Θεωδορήτου Ιερομονάχου Αγιορείτου
Όταν οι Φύλακες προδίδουν
Δεκαετίες τώρα τό Οικουμενικό Πατριαρχείο εμπαίζει τούς Άγιορείτας. Ένώ προδίδει τήν ’Ορθοδοξίαν, συγχρόνως εγκωμιάζει —εύκαιρίας δοθείσης— καί τάς ορθοδόξους Παραδόσεις σέ έπιστολές της προς αυτούς, οι όποιοι αφορμή ζητούν νά δικαιολογήσουν τό Φανάρι, ώστε νά μή πάρουν θάρρος οι Ζηλωταί! ’Έτσι έπι δεκαετίες παίζεται ένα διπλό παιχνίδι εις βάρος τής ’Ορθοδοξίας· τό Φανάρι κοροϊδεύει τούς 'Αγιορείτας καί οί Αγιορεΐται τόν λαόν του Θεού, έλαχιστοποιοΰντες τΙς κακοδοξίες τής Κωνσταντινουπόλεως καί μεγαλοποιουντες τάς άτελείας του άνθενωτικοΰ μετώπου. Καί όχι μόνον αυτό, άλλα διώκουν καί τούς συμμοναστάς των ζηλωτάς πατέρας, προσφέροντες οΰτω «λατρεία τω πατριάρχη των»... Εϊμεθα όμως περίεργοι πώς θά δικαιολογήσουν τήν πλήρη άναγνώρισιν του Παπισμού καί τής Ούνίας ώς «άδελφών έκκλη-σιών» στό Μπελεμέντ του Λιβάνου τόν ’Ιούνιον του 1993!
«Αδελφές», λοιπόν. Εκκλησίες πλέον ό Παπισμός καί ή ’Ορθοδοξία! Αλλά τό κακό έχει καί συνέχεια. «Αδελφές ’Εκκλησίες» άνεγνωρίσθηκαν καί οί Ούνιτικές, οί όποιες κατά δηλώσεις των πατριαρχικών στήν Ρώμη (1991), καί στό Φανάρι (1992) έχουν δικαίωμα ύπάρξεως, ένώ ή Κων/λις από τόν Μάϊον του 1992 «έστειλε αντιπρόσωπό της σέ Ουκρανική Σύνοδο Ουνιτών στήν Λεόπολι τής Ουκρανίας, ό όποιος έργω καί λόγφ διεσάλπισε καί τό δικαίωμα ύπάρξεως των Ούνιτών, καί τήν πλήρη έκκλησιαστικότητα αύτών, καί τήν ταύτισι Ούνιτών καί ’Ορθοδόξων»! («’Ορθόδοξος Ένη-μέρωσις», Σεπτ. /93, σ. 36).
Ό έπίσκοπος αύτός είναι ό Σκοπέλου Παγκράτιος, Ούκρανικής καταγωγής, ύπεύθυνος των Ούκρανικών ’Ορθοδόξων ενοριών ’Αμερικής και Καναδά. Ούτος έξεφώνησε λόγον εις τον Καθεδρικόν Ναόν του Αγίου Γεωργίου (26.5.92), τόν όποιον προσφάτως είχαν άρπάξει βιαίως οι Ούνΐται από τούς ’Ορθοδόξους! Ό λόγος του ανατρέπει καθ’ ολοκληρίαν «τήν ιστορικήν άλήθειαν περί τής Ούκρανικής Ούνίας καΐ τής επιβολής της κατά τήν περίφημο «ένωτική» -προδοτική Σύνοδο τής Βρέσδης (1596)· κηρύττει ούνιτική ομολογία- αποδέχεται πλήρως τήν παπική εκδοχή περί Ούνίας· δέν εύρίσκει τίποτε πού νά χωρίζει ’Ορθοδόξους καΐ Ούνίτας· εγκωμιάζει σέ ύψηλούς τόνους τούς Ούνίτας καΐ τή «μαρτυρία» τους· αναγνωρίζει πλήρως τήν έκκλησιαστικό-τητα των Ούνιτών ισοπεδώνει τά πάντα..» (Αύτ, σ. 39).
Χαρακτηριστικώς άναφέρουμε τήν κατάληξιν του λόγου: «Αγαπητοί αδελφοί. Είναι ή πρώτη φορά εδώ καΐ τετρακόσια χρόνια, όπου ένας ιεράρχης τής Κωνσταντινουπόλεως σάς άπευθύνει τόν λόγο, σέ σάς τούς Έλληνο-Καθολικούς Ίεράρχας τής ’Εκκλησίας του Κίεβου. Διατηρείτε ένα εκκλησιαστικό θησαυρό, ό όποιος άνήκει σέ όλους μας. Ή Σύνοδός σας είναι ό κληρονόμος τών μητροπολιτών του Κίεβου. Ή δομή σας δίνει τήν δυνατότητα άποκαταστάσεως τής διηρημένης Κιεβικής μας ’Εκκλησίας. Γιά τόν λόγο αύτό έ'χετε μεγάλη εύθύνη. Ή Μεγάλη ’Εκκλησία τής Κωνσταντινουπόλεως πάντοτε προσπαθούσε, όσο τό δυνατόν, νά βοηθή τούς Ούκρανούς. Είναι έτοίμη νά βοηθήση τήν Ούκρανία σήμερον. ‘Ήμουν ιδιαιτέρως εύτυχής, διότι προσευχηθήκαμε μέ σάς κατά τήν διάρκεια τής Συνόδου αύτής...»! (Αύτόθι).
’Ιδού τό κατάντημα τών Φαναριωτών! Καθαρό ξεπούλημα ’Ορθοδοξίας, ένώ συγχρόνως διατυμπανίζουν ότι άγωνίζονται κατά τής Ούνίας και μόνο μετά τήν κατάργησίν της θά συνεχισθή ό Θεολογικός Διάλογος μέ τήν Ρώμην!.. ’Ώ τής υποκρισίας! 'Έως πότε, άδελφοί ρασοφόροι του νέου ήμερολογίου, κληρικοί καΐ μονάζοντες, θά έμπαίζεσθε καΐ θά εμπαίζετε εαυτούς και τά ποίμνιά σας; Ιδού, ήλθε πλέον ή ώρα νά άντιληφθήτε και σεις, έ'στω πολύ καθυστερημένα, ότι τό Πατριαρχεΐον δεν γυρίζει πίσω από την προς τάς άγκάλας τού Παπισμού πορεία του, καί όσοι τό ακολουθούν ύποχρεωτικώς θά γίνουν Ούνΐται! Καί αυτό θά είναι θανατηφόρο καί άδικο για τις ψυχές σας, διότι γνωρίζουμε πολλούς από σάς, ώς και άπό τό τάγμα των μοναζουσών, ότι δεν επιδοκιμάζετε τάς προδοτικάς αύτάς ένεργείας. Ναί, αλλά αρκεί αυτό; Ούδέποτε, ούδαμώς! Πάντοτε στό παρελθόν, μόνον ή πράξις διέσωσε την τής ’Ορθοδοξίας αλήθειαν, ή πράξις τής άντιδράσεως και άρνήσεως νά κοινωνήση ό ορθόδοξος ρασοφόρος ή λαϊκός μέ την αΐρεσιν. Οί λόγοι έ'χουν την θέσιν τους σάν διαμαρτυρία στην αρχή τού κακού, μήπως καί οί κακοδο-ξοΰντες συνέλθουν, ή πλανώμενοι γνωρίσουν τήν άλήθειαν καί μετανοήσουν. Έφ’ όσον όμως έχουν παρέλθει δεκαετίες καί ή κακοδοξία προά’γεται καί θριαμβεύει, μέ ποιο δικαιολογητικό θά συνεχίσετε νά διαμαρτύρεσθε μή άκουό-μενοι; Διατί λησμονείτε τό τού άγίου Θεοδώρου τού Στουδίτου τού «άτρομήτου όμολογητού των θεανθρωπίνων όρθοδόξων αληθειών» κατά τόν Ί. Πόποβιτς, ότι: «Εχθρούς γάρ ό Χρυσόστομος, ου μόνον τούς αιρετικούς, αλλά καί τούς τοΐς τοιούτοις κοινωνοϋντας μεγάλη καί πολλή τή φωνή άπεφήνατο»; «Διό ύπομιμνήσκω, ώς ελάχιστος άδελφός καί τέκνον, μή σιγήσωμεν, ΐνα μή ύπόδειγμα τοΐς λαϊκοΐς προτιθέμενοι αίρέσεως καί αιρετικής συγκοινωνίας, τής ύπέρ αυτών απώλειας λόγον ύφέξομεν» (Αυτ. 1129 C).
Μή σάς ρίχνουν στάκτη στά μάτια μέ τήν πρόφασι ότι ή Έλλαδική Εκκλησία δέν μετέσχε τού τελευταίου Θεολογικού Διαλόγου μέ τήν Ρώμην. Έσκεμμένως έμεθοδεύθη ή άπουσία της, διά νά μή έπαναληφθοΰν αί διαμαρτυρίαι, ώς έγένοντο έπί Μονοφυσιτών. Έάν δέν συμφωνούν, διατί δέν τό διακηρύττουν; Διατί τά δημοσιογραφικά των όργανα, όχι μόνον δεν καταδικάζουν την άπόφασιν Ιούδα του 1993 είς Λίβανον, άλλα ούτε καν την αναφέρουν; Διατί σιγοϋν οί ραδιοφωνικοί τους σταθμοί, οί λαλίστατοι κατά των Παλαιοημερολογιτών; 'Απλούστατα διότι την έχουν άπο-δεχθή, ως άπεδέχθησαν καΐ την του 1990 διά τούς Μονοφυ-σίτας. Θά έπανέλθωμεν όμως, διότι μόλις τώρα αρχίζει ό επίλογος τής ένώσεως, πού άρχισε με την άρσιν των άναθεμάτων τό 1965.1/’94
«ΠΑΝΤΑΧΟΥ ΑΕI ΦΥΑΑΚΤΕΟΝ ΗΜΙΝ, ΜΗ, ΠΡΟΦΑΣΕΙ ΜΙΑΣ ΕΝΤΟΑΗΣ ΕΤΕΡΑΝ ΦΑΝΩΜΕΝ ΚΑΤΑΑΥΟΝΤΕΣ»
A γαπητή Μαρία, χαϊρε έν Κυρίω.
ΚαΙ τό νέο σου γράμμα μου προκάλεσε άθυμία, διότι δέν μπόρεσες μέχρι σήμερα νά έκτιμήσης δεόντως την άξίαν τής ορθοδόξου ομολογίας καΐ του καθαρού θυσιαστηρίου της, πού δέν τό μολύνει ή κοινωνία μέ τήν αϊρεσιν. Στην έποχή μας αύτό τό θυσιαστήριον λάμπει όπως ή καθαρότης τής παρθενίας, ενώ ή αδιάφορος κοινωνία μετά των οίκουμενιστών όμοιάζει μέ τον γάμον πού μολύνει ή του τρίτου προσώπου παρεμβολή...
Θά προσπαθήσω όμως μέ τάξη νά έκθέσω τις σκέψεις μου, διότι τό θέμα αύτό είναι σοβαρό καΐ άπαιτεΐται πολλή προσοχή έκ μέρους σου προκειμένου ν’ άντιληφθής τήν σοβαρότητα τής πτώσεως των κληρικών, πού κοινωνοΰν μέ τήν σύγχρονη αϊρεσιν, τον οίκουμενισμόν.
Πολλοί κληρικοί στις ή μέρες μας μέ βίον ένάρετον καΐ άξιόλογον δράσιν, ενώ άναγνωρίζουν ότι ή εκκλησία τους δέν πορεύεται καλώς, συνεχώς έναγκαλιζομένη τήν αϊρεσιν και άδελφούς θεωρούσα τούς αιρετικούς, έν τούτοις παραμένουν «έντός» τής εκκλησίας, ώς λέγουν, διότι μακράν αύτής πιστεύουν ότι δέν θά μπορέσουν νά προσφέρουν καμμία διακονία στον λαόν τού Θεού.
Έν πρώτοις «έντός» έκκλησίας δέν είναι ό κοινωνών μέ έπισκόπους καΐ ίερεϊς, άλλά ό έν άληθεία ’Ορθοδοξίας πορευόμενος. «Οι τής άληθείας τής Έκκλησίας είσί»,
γράφει ό μέγας Γρηγόριος ό Παλαμάς. Συνεπώς όταν μία έκκλησία κοινωνει με την κακοδοξίαν πού είναι τό ψεύδος, ό κληρικός και ό πιστός πού θέλει νά παραμείνη μακράν τής αίρέσεως, πρέπει νά διακόψη την μετ’ αύτής κοινωνίαν. Αυτό προστάσσουν οί ιεροί κανόνες και ή σεβασμία τής ’Ορθοδοξίας παράδοσις. Ό άγ. Μάρκος ό Εύγενικός συνοψίζει ώς εξής τά λεχθέντα: «'Άπαντες οί τής ’Εκκλησίας διδάσκαλοι, πάσαι αί Σύνοδοι, πάσαι αί θεϊαι Γραφαί, φεύγειν τούς έτερόφρονας παραινοϋσι και τής αυτών κοινωνίας διΐστασθαι». (P.G. 160, 105 C).
Άν τούς έρωτήσης τούς κληρικούς αυτούς τί περισσότερον θέλουν νά δουν (ώστε νά διακόψουν κοινωνίαν), απ’ δ,τι έχει γίνει μέχρι σήμερα στίς οικουμενικές συναντήσεις και προδοτικές κοινές αποφάσεις μεταξύ ορθοδόξων και παπικών καΐ μονοφυσιτών, θά δής ότι δέν έχουν τί νά απαντήσουν. ΟΛΑ ΕΧΟΥΝ ΓΙΝΕΙ. Τό φανερόν συλλεί-τουργο πού άπομένει είναι δευτερεΰον μπροστά στίς ΚΟΙΝΕΣ όμολογίες πίστεως πού έχουν υπογράψει καΐ διακηρύξει ότι ΔΕΝ ΔΙΑΦΕΡΟΥΝ καθόλου ’Ανατολικοί καΐ Δυτικοί καΐ ότι οί δύο μαζί αποτελούν τήν ’Εκκλησίαν τού Χριστού! Τό νά συνεχίζουν κατόπιν αυτών νά κοινωνοΰν μέ τούς οίκουμενιστάς επισκόπους καΐ ιερείς πού ενεργούν τά άνωτέρω, άλλά και τούς λοιπούς πού μέ σιγή τά άποδέχονται, συνιστά προδοσίαν τής άληθείας καΐ άπώ-λειαν τού ποιμνίου των. Ό άγιος Θεόδωρος είναι σαφέστατος εν προκειμένφ: «Ούδ’ άν όλα τά χρήματα τού κόσμου παρέξει τις καΐ κοινωνών εϊη τή αίρέσει, φίλος Θεού ου καθίσταται, άλλ’ έχθρός». (12Θ5 Α). Άκούς τί λέει ό "Αγιος; Καμμιά ελεημοσύνη δέν σέ σώζει, έφ’ όσον κοινωνεις μέ τήν αϊρεσιν! Συνεπώς δ,τι καΐ δσο κοινωνικόν έργον νά κάνη ένας ίερεύς έφ’ όσον συνεχίζει συγχρόνως νά κοινωνή μέ τήν αίρεσιν, τό μόνο πού κατορθώνει είναι νά όδηγή τό ποίμνιόν του στόν πνευματικόν θάνατον! Μήν απορείς. Στον πιστόν πάντοτε «μετράει» τό παράδειγμα, ό βίος. ’Εφόσον ό ποιμένας του προσκυνει και μνημονεύει τοϋ επισκόπου του, ό όποιος έπίσκοπος αποδέχεται σιωπή ρώς, η πολύ χειρότερον, επικροτεί μέ λόγον ή έργον την αϊρεσιν, τό ποίμνιον εΙρηνεύει, διότι πιστεύει ότι όλα πηγαίνουν καλά. ’Έτσι ή διαγωγή τοΰ ίερέως αύτοΰ γίνεται αιτία δύο κακών: άφ’ ενός μεν νά συμμαχή προς την αντικανονικήν πορείαν τοΰ έπισκόπου του καΐ άφ’ ετέρου νά διατηρή έαυτόν και τό ποίμνιόν του εντός τής κακοδοξούσης εκκλησίας!
Προσοχή επίσης στο έξης: Ό Θεός ουδέποτε θέλει νά παραβαίνωμε μίαν εντολήν του προκειμένου νά τηρήσωμε μιά άλλη. «Πανταχοΰ δε φυλακτέον ήμϊν», γράφει ό Μ. Βασίλειος, «μή, προφάσει μιας έντολής, έτέραν φανώμεν καταλύοντες». (ΒΕΠΕΣ, 53, 163). Ό Θεός δεν θέλει ελεημοσύνην άπό κλοπιμαία χρήματα, ούτε πραότητα πού γίνεται αιτία νά προοδεύη τό κακόν. ’Έτσι καΐ εδώ. Ή διακονία τών άνωτέρω κληρικών είναι σαν τήν θυσίαν τοΰ Κάϊν, έφ’ όσον κοινωνοΰν μέ τήν κακοδοξίαν. Οί όμολογη-ταΐ τής πίστεως τότε έδοξάσθησαν καΐ τό κήρυγμά τους διέτρεξε τήν οίκουμένην, όταν έδάρησαν και έφυλακίσθη-σαν. Δεν ένήργησαν μέ ύπολογισμούς. Μόλις συνειδητο-ποιοΰσαν τήν κακοδοξίαν, διέκοπτον τήν μετ’ αυτής κοινωνίαν. Τό έπραττον αυτό μετά χαράς και δεν έσκέπτο-ντο τί θά γίνη τό ποίμνιόν των ή τό ώραίο Μοναστήρι τους πού είχαν κάνει μέ θυσίες και κόπους πολλούς. «Διότι βλέπετε ποΰ εύρίσκεσθε», γράφει ό άγιος Θεόδωρος. Δέν είσθε έν έξορία καί διωγμφ διά τόν λόγον τοΰ Θεοΰ και τήν μαρτυρίαν αύτοΰ; Δέν λάβατε καί προηγουμένως πείραν φυλακών; Δέν χύσατε αίμα ένεκα ραβδισμών καί μαστιγώσε-ως; Μήπως δέν άπέθανον θάνατον μαρτυρικόν μερικοί έκ τών άδελφών μας; Αυτό είναι τό καύχημά μας ενώπιον τοΰ Θεοΰ και αυτό είναι τό δώρον τοΰ Θεοΰ πρός ήμάς». (Κατ. 72).
’Έχει μεγάλη σημασία έν προκειμένω ή πρόθεσις τοΰ άνθρώπου, τό κίνητρον δηλαδή τό έσωτερικόν κάθε μας
ένεργείας. Πρέπει νά είναι καθαρόν, άδολον, ειλικρινές. «ΚαΙ ό Κάϊν δώρα πρασέφερε», γράφει ό άγιος ’Ισίδωρος ό Πηλουσιώτης, «καΐ τά δώρα του ήσαν τά πρώτα πού γεννήθηκαν στο ποίμνιό του. Άλλα ό Θεός προσέχων στην κακή του γνώμην καΐ ύστεροβουλίαν δεν τά έδέχθη». (P.G. 78, 325). ΚαΙ ό άγιος Βαρσανούφιος: «’Οφείλει τό έργον είναι πάντοτε καθαρόν εάν ούν έχη τό γινόμενόν τι του ίδιου θελήματος τού ποιοΰντος, έρρυπώθη τό έργον καΐ ούκ έστιν άρεστόν τώ Θεώ» (άποκρ. 4Θ1). ΚαΙ πράγματι, πώς είναι δυνατόν νά προσβλέπη ό Θεός εύαρέστως σέ μιά διακονία πού γίνεται αΙτία νά μεγαλύνεται ή αϊρεσις καΐ οι πιστοί νά πέφτουν ώς πτηνά στήν παγίδα της έξ αΙτίας του ποιμένος των;
Γι’ αυτό, αγαπητή Μαρία, δεν είναι δυνατόν νά έπικροτήσω τήν διαγωγήν τών άνωτέρω κληρικών καΐ ασφαλώς ούτε τήν δραστηριότητα του Αγιορείτου ίερομο-νάχου π. Έφραιμ στίς Ήν. Πολιτείες καΐ τον Καναδά, τήν δημιουργίαν δηλ. Μονών υπό τούς κακοδόξους ποιμένας τών περιοχών. Και τούτο, διότι ή διακονία τού ποιμένος πρέπει νά έχη τήν πληρότητα πού άπαιτεϊ ό Θεός: νά κηρύσση έργφ και λόγφ τόν ορθόν βίον και τό άληθές δόγμα. Έάν εις ένα άπό τά δύο άποτύχη, τό αποτέλεσμα θά είναι ό πνευματικός θάνατος τού ποιμνίου του. ’Ιδού ή εν προκειμένφ φωνή τής ’Εκκλησίας. «Προσήκει γάρ, ει βουλοίμεθα καΐ γεέννης έλευθερωθήναι και βασιλείας έπιτυχείν, αμφοτέρωθεν κοσμεΐσθαι, καΐ δογμάτων όρθότη-τι καΐ βίου έπιμελεία» (Ίω· Χρυσ. όμ. ιγ'εις Γεν.).
Θά μου άντείπης, ϊσως, ότι δεν βλέπεις νά κηρύττουν κανένα στρεβλόν δόγμα οί έπίσκοποι τού νέου. Συμφωνώ, ότι διά τόν μή έχοντα θεολογικές γνώσεις δέν είναι εύκολον ν’ άντιληφθή τήν αϊρεσιν. Υπάρχει όμως και τό θέμα τής κοινωνίας μέ «εκκλησίες» διεφθαρμένων δογμάτων, οπότε εύκολα φαίνεται ή πτώσις τών κοινωνούντων μέ αυτές. Διότι, όταν εγκωμιάζουν τόν παπισμόν μέ τις δεκάδες τών
κακοδοξιών, οί δήθεν ορθόδοξοι επίσκοποι του νέου, και εν συνεχεία συμπροσεύχονται μετ’ αύτοϋ, οί δε ιερείς των τούς ακολουθούν άδιαμαρτύρητα καΐ ό λαός ακολουθεί τούς ιερείς, αύτό δέν αποτελεί προδοσίαν τής άληθείας; Είναι δυνατόν νά είναι ανεύθυνοι οί κληρικοί αυτοί πού οδηγούν τό ποίμνιόν τους στό στόμα τού λύκου; Γράφει σχετικώς ό άγιος Θεόδωρος: «Όσοι διά πρώτην φοράν άνεκαλύφθησαν ότι έκοινώνησαν με την αϊρεσιν, εάν μεν είναι ιερωμένοι, άπεφασίσθη νά σταματήσουν νά λειτουργούν... Διότι πώς θά φανή ή διαφορά των προδοσάντων τήν άλήθειαν καί μή; των άγωνισθέντων γενναίως καί των μή έπιθυμούντων ούδέν κακόν νά πάθουν υπέρ του καλού;» (1636 D).
Βλέπεις ότι ή κοινωνία συνιστά προδοσίαν πίστεως και ένταξιν στό στρατόπεδο τής αίρέσεως;
Πολύ επίσης τονίζεις στην επιστολή σου τήν πραότητα τού π. Έφραίμ καί τήν άγάπη του προς τούς άμαρτωλούς. Λεν αμφιβάλλω. ’Αλλά οί ά, τές αύτές γίνονται κακίες, όταν διακονούν τήν αίρεσιν! Τό διατί περιγράφεται ώραΐα σ’ ένα πρόσφατο βιβλίο. Σού αντιγράψω τήν σχετικήν θέσιν.
«Ενταύθα θά πρέπει νά άναφερθώμεν εν συντομία καί είς μίαν έτέραν κατηγορίαν ηγουμένων καί «θεοφορουμένων» μοναχών, οί όποιοι μή άρκούμενοι είς τάς ενταύθα ύποχρεώσεις των, περιέρχονται εσωτερικόν τε καί εξωτερικόν, και μάλιστα όπου άνθεΐ τό παλαιοημερολογητικόν στοιχεΤον, ώστε νά προκαλέσουν καί εκεί φθοράν καί σύγχυσιν στούς άπλοϊκούς άφού καί εκείνοι «μέ τό παλαιόν πάνε», καταδικάζουν τόν ΟΙκουμενισμόν, αλλά δέν διακόπτουν τό μνημόσυνον και τήν κοινωνίαν μέ τόν πατριάρχην, διά νά μή βρεθούν «εκτός Εκκλησίας»...
Οί άνθρωποι αύτοί ξέρουν νά λέγουν ωραία καί αληθινά πράγματα γιά τήν ζωή τής προσευχής καί τής άσκήσεως, άλλά όταν τούς ρωτήση κανείς γιά ζητήματα πίστέως, λέγουν ότι τά θέματα αυτά δέν κάνουν καλό στην πνευματική ζωή και ότι οι χριστιανοί δεν πρέπει νά ασχολούνται μέ αύτά. Σά νά μπορούσε νά ύπάρξη χάρις Θεού χωρίς ορθόδοξο φρόνημα... Αυτοί κάνουν τό μεγαλύτερο κακό στις άπλές καΐ καλοπροαίρετες ψυχές, τΙς όποιες πείθουν νά κλείσουν τά μάτια και νά άκολουθοϋν χωρίς ερωτήσεις «τον πατριάρχη» και τήν «Εκκλησία». Αυτοί είναι οι πιο άποτελεσματικοι σύμμαχοι τού Οικουμενισμού. Ή φοβερή αυτή αίρεση δεν θά μπορούσε ποτέ νά πιάση ρίζες χωρίς αύτούς, γιατί αυτοί αφοπλίζουν αυτούς ακριβώς πού θά μπορούσαν νά είναι οί πιο ζωντανοί μαχηταί τής ’Ορθοδοξίας» (Α. Καλόμοιρου, Τό Σύγκριμα, σ. 16).
Συνεπώς, άγαπητή Μαρία, έν καιρω αίρέσεως, τό μόνο πού έχει σημασία μαζί μέ τόν όρθό βίον είναι ή όρθή πίστις και ή μή κοινωνία μετά τής αίρέσεως. Τά κηρύγματα, αί έλεημοσύναι, ή πραότης κ.λ.π. δέν έχουν καμμία θέσι^, έφ’ όσον δι’ αύτών προδίδεται ή άλήθεια· άντιθέτως από άρεταί γίνονται κακίαι πού οδηγούν εις τήν αιωνίαν κατάκρισιν! Ταύτα πρός τό παρόν και σού υπόσχομαι νά άπαντήσω στις τυχόν απορίες σου.2/’94
ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΠΟΛΕΜΟΥΜΕΝΗ ΚΑΙ ΑΠΟΔΗΜΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ A
Α' O θεολόγος κ. Ν. Σωτηρόπουλος πού έπισκέπτεται συχνά τούς αποδήμους αδελφούς μας ’Αμερικής και Αύστραλίας, πέρυσι έδωσε διάλεκτο στόν Καναδά περί Εκκλησίας. ΕΙς αυτήν, μεταξύ άλλων, άναφέρει όρθώς, ότι κεφαλή αύτής είναι ό Χριστός, ενώ ό πιστός λαός με τον κλήρον άποτελοΰν τό σώμα τής Εκκλησίας. Έτόνισε, έπίσης, ότι ό λαός είναι «ό φρουρός τής Εκκλησίας» συμφώνως προς τήν Εγκύκλιον τών ’Ορθοδόξων Πατριαρ-χών τού 1848. Ακολούθως άνέφερε ότι εντός τής Εκκλησίας είναι ή θεία Χάρις, καΐ ότι εκτός αύτής δέν ύπάρχει σωτηρία, διότι είναι ή Κιβωτός τής σωτηρίας μας.
Μέχρις εδώ καλά. Ή συνέχεια όμως είναι άκρως θλιβερά. ΓράφομεV τούτο, διότι ενώ άπευθύνετο σε πιστούς πού θέλουν νά ύπερασπίζωνται τήν πίστη τους και οί όποιοι πολλάκις αντιμετωπίζουν οικουμενιστάς καΐ μασόνους επισκόπους, — ώς και ό ίδιος άνέφερε καθαρά σε άλλη ομιλία του στό αυτό ακροατήριο — , καΐ ότι πολλάκις οί Σύνοδοι σφάλλουν και άφορίζουν άθώους, έν συνεχεία έρχεται νά αναιρέσει τά άνωτέρω διά τών εξής; ’Εάν κάποιος, ταξιδεύει στόν ωκεανό «και βγή άπό τό πλοίο και πηδήσει στόν ωκεανό, θά τόν φάνε οί καρχαρίες». Πολύ σωστά. ΚαΙ συνεχίζει: «’Έτσι καί κάποιος πού βγαίνει άπό τήν Κιβωτόν, θά τόν φάνε οί νοητοί καρχαρίες, οί δαίμονες»! Ασφαλώς όποιος διακόψει κάθε σχέση μέ την Εκκλησία, αύτός πεθαίνει πνευματικώς και μόνον διά μετανοίας δύναται νά σωθή.
Ενταύθα όμως ό ομιλητής επρεπε νά ξεχωρίσει τά πράγματα και νά τονίσει, ότι αυτά πού λέει ισχύουν μόνον όταν ό πιστός σκανδαλίζεται γιά ηθικές παραβάσεις των κληρικών και άφήνει την Εκκλησίαν καΐ πηγαίνει στον Χιλιασμόν ή τις διάφορες άλλες αιρέσεις. Όταν όμως ό ποιμένας του κηρύσσει αϊρεσιν ή έπικροτεΐ την αϊρεσιν, τότε δεν Ισχύουν τά ανωτέρω. Τό πιστόν ποίμνιο, κλήρος καΐ λαός, πρέπει νά απομακρυνθούν τού κακοδόξου ποιμένος, αφού τόν ελέγξουν προηγουμένως μιά και δυό καΐ τρεις φορές χωρίς αποτέλεσμα. Ό λαός αύτός, όπως διδάσκουν οί ίεροι Κανόνες, απομακρυνόμενος τού θυσιαστηρίου τού κακοδόξου, ΣΩΖΕΙ την Εκκλησίαν άπό τά σχίσματα καί γίνεται άξιος πολλών επαίνων! (15ος Κανών τής Πρωτοδευ-τερας Συνόδου). Ό Σέρβος Κανονολόγος Επίσκοπος Νικόδημος Μιλάς γράφει: «Έάν Επίσκοπος ή Μητροπολίτης ή Πατριάρχης άρξηται νά διακηρύττη δημοσία επ’ Εκκλησίας αιρετικήν τινα διδαχήν άντικειμένην πρός τήν ’Ορθοδοξίαν, τότε οί ύποτασσόμενοι αύτώ κέκτηνται δικαίωμα άμα καί χρέος νά άποσχοινισθώσι πάραυτα εκείνου..., διό ου μόνον εις ούδεμίαν θέλουσιν ύποβληθή κανονικήν ποινήν, άλλά θέλουσι καί έπαινεθή είσέτι, καθ’ όσον διά τούτου, δεν κατέκριναν καί δέν έπανεστάτησαν εναντίον τών νομίμων επισκόπων, άλλ’ έναντίον ψευδεπισκόπων καΐ ψευδοδιδασκάλων ούτε καί έδημιούργησαν τοιουτοτρόπως σχίσμα εν τή Εκκλησία, άλλ’ άντιθέτως άπήλλαξαν τήν Εκκλησίαν, έν δσω ήδυνήθησαν μέτρω, τού σχίσματος καί τής διαιρέσεως». (Pravila Pravoslavve Czorve S Tumacenji-ma, II, Novi Sad, 189, 66, 290-1).
Ό όμιλητής έπρεπε επίσης νά φέρει παραδείγματα έκ τού πλουσίου θησαυροφυλακείου τής πατερικής σοφίας, ή όποία συμφωνεί άπολύτως μέ τό γράμμα καί τό πνεύμα τού ί. Κανόνος. ’Έτσι ό Μ. ’Αθανάσιος γράφει: «Πας άνθρωπος το διακρίνειν παρά Θεοϋ είληφώς, κολασθήσεται έξακολουθή-σας άπείρφ ποιμένι καΐ ψευδή δόξαν ώς άληθή δεξάμενος. (ΒΕΠ. 33, 214). ΚαΙ αλλαχού ό αυτός πατήρ; «Συμφέρον γάρ άνευ αυτών (των κακοδοξούντων) συναθροίζεσθαι εις εύκτήριον οίκον, ή μετ’ αύτών έμβληθήναι, ώς μετά ’Άννα καΐ Καϊάφα, εις την γέεναν του πυρός». (ΒΕΠ, 33, 199). Ό δε άγιος Κύριλλος Αλεξάνδρειάς γράφων προς τούς πιστούς τής Κων/λεως, οι όποιοι καΐ πρό συνοδικής άποφάσεως είχον διακσψει τήν κοινωνίαν μετά του αιρετικά κηρύσσοντας πατριάρχου Νεστορίου, γράφει: «Τοΐς δέ γε των κληρικών ή λαϊκών διά τήν ορθήν πίστιν κεχωρισμένοις, ή καθαιρεθεισι παρ’ αύτοϋ, κοινωνοϋμεν ήμεϊς. (MANSI 4, 1096). Ό δέ άγιος Χρυσόστομος είναι άκόμη έκφραστικώ-τερος: Άναφερόμενος στο άποστολικό «πείθεσθε τοϊς ήγουμένοις ήμών καΐ ύπείκετε», γράφει: «Πώς ουν Παύλος φησίν πείθεσθε τοΐς ήγουμένοις ήμών και ύπείκετε; Ανωτέρω είπών ών άναθεωροΰντες τήν έκβασιν τής άναστροφής, τότε είπε πείθεσθε τοΐς ήγουμένοις ήμών καΐ ύπείκετε.
Τί ουν φησίν, όταν πονηρός ή και μή πειθώμεθα; Πονηρός πώς λέγεις; ε1 μέν πίστεως ένεκεν φεύγε καΐ παραίτησαι· μή μόνον άν άνθρωπος ή, άλλά καν άγγελος έξ ούρανοΰ κατιών»! (όμ. λς πρός Έβρ.). Και συμπληρώνει ό άγιος Μάρκος ό Εύγενικός: «'Άπαντες οί τής Εκκλησίας διδάσκαλοι, πάσαι αί Σύνοδοι, πάσαι αί θεΐαι Γραφαί, φεύγειν τούς έτερόφρονας παραινοΰσι καί τής αύτών κοινωνίας διΐστασθαι» (Ρ. G. 160, 105C). ΚαΙ συμπληρώνει πάντα τά άνωτέρω ό πολύς Θεόδωρος ό Στουδίτης: «Διότι εχθρούς Θεού ό Χρυσόστομος, όχι μόνον τούς αιρετικούς, άλλά καΐ αυτούς πού κοινωνοΰν με αυτούς μέ φωνή μεγάλη διεκήρυξε». (P.G. 99, 1049α). ΚαΙ πρσθέτει: «Παραγγελίαν γάρ έ'χομεν έξ αύτοϋ τού Αποστόλου, έάν τις δογματίζη ή προστάσση ποιεΐν ή μάς, παρ’ δ οί Κανόνες τών κατά καιρούς Συνόδων, καθολικών τε καΐ τοπικών όρίζουσιν, άπαράδεκτον αύτόν έχειν καΐ μηδέ λογίζεσθαι αύτόν εν κλήρω άγιων». (99, 988Α). Ό ομιλητής άντιθέτως προς την ανωτέρω πατερικήν διδασκαλίαν, θεωρεί κάθε σκανδαλιζό-μενον άπό τούς κακούς ποιμένας του πιστόν «διεφθαρμένον» καΐ τον εξισώνει με τον προκαλέσαντα τό σκάνδαλον κληρικόν!
’Έτσι μέ τό κήρυγμα αυτό ό κ. Σωτηρόπουλος ήταν σά να έλεγε στούς πιστούς του Καναδά πού σκανδαλίζονται γιά τΙς κακοδοξίες τού επισκόπου των Σωτηρίου καΐ λοιπών οικουμενιστών. «Μή άπομακρύνεσθε τού επισκόπου σας, γιατί θά γίνετε κατάβρωμα των δαιμόνων»! Έγκωμιάζων μάλιστα καί τόν δρώντα εις Καναδά άγιορείτην Ιερομόναχον Έφραιμ τόν Φιλοθεΐτην, καί όνομάζων αυτόν «δεύτερον Κοσμάν Αιτωλόν», τΐ άλλο κάνει παρά νά προτρέπει τούς πιστούς νά ύπακούουν εν παντί στόν επίσκοπόν τους Σωτήριον, τόν έπαινέτην τού Βαρθολομαίου καί σύμμαχον του Στυλιανού Αυστραλίας; Διότι όταν ό π. Έφραίμ ύπακούει καί κοινωνεΐ μέ τόν Σωτήριον χωρίς νά διαμαρτύρεται καθόλου, τί παράδειγμα θά πάρει ό πιστός λαός, όταν θελήσει νά γίνει «φρουρός» τής πίστεώς του;
’Έτσι ό άτυχής λαός του άποδήμου Ελληνισμού, έχων διδάσκαλον ένα λαϊκόν(!), συνεχίζει νά ύπακούει σέ ψευδε-ποιμένες τύπου Ιακώβου, Στυλιανού, Σωτηρίου κ.λ.π., διότι φοβάται ν’ άντιδράσει. Γιατί φοβάται; Διότι θά τόν φάνε οί καρχαρίες οί νοητοί, οί δαίμονες, άφού κάθε διακοπή κοινωνίας μέ τόν ποιμένα τους θά τούς βγάλει άπό τήν Εκκλησία καί θά τούς στείλει στό στόμα των... δαιμόνων! Όποία παραποίησις τής Ίεράς Παραδόσεως! Οί μέν άγιοι Πατέρες καί οί Ιεροί Κανόνες νά έπαινούν τούς άποτειχι-ζομένους άπό τόν κακόδοξον ποιμένα τους καί ό κ. Σωτηρόπουλος νά τούς θεωρή κατάβρωμα τού Σατανά!
Εκείνος, έπίσης, ό μακάριος Κοσμάς ό Αίτωλός, πού τυγχάνει νά ήτο καί αυτός Φιλοθεΐτης, καταριώτανε τούς παπικούς, ενώ ό κ. Σωτήριος τούς έχει εν Χριστώ αδελφούς! Πώς λοιπόν κοινωνών μαζί του ό π. Έφραίμ γίνεται νέος Κοσμάς ΑΙτωλός; Διατί κ. Σωτηρόπουλε οδηγείτε τον λαόν τού Θεού στο στόμα των λύκων; Ή άπάντησις όμως είναι άπλή. Διότι άν δεχθεί ότι είναι λύκοι οι ποιμένες του πιστού λαού, και συνεπώς άφού είναι φρουρός τής Εκκλησίας πρέπει νά άντιδράσει, καΐ νά διακόψει την μετ’ αυτών κοινωνίαν, τότε πρέπει καΐ αυτός νά κόψει κοινωνίαν μέ αύτούς, θά πρέπει καί ό Γέροντας του, ό Σεβ. κ. Αύγουστΐνος νά διακόψει κοινωνίαν, πράγμα πού θά έχει ώς συνέπειαν τον διωγμόν καΐ τΙς καθαιρέσεις. Τί θά γίνουν τότε οί θρόνοι, οί άδελφότητες, τά τυπογραφεία, τά ταξίδια και ή ποικίλη δράσις; ΚαΙ μόνον άπό την στάση δλων τών Αδελφοτήτων απέναντι στην αίρεση τού ΟΙκουμενισμού, την παρούσα ομιλία τού κ. Σωτηρόπουλου καΐ τΙς τελευταίες δραστηριότητες τού γνωστού Ίβηρίτου καθηγουμένου πού ήγεΐται τής όμάδος τών έξι ήγουμένων, πού θέλουν νά καθυποτάξουν τό Όρος στόν λατινόφρονα πατριάρχην Βαρθολομαίον, αυτή καΐ μόνον ή πράξη των είναι Ικανή νά αποδείξει ότι δεν μυρίζουν ’Ορθόδοξον παράδοσιν οί άδελφότητες. Εύσεβιστικές δραστηριότητες έχουν, όχι όμως ομολογιακές... Και έτσι κοιμίζουν τόν λίγο λαόν πού άγωνίζεται καί θέλει τήν ’Ορθοδοξία τών πατέρων του νά παραμένει μέ τούς λυκοποιμένας, μή άναλογιζόμενοι τό φοβερό τους αμάρτημα, διά τό όποιον γράφει ό άγιος Μάξιμος ό 'Ομολογητής: «... άλλ’ όμολογών μέ τήν εαυτού άσθένειαν, μή άποκρύπτειν δέ τήν τού Θεού αλήθειαν, ϊνα μή ύπόδικοι γενόμενοι μετά τής τών έντολών παραβάσεως καί τής τού λόγου τού Θεού παρεξηγήσεως».
Σύνθημά τους είναι; «Πρέπει νά μένουμε μέσα στήν Εκκλησία και νά άγωνιζώμεθα γιά τήν Εκκλησία. Αυτός έχει τήν ευλογία τού Θεού. "Αν θέλης νά σωθής, δέν θά άρνηθής τήν Εκκλησίαν». Τά άνωτέρω μεταφραζόμενα σημαίνουν: "Αν θέλετε νά σωθήτε, δέν θά χωρισθήτε άπό τούς ίερεϊς και έπισκόπους σας, ασχέτως άν κηρύττουν αίρέσεις ή κοινωνούν μετά τών αίρετικών. ’Έτσι μόνον θα εχετε τήν εύλογίαν τοΰ Θεοΰϋ! ’Ιδού εν δλη τή μεγαλοπρε-πεία της ή ’Ορθοδοξία των ’Οργανώσεων...
Τό μικρόν ποίμνιο», οι οικουμενισται ποιμένες και ή οργανωμένη Εκκλησία
Οί φιλενωτικοί όμως ρασοφόροι έχουν δική τους έκκλησιολογία, βάσει τής όποιας καΐ οί αιρετικοί είναι άδελφοί και μέλη τής Εκκλησίας του Χριστού! Σ’ αύτήν τήν ’Εκκλησίαν τούς προτρέπετε κ. Σωτηρόπουλε να παραμείνουν; Λησμονείτε «ότι οί τής ’Εκκλησίας τής άληθείας εισιν» κατά τον μέγαν Παλαμάν καΐ συνεπώς χωρίς άλήθεια είναι έκτος ’Εκκλησίας, στήν ’ίδια μάνδρα μέ τούς αίρετι-κούς; Άν άκολουθοΰσαν τό σύνθημά σας οί άπ’ αίώνος ορθόδοξοι πιστοί καί κοινωνοΰσαν μέ τούς έκάστοτε κακοδόξους ποιμένας των, σήμερα θά ε’ΐμεθα.:.. είδωλολά-τραι, άφοϋ ή ύπακοή εις τούς κακοδόξους ποιμένας θά είχε μετατρέψει τήν ’Εκκλησίαν σε παγκόσμια έκθεσιν δογμάτων καί βλασφημιών! Διατί άρνεΐσθε νά υπακούσετε στο άλάθητο διδασκαλείο τής ’Εκκλησίας καί προχειρολογείτε εις βάρος τών άθανάτων ψυχών τών άκροατών σας; Ποιος καί πότε έκήρυξε όπως εσείς, ότι οί άνά τούς αιώνας μέχρι σήμερα άντιδράσαντες στήν αίρεση πιστοί καί διακόψαντες τήν μετ’ αυτής κοινωνίαν προ Συνοδικής άποφάσεως έγιναν τροφή τών... δαιμόνων; Διατί δέν άναφέρατε ούτε μία Πατερική άπόδειξη τών λόγων σας; Άλλα καί πού νά τήν βρείτε; Οί άγιοι διδάσκουν ΤΑ ΑΚΡΙΒΩΣ ΑΝΤΙΘΕΤΑ!
Πώς είναι δυνατόν ένα ποίμνιο πού θά εφαρμόσει τούς λόγους σας νά είναι συγχρόνως καί «φρουρός τής ’Εκκλησίας», αφού θά πρέπει νά κάνει υπομονή στον λυκοποιμένα του καί φθορέα τής ’Εκκλησίας; Πώς επίσης καί πότε θά θυσιασθεί ύπέρ τής ’Ορθοδοξίας καί «θά πεθάνη μυριάκις ύπέρ αυτής», όπως πολιτικώς κραυγάζετε στίς όμιλίες σας, όταν θά φοβάται νά άπομακρυνθή από τον κακόδοξον ποιμένα του, διότι θά βρεθή αύτομάτως «εκτός Έκκλη-- 211 -σίας», λεία των φοβερών δαιμόνων;
Είναι αξίωμα έκκλησιολογικό, ότι πρέπει νά ύπάρχει ταυτότης πίστεως μεταξύ Επισκόπου καΐ ’Ορθοδόξου άληθείας, όπως επίσης καΐ μεταξύ ποιμνίου και ποιμένος.
Δεν είναι, λοιπόν, τής Εκκλησίας οί κακοδοξοΰντες, ουδέ ποιμένες, «άλλά λύκοι εν προβάτου δορά φθοράν προβάτων κατεργαζόμενοι», έστω και άν τιτλοφορούνται άρχιποιμένες, παναγιώτατοι καΐ οίκουμενικοί. «Καί τοσοΰ-τον μάλλον άν καί σφών αυτών καταψεύδοιντο», συνεχίζει ό μέγας πατήρ, «ποιμένας και άρχιποιμένας ιερούς εαυτούς καλοΰντες καί ύπ’ άλλήλων καλούμενοι· μηδέ γάρ προσώ-ποις τον Χριστιανισμόν, άλλ’ άληθεία καί άκριβεία πίστεως χαρακτηρίζεσθαι μεμυήμεθα». (Γρ. Παλαμάς, Συγγράμ. Β', 627).
Διά τούτο έχει δίκηο νά γράψει ένας Ρώσος πρεσβύ-τερος: «Πολύ συχνά τό μέτρον τής άληθείας είναι ή μαρτυρία τής μειοψηφίας. Είναι δυνατόν νά είναι Καθολική Εκκλησία τό μικρόν ποίμνιον. ’Ίσως ύπάρχουν περισσότεροι ετερόδοξοι παρά ορθόδοξοι. Είναι δυνατόν νά εξαπλωθούν οί αιρετικοί παντού καί νά καταλήξη ή ’Εκκλησία εις τό περιθώριον τής Ιστορίας ή νά άποσυρθή εις τήν έρημον. Αύτό συνέβη κατ’ έπανάληψιν εις τήν Ιστορίαν καί είναι πολύ πιθανόν νά συμβή καί πάλιν... Τό καθήκον τής ύπακοής παύει όταν ό έπίσκοπος παρεκκλίνει άπό τόν καθολικόν κανόνα καί ό Λαός έχει τό δικαίωμα νά τόν κατηγορήση, ακόμη δε καί νά τόν καθαιρέση». (Γ. Φλω-ρόφσκυ. Αγία Γραφή, ’Εκκλησία, παράδοσις, σ. 71, 75).
Αυτά όμως φαίνεται ότι είναι ασήμαντες λεπτομέρειες για τόν κ. Σωτηρόπουλο, διό καί τονίζει στήν ομιλία του. «Ό πιστός διαμαρτύρεται γιά κάθε κακό πού γίνεται στήν ’Εκκλησία καί αγωνίζεται γιά νά γίνει μια καλλίτερη Εκκλησία άπό άνθρωπίνης πλευράς. Αυτός έχει τήν ευλογία τού Θεού».
Τό σύνθημά του είναι χαρακτηριστικόν: «ό πιστός διαμαρτύρεται», ουδέποτε διακόπτει κοινωνίαν μέ τον κακόδοξον ποιμένα του. «Πρέπει νά μένωμε μέσα στην Εκκλησία», τονίζει συνεχώς, αδιαφορών αν αυτή ή Εκκλησία οδηγεί στην πλάνη καΐ τήν αίρεσι διά τών ψευδοποιμένων της!
Έδώ όμως εύλογα εγείρεται τό ερώτημα: «Γιατί όμως αισθάνονται οι Χριστιανοί τόσο πολύ έντονα τήν ανάγκη νά καταφύγουν οπωσδήποτε σέ μιά διοικητικά οργανωμένη Εκκλησία; Αυτό γίνεται γιατί ή Ιστορία έχει μεγάλη δύναμη στήν ψυχή μας. Επειδή τήν Εκκλησία μέσα στούς αΙώνες τήν γνωρίσαμε οργανωμένη σέ Πατριαρχεία καί σέ Συνόδους, τήν ταυτίσαμε μέ τήν οργάνωσή της αυτήν, ξεχνώντας ότι, κατά τήν διάρκεια τών αιρέσεων, ή οργάνωση αυτή χανόταν γιά τούς Όρθοδόξους καί γινόταν τό όπλο τής κακοδοξίας εναντίον τους. Όμως στούς άποκαλυπτικούς καιρούς πού ζοϋμε, έχουμε αφήσει πιά πίσω τήν Ιστορία και μπήκαμε στήν Εσχατολογία. Ή πνευματική μας επιβίωση έξαρτάται άπό τήν συνειδητοποίηση αύτοϋ τού γεγονότος. ’Έπεσαν πιά όλα τά ιστορικά μας άντερίσματα. Ή αποστασία άλλαξε τούς ποιμένας σέ λύκους καί ή οργανωμένη Εκκλησία πού ξέραμε είναι πιά σήμερα αγέλη λύκων καί θάνατος προβάτων.Ό διάβολος είναι πιά λυμένος. Γιά νά επιβιώσουμε πρέπει νά δούμε τήν Εκκλησία στήν μυστική καί μύστη ριακή τους ούσία, γυμνωμένη άπό τήν διοικητική της όργάνωση πού γνωρίσαμε στήν Ιστορία. Στήν άρένα οι μάρτυρες γυμνοί αντιμετώπιζαν τά θηρία. Γυμνή καί ή στρατευομένη Εκκλησία τών έσχάτων καιρών θά παλέψει μαζί τους, χωρίς Συνόδους, χωρίς Πατριαρχεία, χωρίς σύνδεσμο τών κατά τόπους μικρών Εκκλησιών άλλον άπό τόν Χριστόν καί τήν κοινωνία τους μέ τήν θριαμβεύουσαν Εκκλησία». («Οι Ρίζες, Δεκ. 1982, σ. 3).
Ή αποκήρυξη τών ψευδοποιμένων
Επειδή όμως πολλάκις χρησιμοποιείται τό έπιχείρημα; «Καλώς, νά διακόψωμε κοινωνία μέ τούς λατινόφρονας, άλλά που νά πάμε; οί παλαιοημερολογϊται είναι 3-4 κομμάτια», άπαντοΰμε τό έξης. Άν δεν σάς άναπαύουν οί κληρμκοΐ του παλαιού οί όποιοι, παρά τΙς άδυναμίες καί τά πάθη τους, δέν έχουν καμμία κοινωνία πρός την αίρεση, τότε μιμηθεϊτε τά παράδειγμά τους, ώστε ίερεϊς καί πιστοί μαζί νά συγκροτήσετε τό «μικρό ποίμνιο», τήν άληθινή Εκκλησία τού Χριστού. Ή ώρα γι’ αυτό έχει σημάνει προ πολλού! Αύτό πού άπαιτεί ό Θεός άπό εμάς είναι ν’ άρνηθούμε τήν κοινωνία τής αίρέσεως· τά λοιπά θά έλθουν μόνα τους.
«Αυτή τήν άρνηση τού ψεύδους καΐ των παραποιήσεων θά τήν πραγματοποιήσουμε εκεί πού βρισκόμαστε, διακό-πτοντας άπλά κάθε κοινωνία μαζί της. Και τότε, όταν θά έχομε κάνει τό πρώτο βήμα πού περιμένει άπό εμάς ό Θεός, θά έλθει ό "Ιδιος σέ συνάντησή μας, καΐ θ’ άνοίξει τά μάτια μας, πού μέχρι τότε όνομα είχαν ότι βλέπουν, άλλά ήταν άνίκανα νά δούν τον αληθινό Χριστό. Και όταν τον δούμε θά τρέξουμε στόν πιο άκριβό μας φίλο, όπως έτρεξε ό Φίλιππος στον Ναθαναήλ, καί θά τον καλέσουμε νά έλθει νά δει κι’ αύτός... "Ετσι σχηματίζεται «τό μικρό ποίμνιο», ή μικρή τοπική Εκκλησία. Οί άληθινοί ’Ισραηλίτες βρίσκουν ό ένας τον άλλον καί έρχονται μαζί στόν Χριστό, λαϊκοί καί ίερεϊς και επίσκοποι». (Αύτόθι).
ΚαΙ διά νά καταλήξουμε συμπερασματικά. Ό σχο-λιασθείς όμιλητής τού Καναδά, άντίθετα πρός τήν ’Ορθόδοξη Παράδοση, έκήρυξε στο άκροατήριό του ύπακοή στούς οίκουμενιστάς ποιμένας του, «μέχρι νά γίνη ή ένωσις»! «Τότε, είπε, θά άντιδράσωμεν», λησμονών ή άγνοών, ότι, άφ’ ένός μεν αύτό άποτελεΐ άντιπατερική διδαχή, ώς άπεδείξαμεν, και άφ’ έτέρου, ότι αύτά πού έχουν γίνει μέχρι τώρα είναι χειρότερα ένός συλλειτούργου! Είναι έπίσημαι, γραπταί διαβεβαιώσεις καί άπό τήν πλευρά τής αίρέσεως καΐ άπό τήν πλευρά τών ’Ορθοδόξων, ότι δέν διαφέρουν!
Έρωτώμεν: μετά ποιων αιρετικών συλλειτούργησαν οι ’Άρειοι, Νεστόριοι, Εύτυχεΐς καΐ Εικονομάχοι διά νά άποκηρυχθοϋν ύπό των ’Ορθοδόξων; Δέν άπεκηρύχθησαν διά την αίρεσή των καΐ μόνον; ’Έτσι και σήμερα. Ό κηρυττόμενος συγκρητισμός είναι ή πλέον άπαισία αϊρε-σις. Οί ένωτικοι είναι συγκρητισταί. Δεν τούς ενδιαφέρει ή συγχώνευσις, άλλά ή συνύπαρξις. "Ολοι στο Θεό πηγαίνουμε, «ό καθένας άπό τον δικό του δρόμο». Αυτό τό μασονικό μοτίβο είναι ή πεμπτουσία του συγκρητισμού...».
«Ή ’Ορθοδοξία είναι ένας δρόμος, δέν είναι ’ίσως ό δρόμος. Υπάρχουν καΐ άλλοι δρόμοι εξ ’ίσου καλοί. Δέν πρόκειται νά γίνη συγχώνευση. Ό καθένας άς κρατήσει τον δρόμο του. Φθάνει νά μήν είναι φανατικός, νά μή νομίζει πώς μόνο ή ’Ορθοδοξία ύπάρχει στον κόσμο καΐ τίποτε άλλο. Νά μή νομίζει πώς μόνο οί ’Ορθόδοξοι επίσκοποι είναι έπίσκοποι καΐ οί αίρετικοί δέν είναι τίποτε. Νά μή νομίζει πώς μόνο εν Χριστώ γνωρίζει κάνεις τό Θεό καΐ ότι τόσα εκατομμύρια Εβραίοι, Μωαμεθανοί, Βουδισται κ.λ.π. είναι μακρυά άπό τον Θεόν». (Ά. Καλόμοιρου, Τό Σύγκρι-σμα, σ. 24-5).
Αύτή είναι ή αίρεση μέ τήν όποία παλεύουμε και όχι κάποια ένωση πού δέν έγινε άκόμη, τουλάχιστον έπισήμως. Είναι ή αίρεση πού κηρύσσει ύπουλα και σατανικά τήν άρνηση του Χριστού καΐ τής ’Εκκλησίας του.
’Επειδή όμως τό θέμα είναι μέγα θά έπανέλθουμε έπ’ αυτού, άφού άκούσομε προηγουμένως τΙς άντιρρήσεις τού κ. Σωτηρόπουλου. ’Ελπίζουμε δέ ότι θά μάς δοθή ή εύκαιρία νά έξηγήσουμε καΐ διά ζώσης φωνής στο ακροατήριο τών άποδήμων Ελλήνων, τό πόσον άντορθόδοξον καΐ τής ψυχικής σωτηρίας αναιρετικόν τυγχάνει νά ύπακούει σέ τέτοια κηρύγματα πού έρχονται σέ καταφανή αντίθεση μέ τήν μακραίωνα Παράδοση τής ’Ορθοδοξίας.
Και όλα αυτά γίνονται διότι ό πιστός λαός αγνοεί τά δικαιώματα καΐ τις ύποχρεώσεις του, αγνοεί τις Ιερές Παραδόσεις βάσει των όποιων ό κάθε διδάσκαλος κρίνεται άν ορθοτομεί ή καρατομεί την άλήθειαν, όπως ό κ. Σωτηρόπουλος. Είναι άδικαιολόγητρς ή στάσις του, διότι 75 χρόνια τώρα ή αίρεση χορεύει, οί γνήσιοι ορθόδοξοι αγωνίζονται και διώκονται καΐ εκείνος τούς θεωρεί... εκτός Εκκλησίας! Καί ότι σύντομα αυτός καί οί δμοιοί του θά μετανοήσουν διά τούς καρπούς τής τακτικής των είναι βέβαιον τί πταίει όμως ό άπλός λαός νά παραμένει στο στόμα των λυκοποιμένων, φοβούμενος τις απειλές του μήπως πέσει στο στόμα των... δαιμόνων; Περί αυτών όμως θά έπανέλθωμεν.6/’95
ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΠΟΛΕΜΟΥΜΕΝΗ ΚΑΙ ΑΠΟΔΗΜΟΣ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΣ B
Aγαπητέ μοι κ. Λιβανέ, πρόεδρε τής αδελφότητος: «Ό χΆ. 'Άγιος Αθανάσιος» εις Τορόντο Καναδά, χαίρετε εν Κυρίω.
’Έλαβα την «άνοικτή επιστολή» σας διά τής όποιας προσπαθείτε ν’ άπαντήσετε στον προηγούμενον «Αγιορείτην» (No 12). Πρέπει νάπονισθή εξ ύπαρχής, ότι ό διάλογος αυτός τυγχάνει ίδικής σας έπιλογής, καθ’ όσον έγώ διά γνωστού μου σάς είχα ειδοποιήσει ότι δέχομαι νά όμιλήσω στήν άδελφότητά σας, άνευ ούδεμιάς ύλικής έπιβαρύνσεως εισιτηρίων κλπ., ώστε νά γνωρίσουν οί πιστοί τήν θέσιν τής ’Ορθοδόξου Παραδόσεως διά τήν α'ίρεσιν του Οικουμενι-σμοΰ. Άπερρίψατε τήν πρότασίν μου, διότι δεν σάς άρεσε ή γραμμή του «Αγιορείτου»...
’Έχω όμως μιά απορία· δεν σάς προβλημάτισε τό ότι ό κ. Ν. Σωτηρόπουλος άπέφυγε τον διάλογον; Τό νά θελήσετε διά τής επιστολής σας νά τον ύπερασπισθήτε, έπιβαρύνει ύμάς καΐ τήν άδελφότητά σας διά δευτέραν φοράν, διότι άποδεικνύεσθε φίλος Σωτηροπούλου καί όχι τής άληθείας! Ή σχεδόν ανύπαρκτος άντίστασις έκ μέρους των νεοημε-ρολογιτών στήν α'ίρεσι του αίώνος μας, οφείλεται πλήν των άλλων, καί στον λόγο τής προσωπολατρείας πού θέτει ύπεράνω τής άληθείας τήν γνώμην του οίουδήποτε πνευματικού συμβούλου. 'Ένα άκόμη προϊόν τού όργανωσιακοΰ κήπου... Αυτό έφάνη άνάγλυφα στήν προκειμένη περίπτωσι. διότι καίτοι παρέθεσα γνώμες των άγιων Πατέρων, πού ομιλούν σαφέστατα τί πρέπει νά πράξη ό πιστός εν καιρω αίρέσεως, εσείς αδιαφορήσατε πρός αύτάς, λόγω ακριβώς τής προσκολλήσεώς σας στήν διδαχήν τού κ. Ν. Σ. καΐ τήν προκατάληψίν σας κατά τών Παλαιοημερολογιτών. Δεν έχω τήν άπαίτησιν νά γνωρίζετε καλώς τήν Ί. Παράδοσιν, αλλά έπρεπε νά εισθε «άνοιχτός» πρός πάσαν φωνήν, προκειμένου νά όδηγήτε καλώς τούς πιστούς. Με τον τρόπον πού μου απαντήσατε άποδεικνύεσθε άντιπατερικός και μεροληπτικός, ώς θ’ άποδειχθή ευθύς αμέσως.
Άντιπατερικός και μεροληπτικός
Στήν εισαγωγή τής επιστολής σας, κατηγορείτε τον «Α», διότι «σκοπός του ήταν ό αποπροσανατολισμός καΐ τών ολίγων συνειδητών χριστιανών» τής Αιασποράς, ενώ καλεΐτε τον συντάκτην του «νά λάβη μέρος στήν μάχη εναντίον τού Οίκουμενισμοΰ»! ΚαΙ αί δύο άνωτέρω προτάσεις σάς εκθέτουν σοβαρώς, διότι, άφ’ ενός μέν ό «Α» πάντοτε ύποστηρίζει τήν ορθόδοξον πατερικήν θέσιν καΐ συνεπώς δεν αποπροσανατολίζει τούς αναγνώστες του, ό δέ συντάκτης του άπό τό 1968, έργφ καΐ λόγω άγωνίζεται κατά τής αίρέσεως.
Ακολούθως επιτίθεσθε εναντίον τών Παλαιοημερολογιτών άποκαλοΰντες αύτούς «Προτεσταντικές παραφυάδες», ενώ τό θέμα δεν ήτο αυτό, ούτε εγώ έκανα προπαγάνδα υπέρ τού παλαιού· άπλώς συνέκρινα τΙς θέσεις τού κ. Ν. Σ. πρός τό πιστεύω τής ’Ορθοδοξίας. Όντως, λοιπόν, εξ αρχής έδείχθητε άντιπατερικός καΐ μεροληπτικός.
Στήν σ. 2 τής έπιστολής σας γράφετε: «Κατηγορείτε π. Θεοδώρητε τον κ. Σωτηρόπουλο ότι «προτρέπει τούς πιστούς νά ύπακούουν έν παντι στόν Επίσκοπόν τους...». Ψεύδεσθε! Ούδαμοΰ έγραψα αυτήν τήν πρότασιν. Κύριε Λιβανέ άρχίσατε κακώς... Έν συνεχεία στήν σελ. 4 μέ παρουσιάζετε νά συμφωνώ μέ τόν διακαή πόθον του Διαβόλου πού θέλει «νά σταματήση ό θεολόγος τά ταξίδια του, νά διαλυθούν οί αδελφότητες, νά κλείσουν τά τυπογραφεία καΐ νά παύση ή ποικίλη δράσις»! Κάνετε διπλοΰν λάθος! Προσέξατε τό κείμενό μου καΐ δέν θά βρήτε νά γράφω αυτά πού μέ κατηγορείτε. Πλήν τούτου, ποιός σάς είπε ότι ό Διάβολος έχει τΙς ανωτέρω επιθυμίες; Έφ’ όσον συνεχίζουν νά υποστηρίζουν την μετά των κακοδόξων κοινωνίαν, θεωροΰντες τούς «άποτειχιζομένους« «έκτος Εκκλησίας», ό Διάβολος τΙς θέλει και τΙς διατηρεί τΙς άδελφότητες. Όταν κάποτε άντιδράσουν πατερικώς καΐ εϊπουν τό όχι στην αΐρεσιν, τότε θά τις κλείση, θά διακόψη τά ταξίδια τού κ. Ν. Σ. και θά εκδίωξη τού Θρόνου τον π. Αύγουστίνον. Αύτά έγραφα κ. Αιβανέ, καΐ όχι αύτά πού έσείς μέ παρουσιάσατε ότι έγραψα.
Οί άγιοι σάς διαψεύδουν
Ή μεγαλυτέρα όμως σύγχυσις τού κειμένου σας ύπάρχει στην σελ. 5 εξ., όταν προσπαθητε ν’ αναιρέσετε την φράσιν μου: «Πρέπει νά μείνωμε μέσα στην Εκκλησία, τονίζει συνεχώς ό κ. Ν. Σ., άδιαφορών άν αυτή ή Εκκλησία όδηγεί στην πλάνη καί την αΐρεσιν διά των ψευδοποιμένων της». Είναι άδύνατον νά πιστέψετε ότι όδηγεΐσθε στην αΐρεσιν, ότι κοινωνείτε αμέσως μετ’ αυτής! Διατί όμως αυτή ή δυσπιστία; Όλοι, καΐ οί πλέον άσχετοι καΐ απλοί τό ζοϋν αύτό καΐ τό βλέπουν καΐ στην τηλεόρασιν! Επειδή όμως κοινωνεί μέ αυτήν τήν αΐρεσιν ό Σεβ. Αυγουστίνος καΐ ό Κ. Ν. Σ. δέν τό χωράει ό νους σας ότι είναι δυνατόν ν’ άληθεύη ή κατηγορία, συνεπώς ψεύδεται ό π. Θεοδώρητος! Διά τούτο, αύτός καΐ οί Παλ/ται εύρίσκονται «σέ φοβερή πλάνη πού τούς έρριψε ό πονηρός καΐ άνθρωποκτόνος διάβολος»! Άσπρο εγώ, μαύρο έσείς. Γιατί; Διότι δέν έχουμε κοινό κριτήριο άληθείας. Έγώ επικαλούμαι τούς άγίους Πατέρας και τά έργα των έσείς έπικαλεΐσθε τόν π. Αυγουστίνον καί τόν κ. Σωτηρόπουλον! Έδώ εύρίσκεται τό δράμα των σημερινών ορθοδόξων θέλουν ν’ άγωνισθοϋν μέ τά δικά τους πρότυπα, δική τους ερμηνεία των γεγονότων, μέ αποτέλεσμα νά παραμένουν εν κοινωνία πρός την κακοδο-ξίαν, τής οποίας γίνονται καΐ συνήγοροι διά τής στάσεως των!
Διά νά μου άποδείξετε, λοιπόν, ότι ακολουθείτε πατερικήν οδόν, καίτοι κοινωνεΐτε μέ τον Σωτήριον καΐ τήν λοιπή χορεία των συναδέλφων του, έπικαλεσθήκατε τήν ιστορία τής Εκκλησίας. Τό αποτέλεσμα ήτο νά τήν παρερμηνεύσετε, διότι είπαμε, προχωράτε τούς συλλογισμούς σας θεωροϋντες εκ των προτέρων ότι ήμεΐς εϊμεθα οί πλανεμένοι καΐ σεις οί σωστοί!
Έπικαλεΐσθε, λοιπόν, τό παράδειγμα του αγίου ’Αθανασίου καΐ του άγ. Μάρκου του Ευγενικού, καΐ μέ ρωτάτε: «Τί έκαμαν ό Μ. Αθανάσιος καΐ ό άγ. Μάρκος ό Ευγενικός κατά τΙς δύσκολες γιά τήν Εκκλησία έκεΐνες στιγμές; Μήπως έγκατέλειψαν τήν Εκκλησία διά νά μή έχουν κοινωνία μέ τούς ψευδοποιμένας έκείνους;» Τήν Εκκλησίαν, βεβαίως, δέν έγκατέλειψαν αυτό ήτο αδύνατον, αφού ήγωνίζοντο διά τήν άλήθεια της. Έγκατέλειψαν όμως τούς θρόνους των καΐ διέκοψαν τήν μετά των κακοδόξων κοινωνίαν, καθώς τό μαρτυρεί ό βίος των καΐ τά κείμενά τους. Σάς έρωτώ: πόσα χρόνια κυνηγούσαν οί κακόδοξοι τον Μ. Αθανάσιον, ό όποιος έκρύπτετο σέ παρθενώνες. Μονές καΐ έρημίες; Μήπως συλλειτουργούσε τά χρόνια έκεΐνα μέ τούς αίρετικούς, όπως κάνει ό Σεβ. Αυγουστίνος, ό π. ΈφραΙμ καΐ ό κ. Σωτηρόπουλος, ό όποιος εκλιπαρεί τον άρχιοικουμενιστήν Βαρθολομαίον νά τού άρη τον άφορι-σμόν; Ιδού τί συνεβούλευε τούς πιστούς του ό Μ. Αθανάσιος:
«Έάν ό επίσκοπος ή ό πρεσβύτερος, οί δντες οφθαλμοί τής Εκκλησίας, κακώς άναστρέφωνται και σκανδαλίζωσι τον λαόν, χρή αύτού έκβάλλεσθαι. Συμφέρον γάρ άνευ αυτών συναθροίζεσθαι εις εύκτήριον οίκον, ή μετ’ αυτών έμβληθήναι, ώς μετά ’Άννα και Καϊάφα, εις την γέενναν του πυρός»! (ΒΕΠΕΣ 33, 199). Αυτό πού εκείνος έφήρμοζε, αυτό καΐ έκήρυττε στό ποίμνιον. Αναφορικώς δέ μέ τόν άγ. Μάρκον γράφετε: «Μόνον όταν ύπεγράφη ή ψευδένωση διέκοψε (αύτός) καΐ άλλοι επίσκοποι την κοινωνίαν τους μετά των ύπογραψάντων αυτήν, άλλά δίχως ν’ άποσχισθουν από την Εκκλησίαν...».
Έάν γράφοντες «Εκκλησίαν» εννοείτε την καθόλου ’Ορθοδοξίαν, συμφωνούμε. Διότι θά ήτο παράλογον νά διακόψη ό άγιος κοινωνίαν μέ άλλες τοπικές ’Εκκλησίες πού δεν συμφωνούσαν πρός την ένωσιν. Αιέκοψε όμως κοινωνίαν πρός την τοπικήν ’Εκκλησίαν τής Κων/λεως καΐ δλους τούς απανταχού γης ένωτικούς, ώς σαφώς μαρτυρεΐ-ται από τούς λόγους του. «Άλλ’ ό λόγος τού Θεού καΐ ή τής άληθείας δύναμις ου δέδεται... οί περισσότεροι των άδελφών θαρρούντες στήν εξορία μου... τούς έκδιώχνουν τούς παραβάτας τής ορθής πίστεως ώς καθάρματα, μήτε συλλει-τουργεϊν αύτοϊς άνεχόμενοι, μήτε μνημονεύοντες δλως αυτών ώς χριστιανών». Ούτε στήν κηδεία του δεν ήθελε νά παρευρεθούν!
Σήμερα όμως τί συμβαίνει; Δείξατε μοι μίαν μόνον ’Εκκλησίαν από τήν καθόλου ’Ορθοδοξίαν πού νά μή κοινωνή μετά τών Οίκουμενιστών! ’Ασφαλώς δέν δύνασθε, διότι αυτό τό τηρούν μόνον οί Παλ/ται καΐ σχετικώς ή Ρ. Διασπορά (Μητρ. VITALY) ’Εφαρμόζουν δηλ. τήν κατωτέρω προτροπήν τού άγ. Μάρκου πρός τόν λαόν. «Πέπεισμαι γάρ ακριβώς, ότι όσον άποδιΐσταμαι τούτου (πατριάρχου) καΐ τών τοιούτων, έγγίζω τω Θεω και πάσι τοΤς πιστοΐς καΐ άγίοις Πατράσΐ' και ώσπερ τούτου χωρίζομαι, ούτως ένούμαι τή άλη θεία καΐ τοΐς άγίοις...» (P.G. 160, 536). Και κατωτέρω: «Φεύγετε και ύμεΐς, άδελφοί, τήν πρός τούς άκοινωνήτους κοινωνίαν καΐ τό μνημόσυνον τών άμνημο-νεύτων».
Έσεϊς φεύγετε τό μνημόσυνον τού Σωτηρίου, του χειροτέρου των ένωτικών Μητροφάνους και Γρηγορίου; ’Ασφαλώς όχι! ΚαΙ τούτο, διότι ό κ. Ν. Σ. σάς διδάσκει ότι μετά την ένωσιν πρέπει νά διακόψετε κοινωνίαν! ΚαΙ ποιος ί. πατήρ ή κανών κηρύσσει παρομοίως; Ούδείς! ΚαΙ τούτο, διότι όταν κηρύσσεται αΐρεσις, προτού νά μολύνη σύμπασα την ’Εκκλησίαν, ορθόδοξος κλήρος καΐ λαός αντιδρούν έως θανάτου και προ Συνοδικής κρίσεως, χωριζόμενοι από τούς κακοδόξους. ΚαΙ ως γράφει ό άγιος Νικόδημος έρμηνεύων τον σχετικόν κανόνα, «... οί χωριζόμενοι αυτοί, όχι μόνον διά τον χωρισμόν δέν καταδικάζονται, αλλά και τιμής τής πρεπούσής, ώς όρθόδοξοι, είναι άξιοι, επειδή, όχι σχίσμα έπροξένησαν είς τήν Εκκλησίαν μέ τον χωρισμόν αυτόν, άλλα μάλλον ήλευθέρωσαν τήν ’Εκκλησίαν από τό σχίσμα και τήν αϊρεσιν των ψευδεπισκόπων αύτών».
Συνεπώς προς τί έπικαλεΐσθε σεις μέν τό παράδειγμα τού αγίου Μάρκου, ό δέ κ. Ν. Σ. διά τού ήμερολογίου τής άδελφότητός του τό παράδειγμα τού όμολογητού λαού τής Κων/λεως τών έτών έκείνων; Οί πιστοί τής ΠόΑεως, όχι μόνον τον ένωτικόν Μητροφάνην άπεκήρυξαν, αλλά καΐ τον ιερέα εκείνον πού τόλμησε άπό μακρυά νά παρακολουθήση τήν ένθρόνησίν του!!
’Έτσι άντιδρούσαν οί αληθινοί ορθόδοξοι, κ. Λιβανέ, οί όντως άνθενωτικοί. Εσείς καίτοι δέν τούς μιμείσθε, θεωρείτε εαυτούς ακραιφνείς καΐ διακριτικούς ορθοδόξους, ήμάς δέ πού άκολουθούμεν τά άγια τού παρελθόντος παραδείγματα, «προτεστάντας» και «πλανεμένους σχισματικούς»! Μεγάλη ή άδικία σας καΐ προβλέπω ίσοτάλαντον τήν άπό Θεού δοκιμασίαν σας...
Οί τής τσΰ Χρίστου Εκκλησίας, τής άληθείας είσίν. ("Αγ. Γρ. Παλαμάς)
Καθ’ ήμάς, δλη αύτή ή σύγχυσίς σας οφείλεται στο εξής. Θεωρείτε ΕΝΤΟΣ τής ’Εκκλησίας όποιον κοινωνεί μέ τούς πατριάρχας, επισκόπους κλπ., καί άς κηρύσσουν
αιρετικά, ΕΚΤΟΣ δέ Εκκλησίας οποίον δεν κοινωνεϊ με αυτούς! Πλάνη οίκτρά, αγαπητέ μου κ. Λιβανέ! «Οι τής του Χριστού Εκκλησίας, τής άληθείας εισίν», βοά ό άγ. Παλαμάς. Άντιθέτως, δσοι δεν είναι μέ την άλήθεια, ούτε μέ την Εκκλησία είναι· «καΐ οί μη τής άληθείας δντες, ούδέ τής τού Χριστού Εκκλησίας εισίν». Αυτά τά έχω γράψει καΐ στον κ. Ν. Σ., άλλα ποιος προσέχει; «Έγώ είμι ή άλήθεια», είπε ό Κύριος, ό ιδρυτής τής Εκκλησίας και ή κεφαλή Αύτής. Όποιος είναι μέ τήν άλήθειά Του πού εκφράζει ή Παράδοσις τής Εκκλησίας μας, είναι τής Εκκλησίας Του, καΐ άς μή κοινωνή μέ τούς κακοδόξους ποιμένας της. Όταν οί Όρθόδοξοι τελικώς θριαμβεύουν στον άγώνα τους κατά τής αίρέσεως, αύτό γίνεται διότι τό μέτωπό τους, χωρίς νά κοινωνή προς τούς άντιπάλους, κατορθώνει τελικώς μετά από έτη ή δεκαετίες νά έπιβληθή, καθόσον «ούδέν Ισχυρότερον άληθείας».
Τελικά πιεζόμενος υπό τής φωνής των Ί. Κανόνων, γράφετε: «Καλόν είναι, όπως συμβουλεύουν καί οί ί. Κανόνες νά άπομακρύνωνται οί πιστοί άπό τό θυσιαστήριον τού κακοδόξου. Μέ μιά βασική προϋπόθεση όμως. Ό ποιμένας στό θυσιαστήριο τού οποίου θά καταφύγουν, νά έχη κανονική ίερωσύνη καί νά εύρίσκεται εντός τής Εκκλησίας» (σ. 8).
Καί όταν γράφετε «εντός» έννοεΐτε νά κοινωνή μέ τούς απανταχού ορθοδόξους ίεράρχας. Καί όταν ΟΛΟΙ, όπως σήμερα, κοινωνούν μέ τό θυσιαστήριο των κακοδόξων, καί όχι άπλώς κοινωνούν, άλλά καί έπικροτούν τήν άντίθετον πορεία τους, τότε τί γίνεται; Εσείς αδιαφορείτε γι’ αύτό, διότι σάς έχει μαγέψει ή διοικητική έξάρτησις άπό τούς επισκόπους καί όχι ή έξάρτησις, καί κοινωνία μέ τήν άλήθεια πού εκφράζει ή διδασκαλία τής Εκκλησίας. Διότι, ώς γνωστόν, ή Εκκλησία έχει δύο δψεις τήν θείαν καί τήν άνθρωπίνην. Ή θεία της φύσις πηγάζει εκ τού Χριστού πού είναι ή κεφαλή της, καί ή άνθρωπίνη φύσις αύτής είναι ή ίεραρχική της δομή, κλήρος και λαός.
Ώς άντιλαμβάνεσθε, τό πρωτεύον είναι νά εύρίσκεται κάνεις ηνωμένος μέ την αλήθεια τής Εκκλησίας καΐ όχι νά κοινωνή μέ τον οίονδήποτε επίσκοπον, έστω καΐ κακόδοξον, άπό φόβον μήπως εύρεθή εκτός Εκκλησίας! Γι’ αυτό καί ό άγιος Μάξιμος, όταν ήρωτήθη μετά ποίας Εκκλησίας κοινωνεΐ, άφοΰ όλαι ήνώθησαν καί συνεφώνησαν μέ τήν κακοδοξούσαν Κων/λιν, άπήντησε: «Καθολικήν Εκκλησίαν, τήν ορθήν καί σωτήριον τής εις αύτόν πίστεως όμολογίαν... ό των όλων είναι Θεός άπεφήνατο» (Ρ. G. 90, 132).
Ή Εκκλησία δεν πλανάται· πλανώνται όμως οί τής Εκκλησίας
Εσείς, άντιθέτως προς τον άγιον Μάξιμον, άναπαύ-εσθε σε μία παράστασιν πού εμφανίζει τον Κύριον νά κρατή τό Πηδόλιον ενός σκάφους (Εκκλησίας), εντός του όποίου υπάρχει ό κλήρος καί ό λαός. Άφου, λοιπόν, γράφετε, κυβερνά τήν Εκκλησίαν ό Χριστός, είναι άδύνατον νά πλανηθή! Συμφωνώ καί εγώ. Ή Εκκλησία ώς θειον καθίδρυμα αιώνιον καί άλάθητον δέν πλανάται, πλανώνται όμως οί πιστοί, κλήρος καΐ λαός! Γι’ αύτό ή κόλασις είναι γεμάτη άπό αιρετικούς καί τούς οπαδούς των, οί όποιοι προτού πλανηθούν, ή σαν καί αύτοί πλήρωμα τού σκάφους τής Εκκλησίας! Γι’ αύτό θά πρέπη πάντοτε νά διακρίνωμε τήν θείαν άπό τήν άνθρωπίνη πλευράν τής Εκκλησίας, εάν θέλωμε νά τήν έρμηνεύσωμε όρθώς. ’Εσείς όμως, όπως καί ό κ. Ν. Σ. προσφάτως (Σταυρός Αύγ. ’95, σ. 117) ενθουσιασμένος άπό τήν εικόνα πού παριστά τον Κύριον νά πηδαλιουχή τό νοητόν σκάφος τής ’Εκκλησίας, μού γράφετε: «’Ίσως ή εικόνα αυτή σάς βοηθήση νά συνειδητοποιήσετε τήν φοβερή πλάνη μέσα εις τήν όποίαν σάς έρριψε ό πονηρός καί άνθρωποκτόνος διάβολος»! (σ. 8).
Βλέπετε σε ποιο πέλαγος αντιφάσεων καί παρερμη-- 224 -νειών εύρίσκεσθε προσπαθοΰντες από ενα ατελέστατο παράδειγμα νά έρμηνεύσετε τό μυστήριον τής Εκκλησίας και ποιος είναι εντός ή έκτός Αυτής; Άν ήτο όπως τό έρμη νεύετε, 5έν θά έχρειάζοντο οί πολυετείς καΐ αιματηροί άγώνες των όμολογητών κατά των αιρετικών ή κακοδόξων, άφοΰ ό κυβερνήτης του σκάφους, ό Κύριος, σώζει τούς εν τω πλοίω. Ή θεωρία σας επικροτεί τήν θεωρίαν του απολύτου προορισμού πού συνιστά αϊρεσιν!
Σάς έρωτώ: Τί ωφελεί τόν Σωτήριον Καναδά ή τόν Στυλιανόν Αυστραλίας πού κοινωνοΰν, όπως εσείς, με τήν καθόλου «’Ορθοδοξίαν», δηλ. τήν διοικητικήν αυτής πλευράν, άφοΰ πολεμούν τήν άποκεκαλυμμένην άλήθειάν Της; Εσείς όμως αύτό επιδιώκετε! Νά είστε ένωμένοι μέ τήν απανταχού Ιεραρχίαν, άδιαφοροΰντες άν αύτή ή Ιεραρχία δέν άντιπροσωπεύει όρθώς τήν αλήθειαν τής Εκκλησίας, διά τήν όποίαν έθυσιάσθη ό Κύριος και νέφη μαρτύρων καΐ όμολογητών προκειμένου νά διατηρηθή μακράν πάσης πλάνης καΐ αίρέσεως. Δυστυχώς στήν πορεία σας αύτή σάς ενισχύουν καΐ έδραιώνουν οί πνευματικοί σας σύμβουλοι... Δέν σάς τρομάζει τό ότι ή Εκκλησία αναθεματίζει τούς αιρετικούς και μετά θάνατον καΐ συνεπώς καΐ όσους τούς άκολούθησαν; Γι’ αύτό μία είναι ή άσφάλεια ή άποτείχισις, ή διακοπή δηλ. τής κοινωνίας μετά τών κακοδόξων, ώστε άπομονούμενοι, ή νά μετανοήσουν, ή νά καταδικασθοΰν. Εσείς όμως τήν άποτείχισιν τήν θεωρείτε «πνευματικήν αύτοκτονία» μή δυνάμενος νά εννοήσετε ούτε τούς ί. Κανόνας, ούτε τά παραδείγματα τών αγίων πού τούς έφήρμοσαν.
Επιλεγόμενα
Στήν σελ. 9 γράφετε; «Συμφωνούμε καί ήμείς π. Θεοδώρητε, ότι σύμφωνα μέ τΙς άλάνθαστες προφητείες τής Γραφής, κατά τις έσχατες ήμέρες, ή Εκκλησία θά καταφύγη στήν έρημο, απογυμνωμένη από τήν σημερινή γνωστή διοικητική της οργάνωση. Διατί όμως βιάζεσθε νά τήν έξωθήσετε στήν έρημο πριν ελθει τό πλήρωμα του χρόνου καΐ πρίν δώση τό σύνθημα ό "Ιδιος ό ιδρυτής Της;»
Ώστε περιμένετε νά δώση τό σύνθημα ό ιδρυτής της! Πότε άλλοτε είς τήν ιστορίαν τό έδωσε; Ποτέ! Ό Θεός όμιλεΐ διά των άγιων Του· αυτοί συνεκρότησαν έργω καΐ λόγω τήν ίεράν Παράδοσίν της, προς τήν οποίαν όλοι μας πρέπει νά άποβλέπωμεν ώς πυξίδα σωτηρίου καί φιλοθέου πορείας. Και ή Παράδοσις αυτή δεν προτρέπει είς άποτεί-χισιν μόνον στις έσχατες ή μέρες μας, άλλα οσάκις ή αϊρεσις καί κακοδοξία κηρύσσεται γυμνή τή κεφαλή στήν Εκκλησίαν, όπως σήμερα. Εσείς όμως επιμένετε νά μάς θεωρήτε σχισματικούς, παρά τήν ύπακοήν μας στους αγίους, δι’ αυτό καί τό τονίζετε: «Μάθετε, λοιπόν, ότι ό ευσεβής κλήρος καί ό πιστός λαός δεν θά σάς άκολουθήσουν στο σχίσμα»! (σ. 10).
Καλώς! Παραμείνατε έν κοινωνία μετά των κακοδόξων παρά τάς αντιθέτους φωνάς τής Παραδόσεως· άρκεΐ πού τό θέλει ό Αύγουστΐνος καί ό Σωτηρόπουλος. Ημείς μετά του άγίου Μάρκου του Εύγενικοΰ πιστεύομεν, ότι όσον άπο-μακρυνόμεθα των ενωτικών τόσον καί προσεγγίζομεν περισσότερον τον Θεόν καί τούς αγίους Του.
Όσον αφορά τά σκάνδαλα καί τις διαιρέσεις τών Παλ/ τών, όπισθεν τών όποίων δικαιολογείτε τήν στάσιν σας, πρέπει νά γνωρίζετε τό έξης, πλήν εκείνων πού έτόνισα στο προηγούμενον άρθρον. Ότι δσο χειρότερα βαίνουν τά τών Παλ/τών, τόσο τό κρίμα θά βαρύνη τις ψυχές τών Νεοημε-ρολογιτών πού άρκοϋνται νά τούς βλέπουννάγωνιζομένους, νά τούς κριτικάρουν άσυμπαθώς, χωρίς νά άποτειχίζωνται καί αύτοί, ώστε νά δυναμώση τό στρατόπεδο τών ’Ορθοδόξων. ’Έχετε καταντήσει θεαταί τών αγώνων των, ό δέ Σεβ. κ. Αύγουστΐνος καί έπαινέτης αύτών, άποκαλέσας αύτούς «τά ΑΟΚ τής Εκκλησίας»! Με λόγια όμως δεν γίνεται κανείς όμολογητής, ούτε κλονίζει τήν αΐρεσιν άπαιτεϊται πρωτίστως ή μίμησις των άγιων, ή συνέπεια καΐ ή αύτοθυσία.
Σχετικώς με τούς συγχρόνους προορατικούς και χαρισματούχους πατέρες, πού άναφέρετε στην σ. 10 καΐ ή ϋπαρξις των όποιων σάς δίδει την βεβαιότητα ότι πορεύεσθε καλώς, έχομε γράψει ικανά σέ προηγουμένους «'Αγιορεί-τας». Πολλάκις έν τη ιστορία εύλαβέστατοι καί θαυματουργοί έπλανήθησαν, άκολουθήσαντες αίρεσιάρχας! Γι’ αύτό ας μη παρασυρώμεθα άπό τήν πορεία τού ά ή p «όρώντος»· μάς είναι άρκετή ή Παράδοσις διά νά ρυθμίσωμε τήν πορεία μας. Διατί λησμονείτε τούς λόγους τού άγίου ’Ιγνατίου τού Θεοφόρου, ό όποιος θέλων νά προφύλαξη τούς πιστούς τής εποχής του άπό τινας ψευδοδιδασκάλους έγραφε: «Πάς ό λέγων παρά τά διατεταγμένα, καν νηστεύη, καν παρθενεύη, καν προφητεύη, καν σημεία ποιή, λύκος σοι φαινέσθω έν προβάτου δορά, φθοράν προβάτων κατεργαζό-μενος». Ό δέ άπ. Παύλος διά πάντα έτεροδιδασκαλούντα, έστω καΐ άν είναι άγγελος εξ ουρανού ή ό ίδιος ό Παύλος προσθέτει: «άνάθεμα έστω»!
Τέλος σάς ευχαριστούμε διότι έγίνατε αΙτία ή διαφορά μας νά λάβη δημοσίας διαστάσεις. ’Έτσι ύπάρχει ελπίδα νά προβληματισθούν καΐ μερικαι καλοπροαίρετοι ψυχαΙ καΐ νά βρούν τήν όδόν τής όμολογίας. Τό εύχόμεθα εκ καρδίας.
Μετά τής έν Κυρίω άγάπης Ιερομόναχος Θεοδώρητος Σεπτ/ 5, 1995
Πρώτη εισαγωγή και δημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο απο το Βιβλίο:
ΘΕΟΔΩΡΗΤΟΥ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ 'Αγιορείτου
ΟΤΑΝ ΟΙ ΦΥΛΑΚΕΣ ΠΡΟΔΙΔΟΥΝ
Άρθρα καΐ σχόλια άναφερόμενα εις την αϊρεσιν του Οικουμενισμοΰ καί την μεγάλην ευθύνην των κοινωνούντων αμέσως η εμμέσως μετ’ αυτής
Εκδοσις περιοδικού «Ο ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ»
ΑΘΗΝΑΙ 2001
Η ηλεκτρονική επεξεργασία, σάρωση Βιβλίου , η επιμέλεια κειμένων και εικόνων έγινε απο τόν Ν.Β.Β
Επιτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων με αναφορά πηγής το Ιστολόγιο
ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου