγὰ τὰ παίρνουν γιὰ
παραμύθια. Τί λέει ὅμως; «Ἰησοῦς Χριστός χθές καὶ σήμερον ὁ αὐτός καὶ εἰς τούς
αἰώνας». Τουλάχιστον, ἄν δὲν μπορῆ κανεὶς νὰ τὰ τηρήση, ἄς πῆ: «Θεέ μου, ἥμαρτον!».Τότε
ὁ Θεὸς θὰ τὸν ἐλεήση. Ἀλλά τώρα, ἐνῶ ἔχει τὴν ἀδυναμία του, πάει νὰ ἐπιβληθῆ στὸν
ἄλλον, γιατί ἐλέγχεται. Πάρε ἕναν δαιμονισμένο καὶ βάλ’ τὸν σὲ μία πνευματική ἀτμόσφαιρα.
Θὰ δής, θὰ γυρίζη ἀπὸ ’δω-ἀπὸ ’κει· δὲν θὰ μπορῆ νὰ σταθῆ, γιατί θὰ ζορίζεται.
Τὸ ἴδιο καὶ αὐτοί· ἐλέγχονται, ζορίζονται καὶ πᾶνε νὰ καταπατήσουν τὴν συνείδησή τους, γι’ αὐτὸ τὰ λένε αὐτά. Καὶ τὶς
ἀξίες τὶς λένε κατεστημένο τώρα καὶ πᾶνε νὰ ἀντικαταστήσουν τὶς ἀξίες μὲ ἀταξίες.
Μεγάλη διαστροφή ὑπάρχει στὸν κόσμο! Τὴν ὀμορφιά τὴν πνευματική τὴν θεωροῦν ἀσχήμια.
Ἡ πνευματική ὀμορφιά δηλαδή γιὰ τούς κοσμικούς εἶναι κοσμική ἀσχήμια. Νά, ἄν
πάρης ἕναν καλόγερο τώρα καὶ τοῦ κόψης τὰ μαλλιά του, πόσο ἄσχημος γίνεται! Αὐτήν
ὅμως τὴν ἀσχήμια οἱ κοσμικοί τὴν θεωροῦν ὀμορφιά.
Καὶ βλέπεις, τώρα
μάχονται τὴν Ἐκκλησία, ἀγωνίζονται γιὰ τὴν καταστροφή της. Καλά,
νὰ ποῦμε, δὲν
πιστεύουν, διδάσκουν τὴν ἀθεΐα. Ἀλλά
νὰ μήν ἀναγνωρίζουν τὸ καλό ποὺ
προσφέρει ἡ Ἐκκλησία καὶ νὰ τὰ βάζουν μὲ τὴν Ἐκκλησία; Αὐτὸ ἔχει πολλή
κακότητα. Νὰ μήν ἀναγνωρίζουν π.χ. ὅτι ἡ Ἐκκλησία προστατεύει τὰ παιδιά, τὰ βοηθάει
νὰ μή γίνουν ἀλητάκια, νὰ γίνουν
καλοί ἄνθρωποι; Αὐτοί προωθοῦν τὰ παιδιά στὸ κακό· ἐπιτρέπουν
τὴν καταστροφή τῶν παιδιῶν ἐλεύθερα. Ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία τί διδάσκει; «Νὰ εἶναι ὁ
νέος φρόνιμος, νὰ σέβεται τούς ἄλλους, νὰ διατηρηθῆ ἁγνός, γιὰ νὰ παρουσιασθῆ
στὴν κοινωνία σωστός ἄνθρωπος». Ἀλλά τὰ πράγματα θὰ ἔρθουν
πάλι στὴν θέση
τους. Στὴν Ρωσία μία γιαγιά
προσευχόταν γονατιστή μέσα στὴν Ἐκκλησία δίπλα σὲ μία κολόνα. Πάει μία νεαρή
γυναίκα, ποὺ ἦταν μεγάλη ἐπιστήμων, καὶ τῆς λέει: «Αὐτὰ εἶναι ξεπερασμένα πράγματα». Τῆς ἀπαντάει ἡ
γιαγιά: «Σ’ αὐτήν τὴν κολόνα ποὺ προσεύχομαι καὶ κλαίω τώρα ἐγώ, θὰ ’ρθης μετά
νὰ κλαῖς ἐσύ. Τὰ δικά σας θὰ ἔρχωνται καὶ θὰ περνοῦν, θὰ ἔρχωνται καὶ θὰ περνοῦν,
ἐνῶ ὁ Χριστιανισμός δὲν ξεπερνιέται ποτέ».
Σεβασμός στὴν παράδοση
Πολλοί ἅγιοι Μάρτυρες, ὅταν
δὲν ἤξεραν τὸ δόγμα, ἔλεγαν: «Πιστεύω ὅ,τι θέσπισαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες».
Ἄν κάποιος τὸ ἔλεγε αὐτό,
μαρτυροῦσε. Δὲν ἤξερε δηλαδή νὰ φέρη ἀποδείξεις στούς διῶκτες
γιὰ τὴν πίστη του καὶ νὰ τούς πείση, ἀλλὰ εἶχε ἐμπιστοσύνη στούς Ἁγίους
Πατέρες. Σκεφτόταν; «Πῶς νὰ μήν ἔχω ἐμπιστοσύνη στούς Ἁγίους Πατέρες; Αὐτοί ἦταν
καὶ πιὸ ἔμπειροι καὶ ἐνάρετοι καὶ ἅγιοι. Πῶς ἐγώ νὰ δεχθῶ μία ἀνοησία; Πῶς νὰ ἀνεχθῶ
νὰ βρίζη ἕνας τους Ἅγιους Πατέρες;»Νὰ ἔχουμε ἐμπιστοσύνη
στὴν παράδοση. Σήμερα,
δυστυχῶς, μπῆκε ἡ εὐρωπαϊκή
εὐγένεια καὶ πᾶνε νὰ δείξουν τὸν καλό. Θέλουν νὰ δείξουν ἀνωτερότητα καὶ τελικά
πᾶνε νὰ προσκυνήσουν τὸν διάβολο μὲ τὰ δύο κέρατα. «Μία θρησκεία, σοῦ λένε, νὰ ὑπάρχη»καὶ
τὰ ἰσοπεδώνουν ὅλα. Ἦρθαν καὶ σ’ ἐμένα μερικοί καὶ μοῦ εἶπαν: «Ὅσοι πιστεύουμε
στὸν Χριστό, νὰ κάνουμε μία θρησκεία». «Τώρα εἶναι σάν νὰ μοῦ λέτε, τούς εἶπα,
χρυσό καὶ μακίρι, χρυσό τόσα καράτια καὶ τόσα ποὺ τὰ ξεχώρισαν, νὰ τὰ μαζέψουμε
πάλι καὶ νὰ τὰ κάνουμε ἕνα. Εἶναι σωστό
νὰ τὰ ἀνακατέψουμε πάλι; Ρωτῆστε ἕναν χρυσοχόο: «Κάνει νὰ ἀνακατέψουμε τὴν
σαβούρα μὲ τὸν χρυσό;»Ἔγινε τόσος ἀγώνας, γιὰ νὰ λαμπικάρη τὸ δόγμα». Οἱ Ἅγιοι
Πατέρες κάτι ἤξεραν καὶ ἀπαγόρευσαν τὶς σχέσεις μὲ αἱρετικό. Σήμερα λένε: «Ὄχι
μόνο μὲ αἱρετικό ἀλλὰ καὶ μὲ ΒΟυδδιστή καὶ μὲ πυρολάτρη καὶ μὲ δαιμονολάτρη νὰ
συμπροσευχηθοῦμε. Πρέπει νὰ βρίσκωνται στὶς συμπροσευχές τους καὶ στὰ συνέδρια
καὶ οἱ Ὀρθόδοξοι. Εἶναι μία παρουσία». Τί παρουσία; Τὰ λύνουν ὅλα μὲ τὴν λογική
καὶ δικαιολογοῦν τὰ ἀδικαιολόγητα. Τὸ εὐρωπαϊκό πνεῦμα νομίζει ὅτι καὶ τὰ
πνευματικά θέματα μποροῦν νὰ μποῦν στὴν Κοινή Ἀγορά.
Μερικοί ἀπὸ τούς Ὀρθοδόξους
ποὺ ἔχουν ἐλαφρότητα καὶ θέλουν νὰ κάνουν προβολή, «Ἱεραποστολή», συγκαλοῦν
συνέδρια μὲ ἑτεροδόξους, γιὰ νὰ γίνεται ντόρος καὶ νομίζουν ὅτι θὰ προβάλουν ἔτσι
τὴν Ὀρθοδοξία, μὲ τὸ γίνουν δηλαδή ταραμοσαλάτα μὲ τούς κακοδόξους. Ἀρχίζουν
μετά οἱ ὑπέρ-ζηλωτές καὶ πιάνουν τὸ ἄλλο ἄκρο· λένε καὶ βλασφημίες γιὰ τὰ Μυστήρια
τῶν Νεοημερολογιτῶν κ.λπ. καὶ κατασκανδαλίζουν
ψυχές ποὺ ἔχουν
εὐλάβεια καὶ ὀρθόδοξη
εὐαισθησία. Οἱ ἑτερόδοξοι ἀπὸ τὴν
ἄλλη ἔρχονται στὰ συνέδρια, κάνουν τὸν δάσκαλο, παίρνουν ὅ,τι καλό ὑλικό
πνευματικό βρίσκουν στούς Ὀρθοδόξους, τὸ περνᾶνε ἀπὸ τὸ δικό τους ἐργαστήρι,
βάζουν δικό τους χρῶμα καὶ φίρμα καὶ τὸ παρουσιάζουν σάν πρωτότυπο. Καὶ ὁ
παράξενος σημερινός κόσμος ἀπὸ κάτι τέτοια παράξενα συγκινεῖται, καὶ
καταστρέφεται μετά πνευματικά. Ὁ Κύριος ὅμως, ὅταν θὰ πρέπη, θὰ παρουσιάση τούς
Μάρκους τούς Εὐγενικούς καὶ τούς Γρηγορίους Παλαμάδες, ποὺ θὰ συγκεντρώσουν ὅλα
τὰ κατασκανδαλισμένα ἀδέλφια μας, γιὰ νὰ ὁμολογήσουν τὴν ὀρθόδοξη πίστη καὶ νὰ
στερεώσουν τὴν παράδοση καὶ νὰ δώσουν χαρὰ μεγάλη στὴν Μητέρα μᾶς Ἐκκλησία.Ἐὰν ζούσαμε
πατερικά, θὰ εἴχαμε
ὅλοι πνευματική ὑγεία,
τὴν ὁποία θὰ ζήλευαν καὶ ὅλοι οἱ ἑτερόδοξοι, καὶ θὰ ἄφηναν
τὶς ἀρρωστημένες τούς πλάνες καὶ θὰ σώζονταν δίχως κήρυγμα. Τώρα δὲν συγκινοῦνται
ἀπὸ τὴν ἁγία μας πατερική παράδοση, γιατί θέλουν νὰ δοῦν καὶ τὴν πατερική μας
συνέχεια, τὴν πραγματική μας συγγένεια μὲ τούς Ἁγίους μας. Αὐτὸ ποὺ ἐπιβάλλεται
σὲ κάθε Ὀρθόδοξο εἶναι νὰ βάζη τὴν καλή ἀνησυχία καὶ στούς ἑτερόδοξους, νὰ
καταλάβουν δηλαδή ὅτι βρίσκονται σὲ πλάνη,
γιὰ νὰ μήν ἀναπαύουν ψεύτικα
τὸν λογισμό τους,
καὶ
στερηθοῦν καὶ σ’ αὐτήν τὴν
ζωή τὶς πλούσιες εὐλογίες τῆς Ὀρθοδοξίας καὶ στὴν ἄλλη ζωή τὶς
περισσότερες καὶ αἰώνιες
εὐλογίες τοῦ Θεοῦ. Ἔρχονται ἐκεῖ
στὸ Καλύβι μερικά παιδιά Καθολικά
μὲ πολύ καλή διάθεση, ἕτοιμα νὰ γνωρίσουν τὴν Ὀρθοδοξία.
«Θέλουμε κάτι νὰ μᾶς πῆς,
γιὰ νὰ βοηθηθοῦμε πνευματικά», μοῦ λένε. «Κοιτάξτε, τούς λέω· πάρτε τὴν Ἐκκλησιαστική
Ἱστορία καὶ θὰ δῆτε ὅτι κάποτε ἤμασταν μαζί καὶ μετά ποῦ φθάσατε.
Αὐτὸ πολύ θὰ σᾶς
βοηθήση. Κάντε αὐτό,
καὶ ἄλλη φορὰ θὰ συζητήσουμε
πολλά».
Παλιότερα σεβόταν κανεὶς
κάτι, γιατί ἦταν τοῦ παπποῦ του, καὶ τὸ φύλαγε σάν κειμήλιο. Εἶχα γνωρίσει ἕναν
πολύ καλό δικηγόρο. Τὸ σπίτι τοῦ ἦταν ἁπλό καὶ ξεκούραζε ὄχι μόνον αὐτόν ἀλλὰ
καὶ τούς ἐπισκέπτες. Μοῦ ἔλεγε κάποτε: «Πρίν ἀπὸ λίγα χρόνια, Πάτερ, μὲ κορόιδευαν
οἱ γνωστοί μου γιὰ τὰ παλιά ἔπιπλα ποὺ ἔχω. Τώρα ἔρχονται καὶ τὰ θαυμάζουν γιὰ ἀντίκες.
Ἐνῶ ἐγώ τὰ χρησιμοποιῶ καὶ τὰ χαίρομαι, γιατί μου θυμίζουν τὸν πατέρα μου, τὴν
μάνα μου, τούς παπποῦδες, καὶ συγκινοῦμαι, ἐκεῖνοι μαζεύουν διάφορα παλιά, κάνουν
σαλόνια σάν παλιατζίδικα, γιὰ νὰ ξεχνιοῦνται μὲ αὐτὰ καὶ νὰ ξεχνοῦν κάπως τὸ κοσμικό τους ἄγχος».
Παλιά ἕνα τόσο δά φλουράκι τὸ κρατοῦσε κανεὶς σάν μεγάλη περιουσία ἀπὸ τὴν μάνα
του, ἀπὸ τὸν παπποὺ του. Σήμερα, ἄν ἔχη κάποιος ἀπὸ τὸν παπποὺ τοῦ μία λίρα
Γεωργίου λ.χ., καὶ ἔχη ἑκατό δραχμές διαφορά μὲ τὴν λίρα Βικτωρίας, θὰ τὴν δώση
νὰ τὴν ἀλλάξη. Δὲν ἐκτιμᾶ, δὲν ὑπολογίζει οὔτε μάνα οὔτε πατέρα. Μπαίνει αὐτὸ τὸ
εὐρωπαϊκό πνεῦμα καὶ σιγά-σιγὰ μᾶς παίρνει
ὅλους σβάρνα.
Θυμᾶμαι, ὅταν πρωτοπῆγα
στὸ Ἅγιον Ὅρος, σὲ μία συνοδία Γέροντας ἦταν ἕνα γεροντάκι ποὺ εἶχε πολλή εὐλάβεια.
Κρατοῦσε «πάππον πρὸς πάππον»ἀπὸ εὐλάβεια ὄχι μόνον τὰ καλυμμαύχια ἀπὸ τούς
«παπποῦδες»του, τούς προκατόχους του, ἀλλὰ καὶ τὰ καλούπια μὲ τὰ ὁποῖα
φτιάχνουν τὰ καλυμμαύχια. Εἶχε καὶ βιβλία παλιά καὶ διάφορα χειρόγραφα καὶ τὰ
φύλαγε τυλιγμένα ὄμορφα στὴν βιβλιοθήκη, ποὺ τὴν εἶχε κλεισμένη καλά, γιὰ νὰ μή
σκονίζωνται. Ἐκεῖνα τὰ βιβλία δὲν τὰ χρησιμοποιοῦσε· τὰ κρατοῦσε κλεισμένα. «Ἐγώ
δὲν εἶμαι ἄξιος νὰ διαβάσω τέτοια βιβλία, ἔλεγε. Θὰ διαβάσω αὐτὰ τὰ ἁπλά, τὸ Γεροντικό, τὴν Κλίμακα». Ἦρθε
μετά ἕνας νέος μοναχός – τελικά δὲν ἔμεινε στὸ Ὅρος – καὶ τοῦ λέει: «Τί
μαζεύεις ἐδῶ σαβούρα;»Πῆρε τὰ καλούπια νὰ τὰ πετάξη, νὰ τὰ κάψη. Ἔκλαιγε τὸ
καημένο τὸ γεροντάκι: «Αὐτὸ εἶναι ἀπὸ τὸν παπποὺ μου, ἔλεγε τί σὲ πειράζει; Ἔχουμε
τόσα δωμάτια· ἀσ’ τὰ σὲ μία ἀκρούλα». Ἀπὸ τὴν εὐλάβεια ποὺ εἶχε, κρατοῦσε ὄχι
μόνον τὰ βιβλία, τὰ κειμήλια, τὰ καλυμμαύχια, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ
ἐκεῖνα τὰ καλούπια! Ὅταν ὑπάρχη
σεβασμός στὰ μικρά, ὑπάρχει πολύς
σεβασμός καὶ στὰ μεγάλα. Ὅταν δὲν ὑπάρχη σεβασμός στὰ μικρά, οὔτε καὶ στὰ
μεγάλα ὑπάρχη. Ἔτσι διατηροῦσαν τὴν παράδοση οἱ Πατέρες.
Νὰ κρατοῦμε στὸν
Μοναχισμό τὰ δοκιμασμένα
– Γέροντα, ὅταν μία ἀδελφή
εἶναι καινούργια σὲ ἕνα διακόνημα καὶ βρίσκη μία ὁρισμένη τάξη, εἶναι σωστό νὰ
κάνη ἀλλαγές;
– Ὄχι, νὰ μήν κάνη ἐξ ἀρχῆς
ἀλλαγές, ἀκόμη καὶ ἄν εἶναι μόνη της. Τὸ ἔκαναν αὐτὸ νέες Ἀδελφότητες ποὺ πῆγαν
σὲ παλιά Μοναστήρια· δὲν σεβάσθηκαν τὴν πείρα τῶν παλιῶν. Ὅταν πάη κανεὶς ἔτσι
καὶ κάνη δικά του προγράμματα καὶ καταργῆ τὰ παλιά Τυπικά, τὴν τάξη δηλαδή ποὺ ὑπῆρχε
παλιά, ἐκεῖνα τὰ δοκιμασμένα ποὺ βοηθοῦσαν στὴν καλογερική, ὄχι μόνο δὲν ἔχει
παράδοση, ἀλλὰ δὲν ἔχει καὶ σεβασμό στὴν παράδοση. Ἀργότερα ὅμως θὰ καταλάβουν
πόσο χρήσιμα ἦταν ὅλα αὐτὰ ποὺ ἄλλαξαν.
Αὐτοί ποὺ τὰ εἶχαν βάλει αὐτά, κάτι ἤξεραν. Ὅ,τι ὑπάρχει ἀπὸ παλιά στὸν
Μοναχισμό εἶναι ζυγισμένο· εἶναι ἀπὸ πείρα. Βλέπεις, καὶ σὲ μία τέχνη πρέπει νὰ
σέβεται κανεὶς τούς κανόνες της. Ἀπὸ μαραγκός ποὺ ἤμουν, ξέρω ὅτι ἕνα τραπέζι
κανονικό ἔχει ὀγδόντα πόντους ὕψος, τὸ
σκαλοπάτι εἴκοσι ἑπτά πόντους πλάτος. Εἶναι δοκιμασμένα,
κανονισμένα ὅλα αὐτά, καὶ πρέπει νὰ τὰ ἀσπασθῆ ὁ μαθητής· δὲν τοῦ χρειάζεται ἐξήγηση.
Ἔχουν βγῆ ἀπὸ τὴν πείρα καὶ χρειάζεται ἐμπιστοσύνη στὸν τεχνίτη καὶ σεβασμός στὴν
πείρα του. Ὅποιος δὲν σέβεται τούς κανόνες τῆς τέχνης δὲν θὰ κάνη σωστή
δουλειά· ἤ θὰ κάνη τὸ τραπέζι κοντό ἤ θὰ τὸ κάνη ψηλό κ.λπ.
Ἄλλαξα πολλά Καλύβια· εἶμαι…
καυσοκαλυβίτης! Ὅσες φορές ἔκανα ἀλλαγές στὶς πόρτες, στὰ καρφιά, στὸ τέλος
κατέληξα ὅτι ὅλα εἶχαν μπή μὲ σκέψη. Γι’ αὐτὸ τώρα, στὴν ἀρχή, καὶ νὰ
δυσκολεύωμαι, δὲν κάνω καμμιά ἀλλαγή. Δὲν βγάζω οὔτε ἕνα καρφί ἀπὸ τούς τοίχους.
Ἄν ἐγώ ὁ ἄπειρος τὰ ξεκαρφώσω, θὰ τὰ ξανακαρφώσω στὴν θέση ποὺ τὰ βρῆκα καὶ θὰ
χαλάσω τούς σοβάδες, γιατί ὕστερα ἀπὸ δοκιμή τὰ κάρφωσε ὁ ἄλλος Πατέρας. Γιὰ νὰ
ἔχη λ.χ. ἕνα καρφί ἐκεῖ στὸν τοῖχο, χρειάζεται νὰ κρεμάσης μία φανέλλα, ἕνα
ράσο. Σὲ ἕνα Κελλί ποὺ εἶχα πάει174, σὲ κάθε γωνία εἶχε καὶ ἀπὸ ἕνα μπαστούνι
χοντρό καὶ γυριστό. Τὰ ἔπαιρνα καὶ τὰ ἔδινα στὸν κόσμο. Μετά κατάλαβα ὅτι τὰ εἶχε
ὁ προηγούμενος Πατέρας, γιατί ὑπῆρχαν πολλά φίδια ἐκεῖ, γιὰ νὰ μήν τρέχη καὶ
ψάχνη.
Τὸ πιὸ σπουδαῖο εἶναι νὰ
κρατᾶτε αὐτὰ ποὺ εἶναι δοκιμασμένα.
Διαφορετικά,φεύγει ἡ παράδοση καὶ μένει ἡ παράβαση. Τί θὰ πῆ παράδοση, τί θὰ πῆ
παράβαση! Πόσο διαφέρει τὸ ἕνα ἀπὸ τὸ ἄλλο! Τὴν παράβαση νὰ τὴν κάνουμε
παράδοση; Σήμερα μερικά Μοναστήρια κάνουν ὅ,τι τούς βολεύει καὶ τὸ θεωροῦν ὅτι
εἶναι παραδοσιακό, καὶ ἀντί νὰ εἶναι παραδοσιακά
γίνονται… παραβασιακά. Πῶς θὰ ἔρθη
μετά ἡ διάκριση ἡ πνευματική, ἄν
δὲν ὑπάρχη ἡ πνευματική εὐαισθησία; Βλέπετε, στὸν Μοναχισμό χρειάζεται ἄλλη
γραμμή· οὔτε ἡ στρατιωτική οὔτε ἡ «κινησιακή»οὔτε ἡ συνεταιριστική, ἀλλὰ ἡ
μοναχική, ἡ δοκιμασμένη, ἡ ὁποία ἔχει τὸν χαρακτήρα τῆς πατερικῆς γραμμῆς.
Μπορεῖ νὰ λέγεται καμμιά φορὰ «πατερική γραμμή»καὶ ἡ ἄλλη ψευτοθεωρητική
μοναχική γραμμή, ἡ ὁποία ὅμως δὲν ἔχει καμμιά ἐσωτερική σχέση μὲ τὸν Μοναχισμό
καὶ τούς Πατέρες, ἀλλὰ τὴν λένε ἔτσι, ἁπλῶς γιατί διάβασαν τούς Πατέρες.
Μερικά νέα
Μοναστήρια λειτουργοῦν σήμερα
σάν Ἱδρύματα. Εἶναι
βέβαια κάπως δικαιολογημένα, γιατί
δὲν βρῆκαν μαγιά.
Μποροῦσαν ὅμως νὰ ρωτήσουν
παλιά Μοναστήρια. Μετά τὴν Τουρκοκρατία, ὅταν ξεκίνησαν ξανά τὰ πρῶτα Μοναστήρια,
δὲν ὑπῆρχε μαγιά πνευματική. Οἱ Βαυαροί πήγαιναν νὰ διαλύσουν τὰ Μοναστήρια ποὺ
ὑπῆρχαν καὶ νὰ πάρουν τὶς περιουσίες. Μέχρι καὶ διαταγή ἔβγαλαν ἀκόμη καὶ νὰ
παντρεύωνται οἱ μοναχοί, γιὰ νὰ τὰ διαλύσουν! Ἀπὸ τὴν ἄλλη μεριά οἱ δικοί μας δὲν πῆγαν
νὰ ψάξουν, νὰ δοῦν πῶς ἦταν
ὁ Μοναχισμός παλιά καὶ νὰ γυρίσουν στὴν παράδοση. Ἔβλεπαν ὅτι τὰ
Μοναστήρια εἶχαν ἀγελάδες, μοσχάρια, γουρούνια, γιατί, ἐπί Τουρκοκρατίας, ὅσοι
εἶχαν περιουσίες, ζῶα κ.λπ., τὰ ἔδιναν, οἱ καημένοι, στὰ Μοναστήρια, γιὰ νὰ μήν
τὶς πάρουν οἱ Τοῦρκοι. Στὰ Μοναστήρια πήγαινε κόσμος ἄρρωστος, σακατεμένος καὶ ἔτρωγε
ψωμί. Τάιζαν καὶ αὐτούς, τάιζαν καὶ τὴν φτώχεια. Ὅλοι οἱ πονεμένοι θὰ πήγαιναν
στὰ Μοναστήρια. Τότε δὲν ὑπῆρχαν
Ἱδρύματα, ὅποτε οἱ μοναχοί
ἀναγκάζονταν νὰ ἀσχολοῦνται καὶ μὲ τὰ ζῶα, γιὰ νὰ βοηθοῦν τὸν κόσμο. Ἀργότερα, ὅταν
πιά δὲν ὑπῆρχε ὁ λόγος αὐτός, συνέχισαν νὰ ἔχουν μοσχάρια, ἀγελάδες, πρόβατα,
κτηνοτροφία, ὅποτε πολλοί πνευματικοί ἄνθρωποι ἐκείνης τῆς ἐποχῆς εἶπαν: «Νά, αὐτός
εἶναι ὁ δικός μας Μοναχισμός!».καὶ πῆγαν νὰ πάρουν ἀπὸ τούς Δυτικούς τὸν δικό
τους Μοναχισμό μὲ τὶς Ἱεραποστολές τους, νὰ πάρουν ὅλα τὰ δυτικά. Δὲν γύρισαν πίσω
στὴν δική μας παράδοση νὰ δοῦν τί συνέβη καὶ νὰ σκεφθοῦν: «Καλά, ἔμειναν αὐτὰ ἀπὸ τὴν Τουρκοκρατία. Τότε δὲν μποροῦσαν νὰ
ζήσουν μοναχικά, ὅπως ἔπρεπε. Εἶναι μία ἀρρώστια ἀπὸ τὴν παλιά κατάσταση. Τώρα
πρέπει νὰ γυρίσουμε
πάλι στὴν παράδοση».
Ἀλλά αὐτοί δὲν γύρισαν στὴν δική μας παράδοση· γύρισαν
στὴν κατάσταση τῶν Δυτικῶν! Πῆραν τὰ πρότυπα ἀπὸ ἐκεῖ, γιὰ νὰ τὰ ἐφαρμόσουν ἐδῶ.
Αὐτὸ εἶναι τὸ σφάλμα τους, ποὺ δὲν γύρισαν στὴν παράδοση. Βλέπεις, οἱ Τοῦρκοι
σέβονταν τὰ βακούφια, γιατί ἀπὸ τους Ἁγίους μας καὶ οἱ ἴδιοι πολλές φορές ἔβλεπαν
θαύματα, καὶ ἀπὸ τὰ Μοναστήρια ζητοῦσαν τὴν θεία βοήθεια καὶ ὄχι φιλοξενία.
Πάλι θὰ γυρίσουν στὰ
παλιά
Ἀργότερα οἱ ἄνθρωποι θὰ ἐκτιμήσουν
ποὺ κρατοῦν οἱ Χριστιανοί σήμερα τὴν τιμή, τὴν πίστη καὶ ὅλο τὸ μεγαλεῖο της Ἐκκλησίας.
Καὶ νὰ δῆτε, θὰ γυρίσουν πάλι στὰ παλιά. Ὅπως ἔγινε καὶ μὲ τὴν ἁγιογραφία· μία ἐποχή
δὲν μποροῦσαν νὰ καταλάβουν τὴν βυζαντινή τέχνη καὶ χτυποῦσαν τὶς τοιχογραφίες
μὲ τὸ σκεπάρνι, γιὰ νὰ ρίξουν τὸν παλιό σοβά καὶ νὰ τὸν ξαναφτιάξουν, γιὰ νὰ ἁγιογραφήσουν
ἄλλες εἰκόνες, τῆς Ἀναγεννήσεως. Τώρα, μετά ἀπὸ τόσα χρόνια, ἀναγνώρισαν τὴν ἀξία
τῆς βυζαντινῆς τέχνης. Μάλιστα πολλοί ποὺ δὲν ἔχουν καὶ εὐλάβεια, ἀκόμη καὶ ἄθεοι,
πᾶνε σιγά-σιγὰ καὶ ξεσκεπάζουν τὶς
παλιές τοιχογραφίες ποὺ ἔχουν σκεπαρνιές. Ἔτσι καὶ ὅλα αὐτὰ ποὺ πετοῦν τώρα γιὰ
ἄχρηστα σιγά-σιγὰ θὰ τὰ ἀναζητήσουν.
Βλέπεις καὶ μὲ τὴν
βυζαντινή μουσική πῶς τὰ πράγματα ἔρχονται στὴν θέση τους; Μικρά παιδιά ἔχουν
μάθει βυζαντινή μουσική. Παλιότερα δύσκολα εὕρισκες ἕναν ποὺ νὰ ἤξερε βυζαντινή
μουσική. Τώρα μικρά παιδιά ξέρουν, καὶ οἱ ἄλλοι προβληματίζονται μετά. Καὶ τί
γλυκά «γυρίσματα»175 ἔχει ἡ βυζαντινή
μουσική! Ἰδίως τὰ καθαρά βυζαντινά ἔχουν διάφορα ὄμορφα, γλυκά γυρίσματα. Ἄλλα
λεπτά σάν τὸ ἀηδόνι, ἄλλα σάν ἁπαλό κυματάκι, ἄλλα δίνουν μία μεγαλοπρέπεια. Ὅλα
ἀποδίδουν, τονίζουν τὰ θεία νοήματα. Ὅμως σπάνια νὰ ἀκούσης αὐτὰ τὰ ὄμορφα γυρίσματα. Οἱ περισσότεροι ποὺ
ψέλνουν τὰ λένε λειψά, κουτσουρεμένα, καλουπωμένα. Ἀφήνουν κενά, τρύπες! Καὶ τὸ
κυριώτερο, τὰ λένε χωρίς τόνο. Ἀπορῶ· δὲν ἔχουν ὀξεῖες αὐτὰ τὰ βιβλία τους; Σάν τὴν σημερινή γραμματική εἶναι
χωρίς τόνους, χωρίς ὀξεῖες; Τελείως ρηχά τὰ λένε. Ὅλα τὰ πάνε ἴσια, λές καὶ
πέρασε ὁδοστρωτήρας καὶ τὰ ἰσοπέδωσε ὅλα!
«Πά-νή-ζῶ, πά-νή-ζῶ»176,
πανίζουν-πανίζουν τὸν φοῦρνο
καὶ ψωμί δὲν
βγάζουν!
Ἄλλοι πάλι τονίζουν χωρίς
καρδιά καὶ τσιρίζουν. Ἄλλοι τὰ τονίζουν ὅλα δυνατά, τὰ λένε καὶ ὅλα ἴσια, ὅλα
καρφωτά, καὶ νομίζεις χτυποῦν καρφιά μὲ τὸ σκεπάρνι. Ναί,
ἀλήθεια, ἤ
τελείως ἄτονα ἤ
σκληρά! Δὲν σὲ
ξεσηκώνουν ἐσωτερικά· δὲν σὲ
ἀλλοιώνουν. Ἐνῶ πόσο
γλυκειά εἶναι ἡ
καθαρή βυζαντινή μουσική!
Εἰρηνεύει, μαλακώνει τὴν ψυχή. Ἡ
σωστή ψαλμωδία εἶναι τὸ ξεχείλισμα τῆς ἐσωτερικῆς πνευματικῆς καταστὰσεως. Εἶναι
θεία εὐφροσύνη! Δηλαδή εὐφραίνεται ἡ καρδιά ἀπὸ τὸν Χριστό καὶ μὲ καρδιά εὐφροσύνη
μιλάει ὁ ἄνθρωπος στὸν Θεό. Ὅταν συμμετέχη κανεὶς σ’ αὐτὸ ποὺ ψάλλει, τότε ἀλλοιώνεται,
μὲ τὴν καλή ἔννοια, καὶ ὁ ἴδιος καὶ οἱ ἄλλοι ποὺ τὸν ἀκοῦνε. Πρίν ἀπὸ χρόνια
κάποιος παλιός ψάλτης πῆγε στὸ Ἅγιον Ὅρος καὶ ἔγινε ρεζίλι. Οἱ Πατέρες ἔψελναν
παραδοσιακά. Τὸν πῆραν καὶ αὐτόν μαζί τους νὰ ψάλη, ἀλλὰ αὐτός δὲν ἔκανε τὰ
«γυρίσματα», γιατί δὲν τὰ ἤξερε. Οἱ Ἁγιορεῖτες τὰ εἶχαν ἀπὸ παράδοση. Μετά
προβληματίσθηκε καὶ αὐτός καὶ μερικοί ἄλλοι. Μπῆκε ἡ καλή ἀνησυχία, ἔψαξαν,
διάβασαν, ἄκουσαν παλιούς παραδοσιακούς ψάλτες καὶ βρῆκαν τὰ «γυρίσματα»ποὺ εἶχαν
οἱ παλιοί.
Καὶ οἱ Τοῦρκοι τὴν
μουσική τὴν πῆραν ἀπὸ τὸ
Βυζάντιο, ὅταν ἦρθαν
στὴν Μικρά Ἀσία. Γι’ αὐτὸ οἱ τουρκικοί ἀμανέδες, κατὰ κάποιο τρόπο,
συγκινοῦν, καὶ λέει ὁ λαός: «Τουρκικά νὰ τραγουδᾶς, γαλλικά νὰ μιλᾶς καὶ ἑλληνικά
νὰ γράφης». Ὄχι ὅτι ὅλοι οἱ Τοῦρκοι ἔχουν καλή φωνή, ἀλλά, ἀκόμη καὶ ὅσοι δὲν ἔχουν,
τραγουδοῦν μὲ καημό, μὲ μεράκι. Μερικοί δικοί μας δὲν ξέρουν ὅτι οἱ ἀμανέδες εἶναι
βυζαντινοί καὶ λένε πώς ἐμεῖς πήραμε τὴν βυζαντινή μουσική ἀπὸ τούς Τούρκους!
Μά οἱ Τοῦρκοι, ὅταν ἦρθαν ἀπὸ τὰ βάθη τῆς Ἀσίας, δὲν εἶχαν οὔτε μουσική οὔτε ἄλλο
τίποτε καὶ πῆραν τὸν ἦχο ἀπὸ τὴν βυζαντινή μουσική.
– Γέροντα, οἱ Καθολικοί πῶς
ἀναπαύονται στὸ ἁρμόνιο; – Γιατί; «Ἐκλαΐκευση», σοῦ λένε! Ἐσύ θυμᾶσαι ἐκεῖνες τὶς
καθολικές καλογριές στὴν Γαλλία, ποὺ ἔψαλλαν στὴν
Ἀνάσταση τὸ «Χριστός
ἀνέστη»καὶ χόρευαν σύγχρονο χορό
μὲ μία εἰκόνα; Ἔκαναν… Πάσχα! Τὴν εἰκόνα τὴν κρατοῦσε ἡ Γερόντισσά τους! Ἀλλοίωση,
ἀλλοίωση, καὶ δές ποῦ ἔφθασαν. Ἄκουσα μία φορά ἕναν νέο μοναχό ποὺ ἔψαλλε μία
Δοξολογία λίγο παράξενη. «Καλά, εἶπα μέσα μου, τί εἶναι αὐτὸ ποῦ λέει;»Τὸν
ρωτάω μετά: «Τίνος εἶναι αὐτή ἡ Δοξολογία;»«Τοῦ Πέτρου Πελοποννησίου, μοῦ λέει,
ἀλλὰ τὴν διόρθωσα». «Τὴν διόρθωσες;»τοῦ λέω. «Καλά, μοῦ λέει, δὲν ἔχω καὶ ἐγώ τὸ
δικαίωμα νὰ διορθώσω;»«Νὰ
φτιάξης μία δική
σου Δοξολογία, ἅμα θέλης· ὄχι νὰ χαλάσης τὴν ἄλλη». Πῆγε καὶ ἔκανε ἀλλαγές
καὶ μετά θὰ ἔλεγε: «Ἁγιορείτικο εἶναι». χρειάζεται πολλή προσοχή. Νὰ μήν ἀλλοιώση
κανεὶς αὐτὰ τὰ παλιά. Ἅμα θέλη, ἄς
φτιάξη κάτι δικό του καὶ ἄς βάλη καὶ τὸ ὄνομά του· ἔχει δικαίωμα. Ἀλλά νὰ παίρνη
καὶ νὰ ἀλλοιώνη τὰ παλιά, εἶναι ἀνευλάβεια. Σάν ἕνας ποὺ δὲν
ξέρει ἁγιογραφία νὰ
πάη νὰ διορθώση
μία παλιά εἰκόνα.
Ἅμα θέλη, ἄς φτιάξη μία εἰκόνα δική του, ὄχι νὰ
καταστρέψη μία ἄλλη εἰκόνα.
Χωρίς πίστη δὲν μπορεῖ νὰ
σταθῆ ὁ κόσμος
Πήγαιναν νὰ καταργήσουν τὴν
θρησκεία, γιατί νόμιζαν ὅτι ἡ θρησκεία δημιουργεῖ προβλήματα. Τώρα σιγά-σιγὰ βλέπουν ὅτι ὁ ἄνθρωπος, ὅταν δὲν πιστεύη, δὲν
ἔχει φρένο καὶ γίνεται θηρίο· δὲν μπορεῖ νὰ σταθῆ χωρίς ἰδανικά. Ἕνας
δημοσιογράφος πῆγε σὲ ἕναν παλιό
πολιτικό, κομμουνιστή, καὶ τὸν ρώτησε:
«Τί πρέπει νὰ προσέξουν οἱ σημερινοί πολιτικοί γιὰ νὰ πετύχουν καὶ τί γιὰ
νὰ μήν ἀποτύχουν;»Καὶ ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε: «Ἐμεῖς ἀποτύχαμε, γιατί τὰ βάλαμε μὲ
τὴν Ἐκκλησία». Οἱ κομμουνιστές δηλαδή ποὺ δὲν πιστεύουν, ποὺ δὲν ἔχουν οὔτε ὑλικό
ἐνδιαφέρον οὔτε πνευματικό ἀνέβασμα,
κατάλαβαν ὅτι μὲ τὸν Θεό δὲν μποροῦν νὰ τὰ βάλουν. Τώρα177 στὴν Σερβία ἄρχισαν νὰ χτίζουν Ναούς σὲ
μερικά μέρη. Εἶδαν μετά ἀπὸ στατιστική ὅτι ὅπου ὑπάρχει Ἐκκλησία ὑπάρχουν
λιγώτεροι ψυχοπαθεῖς, γίνονται λιγώτερα ἐγκλήματα κ.λπ. Δὲν πιστεύουν, ἀλλά, γιὰ
νὰ μή δίνουν ψυχοφάρμακα, κάνουν Ναούς.
Ἀφοῦ καὶ ὁ
Τσαουσέσκου, παρ’ ὅλο ποὺ ἦταν «τσαούσης τοῦ αἴσχους», παρ’ ὅλο ποὺ ἔλεγε
ὅτι ὁ Χριστιανισμός εἶναι τὸ ὄπιο τοῦλαοῦ κ.λπ., ἀλλὰ ἔλεγε κιόλας ὅτι οἱ
Χριστιανοί εἶναι καλοί ἄνθρωποι. Γιατί, ὅσοι πίστευαν, εἶχαν
φρένο· δὲν ἔκαναν
ἀταξίες. Ἐνῶ οἱ ἄλλοι ποὺ δὲν πίστευαν,
τὰ ἔκαναν γυαλιά-καρφιά. Πόσους Ἁγίους θὰ ἔχουμε ἀπὸ τὴν Ρωσία! Τώρα τὰ
βάζουν μὲ τὸν Κομμουνισμό. Καὶ οἱ ἄλλοι πῶς πᾶνε νὰ τὰ δικαιολογήσουν ὅλα! «Ὁ
Λένιν καὶ ὁ Μάρξ, λένε, συμφωνοῦσαν μὲ τὸν Χριστό, ἀλλὰ δὲν εἶχαν καταλάβει τὸ
πνεῦμα Του, γι’ αὐτὸ ἔκαναν ἐγκλήματα κ.λπ.». Καὶ αὐτό, γιατί ἔχουν ξεσηκωθῆ οἱ
Χριστιανοί:
«Θέλουμε νὰ ἐπανέλθουμε στὴν
παλιά μας παράδοση,
στὴν θρησκεία μας».
Καὶ ἐπειδή δὲν μποροῦν νὰ συγκρατήσουν τώρα τὸν κόσμο, λένε καὶ αὐτοί:
«Νὰ ἐπανέλθουμε στὴν παλιά μας παράδοση»! Γιατί ὅλα αὐτὰ ποὺ ἔκαναν στὴν Ἐπανάσταση τὰ ἔκαναν, γιατί
τάχα δὲν εἶχαν καταλάβει τὸ πνεῦμα τοῦ Χριστοῦ!
Θὰ ἔρθη ἡ ὥρα ποὺ καὶ οἱ ἄπιστοι
ἄρχοντες, ὄχι μόνον
οἱ πιστοί, θὰ καταλάβουν ὅτι, ἄν δὲν ὑπάρχη πίστη, δὲν
μπορεῖ νὰ σταθῆ ὁ κόσμος, καὶ θὰ ἐπιβάλουν κάπου νὰ πιστεύουν, γιὰ νὰ κρατοῦν τὸν
κόσμο. Μετά ἀπὸ χρόνια, μία μέρα ἄν δὲν κάνης προσευχή, θὰ σὲ κλείνουν φυλακή!
Θὰ δίνης λογαριασμό στὸν ἄρχοντα ἄν προσευχήθηκες ἤ ὄχι!... Θὰ ἔρθουν ἔτσι τὰ
πράγματα στὴν θέση τους.
Νὰ ἀφήσουμε μία καλή
παράδοση
– Πῶς μερικά μέρη,
Γέροντα, ἔχουν καλούς ἀνθρώπους;
– Ὑπάρχουν καλοί ἄνθρωποι,
ἄφησαν μία καλή σειρά καὶ τώρα συνεχίζεται μία καλή παράδοση. Δὲν εἶναι ὅτι τὸ
χῶμα βγάζει καλούς ἀνθρώπους! Ὅταν ἕνας τόπος ἔχη καλή παράδοση ἤ κακή
παράδοση, αὐτὸ συνεχίζεται. Ἐκεῖ στὴν Ἤπειρο ἦταν κάποιο χωριό, κοντά στὰ ἀλβανικά
σύνορα, ποὺ οἱ κάτοικοί του πήγαιναν στὸν Ἑσπερινό, στὴν Θεία Λειτουργία, ὅποτε
εἶχε, ἀκόμη καὶ στὸ Ἀπόδειπνο. Καὶ –πῶς νὰ πῆ κανείς; – ζοῦσαν τὸν Παράδεισο καὶ
ἀπὸ αὐτήν τὴν ζωή, θὰ πᾶνε καὶ στὸν Παράδεισο στὴν ἄλλη ζωή. Αὐτοί βοήθησαν τὸν
ἑαυτό τους, βοήθησαν καὶ τὴν ἄλλη γενιά, καὶ δημιούργησαν μία καλή συνέχεια. Καὶ
ὅταν οἱ ἀπόγονοι βρεθοῦν σὲ μία παράδοση καλή, συνεχίζεται μία παράδοση καλή.
Στὸ διπλανό ἀκριβῶς χωριό ὅλοι ἔκλεβαν. Ἕναν παπά ἔβγαλε τὸ χωριό αὐτό, καὶ αὐτός
ἔκλεβε εἰκόνες ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία! Ὄχι ὅτι σ’ αὐτὸ τὸ χωριό ἦταν τὸ χῶμα τέτοιο, ἀλλὰ
οἱ ἄνθρωποι ἐκεῖ εἶχαν αὐτήν τὴν κακή συνήθεια. Ἄφησαν ἔτσι μία κακή σειρά, καὶ
αὐτή ἡ παράδοση ἡ κακή συνεχίζεται. Θέλει πολλή δουλειά, γιὰ νὰ ἔρθη ἐκεῖ μία
καλή παράδοση. Καὶ βλέπεις, ὅταν κάποιος εἶναι κακός, προσπαθοῦν νὰ ἀποδείξουν ὅλοι
πώς δὲν εἶναι ἀπὸ τὸν τόπο τους· ψάχνουν γιὰ τὴν καταγωγή του. Ὅταν εἶναι
κάποιος ἅγιος, κοιτᾶνε ποιός θὰ προλάβη νὰ τὸν κάνη δικό του! Σάν τὸν Ἅγιο Κοσμᾶ
τὸν Αἰτωλό· ἐνῶ εἶναι Στερεοελλαδίτης, τὸν ἔβαλαν στούς Ἠπειρῶτες Ἁγίους, ἐπειδή
ὁ πατέρας τοῦ ἦταν ἀπὸ τὰ Γραμμενοχώρια τῆς Ἠπείρου· ἤθελε-δὲν ἤθελε ὁ Ἅγιος!
Γνώρισα ἕναν οἰκογενειάρχη πού, ὅταν μιλοῦσε,
κουνοῦσε τὸ δάκτυλό
του συνέχεια καὶ νευρικά. Μετά καὶ τὰ παιδιά του, ὅταν μιλοῦσαν, κουνοῦσαν
καὶ ἐκεῖνα τὸ δάκτυλό τους! Γιατί τὰ παιδιά παίρνουν ὅλες τὶς συνήθειες τοῦ
πατέρα. Τὶς ἀντιγράφουν ἀκριβῶς. Ὁ σκοπός ὅμως εἶναι νὰ παίρνη κανεὶς μόνον τὸ
καλό, γιατί διαφορετικά θὰ διαιωνίζεται τὸ κακό. Θυμᾶμαι ἕναν ποὺ πῆγε σὲ ἕνα ἰδιόρρυθμο
Μοναστήρι, ἀλλὰ δὲν ἀναπαυόταν. Τοῦ λέει ὁ Γέροντάς του: «Κάθησε, τέκνον μου, θὰ
ἀλλάξουν τὰ πράγματα». Καὶ τὸ «τέκνον»τοῦ τοῦ λέει: «Γέροντα, πῶς θ’ ἀλλάξουν τὰ
πράγματα; Ὁ ὑποτακτικός του Γερό-τάδε εἶναι ἀκριβῶς ὅπως ὁ Γερό-τάδε. Ὁ ὑποτακτικός
του τάδε εἶναι ἀκριβῶς ὅπως ἐκεῖνος. Ὅποτε πῶς θ’ ἀλλάξουν τὰ πράγματα;»Ὅταν ὑπάρχη
ἕνα παλιό κακό σὲ ἕνα Μοναστήρι ἤ σὲ μία συνοδία καὶ οἱ ὑποτακτικοί δὲν ἔχουν τὴν
καλή ἀνησυχία καὶ ἀντιγράφουν ὅ,τι βροῦν, τότε διαιωνίζεται μία κατάσταση κακή.
Ἐνῶ, ὅταν ὑπάρχη ἡ καλή ἀνησυχία στούς ὑποτακτικούς, τότε μπορεῖ νὰ ἀλλάξη μία
κακή κατάσταση καὶ νὰ γίνη καλή. Ἔτσι μπορεῖ νὰ διαιωνισθῆ καὶ τὸ καλό καὶ τὸ
κακό.
Αὐτὸ ποὺ ἔχω καταλάβει, εἶναι
ὅτι ὅλα αὐτὰ ποὺ ἔχουμε τώρα, εἴτε
Πατερικά εἴτε Τυπικά, εἶναι κουκολόι· δηλαδή σάν μερικά ἀπομεινάρια ποὺ μένουν
μετά τὸν τρύγο. Γι’ αὐτὸ πρέπει νὰ προσέξουμε νὰ κρατηθῆ λίγη μαγιά. Ἔχουμε
χρέος σάν Χριστιανοί καὶ δὲν ἔχουμε δικαίωμα νὰ ἀφήσουμε μία κακή παράδοση.
Πρίν ἀπὸ λίγα χρόνια178
μαζεύτηκαν στὴν Γενεύη θεολόγοι, καθηγητές Πανεπιστημίου κ.λπ. καὶ ἔκαναν
Προσύνοδο. Εἶπαν νὰ καταργήσουν τὴν νηστεία τῶν Χριστουγέννων καὶ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων
καὶ ἀπὸ τὴν νηστεία τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς νὰ κόψουν κάνα-δυὸ ἑβδομάδες, ἀφοῦ ὁ
κόσμος δὲν τὶς κρατάει. Πῆγαν καὶ καθηγητές ἀπὸ ’δω. Τόσο πολύ ἀγανάκτησα, ὅταν
ἦρθαν καὶ μοῦ τὸ εἶπαν, ποῦ ἔβαλα τὶς φωνές: «Δὲν καταλαβαίνετε τί κάνετε; Ἄν ἕνας
εἶναι ἄρρωστος, δικαιοῦται νὰ φάη· δὲν ἔχει κανόνα. Ἄν ἕνας δὲν εἶναι ἄρρωστος,
ἀλλὰ ἀπὸ ἀδυναμία ἔφαγε, νὰ πῆ: «Θεέ μου, νὰ μὲ συγχωρέσης», νὰ ταπεινωθῆ, νὰ πῆ
ἕνα «ἥμαρτον». Δὲν θὰ τὸν κρεμάση ὁ Χριστός. Ἄν ὅμως δὲν εἶναι ἄρρωστος, τότε νὰ
κρατήση τὴν νηστεία. Ὁ ἀδιάφορος πάλι τρώει καὶ δὲν τὸν νοιάζει. Ὅποτε τὸ
πράγμα πάει κανονικά. Ἄν οἱ περισσότεροι δὲν κρατοῦν τὶς νηστεῖες, καὶ μάλιστα
χωρίς σοβαρό λόγο, καὶ πᾶμε νὰ ἀναπαύσουμε τούς περισσότερους καὶ νὰ τὶς καταργήσουμε,
ποῦ νὰ ξέρουμε πῶς θὰ εἶναι ἡ ἄλλη γενιά; Μπορεῖ νὰ εἶναι πιὸ καλή καὶ νὰ μπορῆ
νὰ κρατήση τέτοια ἀκρίβεια! Μὲ ποιό δικαίωμα νὰ τὰ καταργήσουμε ὅλα αὐτά, ἀφοῦ
τὸ πράγμα εἶναι ἁπλό;»Οἱ Δυτικοί ἔχουν μία ὥρα νηστεία πρίν ἀπὸ τὴν Θεία Κοινωνία.
Θὰ πᾶμε κι ἐμεῖς μὲ αὐτὸ τὸ πνεῦμα; Νὰ εὐλογοῦμε τὶς ἀδυναμίες μας, τὶς πτώσεις
μας; Δὲν ἔχουμε δικαίωμα γιὰ τὶς ἀδυναμίες μας νὰ κάνουμε ἕναν Χριστιανισμό στὰ
μέτρα μας. Καὶ λίγοι νὰ εἶναι ποὺ μποροῦν, πρέπει γι’ αὐτούς νὰ κρατηθῆ ἡ τάξη.
Ὁ ἄρρωστος, ἄν βρίσκεται σὲ ξένο περιβάλλον, νὰ φάη χωρίς νὰ τὸν δοῦν οἱ ἄλλοι,
καὶ σκανδαλισθοῦν. Ἄς πάρη λ.χ. τὸ γιαούρτι νὰ τὸ φάη στὸ σπίτι του. Μοῦ εἶπε ἕνας:
«Αὐτὸ εἶναι ὑποκρισία».
«Γιατί δὲν πᾶς, τοῦ λέω, νὰ ἁμαρτήσης στὴν πλατεία, γιὰ νὰ εἶσαι πιὸ εἰλικρινής;»Πῶς
τούς τὰ παρουσιάζει ὁ διάβολος! Κάνουμε μία Ὀρθοδοξία δική μας καὶ ἑρμηνεύουμε ἔτσι
καὶ τὰ Πατερικά καὶ τὸ Εὐαγγέλιο! Στὴν ἐποχή μας ποὺ ὑπάρχουν τόσοι μορφωμένοι ἔπρεπε
νὰ λάμπη ἡ Ὀρθοδοξία. Ἐδῶ ἕνας Ἅγιος Νικόδημος
Ἁγιορείτης τί ἔκανε!
πόσους λόγους ἔγραψε,
πόσα βιβλία, ὅλα τὰ
Συναξάρια· ὅλες τὶς
βιβλιοθῆκες ἀπ’ ἔξω τὶς ἤξερε!
Οὔτε φωτοτυπικό εἶχε οὔτε
κομπιοῦτερ!
Ὅσο μπορεῖ κανεὶς νὰ γίνη
σωστός Χριστιανός. Τότε θὰ ἔχη πνευματικό αἰσθητήριο. Λίγο-πολύ θὰ πονάη καὶ τὴν
Ὀρθοδοξία καὶ τὴν Πατρίδα του καὶ θὰ αἰσθάνεται καὶ τὴν ὑποχρέωση ποὺ ἔχει ὡς Ἕλληνας.
Ὅποτε ἀπὸ ἐκεῖ καὶ πέρα, ἄν μάθη κάτι, ἐνδιαφέρεται, ἀνησυχεῖ, προσεύχεται. Ἀλλά
ἄν πρέπη νὰ τοῦ λένε: «Τώρα νὰ ἐνδιαφερθῆς γι’ αὐτό, ὕστερα νὰ ἐνδιαφερθῆς γιὰ ἐκεῖνο»,
θὰ εἶναι σάν μία τετράγωνη ρόδα ποὺ θέλει συνέχεια σπρώξιμο, γιὰ νὰ προχωρήση.
Σκοπός εἶναι νὰ σπρώχνεται ἀπὸ μέσα ὁ ἄνθρωπος. Τότε θὰ κυλάη ὄμορφα σάν
στρόγγυλη ρόδα. Καὶ ἄν γίνη σωστός Χριστιανός κανείς, σπρώχνεται ἀπὸ μέσα καὶ
μετά τὸν πληροφορεῖ ὁ Θεὸς πιὸ πολύ καὶ ἀπὸ αὐτόν ποὺ διαβάζει, καὶ γιὰ
περισσότερα πράγματα. Γνωρίζει ὄχι μόνον αὐτὰ
ποὺ γράφουν, ἀλλὰ καὶ αὐτὰ ποὺ
σκέφτονται νὰ γράψουν. Καταλάβατε; Ἔρχεται ὁ θεῖος φωτισμός καὶ ὅλες οἱ ἐνέργειές
του εἶναι φωτισμένες.
Τέτοια κληρονομικά ποὺ μᾶς
ἔχει ἀφήσει ὁ Χριστός δὲν ἔχουμε δικαίωμα νὰ τὴν ἐξαφανίσουμε στὶς μέρες
μας. Θὰ δώσουμε λόγο
στὸν Θεό. Ἐμεῖς, τὸ
μικρό αὐτὸ ἔθνος, πιστέψαμε στὸν
Μεσσία, μᾶς δόθηκε ἡ εὐλογία νὰ διαφωτίσουμε ὅλον τὸν κόσμο. Ἡ Παλαιά Διαθήκη
μεταφράσθηκε στὴν ἑλληνική γλώσσα ἑκατό χρόνια πρίν ἀπὸ τὴν ἔλευση τοῦ Χριστοῦ.
Οἱ πρῶτοι Χριστιανοί τί τράβηξαν! κινδύνευε συνέχεια ἡ ζωή τους. Τώρα τί ἀδιαφορία
ὑπάρχει!... Ἐνῶ ἀνώδυνα σήμερα, χωρίς νὰ κινδυνεύη ἡ ζωή μας,
μποροῦμε νὰ διαφωτίσουμε
τὰ ἔθνη, νὰ
γινώμαστε πιὸ ἀδιάφοροι;
Ἄν σήμερα ἔχουμε λιγάκι εἰρήνη, ξέρεις τί ἔχουν τραβήξει οἱ παλιοί;
Ξέρεις πόσοι θυσιάσθηκαν; Τώρα τίποτε δὲν θὰ εἴχαμε, ἄν δὲν θυσιάζονταν ἐκεῖνοι.
Καὶ κάνω μία σύγκριση· πῶς τότε, ἐνῶ κινδύνευε ἡ ζωή τους, κρατοῦσαν τὴν πίστη
τους, καὶ πῶς τώρα, χωρίς καμμιά πίεση, ὅλα τὰ ἰσοπεδώνουν! Ὅσοι δὲν ἔχουν
χάσει τὴν ἐθνική τους ἐλευθερία, δὲν καταλαβαίνουν. Τούς λέω: «Ὁ Θεὸς νὰ φυλάξη
νὰ μήν ἔρθουν οἱ βάρβαροι καὶ μᾶς ἀτιμάσουν!».καὶ μοῦ λένε: «Καὶ τί θὰ
πάθουμε;» Ἀκοῦς κουβέντα; Ἄντε νὰ λείψετε, χαμένοι ἄνθρωποι! Τέτοιοι εἶναι οἱ ἄνθρωποι
σήμερα. Δωσ’ τούς χρήματα, αὐτοκίνητα, καὶ δὲν νοιάζονται οὔτε γιὰ τὴν πίστη οὔτε
γιὰ τὴν τιμή οὔτε γιὰ τὴν ἐλευθερία.
Τὴν Ὀρθοδοξία μας σάν Ἕλληνες
τὴν ὀφείλουμε στὸν Χριστό καὶ τούς ἁγίους Μάρτυρες καὶ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας
μας· καὶ τὴν ἐλευθερία μας τὴν ὀφείλουμε στούς ἥρωες τῆς Πατρίδας μας, ποὺ ἔχυσαν
τὸ αἷμα τους γιὰ μας. Αὐτήν τὴν ἁγία κληρονομιά ὀφείλουμε νὰ τὴν τιμήσουμε καὶ
νὰ τὴν διατηρήσουμε καὶ ὄχι νὰ τὴν ἐξαφανίσουμε στὶς μέρες μας. Εἶναι κρίμα νὰ
χαθῆ ἕνα τέτοιο ἔθνος! Καὶ βλέπουμε τώρα, ὅπως πρίν ἀρχίση ἕνας πόλεμος
στέλνουν ἀτομικές προσκλήσεις, ἔτσι καὶ ὁ Θεὸς μὲ ἀτομικές προσκλήσεις μαζεύει ἀνθρώπους,
γιὰ νὰ κρατηθῆ κάτι καὶ νὰ σωθῆ τὸ πλάσμα Του. Δὲν θὰ ἀφήση ὁ Θεός, ἀλλὰ πρέπει
καὶ ἐμεῖς νὰ κάνουμε ὅ,τι μποροῦμε ἀνθρωπίνως καὶ γιὰ ὅ,τι δὲν μποροῦμε νὰ κάνουμε ἀνθρωπίνως, νὰ κάνουμε προσευχή νὰ
βοηθήση ὁ Θεός.
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
170. Τροπάριο τῆς στ΄ ὠδῆς τοῦ β΄ κανόνος τῆς ἑορτῆς τῶν
Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου (21Νοεμβρίου).
171. Βλ. Ματθ. 24, 44.
172. Ψαλμ. 36, 16.
173. Ἑβρ. 13, 8.
174. Τὸ Κελλί τοῦ Ὑπατίου στὰ Κατουνάκια.
175. Ἔτσι ὀνόμαζε ὁ Γέροντας τὰ φωνητικά μελωδικά σχήματα
ἤ ποικίλματα ἤ σημάδια τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς,
ποὺ δηλώνονται κυρίως
μὲ τούς χαρακτῆρες
ποιότητος ἤ ἐκφράσεως καὶ
συμβάλλουν στὴν καλλιέπεια τῶν μελωδιῶν.
176. Νότες τῆς βυζαντινῆς μουσικῆς.
177. Εἰπώθηκε τὸν Ἰούνιο τοῦ 1985.
178. Εἰπώθηκε τὸ 1992.
Εισαγωγή στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο απο το Βιβλίο :
ΛΟΓΟΙ Α’ - ΜΕ ΠΟΝΟ ΚΑΙ ΑΓΑΠΗ ΓΙΑ ΤΟΝ ΣΥΓΧΡΟΝΟ ΑΝΘΡΩΠΟ
ΓΕΡΟΝΤΟΣ
ΠΑΪΣΙΟΥ ΑΓΙΟΡΕΙΤΟΥ
ΙΕΡΟΝ
ΗΣΥΧΑΣΤΗΡΙΟΝ
«ΕΥΑΓΓΕΛΙΣΤΗΣ
ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΘΕΟΛΟΓΟΣ»
ΣΟΥΡΩΤΗ
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ 1998
© Ἱερὸν Ἡσυχαστήριον Μοναζουσῶν
«Εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης ὁ Θεολόγος»
Η ηλεκτρονική επεξεργασία μορφοποίηση
κειμένου και εικόνων έγινε από
τον Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο
Διαδίκτυο , για μη εμπορικούς σκοπούς με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο
©ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
Αν σας αρέσει αυτό το άρθρο, μπορείτε να το βάλετε στο Ιστολόγιο σας αντιγράφοντας έναν από τους παρακάτω κωδικούς
If you Like This Article,Then kindly linkback to this article by copying one of the codes below.
URL Of Post:
Paste This HTML Code On Your Page:
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου