"Η ζωή εκ τάφων"-Μαρτύριο των Αγίων Ραφαήλ,
Νικολάου, Ειρήνης και των συν αυτοίς μαρτυρησάντων
Μαρτυρικός θάνατος
Η ανάκριση τώρα στράφηκε στον Ηγούμενο χωρίς όμως καρπούς. Αφού τον έσυραν από τα μαλλιά και τα γένια πολλές φορές πέρα δώθε στον αυλόγυρο, τον κρέμασαν σου λέει ανάποδα στην μεγάλη καρυδιά. Τα ίδια έπαθε και η ανεψιά του προεστού Ελένη, άστην αυτή την έρμη, τουραγνίστηκε και κακοποιήθηκε σκληρά. Ξεψύχησε κι αυτή μέσα στα μαρτύρια. Κατά το ηλιοβασίλεμα του Πάσχα και αφού τουραγνίστηκε σκληρά, αποκεφαλίστηκε και ο προεστός Βασίλειος και δυο-τρεις άλλοι. Την άλλη μέρα βρέθηκε στο μοναστήρι ο Αλέξανδρος, ο γιατρός ντε (ήταν φίλος του μοναστηριού)! Έφριξε ο άνθρωπος καθώς είδε τη σφαγή και τον Ηγούμενο σ' αυτά τα χάλια. Έκλαψε, παρακάλεσε για έλεος. "Μη θέλεις να πάρεις τη θέση του;" κορόιδεψε ο αγριότουρκος. Ο Αλέξανδρος προσπάθησε να δώσει στον Άγιο ένα ποτήρι νερό. Μα τα μαρτύρια ξανάρχισαν σκληρότερα. Κατά τα μεσάνυχτα της Λαμπροδευτέρας προς Τρίτη ο Τουρκαλβανός έφερε ένα πελώριο πριόνι "Να τον κόψουμε από το στόμα" συμφώνησαν όλοι. Το σαγόνι του Άγιου ανθρώπου, δεν το βλέπετε είναι κομμένο, αποκολλήθηκε ξεσκλίδι και πετάχτηκε. Ο Αλέξανδρος μη αντέχοντας την καταστροφή πήρε κάποιο πεταμένο χατζάρι και αυτοκτόνησε. Τέτοια απελπισία το 'πιασε το παιδί, έλεος Κύριε. Εμείς τα φτωχά Θεός γνωρίζει πώς αντέξαμε κι αντέχουμε να κρατούμε την ανάσα ακόμη στο στόμα μας...». Δεν ήταν ανάγκη, δεν αντέχαμε στο ύστερο, που ν' αντέξουμε στην τόση καταστροφή, δεν ήταν πια λόγια, ήταν η ανάγκη, τόσα κορμιά σφαγμένα κι ελεεινά, κάτι να τα θάψουμε, ο ήλιος κιόλας έτσουζε, οι χρυσόμυγες ζουζούνιζαν πάνω στα αίματα, Χριστέ μου τι συμφορά που μας μελλότανε να δούνε τα μάτια μας...» Και συνεχίζει ο Ακίνδυνος: «Ο μοναχός Σταύρος λοιπόν κίνησε να πάει στο χωριό και να φέρει στραβά κουτσά τον παπα-Σάββα (Ιερέας της Θερμής), εκατό τόσο χρονών άνθρωπο για την κηδεία. Εγώ με τον τσοπάνο μείναμε για τους τάφους, η κυρα-Αγγέλα με το παιδί πήραν να μαζεύουν τους νεκρούς και να τους τακτοποιήσουν, κοψίδια κρέας δηλαδή τι να ταχτοποιήσεις, ας είναι...
Τα χέρια μου κούτσουρο, πώς ανοίχτηκαν αυτοί οι τάφοι ένα θαύμα ήτανε. Για τον Ηγούμενο, την άγια ψυχή, ετοίμασα μέσα στην εκκλησιά, τρομάξαμε να βρούμε ένα χώρο μέσα στα αποκαΐδια που κάπνιζαν ακόμη. Τον προεστό με τη Ντόνα Μαρία μαζί, δίπλα ό,τι μαζέψαμε από τη Ρηνούλα και το μωρό, τι να μαζέψεις ένα λιώμα. Και πιο πέρα το διάκονο και δίπλα τον Διδάσκαλο. Τι πόνος, Θεέ μου, πόσες φορές την ημέρα εκείνης της αλησμόνητης πίκρας δεν εμακάρισα να ήμουν κι εγώ ένας από τους σφαγμένους.... Κατά το απομεσήμερο έφτασε κι ο Σταύρος με τον παπα-Σάββα, ένα ερείπιο γεμάτο συντριβή. Είναι βλέπεις και τυφλός «Παιδιά μου, δεν έχω μάτια, θέλω να ιδώ τους Μάρτυρες, να ιδώ τον Ηγούμενό μας». Μοιρολόγησε η κυρα-Αγγέλα «σπολάτι παπα-Σάββα, είσαι τυχερός, ρώτα κι εμάς που τους είδαμε, πόνος παπα-Σάββα, πόνος αβάσταχτος...». Ο παπα-Σάββας είχε τυλιχτεί σ' ένα σιγανό κλάμα. Σύρθηκε κατά το αγίασμα κι έτριψε τα θαμπά του μάτια σε βαθιά προσευχή. Σα σηκώθηκε μόνος του, βαδίζοντας κατά τα λείψανα φωτοβολώντας Άγιο Φως, η Βασιλικούλα εσπάραζε: «Βλέπει, ο παππούλης βλέπει». Όλοι μείναμε ξεροί κοιτάζοντας το θαύμα. Ο παπα-Σάββας ατάραχος φόρεσε πετραχήλι κι έβαλε μπρος για την ακολουθία της κηδείας... «Ψυχαί Δικαιων εν χειρί Θεού. Και ου μη άψηται αυτών βάσανος...» Από τότε ο μοναχός Σταύρος και ο Ακίνδυνος, κρυβόντουσαν στις σπηλιές των γύρω βουνών. Την ίδια χρονιά (1463), την ημέρα της Μεταμορφώσεως (6 Αυγούστου), ο πατήρ Σταύρος κατέβηκε στη Θερμή να μιλήσει, να αγιάσει και να εμψυχώσει τους Χριστιανούς. Τον είδε όμως, ο δόκτωρ Σβάιτσερ και τον «κάρφωσε» στον αγά. Τρεις μέρες μαρτύρια. Του κόψανε το αυτί και την άλλη μέρα τη μύτη. Παραμονή της Παναγίας του κόψανε το λαιμό και τον ενταφίασαν οι Θερμιώτες ύστερα από τρεις μέρες. Τα παλικάρια της Θερμής ορκιστήκανε να εκδικηθούν τους Τούρκους. Τον Απρίλιο του 1464, συνελήφθη ο Ακίνδυνος και βρήκε μαρτυρικό θάνατο. Μετά από πεντακόσια χρόνια, στις Καρυές της Θερμής, άρχισε να κτίζεται το 1962 η Μονή των Αγίων Ραφαήλ, Νικολάου, Ειρήνης και των συν αυτώ μαρτυρησάντων, μετά από σειρά θαυμαστών σημείων (1959-1962) που απεκάλυψαν τον μαρτυρικό βίο των Νεομαρτύρων.
Ο Φώτης Κόντογλου λέγει: «Τοιαύτα θαύματα δεν έγιναν σε κανένα μέρος της Οικουμένης όπου κατοικούν Χριστιανοί…». Το μοναστήρι σήμερα είναι τόπος προσευχής και άσκησης για 45 μοναχές και την Γερόντισσά τους Ευγενία. Από όλα τα μήκη και πλάτη της Ελλάδας, αλλά και του υπολοίπου Ορθοδόξου κόσμου, συρρέουν χιλιάδες προσκυνητές για να προσκυνήσουν τους Θαυματουργούς Αγίους, εις δόξαν του Τριαδικού Θεού, και να ενδυναμωθούν πνευματικά σ’ αυτούς τους χαλεπούς καιρούς που διανύει το Γένος μας.
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου