Βορειοανατολικά τών Καρυών βρίσκεται ή
ρωσική Σκήτη τού Αγίου Άνδρέου, τό λεγόμενο «Σαράι». Ή Σκήτη αυτή ήταν
κοινόβιος καί είχε πάνω άπό χίλιους μοναχούς ρωσικής καταγωγής, ενώ σ’ αυτή
έμεναν επίσης περισσότεροι άπό χίλιοι Ρώσοι εργάτες, οί όποίοι δέν ήταν μοναχοί, αλλά απλώς ρασοφορούντες καί
έμεναν σάν ενοικιαστές σέ δωμάτια καί έργατόσπιτα. Αύτούς τούς έλεγαν
«Καβιώτες», άπό τή λατινική λέξη «Οθνώ». Δέν έκαναν καμμία εργασία αλλά
συντηρούνταν άπό ελεημοσύνη καί βοηθήματα, πού έδιναν οί Ρώσοι του Αγίου
Παντελεήμονα, καί άπό την ένίσχυση τών ρωσικών Σκητών τού Προφήτου Ήλιου και αυτής
τού Αγίου Άνδρέου, που μοίραζαν δύο φορές την εβδομάδα σε όλους αδιακρίτως και πολύ περισσότερο στους
Καβιώτες χρήματα, τρόφιμα και άλλα αγαθά.
Καί άσφαλώς θά είχαμε μέχρι σήμερα πολλούς
Ρώσους μοναχούς καί «Καβιώτες», αν δέν παρουσιάζονταν κατά τήν δεκαετία τού
1900-1912 ή αίρεση τών όνοματοθείστών ή όνοματολατρών, σύμφωνα μέ τήν οποία σέ
όποιοδήποτε σημείο ή βιβλίο βρίσκανε γραμμένο τό όνομα Ιησούς έπρεπε νά πέφτουν
κάτω καί μέ εδαφιαία μετάνοια νά τό προσκυνούν. Οί άλλοι έλεγαν πώς αύτό είναι
άπλό γράμμα καί δέν πρέπει νά γίνεται προσκύνηση τού γράμματος, καί μάλιστα
εδαφιαία, άλλά σύμφωνα μέ την Αγία Γραφή πού λέγει «Πνεύμα ό Θεός, καί τούς
προσκυνοϋντας αύτόν έν πνεύματι καί άληθεία δει προσκυνεΐν» (Ίωάν. δ' 24),
πρέπει νά άποδίδουμε πνευματική λατρεία στον Θεό καί όχι νά προσκυνούμε τά
γράμματα.
Ήταν δέ τόση ή φιλονικία, ή διαίρεση καί
τό μίσος μεταξύ των, πού όταν μάλωναν, άπό τον τρίτο όροφο πού ήταν τά Συνοδικά
τους τά σαλόνια καί έκαναν εκεί τις Συνάξεις, έπιαναν οί μέν τούς δέ καί τούς
πέταγαν άπό τά παράθυρα κάτω στο πλακόστρωτο καί πολλοί άπ’ αυτούς σκοτώνονταν!
Τούτο έγινε γνωστό στον Τσάρο τής Ρωσίας ό
όποίος, μέ τά πλοία πού έφερναν τρόφιμα καί άλλα άγαθά στο Άγιον Όρος άπό τήν
’Οδησσό τής Ρωσίας, παρέλαβε καί μετέφερε στά Καυκάσια όρη πολλούς άπό τούς
Ρώσους πού φιλονικούσαν καί έτσι έκείνοι συνέστησαν έκεί δικά τους μοναστήρια,
τά όποια ονόμασαν «Ρωσικός Άθως». Αυτούς τούς ξεκαθάρισαν μετά οί
έπικρατήσαντες κομμουνιστές καί τό καθεστώς τών Σοβιέτ. Μάλιστα, όταν ό Τσάρος
κατά τό 191718 έκανε άντεπανάσταση κατά τών έπικρατησάντων Μπολσεβίκων, μάζεψε
όλους τούς νέους Καλογήρους καί εκείνους πού μπορούσαν νά πολεμήσουν,
«Καβιώτες» καί μή, τούς μετέφερε στήν Κριμαία καί άπό εκεί στή Ρωσία καί τούς
παρέταξε κατά τών άθεων κομμουνιστών. Όσοι δέ άπό αύτούς έμειναν, ήσαν οί
γηραιότεροι, πού μέ τήν πάροδο τού χρόνου πέθαναν καί. έφ’ όσον λόγω τής
άλλαγής τού καθεστώτος δέν μπορούσαν νά άντικατασταθοϋν μέ άλλους νέους άπό τή
Ρωσία, σιγά σιγά έξέλιπαν. Γι’ αύτό καί ή Σκήτη αυτή (σήμερα) έχει ερημώσει καί
δέν έχει ούτε ένα Ρώσο καλόγερο-, άλλά φυλάσσεται από ενα μοναχό διακονητή τής
Ίερας Μονής Βατοπαιδίου στήν οποία ανήκει «κυριαρχικώ δικαιώματι».
Ή έρημος τής Καψάλας
Όλη ή περιοχή από τις Καρυές, από μια
μεγάλη ρεματιά, ή οποία αρχίζει να σχηματίζεται άπό τό ακρινό Κελλι «Άγιος
Γεώργιος ό Φανερωμένος» μέχρι τά σύνορα τής Μονής των Ίβήρων. τής Μονής
Σταυρονικήτα καί τη ρωσική Σκήτη τού Προφήτου Ήλιου, λέγεται «Καψάλα».
Ή Καψάλα διαιρείται σέ δυό μέρη, τό ένα
άνήκει στή Μονή Παντοκράτορος, διότι είναι στα όρια καί τήν περιοχή τής μονής
αυτής, καί τό άλλο στή Μονή Σταυρονικήτα, γιατί βρίσκεται στα όριά της.
Σ’ όλη αύτή τήν περιοχή μέχρι τό 1915
ζοϋσαν περισσότεροι άπό δύο χιλιάδες μοναχοί (τότε πού ολόκληρο τό Άγιον Όρος
είχε 1015 χιλιάδες μοναχούς, εκτός άπό τούς κοσμικούς εργάτες καί «Καβιώτες»)
Έλληνες. Ρώσοι, Ρουμάνοι, Σέρβοι καί Βούλγαροι, οί όποίοι διέπρεψαν σέ σοφία καί άρετή. Άπό τήν Καψάλα
άνεδείχθησαν πολλοί άγιοι άσκητές, ενάρετοι καί σοφοί διδάσκαλοι.
"Ενας άπό τους μεγαλύτερους άγιους
τής Καψάλας είναι ό άγιος Θεόφιλος ό μυροβλύτης, γιά τόν όποιο ή βιογραφία του
στό Μεγ. Συναξαριστή (8 Ιουλίου) άναφέρει πώς ήταν Αρχιμανδρίτης, με τό όφφίκιο
του Νοταρίου (Γραμματικού) τού Οικουμενικού Πατριαρχείου, πολύ μορφωμένος καί
σοφός διδάσκαλος. Αφορμή δέ γιά να έρθει στό «Περιβόλι τής Παναγίας» στάθηκε τό
άκόλουθο γεγονός:
Κατά τό 16ο αιώνα (1536) στήν Αλεξάνδρεια
είχε γίνει ένα μεγάλο θαύμα. Στήν Αλεξανδρινή Εκκλησία έπί 75 χρόνια Πατριάρχης
ήταν ό «Ιωακείμ ό πάνυ», δηλ. ό μέγας. Ήταν ενάρετος, ταπεινός, άπλός καί
άγαθός, πλουτισμένος μέ πολλά χαρίσματα καί κατά τή μακρά περίοδο τής
πατριαρχίας του πολλά θαύματα δΓ αυτού τέλεσε ή χάρις τού Θεού. Αφού έποίμανε
θεαρέστως τό πλήρωμα τών χριστιανών, κοιμήθηκε σέ ηλικία 135 χρόνων (ϊδε Άθ.
'Υψηλάντη, «Τά μετά τήν άλωσιν»),
Στίς ήμέρες τού ευλογημένου αυτού άρχηγού
τής Αλεξανδρινής Εκκλησίας ένας υπουργός τού Σουλτάνου τής Αίγύπτου, Εβραίος
στήν καταγωγή, διέβαλλε τους χριστιανούς ότι στό ευαγγέλιό τους λένε πολλά
ψέμματα καί διαστρέφουν μέ αύτά τούς οπαδούς τού Μουσουλμανισμού άποσπώντας
τους άπό τή θρησκεία τού προφήτη.
«Μεγαλειότατε», είπε στο Σουλτάνο ό
Εβραίος, «λένε πώς ό Χριστός ό ίδιος είπε στους μαθητές του: «Έάν έχητε πίστιν
ώς κόκκον σινάπεως καί μή διακριθήτε, ού μόνον τό τής συκής ποιήσητε, άλλα καν
τώ δρει τούτω είπητε, άρθητι καί βλήθητι εις την θάλασσαν, γενήσεται» καί «καν
θανάσιμόν τι πίωσιν, ού μή αύτους βλάψει» (Ματθ. κα' 21, Μάρκ. ιστ' 18).
Ό Σουλτάνος, που κι αυτός αφορμή ζητούσε,
διέταξε με φιρμάνι τον Πατριάρχη Ιωακείμ καί τήν Εκκλησία τής Αλεξάνδρειας να
αποδείξουν αν είναι αλήθεια αύτά πού γράφει τό εύαγγέλιό τους, καί πώς αν,
σύμφωνα με αύτά πού διδάσκουν, δεν μεταθέσουν τό βουνό πού είναι κοντά στήν
Πόλη τής Αλεξάνδρειας, διατάζοντάς το νά σταθεί στό απέναντι μέρος, θά κηρύξει
γενική σφαγή όλων τών χριστιανών.
Τό θαύμα τού «Ντούρ Ντάγ»
Ό ένάρετος καί άγιος Πατριάρχης Ιωακείμ,
πού διακρινόταν γιά τή μεγάλη του πίστη στόν Δεσπότη Χριστό καί στά αψευδή ιερά
λόγια τού Ευαγγελίου, πήγε στόν τόπο πού όρισε ό Σουλτάνος, έκαμε θερμή προσευχή
καί δέηση στόν Κύριο ήμών Ιησού Χριστό, θύμιασε προς τήν κατεύθυνση τού βουνού,
έκαμε τό σταυρό του καί είπε: «Μέγα τό όνομα τής Αγίας Τριάδος, είς τό δνομα
τού Πατρός καί τού Υιού καί τού Αγίου Πνεύματος», καί άπευθυνόμενος στό βουνό
είπε, σύμφωνα μέ τά ιερά λόγια τού Εύαγγελίου: «Έν όνόματι τού Κυρίου Ιησού
Χριστού, σήκω από τό μέρος αύτό πού είσαι καί πήγαινε νά σταθείς στήν άπέναντι
παραλία τού λιμανιού». Μέ τά λόγια αύτά τού Πατριάρχη σηκώθηκε τό βουνό στόν
αέρα γιά νά πάει νά σταθεί έκεί πού έν όνόματι τού Χριστού τό διέταξε ό
Πατριάρχης.
Ό Σουλτάνος, βλέποντας τό βουνό νά
σηκώνεται, νόμισε πώς θά έπεφτε πάνω τους καί άπό τον πολύ φόβο καί τρόμο πού
τον έπιασε άρχισε νά φωνάζει: «Ντούρ ντάγ, Ντούρ ντάγ», δηλαδή «πές του νά
σταματήσει». Καί τό βουνό, μέ προσταγή καί πάλι τού Πατριάρχη, σχίστηκε σέ τρία
κομμάτια καί έπεσε στή θάλασσα, έκεί ακριβώς πού μέχρι σήμερα βρίσκεται, στήν
είσοδο τού λιμανιού τής Αλεξάνδρειας.
Στη συνέχεια, μέ διαταγή τού Σουλτάνου,
έ'δωσαν στον άγιώτατο Πατριάρχη Ιωακείμ να πιει φοβερό δηλητήριο, μέ τήν
αυστηρή σύσταση τού Σουλτάνου να μή κάνει αύτά τα «μάγια» που κάνουν οί
χριστιανοί, δηλαδή αύτά πού λένε «Σταυρό» και σημειώνουν μέ αυτό τό σώμα τους ή
τα αντικείμενα που θά χρησιμοποιήσουν και θά μεταχειριστούν.
Ό Πατριάρχης Ιωακείμ πήρε τό δοχείο μέ τό
δηλητήριο στά χέρια του καί άφοϋ προσποιήθηκε πώς τό περιεργαζόταν, έ'κανε μέσα
του θερμή προσευχή στον Πανάγαθο Θεό καί κατόπιν γύρισε στον Σουλτάνο καί τον
ρώτησε: «Μεγαλειότατε, από πού θέλετε νά πιω αύτό τό ωραίο ποτό; Θέλετε άπό δώ;
Θέλετε άπ’ εκεί; Θέλετε άπ’ αλλού; Άπ’ όπου θέλετε θά τό πιω». Κι έτσι,
δείχνοντας μέ τό στόμα του έκαμε τό σημείο τού σταυρού μέ τό κεφάλι του, άφού
έδειξε τά τέσσερα σημεία τού δοχείου χωρίς ό Σουλτάνος νά καταλάβει ότι μ’
αυτόν τον τρόπο έκανε τό σημείο τού σταυρού.
Ό Σουλτάνος τού απάντησε: «Άπό όποιο
σημείο θέλεις, πιές το». Ό Πατριάρχης ήπιε όλο τό δηλητήριο, άφήνοντας μόνο
λίγους άφρούς στο ποτήρι, καί τότε είπε στον Σουλτάνο: «Μεγαλειότατε, τώρα μέ
τή σειρά μου νά σάς ζητήσω μιά χάρη. Θέλω, βασιλιά μου. καί εκείνος ό ύπουργός
πού έτοίμασε τό τρομερό αύτό δηλητήριο νά πιεί μόνο άπό τά ύπολείμματα αύτού
τού ποτηριού».
Ό Εβραίος ύπουργός, πού γνώριζε τή δύναμη
τού δηλητηρίου, δέν δεχόταν νά τό πιεί, άλλά κατόπιν διαταγής τού Σουλτάνου
έξαναγκάστηκε νά πιει τά ξεπλύματα τού ποτηριού πού περιείχε τό δηλητήριο κι
άμέσως μόλις τό ήπιε έσκασε καί έπεσε έπί τόπου νεκρός. Ένώ ό Πατριάρχης, πού
ήπιε όλο τό δηλητήριο, μέ τή θερμή πίστη καί δύναμη τού Χριστού, δέν έπαθε
τίποτε. ’Έτσι επαληθεύτηκαν τά λόγια τού ιερού εύαγγελίου καί θριάμβευσε ό
χριστιανισμός.
Ό Αρχιμανδρίτης Θεόφιλος
Τό Οικουμενικό Πατριαρχείο, γιά νά
βεβαιωθεί αν τό θαύμα πού είχε φημολογηθεί έγινε πραγματικά, έστειλε στήν
Αλεξάνδρεια πατριαρχική έξαρχία: τον Επίσκοπο Δυρραχίου Δωρόθεο, μέ βοηθό
τόν Αρχιμανδρίτη καί γραμματέα τού
Οικουμενικού Πατριάρχου Παχωμίου τού Α', Θεόφιλο.
Ό Θεόφιλος, άπό τό μεγάλο αύτό θαύμα τής
πίστεώς μας πού είδε, τόσο φόβο Θεού πήρε, πού έγραψε την έκθεσή του, την έδωκε
στον Επίσκοπο Δυρραχίου καί δεν ξαναγύρισε στην Κωνσταντινούπολη, άλλα πήγε στο
Άγιον Όρος καί κοινοβίασε στην Ιερά Μονή Ίβήρων.
Στο μοναστήρι· αύτό έμεινε πολλά χρόνια
καί έπειδή ήταν άριστος καλλιγράφος, καλλίγραψε όλα σχεδόν τά έκκλησιαστικά
βιβλία καί τίς Ακολουθίες τής μονής, αλλά γιά νά βρει περισσότερη ησυχία, πήγε
στην έρημο τής Καψάλας, όπου μέ τη χάρη τού Θεού άγωνίστηκε καί προόδευσε στη
νοερά προσευχή καί τήν ταπείνωση καί κοιμήθηκε όσιακά.
Ό Θεός, γιά τήν υπομονή του, τήν άκρα
ταπείνωση καί τούς άγώνες του, τόν πλούτισε μέ τό χάρισμα τού άγιου μύρου,
διότι μετά τό θάνατό του, όπως άναφέρει ό βίος του, μυροβόλησε καί μέχρι σήμερα
εύωδιάζει ολόκληρη ή εκκλησία τής Καλύβης έκείνης. πού κάτω άπό τήν Αγία
Τράπεζα έχουν θάψει τό άγιο λείψανό του, άπό τό όποιο, έπειδή ή Καλύβη πού
κοιμήθηκε ανήκει στή Μονή Παντοκράτορος. δι’ αγιασμόν τής μονής, όπως λέγουν,
έπήραν τό δεξί χέρι τού άγιου Θεοφίλου.
Ό άγιος Γεράσιμος ό νέος
Ό εύλογημένος αυτός άγιος καταγόταν άπό
τήν ένδοξη οικογένεια των Νοταράδων στά Τρίκαλα τής Κορινθίας. Γύρισε πολλά πνευματικά
κέντρα καί άγιους τόπους, καί έδώ στήν Καψάλα οί πατέρες λέγουν ότι έζησε άσκητικά πέντε όλόκληρα χρόνια κατά τά
όποια έτρωγε μόνο κολοκύθια νερόβραστα χωρίς λάδι, καί άπό τήν Καψάλα, πού πήρε
πολλά πνευματικά έφόδια, έφυγε καί πήγε στά Όμαλά τής Κεφαλληνίας, όπου έπηξε τό ασκητήριό του καί έκτισε τό γυναικείο
μοναστήρι.
Εκεί τόν έταξε ή Θεία Πρόνοια, νά είναι
φύλακας μαζί μέ τούς όμοιους του μεγάλους άγιους Σπυρίδωνα Επίσκοπο
Τριμυθούντος στήν Κέρκυρα καί Διονύσιο Επίσκοπο Αίγίνης στή Ζάκυνθο, γιά νά
είναι καί οί τρεις, στό δνομα τής Αγίας Τριάδος, φύλακες καί φρουροί τής ορθοδοξίας των χριστιανών πού κατοικούν
στα νησιά τού Ίονίου Πέλαγους και σαν φραγμός θείος να μήν επιτρέπουν να
περάσουν άπ’ έκεΐ οί κακοδοξίες καί οί αιρέσεις τής Δυτικής Εκκλησίας τού Πάπα,
τών λεγομένων Καθολικών κ.λπ.
Καί οί τρεις αύτοί Αγιοι έχουν λάβει το
χάρισμα να έκβάλλουν δαιμόνια καί να θεραπεύουν κάθε είδους άσθένεια τών πιστών
χριστιανών.
Από την άσκητική παραμονή τού αγίου
Γερασίμου στην Καψάλα, τα δαιμόνια πού εκβάλλει άπό τούς χριστιανούς τού
φωνάζουν «μάς έκαψες, Καψάλη», διότι, μέ την προσευχή του καί την παρρησία πού
έχει ό Αγιος αυτός στον Θεό, τά κατακαίει καί τα διώχνει μακριά άπό τά πλάσματα
τού Θεού.
Ό άγιος Θεωνάς Αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης
Ό φωτισμένος καί ευλογημένος άγιος Θεωνάς
άπό την Καψάλα άπέκτησε την θεάρεστη ταπείνωση καί κάθε είδους αρετή. Άπό την
Καψάλα πήγε στο Μοναστήρι τού Παντοκράτορος. όπου έγινε ηγούμενος, καί άπ’ έκεί,
γιά τη μεγάλη του μόρφωση καί την κατά Θεόν πνευματική του κατάρτιση, ή θεία
Πρόνοια τον κάλεσε νά ποιμάνει τούς χριστιανούς τής Θεσσαλονίκης, όπου κατέλυσε
θεάρεστα τό βίο του. άποσυρθείς στά γεράματά του στο Μοναστήρι τής Αγίας
Αναστασίας τής Φαρμακολύτριας, πού βρίσκεται πλησίον τής Θεσσαλονίκης, κοντά
στά Βασιλικά. Έκεΐ παρέδωσε τό πνεύμα του στον Κύριο τής δόξης καί Θεό ημών
Ιησού Χριστό, ό όποίος χαρίτωσε τό σώμα του νά είναι έπί τόσους αιώνες σώο καί
αδιάφθορο καί, προς δόξα τού έν Τριάδι Θεού, νά έκπέμπει άρρητη εύωδία.
Ό άγιος Νικόδημος ό Αγιορείτης
Στά μέρη τής Καψάλας άσκήτευσε άρκετά
χρόνια καί ό τελευταίος Διδάσκαλος τής ’Ορθοδοξίας όσιος Νικόδημος ό όποίος,
επειδή έζησε σέ πολλά Μοναστήρια τού Αγίου ’Όρους, πήρε τό όνομα «Αγιορείτης»,
διότι δέν ανήκει σέ κανένα άπό τά μοναστήρια, αλλά σέ όλους τούς αγιορείτες
πατέρες.
Στην Καψάλα έζησε με υπεράνθρωπη
έγκράτεια, ασκήθηκε σ’ όλες τις αρετές και περισσότερο έπιδόθηκε στη νοερά
προσευχή, την οποία τόσο πολύ ποθούσε ή ψυχή του. Όπως αναφέρει ό ίδιος στο
βιβλίο του «Πνευματικά Γυμνάσματα», σε μιά μεγάλη γιορτή ξεκίνησε άπό τό
ησυχαστήριό του γιά νά πάει στη Μονή των Ίβήρων, όπου γινόταν αγρυπνία, καί
κατά τή διαδρομή πέρασε άπό τό Κελλί «'Άγιος Γεώργιος», που βρισκόταν πάνω άπό
τό μοναστήρι. Στο Κελλί αυτό άσκήτευαν δέκα περίπου πατέρες καί είχαν καί αύτοί
αγρυπνία, άλλα τί είδους αγρυπνία;
Μετά την άνάγνωση τού Αποδείπνου θύμιασαν
μέσα στό εκκλησάκι τού Αγίου Γεωργίου. 'Τστερα σηκωνόταν έναςένας, πήγαινε στη
μέση τής εκκλησίας καί χαμηλόφωνα καί με πολλή κατάνυξη έλεγε τήν εύχή: «Κύριε
Ιησού Χριστέ. Υίέ τού Θεού, έλέησόν με». Τό ϊδιο έπαναλάμβαναν μέσα τους καί οί
άλλοι άδελφοί στά στασίδια τους καί με τή σειρά πήγαιναν όλοι.
Αύτό γινόταν μέχρι τό πρωί πού έγινε ή
Θεία Λειτουργία. Με τή σειρά του πήγε στη μέση καί ό όσιος Νικόδημος, ό όποίος
λέγει: «Τόση κατάνυξη καί ευχαρίστηση αίσθάνθηκα άπό τήν προσευχή καί τήν
άγρυπνία αυτή, πού δέν θά ξεχάσω ποτέ τήν άπόλυτη τάξη καί ήσυχία. Νόμιζα πώς
βρισκόμουν στον ούρανό καί υμνούσα τον Θεό μέ τούς άγιους Αγγέλους καί τά μάτια
μου γέμιζαν δάκρυα χαράς. "Ετσι έμεινα στήν άγρυπνία αύτή καί δέν πήγα στό
Μοναστήρι τών Ίβήρων».
Στήν Καψάλα ό όσιος Νικόδημος έγραψε πολλά
άπό τά βιβλία του. Μάλιστα ή Μητέρα Εκκλησία έκτιμήσασα τό πνευματικό έργο, τις
άρετές καί τά χαρίσματα τού φωτισμένου αύτού όσιου, έπειδή μέ τά συγγράμματα του
έθρεψε τό χριστεπώνυμο πλήρωμα για περισσότερα άπό 150 χρόνια καί έγινε
συνείδηση στούς μοναχούς καί σ’ όλους εκείνους τούς χριστιανούς πού έτυχε νά
μελετήσουν τά ιερά συγγράμματα ή άγιότης τού όσιου αύτού, τό έτος 1956 τόν
άνεκήρυξε Άγιο καί τόν κατέταξε στή χορεία τών όσίων αγιορειτών πατέρων.
Μέ τόν ευλογημένο αύτόν άγιο έχει άσχοληθεί
εκτενέστερα ό λόγιος μοναχός Θεόκλητος Διονυσιάτης, ό όποίος έξέδωσε τή
βιογραφία του μέ πολλά καί χρήσιμα στοιχεία.
Μεγάλη επίσης έρευνα γύρω άπό τή ζωή καί
τή συγγραφική μελέτη καί έργασία τού όσιου Νικοδήμου πραγματοποιεί ό έπίσης
λόγιος καί πολύ μορφωμένος φιλόλογος καί θεολόγος αγιορείτης μοναχός Νικόδημος
Μπιλάλης. ό όποίος κι αύτός άσκητεύει στήν έρημο τής Καψάλας καί ελπίζουμε πώς,
μέ τή χάρη τού Θεού πού είναι πλουτισμένος αύτός ό άδελφός καί μέ τό ταπεινό
του φρόνημα, πολύ σύντομα θά δούμε έργο του μέ θέμα τό βίο καί τά έργα τού
άγιου Νικοδήμου τού Αγιορείτου.
Ό άγιος Γρηγόριος ό Παλαμάς
Κι ό μεγάλος θεολόγος και προμαχώνας τής
Όρθοδοξίας Γρηγόριος ό Παλαμάς πέρασε άπό τό σχολείο τής τότε άκμαζούσης
πνευματικής Καψάλας, όπου παρέμεινε για κάποιο χρονικό διάστημα.
Άπό τήν ασκητική Καλύβη τής Καψάλας έγινε
ηγούμενος στη Μεγίστη Λαύρα, όπου έπί πολλά χρόνια αγωνίστηκε πολό για τη
διάδοση τής νοεράς προσευχής με τόν μεγάλο δάσκαλο τού είδους τής προσευχής
αυτής, τόν άγιο Μάξιμο τόν Καυσοκαλύβη, τόν άγιο Γρηγόριο τόν Σιναΐτη καί
πολλούς άλλους μεγάλους όσιους καί καθηγητές τής έρημου τού ’ΆΘω.
Άπό τη Λαύρα έγινε ηγούμενος στην
κοινοβιακή Μονή τού Έσφιγμένου, στον Παντοκράτορα, καί κατόπιν Αρχιεπίσκοπος
Θεσσαλονίκης. Προκάλεσε, έλαβε μέρος καί ύπερμάχησε στή μεγάλη Σύνοδο, που
συγκροτήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη τόν δέκατο τέταρτο αιώνα κατά Βαρλαάμ καί
Άκινδύνου, οί όποίοι κατηγορούσαν τους
νηπτικούς πατέρες τής Ανατολικής Εκκλησίας όνομάζοντας αυτούς «έγγαστρίμυθους
καί ομφαλοσκόπους». Βλασφημώντας, ονόμαζαν τό Θαβώριο έκείνο θείο φώς τής θείας
τού Χριστού Μεταμορφώσεως ώς κτιστό, ένώ διετύπωναν καί άλλες πολλές
βλασφημίες, τις όποίες ό πεφωτισμένος
άγιος Γρηγόριος ό Παλαμάς ώς Ιστό αράχνης διέλυσε μέ τά θεολογικά του
έπιχειρήματα καί τή ρητορική του εύγλωττία, άποδεικνύοντας τήν άλήθεια σ’ όλα
τά δογματικά καί θεολογικώτατα αυτά θέματα, όπως τά έχουν θεσπίσει οί άγιοι
Πατέρες μας τών έπτά Αγίων Οικουμενικών Συνόδων.
Μέ τό βίο καί τά συγγράμματα τού μεγάλου
αυτού άγιορείτου φωστήρος έχουν άσχοληθει πολλοί θεολόγοι, παλιοί καί νέοι, πού
συνέγραψαν τόμους βιβλίων. Τελευταίως έχει έκδώσει έπίτομο σύγγραμμα μέ τό βίο
καί τά έργα τού άγιου Γρηγορίου τού Παλαμά καί ό πολυγραφώτατος π. Θεόκλητος
Διονυσιάτης.
Ίωάσαφ μοναχός Γέροντας τών Ίωασαφαίων
Πριν άπό 130 χρόνια περίπου ξεκίνησε άπό
τήν Καισάρεια τής Καππαδοκίας ό εύλαβής χριστιανός Γεώργιος, ό όποίος είχε
πολλή εύλάβεια στον προστάτη του μεγαλομάρτυρα Γεώργιο. αλλά
θέλησε νά έρθει στό Άγιον Όρος, νά
προσκυνήσει καί νά γίνει μοναχός.
Πράγματι, κατά τό έτος 1849 ήρθε στό Άγιον
Όρος καί άφοϋ γύρισε όλα τα μοναστήρια, τελικά, έπειδή στό Μοναστήρι τού Αγίου
Παντελεήμονα ήταν πολλοί πατριώτες του μοναχοί, σοφοί καί ένάρετοι, αποφάσισε
νά κοινοβιάσει σ’ αύτό. ’Έγινε δόκιμος καί τού άνέθεσαν τό διακόνημα τού Κοναξή
στό άντιπροσωπείο τής μονής που είναι στίς Καρυές.
Στην αρχή είχε πολλή εύλάβεια καί ήταν σε
όλα του τά καθήκοντα τακτικός καί επιμελής. Μετά άπό 23 χρόνια, με άπόφαση τής
Γερόντιας τής μονής, έγινε μοναχός μεγαλόσχημος καί τον έστειλαν πάλι στίς
Καρυές, στό διακόνημά του. Έκεί γιά αρκετά χρόνια διατήρησε την πρώτη του
σειρά, έκανε τακτικά τόν Κανόνα του. κοινωνούσε καί ήταν συνεπής στά καθήκοντά
του. "Υστερα όμως άπό λίγα χρόνια άρχισε, χωρίς καί ό ίδιος νά τό
καταλάβει, νά παραμελεί τά καθήκοντά του καί νά μήν άνταποκρίνεται στίς
ύποχρεώσεις, τόσο τής καλογερικής όσο καί τής χριστιανικής άκόμη ζωής. Έχασε
τήν πρώτη θερμότητα καί σχεδόν έγκατέλειψε τήν προσευχή, καλάκαλά καί στίς
λειτουργίες δέν πήγαινε.
Κατά διαστήματα ερχόταν στόν έαυτό του καί
ένθυμούμενος τήν πρώτη εύλάβεια καί τάξη που βίωσε, τόν έπιανε λύπη, στενοχώρια
καί άπελπισία. Πιεζόταν τόσο πολύ που δέν ήξερε τί νά κάνει. Κανένα δέν
συμβουλευόταν. Έκανε όλα του τά θελήματα, καλά καί κακά, καί υστέρα τού ’φερνε
ό σατανάς άπελπισία.
Επειδή όμως είχε καλή προαίρεση καί άπό
μικρός πολλή εύλάβεια στόν άγιο μεγαλομάρτυρα Γεώργιο, ό Πανάγαθος Θεός, που
«δέν θέλει τό θάνατο τού αμαρτωλού, αλλά επιθυμεί νά έλθει σέ έπίγνωσιν
αλήθειας, νά επιστρέφει καί νά ζήσει εις τόν αιώνα», θέλησε νά τού δείξει τήν
πολλή εύσπλαγχνία Του, γιά νά τόν παρηγορήσει, νά τόν κάνει νά ανάψει πάλι ό
ζήλος του γιά τήν αρετή καί τήν εύλάβεια καί οικονόμησε νά δεί τήν ακόλουθη
όπτασία:
Τό 1854 ό μοναχός Ίωάσαφ βρισκόταν στίς
Καρυές. Τήν ήμέρα μνήμης τού αγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου είχαν στό Κονάκι τής
Μονής τού Αγίου Παντελεήμονος άγρυπνία. Ό Ίωάσαφ, κυριευμένος άπό τήν άμέλεια
καί τήν άπελπισία, πήγε στό κελλί του νά ξεκουραστεί πριν τελειώσει ό
έσπερινός. Στόν Όρθο, τήν ώρα που έλεγαν στην εκκλησία τον Εξάψαλμο: «Δόξα έν
όψίστοις Θεώ και έπι γης ειρήνη έν άνθρώποις ευδοκία...», ό άδελφός Ίωάσαφ
σηκώθηκε άπό τό κελλί τοο. πήγε στην εκκλησία, κάθησε σε ένα στασίδι τής Λιτής
καί άρχισε νά σκέφτεται την ένσαρκη οικονομία τού Δεσπότη Χριστού, λέγοντας
ταυτόχρονα στον έαοτό του: «"Ενας Θεός Ποιητής καί δημιουργός τών όλων που
με τα ίδια Του τα χέρια έ'πλασε τον άνθρωπο, καταδέχθηκε νά σαρκωθεί, νά γίνει
άνθρωπος, νά όβρισθεί, νά κολαφισθεί, νά ύπομείνει φρικτά μαρτύρια καί
κρεμασμένος στο σταυρό νά πεθάνει σαν άνθρωπος καί την τρίτη ημέρα νά άναστηθεί
ώς Θεός παντοδύναμος. Νά άναστήσει καί έλευθερώσει τό ανθρώπινο γένος άπό τον
τρομερό 'Άδη καί νά τό βάλει πάλι μέσα στον Παράδεισο, στη Βασιλεία τών
Ουρανών. Νά τό έπαναφέρει έκεί άπ’ οπού είχε ξεπέσει. ’Ώ, πόση φιλανθρωπία καί
μεγάλη αγάπη τού Θεού πρός τον άνθρωπο!».
Αύτά συλλογιζόμενος ό πατέρας Ίωάσαφ,
κατανύχθηκε ή καρδιά του καί τά μάτια του πλημμύρισαν δάκρυα, γαλήνεψαν οί
λογισμοί του, ή ψυχή του γιόμισε χαρά καί αγαλλίαση, ό νούς του άρχισε νά
κινείται καί με πολλή προθυμία νά λέει αυθόρμητα τήν ευχή, τό «Κύριε Ιησού
Χριστέ, Υίέ τού Θεού, έλέησόν με τον αμαρτωλόν» καί άλλους κατανυκτικούς λόγους
καί προσευχές. Καί τότε αίσθάνθηκε στήν καρδιά του αγάπη καί συμπόνια γιά τό
συνάνθρωπο καί γιά όλο τον κόσμο.
Σ’ αυτή τήν κατάσταση βρισκόμενος,
κυριεύθηκε άπό τόση θείκή άγάπη, πού δεν μπορούσε νά άναπαυθεί πάνω στή γή.
’Ήθελε νά πετάξει καί νά πάει στον ουρανό, γιατί ένιωθε μεγάλη άγάπη καί
παρρησία στόν Θεό. Αίσθάνθηκε τήν ψυχή του πλημμυρισμένη άπό θείο έρωτα καί
φλόγα αγάπης νά καίει τήν καρδιά του.
Γέμισε ταπείνωση ή ψυχή του καί
φανταζότανε τον Θεό πολύ κοντά του. Θαύμαζε καί απορούσε με τήν πολλή καί
ανείπωτη άγάπη καί ταπείνωση τού Θεού πρός τον άνθρωπο.
Μετά άπό αύτά, νόμισε πώς βγήκε άπό τήν
έκκλησία καί ξαφνικά τού φάνηκε πώς ή ψυχή του βγήκε άπό τό σώμα καί βρέθηκε
μπροστά σέ μιά όμορφη καί ατέλειωτη πεδιάδα. Έκεί πού πήγαινε, βλέπει άπό
μακριά καί στο βάθος νά κινείται άπειρο πλήθος ανθρώπων, πού φορούσαν στολή
φωτεινή καί ήσαν όλοι νέοι στήν ήλικία. όμορφοι στην όψη, έλαμπαν σαν τον ήλιο
καί περπατούσαν ρυθμικά καί πολύ αργά.
Εισαγωγή σε πρώτη αποκλειστική δημοσίευση στό Ορθόδοξο Διαδίκτυο από το Βιβλίο :
ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ
ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
Η ηλεκτρονική επεξεργασία
αναρτήσων κειμένων, τίτλων και εικόνων
έγινε από τον N.B.B
Επιτρέπεται η χρήση,
διάθεση και αναπαραγωγή κειμένων σε Ορθόδοξα Ιστολόγια, αρκεί να διατηρείται το
αρχικό νόημα χωρίς περικοπές που πιθανόν να το αλλοιώνουν για μη εμπορικούς
σκοπούς,με βασική προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή :
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου