ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: Από την αδικία στη σωτηρία.

Σάββατο 7 Ιανουαρίου 2017

Από την αδικία στη σωτηρία.



Εκεί που δεν φαίνεται ο Θεός
Νικολάου Μητροπολίτου
Μεσογαίας και Λαυρεωτικἠς
Από την αδικία στη σωτηρία.
«χαρά και ειρήνη πάντα νούν υπερέχουσα»
Συνήθως η ζωή αντιμετωπίζει την τραγικότητά της με το φάρμακο της λήθης. Επισκεπτόμαστε ένα μεγάλο εμπορικό κέντρο. Χιλιάδες κόσμος τρέχουν βιαστικά, λαίμαργα και ξεχασμένα. Χωρίς να το συνειδητοποιούμε, όλοι μας θέλουμε να ξεχαστούμε και να αναβάλουμε κάθε φιλοσοφική ενασχόληση. Για  κάποιον λόγο φοβούμαστε μήπως, αντί για ανακούφιση, μας προκαλέσει θλίψη και απογοήτευση. Και επινοούμε συνέχεια τρόπους διαφυγής από την πραγματικότητα. Η μέριμνα για τα ψώνια σε κάνει να ξεχνάς. Το ίδιο οι σπουδές στα πανεπιστήμια, ο χρόνος στα κέντρα αναψυχής και διασκέδασης, οι χώροι εργασίας. Όλα αυτά βοηθούν να ξεχαστείς και να ξεγελαστείς. Στρέφουν αλλού τη σκέψη και το ενδιαφέρον σου. Και καλά κάνουν. Αλλιώς δεν αντέχεται η ζωή.
            Υπάρχουν όμως άλλοι χώροι που σε υποχρεώνουν σε σκέψεις. Χώροι μυστηριώδεις, παράξενοι˙ αλλά πολύ διεισδυτικοί. Σε ένα αεροδρόμιο, για παράδειγμα, γίνονται αφίξεις και αναχωρήσεις πλήθους ανθρώπων με συμβατικότητα, γίνονται όμως χωρισμοί και συναντήσεις με πολύ βαθύ νόημα. Χωρισμοί που κρύβουν τον πόνο της αγωνίας και του αγνώστου ή συναντήσεις που εκφράζουν την ανείπωτη χαρά ενός ξανανταμώματος, μιας επιτυχίας ή μιας γνωριμίας. Εκεί έχεις χρόνο να περιμένεις. Έχεις τη δυνατότητα να συγκινηθείς, να ενθουσιαστείς, να πονέσεις, να σκεφτείς.



            Μια επίσκεψη σε ένα αστεροσκοπείο, μία παρατήρηση με ένα τηλεσκόπιο, δεν μπορούν να σε αφήσουν ασυγκίνητο, δίχως παραγωγικές σκέψεις. Βλέπεις αυτό που ποτέ δεν είχες αντικρίσει. Το βλέπεις όπως ποτέ δεν μπόρεσες να φανταστείς. Καταλαβαίνεις τι θα πει μεγάλο και μακρινό. Πλησιάζεις έννοιες όπως το άπειρο ή το αιώνιο. Ταυτόχρονα, αισθάνεσαι αφάνταστα μικρός. Κοιτάς μακρυά και γνωρίζεις το μέσα σου˙ πολύ μέσα σου. Ίσως όσο ποτέ άλλοτε. Συγκρίνεσαι με το απέραντο, το άγνωστο, το σχεδόν αιώνιο. Νοιώθεις το τίποτά σου ψηλαφητό, τη θνητότητά σου δίπλα σου, τη μικρότητά σου πειστική και επίμονη. Θέλεις από κάπου να γαντζωθείς. Σκέπτεσαι και δεν τα καταφέρνεις. Προσπαθείς να ξεχάσεις και δεν μπορείς.
             Αλλά και οι φυλακές είναι χώροι που αναμορφώνουν και αναπλάθουν τη λογική. Νέα παλληκάρια, φρέσκες κοπέλες, συνάνθρωποί μας, εικόνες του Θεού, αντί να κλέψουν τη ζωή, κλέβουν από τη ζωή τους, ληστεύουν τη ζωή που δεν τους ανήκει, μεταμορφώνονται σε πηγές εκδίκησης, σε επιστήμονες της διαστροφής, σε εκφραστές αφύσικης κακότητος και αλόγιστης σκληρότητος, σε μηχανές απάνθρωπων ενστίκτων και κληρονομούν εγκλεισμό, νοσηρή συμβίωση, κοινωνική απόρριψη, ποινή, βαρύ χαρακτηρισμό, χωρισμό, κατεστραμμένο μέλλον, εξαφάνιση ελπίδων, παντελή απαξίωση. Πώς είναι δυνατόν ο «βραχύ τι παρ’ αγγέλους ηλαττωμένος» άνθρωπος να ζει κάτω από τέτοιες συνθήκες; Πώς είναι δυνατόν, μαζί με το κηλίδωμα της αιώνιας προοπτικής του, να τσαλακώνεται και το επίγειο μέλλον του; Μπορεί ένας άνθρωπος να είναι μόνο λάθος παρελθόν; Βλέπεις σε μερικούς φυλακισμένους το βλέμμα τους και έχει τόσο πόνο, τόση απορία, τόση μετάνοια, τόση αλήθεια! Στο καρφί μιας στιγμής μπορεί να ξεσχιστεί μια ολόκληρη ζωή. Γιατί ο Θεός που μας λένε ότι δίνει σε όλους ευκαιρίες, επιτρέπει την αποτυχία, την ατυχία, την αδικία, μάλιστα όταν αυτές έχουν ισόβιες συνέπειες;
              Η σκέψη κάνει και έναν σταθμό στα ψυχιατρεία ή σε ιδρύματα που φιλοξενούν άτομα με νοητική υστέρηση. Δεν αντέχεται αυτό το πράγμα. Πήγα προ καιρού και επισκέφθηκα ένα τέτοιο κέντρο. Με πλησίασε ένα παλληκάρι είκοσι πέντε χρόνων. Του άρεσαν τα γένεια μου, η επισκοπική ράβδος και το εγκόλπιο. Έκανε σαν μικρό παιδί. Στην αρχή προσπάθησε να με αγκαλιάσει, η σπαστικότητά του όμως τον υποχρέωσε εντελώς άκομψα να με χτυπήσει. Μου έριξε τα γυαλιά, με έσπρωξε άθελά του και έπεσε εντελώς βίαια επάνω μου. Βλέποντας την έκφραση του πόνου στο πρόσωπό μου, άρχισε να βγάζει άναρθρες κραυγές. Ο άνθρωπος αυτός δεν μπορούσε να εκφράσει την αγάπη του, δεν μπορούσε να χαρεί τη ζωή του, δυσκολεύεται να συνειδητοποιήσει τη χαρά και τη λύπη, να διακρίνει εμφανείς διαφορές. Κλεισμένος μέσα σε ένα ίδρυμα μαζί με άλλους, δεν αποφασίζει για τίποτα στη ζωή του. Το αυτεξούσιό του είναι συμπιεσμένο στο ελάχιστο. Πόσο άνθρωπος είναι αυτός; Πόσο ανήκει στον εαυτό του και πόσο ρυθμίζεται και διαμορφώνεται από εμάς, το περιβάλλον του; Κι αν είναι λίγο από αυτό που έχει δώσει ο Θεός στον κάθε άνθρωπο, γιατί τον δημιούργησε έτσι, ώστε ο ίδιος να μην εκφράζεται, οι συγγενείς του να υποφέρουν, το κοινό αίσθημα να πάσχει και η λογική να κομματιάζεται;
             Εκεί όμως που καταρρέουν όλες οι σταθερές αυτού του κόσμου είναι τα νοσηλευτικά ιδρύματα. Σε αυτά, συνυπάρχουν η μεγαλύτερη χαρά με τον αβάσταχτο πόνο, η αγωνία με την ελπίδα, η έντονη επιθυμία να γίνεις καλά με τη βαθειά ανάγκη σου να θεραπευτεί και ο άλλος, η αγάπη γι’ αυτήν τη ζωή με την αναζήτηση της άλλης ή… μιας άλλης. Μια επίσκεψη σε ένα ογκολογικό κέντρο με παιδάκια ή σε ένα ίδρυμα με άτομα με ειδικές ανάγκες, γκρεμίζει τη λογική σου, ξεσχίζει το συναίσθημά σου, καταστρέφει την εσωτερική ησυχία σου, προκαλεί υπαρξιακή απόρριψη του κόσμου, των κοινωνιών, των επιδιώξεων, των προοπτικών και γεννά ερωτήματα για το λόγο της υπάρξεώς σου, για την αντιμετώπισή της, για το τι αξίζει και τι όχι, για την εξουσία, για τον Θεό. Πώς είναι δυνατόν ο Θεός να συμβαδίζει με αυτήν την τραγικότητα και αδικία; Ποιός από μας, αν ήταν θεός, θα έφτιαχνε τέτοιον κόσμο; Και γιατί; Μήπως τελικά η ανθρώπινη φύση κρύβει περισσότερη καλωσύνη από τη θεϊκή; Ή τί και ποιός είναι σε τελική ανάλυση ο Θεός; Ο λάθος δημιουργός; Ο Δημιουργός του λάθος κόσμου; Ο ηττημένος από το κακό καλός; Ο Άγιος που δεν έχει όλη τη δύναμη; Ο Παντοδύναμος που δεν έχει τέλεια αγάπη;
             Η μόνη άμυνά σου είναι όλα αυτά να τα απωθείς από την ενεργό μνήμη. Η αποστασιοποίηση από την αφορμή από τη μια μεριά και το πέρασμα του χρόνου από την άλλη, είναι οι πάγιοι μηχανισμοί που κομίζουν το πρόβλημα. Δεν μπορούν όμως να το λύσουν. Κάθε τόσο εμφανίζονται αφορμές, εκεί που δεν το περιμένεις, που το ξυπνούν. Κάπου χρειάζεσαι μία απάντηση, κάποια λύση, ένα στήριγμα, λίγη ελπίδα φωτός. Η παρατήρηση απογοητεύει. Η λογική ανεπαρκεί. Οι στερεότυπες θρησκευτικές απαντήσεις, αν δεν προκαλούν, δεν πείθουν. Αυτό που πείθει είναι η πίστη˙ μόνον η πίστη˙ η βαθειά πίστη. Αυτή το αγκαλιάζει κάπως. Το μεταμορφώνει από πρόβλημα που φοβάσαι, σε ευκαιρία που αποζητείς. Είναι μονόδρομος η πίστη. Αρκεί να είναι αυθεντική˙ και αληθινή.
              Προ καιρού, κάποιοι φίλοι μου μου ζήτησαν να επισκεφτώ ένα παράλυτο παλληκάρι. Δεν μου είπαν λεπτομέρειες. Μόνον ότι προκάλεσε ο ίδιος να με συναντήσει. Κάτι είχε ακούσει για μένα και ήθελε να γνωριστούμε. Είχε πολλά επιστημονικά ενδιαφέροντα, μου είπαν. Όταν ήταν μόλις πέντε ετών, διεπίστωσαν ότι πάσχει από μυϊκή δυστροφία Duchenne.
             Πήγα να τον επισκεφθώ. Στην αυλή του σπιτιού του μας περίμεναν οι δύο γονείς. Σοβαροί αλλά γλυκύτατοι και ανοιχτόκαρδοι άνθρωποι. Έδειχναν πανευτυχείς που γνωριζόμασταν – δεν κατάλαβα γιατί – και εξέφραζαν πληθωρικά την ευγνωμοσύνη τους που… τους έκανα την τιμή να πάω στο σπίτι τους. Η ευγενής και πρόσχαρη υποδοχή τους εξέφραζε, όχι φραστικά αλλά ως στάση και συμπεριφορά, ότι η ζωή τους περιείχε μια έκπληξη χαράς. Κάτι σπάνιο και ασύνηθες, για το οποίο μόνο καμάρωναν. Αυτό για το οποίο με υποψίασαν οι φίλοι μου ήταν εντελώς ασύμβατο, με αυτό που εισέπραττα ως αρχικό ερέθισμα. Δεν διέκρινα καμία υποψία πόνου και φυσικά ούτε ίχνος κακομοιριάς. Κυριαρχούσε μια λεπτή αίσθηση μεγαλείου.
              Ανεβήκαμε τις σκάλες και μπήκα διστακτικά στο σαλόνι. Κοντοστάθηκα νομίζοντας ότι εκεί θα καθόμασταν.
              -Προχωρήστε στο δωμάτιο του Σταύρου. Εκεί είναι ο λεβέντης μας, η χαρά και η ευλογία μας, μου λένε πηγαία, όχι ψεύτικα ή ψυχο-υποκριτικά.
             Προχωρώ και διακρίνω την… χαρά και ευλογία τους! Ένας νέος άντρας, τριάντα περίπου ετών, ξαπλωμένος στο κρεβάτι, σκεπασμένος με μια λινή κουβερτούλα, εδώ και πέντε χρόνια αδυνατεί να κουνήσει και το κεφάλι του, δύσκολα παίζει το βλέμμα του, μπορεί όμως να κουνάει τα χείλη του αργά και τον δείκτη από το δεξί του χέρι. Ένα σύστημα παροχής οξυγόνου βοηθεί την αναπνοή του, ένα σύγχρονο τεχνολογικό κατασκεύασμα ενισχύει μικροφωνικά τη φωνή του και ένα άλλο μεταμορφώνει τις κινήσεις του δαχτύλου του σε κείμενο και εικόνα. Μία ψηφιακή οθόνη πάνω από το κεφάλι του, αποτελεί τον κοντινό σύντροφο και συνομιλητή του, και ένα εξελιγμένο πρόγραμμα πληροφορικής του επιτρέπει να ακούει ομιλίες, να αλληλογραφεί, να συνθέτει μουσικά κομμάτια, να χειρίζεται άριστα με ιδιοφυείς δημιουργίες τα πολυμέσα, να εκφράζει τον πλούσιο κόσμο του.
             Εκδηλώνει θερμά τη χαρά του για την επίσκεψή μου και φυσικά την ευγνωμοσύνη του για τον… κόπο στον οποίο υποβλήθηκα.
             -Σταύρε, άκουσα πολλά για σένα και γι’ αυτό ήλθα, του λέω.
             -Πάτερ, δεν με βλέπετε; Τί ν’ ακούσετε για μένα; Εγώ άκουσα για σας και ήθελα πολύ να σας γνωρίσω, απαντά με αργή άρθρωση, κουνώντας δύσκολα τα χείλη, χωρίς καμία σύσπαση του προσώπου του.
             -Συγκρινόμαστε; Του λέω. Εγώ είμαι ένας ευνοημένος ψευτοεπιτυχημένος. Εσύ είσαι ένας αδικημένος ήρωας, τολμώ να συνεχίσω, βλέποντας ότι η όλη ατμόσφαιρα αντέχει τις σκληρές αλήθειες.
             -Ίσως να είστε πιο ευλογημένος από μένα. Όχι όμως και πιο ευνοημένος, μου απαντά.
             Έκανε μία παύση. Τον δυσκόλευε ο διάλογος στην αναπνοή. Άρχισε να γράφει στην οθόνη:
             -Δοξάζω τον Θεό, διότι μέσα από τη δοκιμασία του σώματός μου, έχει ζωντανέψει η ψυχή μου και δεν χορταίνει να τρέχει στις πιο όμορφες γωνιές του νοητού κόσμου. Αν ήμουν όπως οι άλλοι άνθρωποι, δεν θα μπορούσα να χαρώ την αγάπη του Θεού. Τώρα την απολαμβάνω.
             -Ποια αγάπη; Τόλμησα να ρωτήσω λίγο προκλητικά, με τη σιγουριά ότι θα έπαιρνα την πιο όμορφη και πειστική απάντηση.
              Κούνησε τα μάτια του και ελαφριά μειδίασε.
              -Αυτή για την οποία εσείς μιλάτε στα κηρύγματά σας, μου απαντά. Από τον τρόπο που μιλάτε φαίνεται πώς βγαίνουν από μέσα σας. Εγώ θέλω να σας πώ ότι είναι και πολύ αληθινή. Η αγάπη πρέπει να είναι αληθινή, δεν αρκεί να είναι αυθεντική.
              Ακολουθεί λίγη σιωπή.
             -«ΕΙΜΑΙ ΠΟΛΥ ΕΥΤΥΧΙΣΜΕΝΟΣ!!!» γράφει στην οθόνη. «Ούτε τους γονείς μου δεν λυπάμαι που τόσο ταλαιπωρούνται μαζί μου, γιατί είναι κι αυτοί ευτυχισμένοι. Ο Θεός είναι δίπλα μας. Τί λέω; Είναι μέσα μας. Όλος ο Παράδεισος χωράει στο δωμάτιό μου».
             -Δεν σου έρχονται καθόλου σκέψεις απελπισίας ή παράπονου;
             - Παράπονου, γιατί; «ΖΩ ΑΛΗΘΙΝΑ!!!», γράφει στην οθόνη.
              -Τί επιθυμείς από τη ζωή σου;
             -«Μόνο να ολοκληρώσω τη σύνθεση  κάποιων κομματιών και μετά ας φύγω. Κάτω από αυτές τις συνθήκες ο Θεός είναι πολύ αληθινός εδώ, αλλά θα γίνει πιο κοντινός, μόλις τελειώσω με τους εδώ λογαριασμούς. Λίγο λυπάμαι τους γονείς μου που θα τους λείψω. Με παρηγορεί που θα ξεκουραστούν λιγάκι και θα με ξανασυναντήσουν».
             Άλλαξα τη συζήτηση. Πιάσαμε μάλλον κουβέντα με τους υπέροχους γονείς του που τόση ώρα καμάρωναν το… θαύμα τους. Έπρεπε να ξεκουραστεί και ο Σταύρος. Με κέρασαν, μου ανέφεραν την ιστορία τους, την εξέλιξη της ασθένειας και τη χαρά τους γι’ αυτό το παιδί, που από τα οκτώ του χρόνια ήταν πλήρως εξαρτώμενο.
              Έχω κι άλλον έναν τέτοιο φίλο. Αυτός αρνείται να καθίσει σε καροτσάκι, για να μην καθηλωθεί. Έχει άλλα τέσσερα αδέλφια και δύο πεντάγλυκους γονείς. Είναι φοιτητής της Νομικής και ο πατέρας του, με τη βοήθεια της μητέρας ή κάποιου άλλου, τον σέρνει κυριολεκτικά όπου χρειάζεται σε καθημερινή βάση. Τα πόδια του αδυνατούν εντελώς να τον στηρίξουν, δεν μπορεί να πατήσει, ούτε να τα κουνήσει. Παντού πηγαίνει κουβαλητός. Με πολλή δυσκολία, αν τον βάλουν να καθίσει, μπορεί να κρατηθεί σε αυτήν τη στάση. Μυαλό ξυράφι. Ψυχολογικά τέλειος. Χαμόγελο λίγο άκομψο λόγω των μυϊκών προβλημάτων στο πρόσωπο αλλά το πιο μόνιμα χαρούμενο και εκφραστικό που υπάρχει. Σε κάθε προκλητική ερώτηση, ετοιμόλογα απαντά γεμάτος καλωσύνη, ευτυχία και αισιοδοξία.
             -Καλέ μου φίλε, Νεκτάριε,  πόσο χαίρομαι που σε βλέπω.
             -Εγώ να δείτε. Πετάω από τη χαρά μου.
              -Δεν σε κουράζει που τόσο ταλαιπωρείσαι, που ξοδεύεις τόσο χρόνο για λίγα λεπτά συνάντησης;
              -Τα λίγα λεπτά συνάντησης αξίζουν περισσότερο από κάθε ταλαιπωρία. Τί λέω; Δεν υπάρχει ταλαιπωρία. Μόνο χαρά, μόνον ευτυχία. Είμαι πολύ ευτυχισμένος. Βοηθάει κι ο μπαμπούλης μου. Δόξα τω Θεώ.
             -Δόξα τω Θεώ για τον πατέρα σου;
             -Και για τον πατέρα μου και για όλα. Είναι πολύ καλός σε μένα ο Θεός. Μου έχει δώσει δύο σπουδαίες πατερίτσες. Την αγάπη όλων σας και την πίστη μου. Με αυτές κάνω τα βήματά μου σ’ αυτήν τη ζωή. Χαίρομαι αφάνταστα. Μου έρχεται να τρέξω. Νομίζω θα τα καταφέρω. Τί λέω; Αφού ήδη τρέχω.
             -Δεν μου λές; Σε βλέπω πάντοτε χαρούμενο. Δεν χάνεις ποτέ το ηθικό σου; Δεν πέφτεις ποτέ;
              -Ποτέ, απαντάει κοφτά. Είμαι ευτυχισμένος.
              -Του πρότεινα να συνδεθεί με μια ζωντανή νεανική παρέα, τη φροντίδα της οποίας έχει ένας νεαρός κληρικός, γεμάτος ζήλο και αυθεντικότητα. Τον έστειλα όχι τόσο για να βοηθηθεί, όσο για να βοηθήσει. Εκεί ανέβασε το πνευματικό δυναμικό ολόκληρης της συντροφιάς. Με τον τρόπο του, με το ύφος του, με την εσωτερική δύναμή του, με την ελευθερία και ανωτερότητά του, με την πηγαιότητα της χαράς του, τους άλλαξε την προοπτική, τους προσγείωσε στη ζωή, τους έδειξε τι σημαίνει αλήθεια και χαρά. Αγάπησε και αγαπήθηκε υπέρμετρα.
              Προ καιρού έστειλε ένα γράμμα στον ιερέα, γραμμένο με μεγάλη πηγαιότητα.
             Σεβαστέ πνευματικέ μας, πατέρα Γεώργιε, φιλώ το χέρι σας και ζητώ την ευχή σας.
              Θέλω να σας ευχαριστήσω για το μεγάλο δώρο που μου κάνατε, την Καινή Διαθήκη, που ποτέ δεν είχα μελετήσει. Έγινε η συντροφιά μου και η γλυκειά παρηγοριά μου.  Κάθε κομμάτι που μελετώ είναι και μια δροσερή ανάσα στη ζωή μου. την ημέρα και την νύχτα πλέον δεν φοβάμαι. Όταν την αγγίζω με το χέρι μου, ο φόβος της αβεβαιότητος για το μέλλον μου εξαφανίζεται.
             Θέλω να σας βεβαιώσω ότι από την ημέρα που σας γνώρισα, η πατρική φωνή σας και εκείνη η απέραντη αγκαλιά αγάπης, με έχουν κάνει απέραντα ευτυχισμένο. Επίσης θέλω να σας ευχαριστήσω θερμά, μέσα από την ψυχή μου, και για όσα μεγάλα μου προσφέρετε.
             Θέλω, επιθυμώ, με όλο το είναι της ψυχής μου, να σας βλέπω, να σας ακούω, να σας αγγίζω, όσο πιο συχνά μπορούν και οι γονείς μου να με φέρνουν, όπου θα βρίσκεστε εσείς.
             Σεβαστέ, αγαπημένε μας πατέρα, ζητώ την ευχή σας, και είμαι βέβαιος ότι νοερά θα φτάνει στην ψυχή μου τη στιγμή που θα διαβάζετε αυτές τις γραμμές, κλέβοντας λίγο από τον  πολύτιμο χρόνο σας.
             Σας ευχαριστώ θερμά.
             Νεκτάριος
               Με όλα αυτά, τον Νεκτάριο δεν μπορείς να τον λυπηθείς. Ούτε τον φοβάσαι. Αισθάνεσαι ότι έχει ανεξάντλητα αποθέματα αντοχών. Τίποτα δεν μπορεί να τον λυγίσει. Απλά, τον θαυμάζεις. Θαυμάζεις το πρόσωπο και τη δύναμη της ανθρώπινης φύσης, αλλά και την ετερότητα της θεϊκής λογικής. Αυτός αντέχει κι άλλα. Και ο Θεός επιτρέπει πολλά…
              Πριν από λίγο καιρό, εντελώς ξαφνικά, ο πατέρας του έφυγε από αυτόν τον κόσμο, από καρδιακή ανακοπή, αφήνοντάς τον χωρίς το στήριγμα της πολύτιμης παρουσίας του, φορτωμένον από ανησυχίες για το μέλλον του, να σηκώνει με ανυπολόγιστη κατάθεση πνευματικής δυνάμεως, πίστεως και αξιοπρέπειας, τη νέα ξαφνική… «αδικία» του. Δεν αρκούσε το υπόλοιπο δράμα του; Τί χρειαζόταν αυτό το απρόσμενο πικρό συμπλήρωμα; Αυτός έχει τόσο φιλότιμο! Τί θα πείραζε ένα βραβείο παρηγοριάς σε έναν τόσο άριστο μαθητή του πανεπιστημίου του πόνου και της δοκιμασίας; Τελικά δεν πληγώνει τόσο το συμβάν, όσο το αίσθημα της αδικίας. Δεν υποφέρεις τόσο από το τι, όσο από το γιατί. Ο Νεκτάριος άξιζε καλύτερης τύχης.
              Αυτός όμως πορεύεται σταθερά. Επιμένει να σκέφτεται και να λειτουργεί σε άλλες συχνότητες. Τα γιατί δεν τον βασανίζουν καθόλου. Περιμένει ταπεινά στον παρονομαστή του κλάσματος των απαιτήσεων και των δικαιωμάτων αυτής της ζωής, βεβαιώνοντας όλους με το ήθος του, ότι η θέση του είναι στον αριθμητή της βασιλείας του Θεού, μαζί με αδικημένους αγίους, με ματωμένους μάρτυρες, με διωγμένους ομολογητές, με δοξασμένους αδικημένους, με το «εσφαγμένον αρνίον» της Αποκαλύψεως, με τον Βασιλέα της δόξης Εσταυρωμένον. Το πρόσωπό του τώρα βγάζει μυστικό μεγαλείο, ιερή έκφραση, μαρτυρική δόξα. Και ο λόγος του αναδίδει υπερκόσμια ελπίδα, ανερμήνευτη χάρι, άλλης διάστασης χαρά. Λάμπει «ωσεί πρόσωπον αγγέλου» (Πράξ. στ’ 15).
             Είναι φοβερό! Πώς αυτοί οι άνθρωποι δεν έχουν τα ίδια ερωτήματα με μας μέσα τους; Πάντα χαμογελαστοί, πάντα χαρούμενοι, πάντα μεγαλειώδεις. Ίσως τελικά για τον Θεό, η τραγικότητα του θανάτου ή μιας αναπάντεχης δοκιμασίας, να μην ζυγίζει το ίδιο με τη δική μας ζυγαριά. Ίσως γι’ αυτόν τον λόγο, οι άγιοι εκφράζονται με προκλητικά θετικό τρόπο για τους πειρασμούς, τις θλίψεις και τις δοκιμασίες. «Δόξα τω δεσπότη, τω εν φαρμάκοις στριφνοίς, την τρυφήν της υγείας προσάγοντι», γράφει ο μέγας ασκητής και ησυχαστής αββάς Ισαάκ (Ασκητικά, σ. 199). Ονομάζει τρυφή της πνευματικής ζωής τα πικρά φαρμάκια. Μέτοχοι αυτής της λογικής και εμπειρίας, κάποιοι συνάνθρωποί μας, μεταμορφώνουν τις φοβερές δοκιμασίες τους σε εξωτερική μόνον εικόνα, με περιεχόμενο όμως αδύναμο να καταστρέψει την ευτυχία της ψυχής τους και με τη ζωή τους, αναδίδουν την αίσθηση μιας μυστικής τρυφής, ενώ με τον λόγο τους εκφράζουν μια συνεχή και βαθειά δοξολογία.
              Δεν μπορώ να αντισταθώ στον πειρασμό να κάνω μία μικρή αναφορά σε έναν από τους καλύτερους φίλους μου και ίσως μοναδικό πνευματικό δάσκαλό μου. Παλιός ποδοσφαιριστής της Εθνικής. Πρωταθλητής και προπονητής στο δέκαθλο. Χάρισμά του να διαλέγει τα ταλέντα. Αποφασίζει να παντρευτεί. Τον βοηθάει το χάρισμα. Βρίσκει μια θαυμάσια κοπέλα. Παντρεύονται και ακριβώς σε ένα μήνα καρφώνεται με το μηχανάκι του σε μια κολόνα. Επτά μήνες σε αφασία. Όλες οι λοιμώξεις επάνω του. Τις αντιμετωπίζει επιτυχώς. Σταδιακά συνέρχεται. Ανατρέπει τα ιατρικά προγνωστικά. Ανοίγει τα μάτια. Αρχίζει να μιλάει. Σηκώνεται. Στον χρόνο επάνω περπατάει. Κάπως ιδιόμορφα. Νέες εγχειρήσεις αποκατάστασης. Δεν το βάζει κάτω. Πανελλήνιος πρωταθλητής κολύμβησης στην παραολυμπιακή ομάδα.
             -Είμαι πανευτυχής. Δόξα τω Θεώ. Όλα τέλεια.
              Αυτό συνέχεια επαναλαμβάνει. Καταστράφηκε η περιουσία του, έχασε το επάγγελμά του, γκρεμίστηκε το μέλλον του, παρέλυσε ο κόσμος των στοιχειωδών ανέσεών του, φτώχυνε εξωτερικά η οικογενειακή προοπτική του. Έγινε όμως πιο αληθινή η ζωή του, πιο αυθεντική η σχέση  με τη γυναίκα του, πιο βαθειά η κοινωνία του με τον Θεό. Μηδενίστηκαν τα παράπονα, τα άδεια λόγια, οι άσοφες επιλογές.
             Ο Γιάννης παραμένει κοντά μας για να μας εμπνέει σε μια άλλη πορεία, να μας πείθει σε μια άλλη λογική, να μας διδάσκει έναν άλλον Θεό. Τον Θεό που δεν φαίνεται με την πρώτη ματιά στα γεγονότα, αλλά αποδεικνύεται πάνω στη ματιά και τον λόγο κάποιων «άτυχων» και σπάνιων ανθρώπων. Κάποιων ανθρώπων που ο οδοστρωτήρας των δοκιμασιών τσαλάκωσε το σώμα τους, δεν κατάφερε όμως να συνθλίψει την ψυχή τους. Ο δικός της οδοστρωτήρας έκανε συντρίμμια τον ορθολογισμό και τη στενοκαρδία του σύγχρονου ανθρώπου.
             Να προσθέσω και ένα τέταρτο περιστατικό.
             Πάνε δέκα χρόνια που γνώρισα μια κοπέλα κοντά στα σαράντα. Ψυχή καθαρή. Βλέμμα διάφανο. Πίστη βαθειά. Εκκλησιαστικό στήσιμο μη εμφανές. Η καλωσύνη αποτυπωμένη σε όλα τα μέρη του προσώπου της, στις κινήσεις της, στις εκφράσεις και στη χροιά της φωνής της.
             Με αρκετά χρόνια καθυστέρηση φέρνει στον κόσμο ένα κοριτσάκι με βαρειά συγγενή καρδιοπάθεια, εμφανή υδροκεφαλία, ανισοσκελία και ενδεχόμενη νοητική υστέρηση. Ο άντρας της επιμένει κάπου να το εγκαταλείψουν. Επιμένει αφόρητα. Την απειλεί ότι θα την αφήσει. Αυτή με κανέναν τρόπο δεν αντέχει στη σκέψη. Την παρατάει και φεύγει. Μένει μόνη, συντροφιά με τον ασήκωτο σταυρό της. Προβλήματα οικονομικά, κοινωνικά, προσωπικά ανυπέρβλητα. Εργάζεται ως παρασκευάστρια στο Νοσοκομείο Παίδων. Πάνω στο δράμα της σπάει η λογική της. Ανοίγει η καρδιά της. Ξεπερνά τη φύση της και παραβιάζει τη λογική μας˙ τη λογική του κάθε ανθρώπου. Τότε για πρώτη φορά συνειδητοποιεί ότι δεν είναι  μόνη η δική της περίπτωση. Υπάρχουν και άλλα παιδάκια με ανάλογα προβλήματα, που φτάνουν στα νοσοκομεία, εγκαταλελειμμένα από τους γονείς τους.
              Αποφασίζει και κάνει την πιο «τρελή», πολύ αυθόρμητη και λογική γι’ αυτήν κίνηση. Ύστερα από πολλές ταλαιπωρίες τα καταφέρνει. Μαζί με το δικό της παιδάκι, αναλαμβάνει να μεγαλώσει και δύο ακόμη παιδιά, ένα με σύνδρομο Down και ένα με μυϊκή δυστροφία. Χάνει τον σύζυγό της και γίνεται μάνα τρεις φορές. Αληθινή μάνα και πολύ μάνα.
              -Εγώ δεν είχα πίστη να εξηγήσω γιατί ο Θεός επιτρέπει αυτά τα δράματα, λέει. Το έλλειμμα της πίστης μου αποφάσισα να το καλύψω με πλεόνασμα αγάπης, που τη βρήκα να κοιμάται μέσα μου. την ξύπνησα και προχώρησα. Απλά, ο Θεός μου δίνει και τη δύναμη να τα βγάλω πέρα. Και δεν μου δίνει μόνο δύναμη˙ μου δίνει καθημερινά θαύματα. Αν με ρωτήσετε γιατί το επιτρέπει, δεν γνωρίζω την απάντηση. Αυτό που γνωρίζω είναι ότι υπάρχει και ότι είναι γεμάτος αγάπη πολλή και μεγάλη. Από αυτήν παίρνω και εγώ. Δοξασμένο το όνομά Του!
              Τα παιδάκια πηγαίνουν όλα πολύ καλά. Συνεχώς διαψεύδουν τους γιατρούς τους. Να δείτε τον Κωστάκη μου με το Down, είναι ένα κουκλί. Μεγάλη ευλογία του Θεού! Κάνω εγώ ό,τι μπορώ και ο Θεός συμπληρώνει. Να δείτε τι λόγια μου λένε. Όλη η σοφία του Θεού είναι επάνω τους. Τώρα που έχουν λίγο μεγαλώσει, αισθάνομαι ότι έχω την καλύτερη οικογένεια. Δεμένη με αγάπη και ειλικρίνεια. Δεμένη με την ευλογία του Θεού. Έχει κόπο, έχει πόνο, αλλά κυριαρχεί η αληθινή χαρά. Αυτοί που απορρίπτουν αυτά τα παιδιά, διώχνουν την πιο λεπτή ευλογία του Θεού.
             Πράγματι, πολλές φορές μέσα σε τέτοια παιδιά, που τα περιφρονεί ο ορθολογισμός και η σκληροκαρδία της εποχής και του πολιτισμού μας, βλέπει κανείς να αναπαύεται ο Θεός. Αλλά πάλι, μέσα στη δοκιμασία τους, μας διδάσκουν θαυμαστά.
              Θυμούμαι τη Μυρτώ. Ένα μικρό χαριτωμένο κοριτσάκι. Προσβλήθηκε από οξεία λευχαιμία. Με απαράμιλλη σιωπή και υπομονή, με ένα γλυκύτατο βλέμμα που εξέπεμπε συνεχώς το χλωμό προσωπάκι της, αντιμετώπιζε τις πιο επιθετικές θεραπείες που της έκαναν. Κι όσο ήταν αυτή ανεκτική, τόσο κατέρρεαν οι γονείς της, που σταδιακά έχασαν μαζί με τις ελπίδες τους και τα τελευταία ψήγματα της πίστεώς τους. Δεν ήταν άνθρωποι πιστοί ούτως ή άλλως. Κάτι όμως υπήρχε μέσα τους. Την είχαν στείλει και σε καλό σχολείο. Είχε μια δασκάλα που την υπεραγαπούσε. Κάθε φορά πριν κοιμηθεί έκανε το σταυρό της λέγοντας˙ «Σταυρέ του Χριστού, σώσον ημάς τη δυνάμει Σου». Έτσι της είχε πει η δασκάλα.
              -Γιατί κάνεις το σταυρό σου; Ρωτούσε η μητέρα της.
             -Για να μου δίνει δύναμη ο Χριστός, απαντούσε. Έτσι μας είπε η κ. Παρασκευή στο σχολείο.
              -Δεν του λές καλύτερα να σε κάνει καλά;
             -Δεν χρειάζεται, αφού μου δίνει δύναμη και χαρά.
              Οι γονείς δεν επέμειναν. Δεν καταλάβαιναν και πολλά. Καθώς όμως προχωρούσε η ασθένεια, τα έβαλαν με το Θεό. Παρά ταύτα δεν μπορούσαν να τα βάλουν με το παιδί, που συνέχισε να κάνει τον σταυρό του και να λέει προσευχούλες.
             Η Μυρτώ πέθανε οκτώ χρόνων, ζητώντας από τη μητέρα της να της πει το «Πάτερ ημών», γιατί αυτή δεν μπορούσε πλέον. Άφησε την κούκλα από την αγκαλιά της, σταύρωσε τα χεράκια της και ζήτησε την προσευχή. Η μητέρα της δεν μπόρεσε να της χαλάσει το χατίρι. Το έκανε με λυγμούς. Άφησε τη λογική των επιχειρημάτων και των αποδείξεων, του στενού μυαλού  και της σκέψης και λειτούργησε στον κόσμο του παιδιού της. Μαζί με τα δάκρυα από τα μάτια της, έβγαλε και πίστη από την καρδιά της. Καθώς έχανε τη Μυρτώ, κέρδιζε τον Θεό. Η κορούλα της είναι η πνευματική της μητέρα. Θυμήθηκε τα λόγια της. Δεν είχε το παιδί της ζωντανό στην αγκαλιά της. Είχε όμως δύναμη, αντοχή και χαρά.



Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |