Δευτέρα 8 Αυγούστου 2016
8. Οσίου Νείλου Σόρσκυ Άπαντα τά σωζόμενα Ασκητικά
5:04:00 μ.μ.
Αναρτήθηκε από
Nik Vythoulkas
Ετικέτες ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΦΙΛΟΚΑΛΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ , ΟΣΙΟΣ ΝΕΙΛΟΣ ΣΟΡΣΚΥ
Ετικέτες ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΦΙΛΟΚΑΛΙΚΩΝ ΚΕΙΜΕΝΩΝ , ΟΣΙΟΣ ΝΕΙΛΟΣ ΣΟΡΣΚΥ
ΚΕΦΑΛΑΙΟΝ Δ ΕΠΙΣΤΟΛΑΙ
α') Επιστολή προς τον
Γέροντα Βασσιανόν Πατρικιέγιεφ .
Επιστολή τον Γέροντος
Νείλου προς αδελφό, ερωτήσαντα αυτόν περί των λογισμών.
Επιθυμία επαινετή διήγειρας, ω αγαπητέ, διότι
ζητείς να ακούσης τον λόγον του Θεού προς στερέωσίν σου, προς διαφύλαξιν από τα
κακά και προς μελέτην επί τα αγαθά. Άλλα πρέπον θα ήτο να μάθεις ταύτα από τους
καλώς κατανοούντας. Σύ όμως απαιτείς αυτά άπ' έμέ τον ασύνετον και αμαρτωλόν.
Διότι εγώ είμαι και εις την τάξιν των διδασκομένων αχρείος. Όθεν ηρνούμην και
ανέβαλλον επί πολύ, όχι επειδή δεν θα ήθελον να προσφέρω υπηρεσίαν εις την
καλήν σου προαίρεσιν, άλλα δια την αφροσύνην και τάς αμαρτίας μου. Τι να ειπώ
λοιπόν, άφ' ου εγώ ό ίδιος δεν έπραξα τίποτε καλόν; Ποία είναι ή γνώσις του
αμαρτωλού; Μόνον τα αμαρτήματα! Άλλ' επειδή πολλάκις με εβίαζες προς τούτο,
δηλαδή το να σου γράψω λόγον προς οίκοδομήν της αρετής, δια τούτο και
απετόλμησα να σου γράψω ταύτα, τα όποια είναι υπέρ τα μετρά μου, επειδή δεν
ηδυνήθην να παραβλέψω την αιτησίν σου, διά να μη θλιβής περισσότερον.
Το ερώτημα σου ήτο περί
των επερχομένων εκ του παρελθόντος κοσμικού βίου λογισμών. Και συ ό ίδιος εκ
πείρας γνωρίζεις, πόσας θλίψεις και διαστροφάς έχει ούτος ό παρερχόμενος κόσμος
και πόσας κακοπαθείας κατεργάζεται εις τους αγαπώντας αυτόν και πώς καταγελά
αυτούς· απομακρυνόμενος από τους δουλεύοντας εις αυτόν, φαίνεται εις αυτούς
γλυκύς, και θωπεύων αυτούς με τα πράγματα, γίνεται εν συνεχεία πικρός. Διότι
όσον φαίνονται τα αγαθά του τι πολλαπλασιάζονται, όταν κατέχονται ύπ' αυτών,
τόσον αυξάνονται εις αυτούς αι θλίψεις. Και τα φαινόμενα αγαθά του είναι λοιπόν
μόνον κατά την όψιν αγαθά, έσωθεν δε γέμουν πολλών κακών. Εντεύθεν δεικνύει ό
κόσμος τον εαυτόν του καταφανώς εις τους έχοντας νουν όντως καλόν, δια να μη
αγαπηθεί ύπ' αυτών.
Μετά δε την πάροδον από τον βίον
τούτον Τι συμβαίνει; Βάλε τον νουν σου με προσοχήν εις τα λεγόμενα· με Τι
ωφέλησε ό κόσμος τους ακολουθούντας εις αυτόν; Εάν κανείς είχε και δόξας και
τιμάς και πλούτον, μήπως ταύτα πάντα δεν έγιναν μηδέν και δεν παρήλθον ως σκιά
και δεν εξέλιπον ως καπνός; Και πολλοί, οίτινες εστρέφοντο προς τα πράγματα του
κόσμου τούτου και ηγάπων την τύρβην του, εθερίσθησαν εν τω καιρώ της νεότητος
και της ευημερίας των υπό του θανάτου ως άνθη του αγρού εξανθήσαντες και
έξέπεσον και μη θέλοντες απήχθησαν εντεύθεν. Και οτε παρέμειναν εν τω κόσμο
τούτω, δεν κατενόησαν την δυσωδίαν του, αλλά με σπουδή επεδόθησαν εις τον
στολισμό και την άνάπαυσιν του σώματος, εφευρίσκοντες λόγους επιτηδείους προς
την απόκτησιν του κόσμου τούτου, και εις τάς μελετάς των μετήρχοντο εκείνα, τα
όποια στέφουν το σώμα εις τούτον τον αιώνα, τον παρερχόμενον. Και εάν ταύτα
πάντα έλαβον, αλλά δεν φρόντισαν δια την μέλλουσα και ατελεύτητον μακαριότητα,
Τι να σκεφθώμεν περί των τοιούτων; Μόνον, ότι «τούτων αφρονεστέρους ό κόσμος
δεν έχει», όπως είπε κάποιος σοφώτατος Άγιος. Τινές δε εκ τούτων ήσαν
ευλαβέστατοι και έστρεψαν τον νουν των εις λογισμούς επιθυμίας της σωτηρίας της
ψυχής και διήγον αγώνα κατά των παθών καί ειργάζοντο τα είδη των αρετών κατά το
δυνατόν, θέλοντες να ελευθερωθούν και να αναχωρήσουν από τον κόσμον τούτον,
αλλά δεν ηδυνήθησαν να αποσπασθούν από τάς παγίδας του και να διαφύγουν τα
τεχνάσματα του.
Σε όμως ηγάπησεν ό Θεός
και σε εξήρεσεν από τον κόσμον τούτον και σε κατέστησεν εις την τάξιν της
λατρείας Του ένεκα του ελέους και της οικονομίας Αυτού. Όθεν οφείλεις τα
μέγιστα να ευχάριστης το έλεος Του και να πράττης πάντα τα κατά δύναμιν προς
ευαρέστησίν Του και προς σωτηρίαν της ψυχής σου, λησμονών τα προηγούμενα
κοσμικά πράγματα ως άχρηστα και ορμώμενος προς τάς έμπροσθεν αρετάς ως
προξενούσας την αίώνιον ζωήν. Χαίρε, βάδιζε προς το βραβείων της ανωτέρας
κλήσεως, το όποιον θησαυρίζεται εις την ουράνιον πατρίδα δια τους άθλήσαντας.
Και όσα μου είπες περί
των ακαθάρτων λογισμών, οίτινες επιφέρονται υπό του εχθρού των ψυχών ημών, δια
τούτους μη αναλωθείς υπερβολικός υπό της θλίψεως, μήτε φοβηθείς, επειδή όχι
μόνον ημείς οί αδύνατοι και εμπαθείς υφιστάμεθα τον παρ' αυτών σκανδαλισμό,
λέγουν οί Πατέρες, αλλά και οί εν προκοπή και βίω άξιο επαίνων διάγοντες και
της Χάριτος του Πνεύματος επί μέρους καταξιωθέντες. Και ούτοι έχουν ισχυρό πόλεμο
από τους τοιούτους λογισμούς, και ευρίσκονται εις μέγαν αγώνα εξ αιτίας των και
μόλις με την Χάριν του Θεού αποδιώκουν τούτους, πάντοτε με σπουδήν επιδιδόμενοι
εις την αποκοπήν των. Και συ, παρηγορούμενος άπ' αυτό, απόκοπτε επιμελώς τους
πονηρούς λογισμούς! Έχε εναντίον των συνεχή νίκη την προσευχή, επικαλούμενος
τον Κύριον Ιησούν! Διότι με ταύτην την επίκλησιν διωκόμενοι, αποχωρούν
τροχάδην, καθώς λέγει ό Ιωάννης της Κλίμακος· «Με το όνομα του Ιησού μάστιζε
τους πολεμίους, διότι ισχυρότερο όπλο τούτου δεν υπάρχει». Όταν οί πολεμούντές
σε ενδυναμωθούν σφοδρότερο, τότε άνάστηθι και έπαρον τους οφθαλμούς και τάς
χείρας σου προς τον ούρανόν και είπε προθύμως με κατάνυξιν «Ελέησαν με, Κύριε,
ότι είμαι ασθενής, Σύ, Κύριε, είσαι δυνατός και ιδικός σου είναι ό άγων. Σύ
πολέμησον υπέρ ημών και νίκησον, Κύριε». Και Όταν θα πράξης τούτο αόκνως, θα
μάθεις πάντως από την πείρα, πώς νικώνται αυτοί από την δύναμιν του Υψίστου.
Εργάσου δε και οποιονδήποτε εργόχειρο, διότι και με αυτό αποδιώκονται οί
πονηροί λογισμοί. Και τούτο είναι παράδοσις αγγελική προς κάποιον εκ των
μεγάλων Αγίων. Και αποστήθισαν κάτι από τάς Γραφάς, εμβάλλων τον νουν σου εις
αυτό. Και ταύτα κωλύουν την προς ημάς είσοδον της δαιμονικής επιδρομής. Και
τούτο είναι εφεύρεσης των αγίων Πατέρων. Φυλάττου δε από τάς ομιλίας, τάς άκοάς
και τάς οράσεις των άπρεπων, άιτινες διεγείρουν τα πάθη και ενισχύουν τους
ακάθαρτους λογισμούς, και ό Θεός θα σε βοηθήσει.
Ως προς την δειλία, περί
της οποίας ομιλείς, αύτη είναι νηπιώδης συνήθεια μιας άνανδρου ψυχής. Εις σε
όμως τούτο δεν είναι οικείων. Και Όταν σου συμβούν τα τοιαύτα, αγωνίσου να μη
σε κυριαρχήσουν και στερέωσαν την καρδίαν σου να ελπίζει επί τον Κύριον και
λέγε εντός σου ούτος· «Έχω τον Κύριον φυλάσσοντά με και χωρίς την θέλησίν Του
κανείς δεν δύναται να με βλάψη εις τίποτε. Ει δε μη, αν παραχώρηση κάτι
εναντίον μου να υποφέρω, εγώ δε δεν θα δεχθώ αυτό βαρέως και δεν θα θελήσω να
ματαιώσω το θέλημα Του, επειδή ό Κύριος περισσότερον εμού γνωρίζει και θέλει τα
δι' έμέ ωφέλιμα. Και εγώ ευχαριστώ το έλεος Αυτού πάντων ένεκεν». Και ούτω
Χάριτι Θεού θα είσαι ευθαρσής. Και κατά τούτου οπλίζου πάντοτε με την προσευχή.
Και Όταν αυτό σου συμβαίνει εις ορισμένους τόπους, επιδίωκε να διέλθεις εκεί
εξεπίτηδες και εκτείνας τάς χείρας εις τύπον σταυρού, επικαλού τον Κύριον
Ιησού. και με την βοήθειαν του Υψίστου δεν θα φοβηθής «από φόβου νυκτερινού καί
βέλους πετομένου ημέρας». Καί ταύτα λοιπόν περί τούτων.
Τα δε λοιπά πάντα, οσα
είναι επαινετά και καθαρά και ενάρετα, ταύτα λογίζου καί πράττε, σοφός ων εν τω
αγαθό, μισών δε πάσαν κακία. Έχε υπακοή προς τον πρωεστώτα και τους λοιπούς
αδελφούς εν Κυρίω εις πάν έργον αγαθόν. Την διακονίαν, ήτις τώρα σου είναι
εμπεπιστευμένη ή Όταν περιέλθης εις άλλην, διακονεί με ιλαρά πρόθεσιν καί με
ευσχήμονα σπουδήν, ωσάν εις αυτόν τον Χριστόν, έχων πάντας τους αδελφούς ως
Αγίους. Όταν σου τύχη να απευθύνεις λόγον ερωτήσεως ή αποκρίσεως προς τίνα,
κάμε την ομιλία εύλαλον καί γλυκεια μετ' αγάπης πνευματικής καί αληθινής
ταπεινώσεως, άνευ αμελείας καί καταφρονήσεως του αδελφού. Προσκολλήσου εις τους
ευλαβείς πατέρας —καί τούτο εν και-ρώ καί εν μετρώ. Από τους μη τοιούτους
άπεχε, φυλάττου δε καί επιδίωκε να μη μεμφθείς, μήτε κατακρίνεις κανένα δι'
ό,τιδήποτε, καί αν κάτι σου φανεί όχι καλόν. Άλλα νόμιζε τον εαυτόν σου
αμαρτωλών καί αδόκιμων εν όλο. Όταν θα έχεις χρείαν πράγματος τίνος από τον
πρωεστώτα ή τους λοιπούς διωρισμένους προς τούτο πατέρας, τότε προσευχήσου πριν
καί διαλογίσου εντός σου αν είναι ωφέλιμο, καί έπειτα ζήτησον. Όταν δεν θα σε
κανονίσει, όπως θέλεις συ, μη πικρανθής, μήτε σκληρυνθής δια το ότι δεν έπραξαν
κατά το θέλημα σου, —αν καί σου φαίνηται καλόν, όπως το θέλεις συ—, αλλά
πάρελθε με υπομονή καί εκτέλεσον όλα με γαλήνη καί αναμονή. Καί εάν
κατευθύνεσαι προς ευαρέστησιν του Θεού καί προς σωτηρία της ψυχής σου, θα
πληροφόρηση ό Θεός πάντως κάποιον αναλόγως προς την ανάγκην σου καί θα δώσει
καί καιρόν καί χείρα βοηθείας.
Έσο δε επιμελής εις την
άκοήν των Θείων Γραφών καί πότιζε την ψυχήν σου με τα λόγια των ωσάν με ύδωρ
ζωής καί επιδίωκε κατά δύναμιν να εφαρμόσεις αύτάς εν τη πράξει. Επίσης δε εις
τους έχοντας γνώσιν των Θείων Γραφών και φρόνημα πνευματικό και πολιτεία
μαρτυρουμένη εν αρεταίς, εις τους τοιούτους σπεύδε να υποταγής και να γίνεις
μιμητής του βίου των. Έχε υπομονή εις τάς θλίψεις και προσεύχου υπέρ των
λυπησάντων σε και έχε αυτούς ως εύεργέτας.
Και κατανόησον αυτό, το
όποιον σου λέγω, το όποιον είναι το νόημα των Θείων Γραφών, άιτινες μας
αναγγέλλουν την βουλήν της ευεργεσίας του Θεού, ότι οι άπ' αιώνος άγιοι
ειργάσθησαν την δικαιοσύνην και έλαβον την επαγγελίαν, βαδίσαντες τάς οδούς των
αρετών, και δεν υπέμειναν μόνον ανάγκες και θλίψεις, άλλ' ή τρίβος των οδήγησε
και δια μέσου σταυρού και θανάτου. Και τούτο είναι σημείον της αγάπης του Θεού,
όταν εις κάποιον προσφέρονται θλίψεις δια την έργασίαν της δικαιοσύνης. Και
τούτο ονομάζεται δώρον του Θεού, όπως γράφει ό Απόστολος· «Τούτο ημίν εχαρίσθη
από του Θεού, ου μόνον εις Χριστόν πιστεύειν, άλλα και το υπέρ Αυτού πάσχειν».
Αυτό λοιπόν καθιστά τον άνθρωπον «κοινωνόν των παθημάτων του Χριστού» και
ομοιον προς τους Αγίους, οίτινες υπέμειναν θλίψεις δια το όνομα Του. Και ό Θεός
ευεργετεί τους αγαπώντας Αυτόν όχι κατ' άλλον τρόπον, μόνον
στέλλει εις αυτούς πειρασμόν
θλίψεων. Και εν τούτω διαφέρουν οί αγαπητοί του Θεού από τους λοιπούς· ότι
αυτοί μεν ζουν εν θλίψεσι, οί δε αγαπόντες τον κόσμον τούτον ευφραίνονται εν
τρυφη και αναπαύσει.
Και αύτη είναι ή οδός της δικαιοσύνης
—το να υπομένωμεν τους πειρασμούς των θλίψεων δια την ευσέβεια. Και κατευθύνων
αυτούς εις την όδόν ταύτην, ό Θεός οδηγεί τους άθλητάς του εις την αίώνιον
ζωήν, και δια τούτο πρέπει με χαράν να βαδίζωμεν άμωμος την όδόν ταύτην,
πορευόμενοι εν ταίς εντολαίς του Κυρίου, ευχαριστούντες Αυτόν εξ όλης καρδίας
ότι αγαπήσας ημάς μας έστειλε την Χάριν ταύτην, και αδιαλείπτως να προσευχώμεθα
προς την Αγαθότητα Του, ενθυμούμενοι το τέλος της θλιβεράς ημών ζωής και την
ατελεύτητον μακαριότητα του μέλλοντος αιώνος. Και ο Θεός θα παρηγόρηση την
καρδίαν σου με πάσαν χαράν και παράκλησιν και θα σε φύλαξη εν τω φόβω Αυτού
πρεσβείαις της πανάχραντου Θεοτόκου και πάντων των αγίων
Διά τον Κύριον εν ταίς
προσευχές σου έχε αλησμόνητο και έμέ τον αμαρτωλό, όστις σου λέγω καλά, άλλα
δεν τα πράττω, δια να με εξαγάγει ό Κύριος από τον κατακλυσμό των παθών και από
τον βόρβορον των αμαρτημάτων.
β') Επιστολή προς τον
Γέροντα Γουρίαν Τούσιν
Του αυτού μεγάλου
Γέροντος επιστολή προς άλλον αδελφό περί ωφελείας.
Αυτό, το όποιον μου ώμίλησεν ή
αγνότης σου από στόματος προς στόμα, ω τιμιώτατε πάτερ, περί τούτου μου
έστειλας και γράμματα: Ζητείς από την ευτέλειάν μου να σου στείλω γραπτόν λόγον
ωφελείας προς εύαρέστησιν του Θεού και προς ωφέλεια της ψυχής. Και εγώ μεν ως
άνθρωπος αμαρτωλός και άφρων και νικώμενος υπό πάντων των παθών εφοβήθη να
επιχειρήσω τοιούτο πράγμα. Δια τούτο ηρνήθην και ανέβαλαν. Άλλ' επειδή , ή πνευματική
σου αγάπη με παρακίνησε να έχω παρρησίας υπέρ το μέτρον μου, δια να σου γράψω
τα δέοντα, διό τούτο επείσθην εις αυτό.
Ερώτησις σου πρώτη, περί
των λογισμών της πορνείας και πώς πρέπει να εναντιωθώμεν εις αυτούς.
Και περί τούτων δεν έχεις
μόνον συ κόπων και αγώνα, αλλά και πάντες οί συν Θεώ αγωνιζόμενοι, επειδή ή
πάλη αυτή είναι μεγάλη, λέγουν οί Πατέρες, και έχει διπλούν πόλεμων —εις την
ψυχήν και εις το σώμα— και ή φύσις ημών δεν έχει τίποτε το βιαιότερον τούτων.
Όθεν πρέπει με δύναμιν να κοπιώμεν και νηφαλίως καί άγρυπνος να τηρώμεν την
καρδίαν ημών από τους λογισμούς τούτους, καί έχοντες τον φόβον του Θεού προ
οφθαλμών να ενθυμώμεθα τάς υποσχέσεις ημών, τάς οποίας ωμολογήσαμεν: το να
παραμένωμεν εν σωφροσύνη καί άγνεία.
Σωφροσύνη δε καί άγνεία δεν αφορούν
μόνον, τον εξωτερικόν βίον, άλλ' εις τον απόκρυφων ανθρώπων τής καρδίας, όταν
είναι καθαρός από τους αισχρούς , λογισμούς τούτους. Ταύτην την μεγάλην νίκη
εναντίων τούτων θα κατορθώσωμεν, όταν προσευχώμεθα επιμελώς προς τον Θεόν,
καθώς παρέδωσαν οί άγιοι Πατέρες με διαφόρους τύπους, άλλα με μίαν έννοια. Ό
μεν, παραλαβών από τον Δαυίδ, είπε να προσευχώμεθα ούτω· «Έκβαλόντες με νυνί
περιεκύκλωσάν με». «Το άγαλλίαμά μου, λύτρωσαί με από των κυκλωσάντων με». Ό δε
ομίλησε περί τούτων ούτος· «Ό Θεός μου εις την βοήθειάν μου πρόσχες» και όμοια
προς αυτά. Άλλος δε πάλιν εξ εκείνων είπε· «Δίκασον, Κύριε, τους αδικούντας με
και πολέμησον τους πολεμούντας με», καί τα λοιπά του ψαλμού. Επικαλού λοιπόν
εις βοήθειάν και οσα Ακούεις εις τάς γραφάς των αθλησάντων υπέρ τής σωφροσύνης
και αγνείας. όταν επίκειται εις σε σφοδρός πόλεμος, τότε ευθύς ανάστηθι και
ύψωσαν τους οφθαλμούς και τάς χείρας σου προς τον ούρανόν καί προσεύχου ούτω·
«Σύ είσαι δυνατός, Κύριε, και ιδικός σου είναι ο άγων. Σύ πολέμησον και νίκησον
εν αύτω υπέρ ημών, Κύριε!». Και βόα προς τον εν βοηθείαις Παντοδύναμον με
ταπεινά λόγια· «Ελέησον με, Κύριε, ότι είμαι ασθενής!». Διότι τούτο είναι
παράδοσης των Αγίων. Καί όταν διέλθεις ταύτα τα παλαίσματα, θα γνωρίσεις από
την πείρα ότι με την Χάριν του Θεού ταύτα νικώνται άπ' εκείνας τάς προσευχάς/
κατά κράτος.
Πάντοτε μάστιζε τους
πολεμίους με το όπλον του ονόματος του Ιησού, διότι ισχυρότερα τής νίκης ταύτης
δεν υπάρχει.
Φυλάττου δε από την
δρασιν τοιούτων προσώπων και από την άκοήν τοιούτων ομιλιών, αί οποίαι
ανακινούν τα πάθη καί διεγείρουν ακάθαρτους λογισμούς. Και ό Θεός θα σε φύλαξη.
Καί ταύτα λοιπόν περί τούτων.
Δευτέρα σου ερώτησις,
περί του λογισμού της βλασφημίας.
Και ούτος ό λογισμός
είναι λίαν αναιδής και δεινός. Ενοχλεί δε ισχυρώς και όχι συνεχώς, και δεν
συναντάται μόνον τώρα, αλλά και παλαιότερον υπήρξε και εις τους μεγάλους
Πατέρας και εις τους αγίους μάρτυρας και κατ' εκείνον τον καιρόν, ότε οι
βασανισται ήθελον να παραδώσουν τα σώματα των εις πληγάς και πικρούς θανάτους
δια την ομολογία της πίστεως εις Κύριον τον Θεόν ημών Ιησούν Χριστόν.
Και εναντίον του λογισμού
τούτου δυνάμεθα νά έχομεν την νίκη ούτος, ώστε όχι ή ψυχή ημών, άλλ' ό δαίμων
να είναι αίτιος αυτού. Πρέπει να λέγωμεν κατά του πνεύματος της βλασφημίας
ταύτα· «Υπάγε οπίσω μου, σατανά, Κύριον τον Θεόν μου προσκυνώ και Αύτω μόνω
λατρεύω. Εις σε δε να επιστρέψει ή βλασφημία σου επί την κεφαλήν σου, και εις
σε να καταγράψη ταύτην ό Κύριος. Άπελθε λοιπόν άπ' εμού. Ό Θεός, ό πλάσας με
κατ' εικόνα και καθ' όμοίωσιν αυτού, να σε εξουθένωση!». Αν σε ενοχλήσουν και
μετά ταύτα αναίσχυντος, τότε μετάφερε τον λογισμό εις άλλο τι θείον ή ανθρώπινο
πράγμα —αν δεν είναι εκτός των πρεπόντων.
Φυλάττου δε από την υπερηφάνειαν και
επιδίωκε να βαδίζεις επί των οδών της ταπεινώσεως. Διότι ελέχθη υπό των Πατέρων
ότι «από την ύπερηφάνειαν τίκτονται οί βλά-σφημοι λογισμοί. Συμβαίνει δε και
από τον φθόνο των δαιμόνων. Και αν από τούτο ή εκείνο προέρχονται —αλλά όπως ή
δορκάς είναι καταστρεπτική δια τα ίοβόλα θηρία, ούτος είναι και ή ταπείνωσις καταστρεπτική
δια το πάθος τούτο. όχι μόνον δι' αυτό, αλλά και δια τα υπόλοιπα», είπον οί
άγιοι Πατέρες.
Τρίτη ερώτησις, περί
αναχωρήσεως και ησυχίας.
Και ότι έρευνας πώς να
αναχώρησης από τον κόσμον, —και αυτή ή προθυμία σου είναι καλή. Άλλ' επιδίωκε
να αποτελειώσεις αυτό δια του έργου εν τω εαυτό σου κατά τον εξής τρόπον. Διότι
αυτή είναι ή πνευματική οδός προς την αίώνιον ζωήν. Ταύτην δε βάδισαν, δια της
αποκτήσεως της σοφίας γνωρίσαντες, οί όσιοι Πατέρες. Ή αναχώρησης από τον
κόσμον αρμόζει μάλιστα εις εκείνον, εις τον όποιον ή μετά του κόσμου συντυχία
έγινε συνήθεια. Διότι αν δεν θα αναχώρηση, θα ανανεωθούν πάλιν τα ως εικόνες
τινές και παραστάσεις εν αύτω προϋπάρχοντα από την άκοήν και την δρασιν των
κοσμικών πραγμάτων. Και δεν δύναται να παραμείνει νηπτικός εις την προσευχή και
να μελετήσει τα θεία βουλήματα. Όστις όμως θέλει να μελετήσει τα προς
εύαρέστησιν του Θεού, οφείλει να αναχώρηση από τον κόσμον.
Μη θέλησης να δέχεσαι τάς
ομιλίας των οικείων φίλων, οί όποιοι φρονούν τα του κόσμου και ασχολούνται με
άλογους μεριμνάς, δηλαδή με τα προς αύξησιν του μο-ναστηριακού πλούτου και τα
προς απόκτησιν κτημάτων, τα όποια κατά το φαινόμενο πράττουν υπό το σχήμα της
χρηστότητας και εξ αγνοίας των Θείων Γραφών ή εκ των ιδίων εμπαθειών,
νομίζοντες ότι τάχα μετέρχονται την αρετή. Και συ, άνθρωπε του Θεού, μη έχεις
κοινωνίαν με τους τοιούτους! Δεν πρέπει όμως και να επιπηδήσωμεν εναντίον των
τοιούτων με λόγους, ούτε να τους υβρίσωμεν, ούτε να τους μεμφθώμεν, αλλά να
αφήσωμεν αυτά εις τον Θεόν. Διότι δυνατός είναι ό Θεός να διόρθωση αυτούς.
Φυλάττου δε εν πάσιν από
την παρησίαν! Διότι ή παρρησία είναι —όπως εγράφη— όμοία προς μέγα πυρ, από το
πρόσωπον του οποίου πάντες φεύγουν, όταν καίη. Και αποστρέφου το να ακούεις ή
να βλέπεις τα πράγματα των αδελφών και τα κρυπτά των και τάς πράξεις των. Διότι
τούτο καθιστά την ψυχήν κενή από παντός κάλου και οδηγεί εις το να
παρατηρήσωμεν τα ελαττώματα του πλησίον και να παύσωμεν να κλαύσωμεν τάς ιδίας
ημών αμαρτίας.
Και μη σπεύδης να είσαι
ταχύλογος εις τάς ομιλίας με τους αδελφούς, και αν ακόμη φαίνηται ωφέλιμων Άλλ'
εάν κάποιος αδελφός εχη πληροφορία δι' ημάς και πράγματι ζήτηση τον λόγον του
Θεού και εάν τον έχομεν, όφείλομεν να του δώσωμεν όχι μόνον τον λόγον του Θεού,
κατά την μαρτυρίαν του Αποστόλου, άλλα και την ψυχήν ημών. Συναναστρέφου δε με
τοιούτους και συνευδόκει εις τα έργα με εκείνους, οίτινες φρονούν τα του
Πνεύματος, οί όποιοι είναι τέκνα των μυστηρίων του Θεού. Αί δε μετά των μη
τοιούτων ομιλίαι, και αν είναι βραχείαι, αποξηραίνουν τα άνθη των αρετών, τα
όποια προσφάτως εξήνθησαν από την σύστασιν της ησυχίας και περικυκλώνουν με
απαλότητα και χλωρότητα το δένδρον της ζωής, το φυτευθέν επί τάς διεξόδους των
υδάτων της μετανοίας, όπως είπεν ένας σοφώτατος Άγιος.
Τετάρτη έρώτησις, περί
της απλανούς οδού της αληθείας.
Και οσα ζητείς περί του
πώς να μη αποπλανηθώμεν από την όδόν της αληθείας, και περί τούτων θα σου δώσω
συμβουλήν καλήν.
Δέσμευε τον εαυτόν σου με
τους νόμους των Θείων Γραφών και ακολουθεί αύτάς, δηλαδή τάς αληθινάς Θείας
Γραφάς. Διότι υπάρχουν πολλαί γραφαί, αλλά δεν είναι ολαι Θείαι. Σύ δε ερεύνα
ακριβώς τάς αληθινάς δια μέσου των αναγνώσεων τούτων και των ομιλιών με
συνετούς και πνευματικούς άνδρας, —διότι όχι πάντες, άλλ' οί συνετοί κατανοούν
αύτάς—και άνευ της μαρτυρίας των τοιούτων Γραφών μη πράττης τίποτε, καθώς και
εγώ. Περί του εαυτού μου σου διηγούμαι, επειδή ή κατά Θεόν αγάπη σου με καθίστα
άφρονα ώστε να ομιλήσω περί του εαυτού μου. Άλλ' όπως ελέχθη· «Τα μυστήρια μου
αποκαλύπτω εις τους αγαπώντας με». Δια τούτο σου λέγω αυτό.
Εγώ λοιπόν δεν πράττω
τίποτε χωρίς την μαρτυρία των Θείων Γραφών, αλλά, ακολουθών κατά τάς Θείας
Γραφάς, πράττω τα κατά δύναμιν. όταν μεν πρέπει να πράξω κάτι, ερευνώ πρώτον
τάς Θείας Γραφάς. Και όταν δεν εύρω χωρία σύμφωνα με τον λογισμόν μου προς
έπιχειρησιν του έργου, αναβάλλω αυτό μέχρις ότου εύρω. όταν δε Χάριτι Θεού εύρω
τοιαύτα, πραγματοποιώ αυτό ευπαρρησιάστως ως ασφαλές. Από τον εαυτόν μου όμως
δεν τολμώ να το πράξω, επειδή είμαι αμαθής και αγροίκος.
Ούτω πράττε και συ, αν
θέλεις, κατά τάς Αγίας Γραφάς και έχε σπουδήν κατά το πνεύμα τούτων να τηρείς
τάς έντολάς του Θεού και τάς παραδόσεις των αγίων Πατέρων. Και αν ενίοτε αί
τρικυμίαι των βιοτικών πραγμάτων σαλεύσουν την καρδίαν σου, μη φόβου,
στερεούμενος επί της ασάλευτου πέτρας των εντολών του Κυρίου και φρουρούμενος
από τάς παραδόσεις των αγίων Πατέρων. Και έσο εν όλο ζηλωτής εκείνων, τους
οποίους βλέπεις και άκούεις ότι έχουν βίον και φρόνημα επιμαρτυρούμενα από τάς Αγίας
Γραφάς. Διότι ούτοι πορεύονται την ευθείαν όδόν. Και ταύτα εγγράφων εις την
καρδίαν σου, βάδιζε ακλινώς εν τη όδώ του Θεού, και Χάριτι Θεού δεν θα
αποπλανηθείς από την άλήθειαν. Διότι εγράφη ότι αδύνατον είναι ό ορθώς φρονών
και ευσεβώς ζών να απολεσθεί. Άλλα όσοι πράττουν το έργον του Θεού με
διεφθαρμένων νουν, αυτοί σφάλλουν από την ευθείαν όδόν.
Πορεύου δε ανεπιστρεπτί,
επιβάλλον την χείρα σου επί το αρότρων του Θεού και μη βλέπων εις τα οπίσω, δια
να κατευθυνθείς εις την Βασιλείαν του Θεού. Και λαβών τον σπόρον του λόγου του
Θεού, κοπίασον με σπουδήν να μη ευρέθη εν τη καρδία σου ούτε οδός, ούτε πέτρα,
ούτε άκανθα, άλλα γη καλή, φέρουσα πολλαπλασίονα καρπό προς σωτηρίαν της ψυχής σου, όπως, θεωρήσας
την σύνεσίν σου εις την άκοήν του λόγου του Θεού και εύρών τα αξιέπαινα
κατορθώματα σου εις τάς άρετάς, χα ρω και εγώ, ευχάριστων τον Θεόν, βλέπων ότι
ήκουσας τον λόγον του Θεού και φυλάττεις
αυτόν2. Παρακαλώ π δια τον Κύριον, προσεύχου υπέρ εμού του αμαρτωλού του λέγοντος
σοι το καλόν, άλλ' ουδαμώς πράττοντας
Ό δε Θεός, Όστις ποιών
υπερένδοξα και χαριζόμενος πάν δώρημα αγαθόν εις τους ποιούντας το θέλημα αυτού
είθε να σου δώσει σύνεσιν και στερέωσιν εις το να πράττης το αγιον αυτού θέλημα
δια πρεσβειών της πανάχραντου Δεσποινίς ημών Θεοτόκου και πάντων των Αγίων, ότι
ευλογητός είναι εις τους αιώνας. Αμήν.
Γ. Επιστολή προς τον
Γέροντα Γερμανόν Ποντόλνυ .
Επιστολή του αυτού
μεγάλου Γέροντος πρός αδελφό, ζητήσαντα παρ' αυτού να του γράψη τα προς
ωφελείαν ψυχής.
Εις το γράμμα σου, Κύριε Πάτερ, το όποιον
μου εγραψας, ζήτησας παρ' εμού να σου γράψω τα προς ωφελείαν ψυχής καί να σε
πληροφορήσω περί του εαυτού μου, επειδή νομίζεις ότι έχω θλίψιν εναντίον σου εξ
αιτίας των λόγων, τους οποίους είπωμεν μετά σου, όταν ευρέθης εδώ. Και δια
τούτο συγχώρησαν μοι! Συνεβούλευσα, υπενθυμίζων εις τον εαυτόν μου και εις σε
ως εις οικείων μου αγαπητό, —καθώς και είναι γεγραμμένο «Τα μυστήρια μου θα
αποκαλύψω εις τους οικείους μου και εις τους υιούς του οίκου μου»— ότι δεν
πρέπει να επιτελέσωμεν ωρισμένας εργασίας απλώς και ως έτυχεν, άλλα κατά τάς
Θείας Γραφάς και κατά την Παράδοσιν των αγίων Πατέρων, πρωτίστως δε τάς εξόδους
από το μοναστήριον. Πρέπει να τάς κάμνωμεν μόνον δια την ψυχική ωφέλεια και όχι
δια κάτι άλλο. Επειδή τώρα δεν βλέπομεν να τηρώνται τα πολιτεύματα των θείων
νόμων κατά τάς Αγίας Γραφάς και κατά την Παράδοσιν των αγίων Πατέρων, άλλα κατά
τα ίδια θελήματα και κατά τάς επινοήσεις των ανθρώπων. Και εις πολλάς
περιπτώσεις παρατηρείται ότι πράττομεν και αυτό καθ' εαυτό το διεστραμένο και
νομίζομεν ότι με αυτό μετερχόμεθα την αρετή. τούτο όμως συμβαίνει, διότι δεν
γνωρίζομεν τας Αγίας Γραφάς, επειδή δεν εχομεν ζήλον να ερευνώμεν ταύτας με
φόβον Θεού Και ταπείνωσιν, άλλ' αμελούμε δι' αύτάς και ασχολούμεθα περί τα
ανθρώπινα.
Εγώ δε δια τούτο σου
ομίλησα κατά τούτον τον τρόπον, επειδή θέλεις να ακούεις και να πράττης τον
γνήσιον λόγον του Θεού και όχι πλαστόν. Εγώ δε σου τον παρέθεσα χωρίς να σε
κολακεύσω, ούτε να κρύψω την σκληρότητα της στενής Και τεθλιμμένης οδού. Εις
άλλους μεν ομιλώ κατά το μέτρον ενός εκάστου. Σύ δε γνωρίζεις την ευτέλεια μου
εξ αρχής ως οικείος εν Πνεύματι αγαπητός μου. Δια τούτο και τώρα σου γράφω,
εμφαίνω τα περί του εαυτού μου, επειδή ή κατά Θεόν αγάπη σου με αναγκάζει και
με καθίστα άφρονα να σου γράψω περί του εαυτού μου.
Οτε έζημεν εν τω
μοναστηρίω, καθώς συ ο ίδιος γνωρίζεις, απεμακρυνόμην από τάς κοσμικάς
συμπλοκάς και έπρατταν κατά δύναμιν τα των Θείων Γραφών, αν και δεν κατόρθωσα
αυτά εξ αιτίας της οκνηρίας και της αμελείας μου. Έπειτα, επιστρέψας μετά την
περιήγησιν της ξενιτείας μου εις το μοναστήριον, έκτισα έξωθεν πλησίον του
μοναστηρίου κελίον δια τον εαυτόν μου και έζησα ούτω κατά την δύναμίν μου. Τώρα
όμως μετώκησα μακρότερον από το μοναστήριον, άφ' ου Χάριτι Θεού εύρον τόπον
αρεστό εις τον λογισμό μου, επειδή τυγχάνει δυσπρόσιτος εις τα τέκνα του
κόσμου, όπως και συ ό ίδιος είδες. Και προ πάντων ερευνώ τάς Θείας Γραφάς:
πρώτον τάς έντολάς του Κυρίου και τάς ερμηνείας των και τάς αποστολικός
Παραδόσεις, έπειτα και τους βίους και τάς διδασκαλίας των αγίων Πατέρων, και
προσέχω εις αυτά. Και οσα είναι σύμφωνα με τον νουν μου και με την εύαρέστησιν
του Θεού και είναι προς ωφελείαν της ψυχής, αντιγράφω δια τον εαυτόν μου και
μελετώ αυτά, και εις αυτά έχω την ζωήν και την αναπνοή μου.
Και την αδυναμία και την οκνηρία και την
αμέλειά μου ανέθεσα εις τον Θεόν και εις την πανάχραντον Θεοτόκον. Και αν
πρόκειται να πράξω κάτι, αν δεν εύρω αυτό εις τάς Θείας Γραφάς, αναβάλλω αυτό
προς καιρόν, έως ότου εύρω αυτό, διότι δεν τολμώ να πράξω κάτι κατά το ίδιον
μου θέλημα και κατά τον ίδιον μου λογισμό. Και όταν κανείς από πνευματικήν
αγάπη προσκολληθεί εις έμέ, του συμβουλεύω να πράττει το αυτό, μάλιστα δε εις
σε, επειδή εξ αρχής είχες εξοικειωθεί προς έμέ από πνευματικήν αγάπη. Δια τούτο
και απηύθυνα τον λόγον προς σε, συμβουλεύων εις το καλόν, ωσάν προς την ιδίαν
μου ψυχήν: όπως και εγώ ό ίδιος αγωνίζομαι να πράττω, ούτος ομίλησα και εις σε.
Άλλα τώρα, αν και είμεθα κεχωρισμένοι κατά το σώμα, είμεθα όμως συνδεδεμένοι
και ηνωμένοι με την πνευματικήν αγάπη. Και δια τον θεσμό της πνευματικής αγάπης
ταύτης σου ομίλησα τότε και σου γράφω οσα προτρέπουν προς σωτηρίαν της ψυχής.
Και συ, οσα ήκουσας παρ' εμού ή είδες γεγραμμένα, αν σου είναι αρεστά, να
μιμηθείς αυτά.
Επιθυμών να είσαι υιός και κληρονόμος
των αγίων Πατέρων, τηρεί τάς έντολάς του Κυρίου και τάς Παραδόσεις των αγίων
Πατέρων και λέγε αύτάς και εις τους μετά σου αδελφούς. Και είτε ή κατοικία σου
είναι κατά μονάς, είτε ζής εντός μοναστηρίου με αδελφούς, πρόσεχε τάς Αγίας
Γραφάς και βάδιζε κατά τα ίχνη των άγιων Πατέρων. Διότι αϊ Θείαι Γραφαί μας
προστάσσουν το εξής: είτε να υποταχθώμεν εις τοιούτον άνθρωπον, όστις
μαρτυρείτε από τα έργα και από τον λόγον και από την γνώσιν του ως πνευματικός,
καθώς γράφει ό Μέγας Βασίλειος εις τον λόγον, του όποιου ή αρχή είναι «Δεύτε
προς με πάντες οί κοπιώντες», —είτε, αν δεν ευρέθη τοιούτος, να ύποταχθώμεν εις
τον Θεόν δια μέσου των Θείων Γραφών, άλλ' όχι ούτος άλόγως, όπως μερικοί, οί
όποιοι και όταν ευρίσκονται εις το μοναστήριον, φαίνονται να είναι εν υποταγή,
αλλά ποιμαίνονται άλόγως υπό του ιδίου θε-λήματος και κάμνουν και την
άναχώρησιν εξ ίσου αφρόνως, οδηγούμενοι υπό του σαρκικού θελήματος και υπό του
αδιάκριτου λογισμού, μη γνωρίζοντες, τι πράττουν, ούτε που στηρίζονται. Περί
των τοιούτων διακρίνων, ό Ιωάννης της Κλίμακος λέγει εν τω Περί διαφοράς και
διακρίσεως ησυχιών λόγω· «Ούτοι από οίησιν επιθυμούν μάλλον να πλέουν με
ιδιορρυθμία ή με καθοδήγησιν». Όπερ μη γένοιτο εις ημάς! Σύ δε, πράτων κατά τάς
Αγίας Γραφάς και κατά την πολιτεία των αγίων Πατέρων, Χάριτι Χρίστου δεν θα
σφάλλεις.
Τώρα όμως ελυπήθην και
εγώ δια το γεγονός ότι είσαι τεθλιμμένος. Όθεν και επείσθην να σου γράψω, δια
να μη είσαι τεθλιμμένος. Ό Θεός πάσης χαράς και παρακλήσεως να παρηγόρηση την
καρδίαν σου και να σε πληροφόρηση περί της προς σε αγάπης ημών! Αν ί-σως σου
έγραψα κάτι το απότομων, δεν το έγραψα όμως εις κανένα άλλον, αλλά εις σε, τον
οικείων αγαπητό μου, μη θέλων να παραβλέψω την αιτησίν σου. Ελπίζω λοιπόν ότι
θα τα δεχθείς με αγάπη και δεν θα σκανδαλισθής από την αφροσύνη μου. Και τα
πράγματα ημών, δια τα όποια παρεκάλεσα την αγιότητα σου, να επιδίωξης να τα
κανονίσεις καλώς, δι' αυτό σε ικετεύω με προσκύνησιν. Είθε ό Θεός να σου
ανταποδώσει τον μισθών κατά τον κόπον σου!
Προς τούτοις δε έτι
παρακαλώ την αγιότητα σου, μη καταλογίσης τα λόγια εκείνα, τα όποια σου είπον
τότε προς λύπην. Διότι αν και κατά το έξωθεν φαίνωνται σκληρά, άλλ' έσωθεν
είναι πλήρη ωφελείας, επειδή δεν ομίλησα από τα ιδικά μου, αλλά από τάς Αγίας
Γραφάς. Διότι σκληρά είναι κατ' άλήθειαν μόνον εις εκείνους, οί όποιοι δεν
θέλουν πράγματι να ταπεινωθούν εν φόβω Κυρίου και να καταλείψουν τα σαρκικά
φρονήματα, αλλά να ζήσουν κατά τα εμπαθή των θελήματα και όχι κατά τάς Αγίας
Γραφάς. Οί μεν τοιούτοι δεν ερευνούν τάς Αγίας Γραφάς με ταπείνωσιν
πνευματικήν. Τινές δε εξ αυτών δεν θέλουν ούτε καν να ακούσουν ότι και τώρα
πρέπει να ζώμεν κατά τάς Θείας Γραφάς, ούτως ώστε να λέγουν ότι αυτά δεν
εγράφησαν δι' ημάς και δεν υπόκειται εις την παρούσαν γενεάν να τηρή ταύτα.
Εις δε τους γνησίους
εργάτας και παλαιότερον και τώρα και εως του αιώνος θα είναι τα λόγια του
Κυρίου καθαρά ως άργυρος πεπυρωμένος και κεκαθαρμένος επταπλασίως και αί
εντολαί αυτού θα είναι φωτεινά! και επιθυμητά! υπέρ χρυσίον κα! λίθους τίμιους,
και θα γλυ-καίνουν αυτούς υπέρ μέλι και κηρίον. Και αυτοί θα φυλάττουν ταύτας.
Και όταν φυλάττουν αύτάς, θα λάβουν πολλάς ανταποδόσεις.
Έρρωσο εν Κυρίω, Κύριε
Πάτερ, και ευχου υπέρ ημών των αμαρτωλών, καί ημείς την αγιότητα σου εδαφιαίως
προσκυνούμεν.
Αν σας αρέσει αυτό το άρθρο, μπορείτε να το βάλετε στο Ιστολόγιο σας αντιγράφοντας έναν από τους παρακάτω κωδικούς
If you Like This Article,Then kindly linkback to this article by copying one of the codes below.
URL Of Post:
Paste This HTML Code On Your Page:
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου