Μικρός Ευεργετινός
Μοναχού Παύλου Ευεργετινού
Λ. ΝΑ ΜΗ ΔΕΧΟΜΑΣΤΕ ΤΟΥΣ ΑΙΣΧΡΟΥΣ ΛΟΓΙΣΜΟΥΣ ΝΑ ΜΗΝ ΚΟΙΤΑΖΟΥΜΕ ΠΕΡΙΕΡΓΑ ΟΥΤΕ ΝΑ ΛΕΜΕ Η ΝΑ ΑΚΟΥΜΕ ΑΙΣΧΡΑ ΛΟΓΙΑ. Η ΣΥΓΚΑΤΑΘΕΣΗ ΣΤΟΥΣ ΛΟΓΙΣΜΟΥΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟΣΟ ΕΝΟΧΗ ΟΣΟ ΚΑΙ Η ΠΡΑΞΗ.
Από το βίο του αγίου Σάββα
ΒΑΔΙΖΕ κάποτε ο μακάριος Σάββας προς τον Ιορδάνη μαζί μ' ένα δόκιμο μοναχό, νέο στην ηλικία. Στο δρόμο συναντούσαν πολλούς κοσμικούς. Ανάμεσα τους ήταν και μια όμορφη κοπέλα παγίδα, από την οποία δεν ήταν εύκολο να ξεφύγει το βλέμμα του απρόσεκτου. Αφού την προσπέρασαν, ο Σάββας, για να δοκιμάσει το μαθητή του, τον ρωτάει: Πώς σου φάνηκε εσένα εκείνη ή νέα; Γιατί είχε, θαρρώ, ένα μονάχα μάτι. Όχι, πάτερ, απάντησε ο δόκιμος. Είχε και τα δυο της μάτια. Μήπως έχεις κάνει λάθος, παιδί μου; επέμεινε ο όσιος. Γιατί ήταν βγαλμένο, και μάλιστα κάπως αδέξια, το ένα μάτι της κοπέλας. Ό δόκιμος δεν κατάλαβε πώς ή ερώτηση του σοφού (Σάββα) είχε σκοπό να τον δοκιμάσει, και πώς ο ίδιος γνώριζε πολύ καλά εκείνο πού ζητούσε τάχα να μάθει. Γι' αυτό του είπε: Όχι, πάτερ. Απεναντίας, και τα δυο της μάτια ήταν λαμπερά πολύ και πανέμορφα. και πώς το ξέρεις αυτό τόσο καλά, ώστε να το βεβαιώνεις με τέτοια σιγουριά; τον ρώτησε ο Σάββας. Μα την παρατήρησα επίμονα, γι' αυτό ξέρω καλά πώς έχει και τα δυο της μάτια. Αφού λοιπόν παγιδεύτηκε έτσι ο δόκιμος, ο θείος Σάββας άρχισε φανερά πια να τον ελέγχει. Που πέταξες, του λέει, την παραγγελία, «μη επιστήσεις το σον όμμα προς αυτήν» (Παροιμ. 9:18) και «μη συναρπασθής από των αυτής βλεφάρων» (Παροιμ. 6:25);
Λοιπόν, δεν θα μένεις πια μαζί μου ούτε θα ξαναπατήσεις στο κελί μου, ώσπου να συνηθίσεις να μη φέρνεις γύρω τα μάτια σου, αλλά να τα έχεις κατεβασμένα στη γη. Από το βίο της αγίας Συγκλητικής Ή μακαριά Συγκλητική έλεγε στις συγκεντρωμένες αδελφές: Καθεμιά μας πρέπει να γνωρίζει καλά την αποστολή της και να μη γλιστράει προς τα κάτω, αλλά να ζητάει πάντα τα υψηλότερα. Δεν αγνοείτε, βέβαια, την παραβολή του Ευαγγελίου για τα εκατό και τα εξήντα και τα τριάντα (Ματθ. 13:8. Μάρκ. 4:8, 20). Λοιπόν, τα εκατό αφορούν τη δική μας ιδιότητα, (των μοναχών)· τα εξήντα αναφέρονται σ' εκείνους πού ασκούνται στην εγκράτεια· και τα τριάντα, σ' αυτούς πού ζουν με σωφροσύνη. Είναι λοιπόν καλό να προχωράμε από τα τριάντα στα εξήντα. Είναι δηλαδή καλό να προκόβουμε από τα μικρότερα στα μεγαλύτερα. Απεναντίας, δεν είναι ακίνδυνο να πέφτουμε από τα μεγαλύτερα στα μικρότερα. Γιατί εκείνος πού μια φορά θα στραφεί στα χειρότερα, δεν μπορεί να σταθεί πια ούτε σ' αυτά (σταθερός), αλλά κατρακυλάει ως τα βάθη της απώλειας. Μερικές λοιπόν, πού υποσχέθηκαν (να ζήσουν με) παρθενία, παρασύρονται με το λογισμό τους, από αστάθεια προαιρέσεως, και «προφασίζονται προφάσεις εν αμαρτίαις» (πρβλ. Ψαλμ. 140:4), λέγοντας μέσα τους: Αν ζήσουμε με σωφροσύνη (εγώ θα έλεγα), μάλλον με αφροσύνη θα κερδίσουμε τουλάχιστον τα τριάντα. Αυτή όμως ή σκέψη είναι του εχθροί). Γιατί εκείνος πού πηγαίνει από τα ανώτερα στα κατώτερα, εμπαίζεται από τον εχθρό. Οποίος κάνει κάτι τέτοιο, λογαριάζεται σαν στρατιώτης πού λιποτάκτησε, και όχι σαν στρατιώτης πού προτίμησε να καταταχθεί σε κατώτερο στρατιωτικό σώμα. Δεν συγχωρείται λοιπόν, αλλά τιμωρείται, επειδή εγκατέλειψε το ανώτερο σώμα. Πρέπει, επομένως, να προχωράμε συνεχώς από τα χαμηλότερα στα υψηλότερα, «τα μεν οπίσω επιλανθανόμεναί», σύμφωνα με την αποστολική παραγγελία, «τοις δε έμπροσθεν έπεκτεινόμεναι» (πρβλ. Φιλιπ. 3:14), και να τηρούμε την απόλυτη σωφροσύνη πού μας επιβάλλει ή ιδιότητα μας. Γιατί και οι κοσμικές γυναίκες πιστεύουν ότι ζουν με σωφροσύνη, μαζί μ' αυτήν όμως υπάρχει και αφροσύνη, αφού εκείνες αμαρτάνουν με όλες τις άλλες αισθήσεις. και κοιτάζουν αδιάντροπα και γελούν με αναίδεια... Εμείς ας τ' αφήσουμε αυτά και ας ανέβουμε στα όψη των αρετών. Από τα μάτια μας ας διώξουμε κάθε μάταιο θέαμα· γιατί και ή Γραφή λέει, «οι οφθαλμοί σου ορθά βλεπέτωσαν» (Παροιμ. 4:25). Άλλα και τη γλώσσα μας πρέπει να εμποδίζουμε από τα σχετικά αμαρτήματα· γιατί δεν είναι σωστό να λέει αισχρά λόγια (αυτή, πού είναι) το όργανο της υμνολογίας (του Θεού). Αυτά θα μπορέσουμε να τα εφαρμόσουμε, αν δεν βγαίνουμε συχνά έξω από το μοναστήρι, αφού οι κλέφτες, κι αν ακόμα δεν το θέλουμε, μπαίνουν στην ψυχή μας μέσω των αισθήσεων. Γιατί πώς είναι δυνατόν να μη μαυρίσει ένα σπίτι από τον καπνό πού υπάρχει έξω, όταν ανοιχθούν οι πόρτες του; Αναγκαστικά λοιπόν πρέπει ν' αποφεύγουμε να πηγαίνουμε στην αγορά. Γιατί αν θεωρούμε βαρύ και άπρεπο το να δούμε γυμνούς τους γονείς ή τ' αδέλφια μας, πόσο μάλλον θα είναι για μας βλαβερό να βλέπουμε στις πλατείες αυτούς πού έχουν ξεγυμνωθεί αδιάντροπα ή ν' ακούμε αισχρόλογα; Μα και στα σπίτια μας ακόμα όταν κλειστούμε, ούτε και τότε πρέπει να είμαστε αμέριμνες, αλλά να βρισκόμαστε σε συνεχή επαγρύπνηση, όπως είναι γραμμένο (Ματθ. 26:41. Α' Θεσ 5:6). Γιατί Όσο περισσότερο προσέχουμε να διατηρούμε τη σωφροσύνη μας, τόσο και με ερεθιστικότερους λογισμούς παλεύουμε. Όσο προκόβουν, βλέπετε, οι αθλητές, τόσο και ισχυρότερους αντιπάλους έχουν να αντιμετωπίσουν. Κοίταξε λοιπόν πόσο προχώρησες, και δεν θα λιποψυχήσεις για τις παρούσες δυσκολίες. Νίκησες τη σωματική και έμπρακτη πορνεία; Ό εχθρός θα σε πολεμήσει με την πορνεία (πού διαπράττεται) μέσω των αισθήσεων. Όταν κι άπ' αυτή φυλάξεις τον εαυτό σου, τότε θα φωλιάσει μέσα στο νου σου και θα σου κηρύξει τον αόρατο πόλεμο, παρουσιάζοντας σου όμορφα πρόσωπα και (θυμίζοντας σου) παλιές γνωριμίες, (πού είχες ξεχάσει). Πρέπει, επομένως, να μην αποδεχόμαστε τις φανταστικές (αυτές) εικόνες. Γιατί λέει ή Γραφή: «Εάν πνεύμα του εξουσιάζοντας άναβή επί σε, τόπον σου μη αφής» (Έκκλ. 10:4). Ή συγκατάθεση μας στις φανταστικές πορνικές παραστάσεις είναι τόσο ενοχή, όσο και ή πορνεία για τους κοσμικούς. Γιατί λέει (πάλι) ή Γραφή: «Δυνατοί δυνατώς έτασθήσονται» (Σοφ. Σολ. 6:6). Είναι λοιπόν μεγάλος ο αγώνας ενάντια στο δαιμόνιο της πορνείας. Αυτή είναι το πιο αποτελεσματικό όπλο του εχθρού για την απώλεια μιας ψυχής. Αυτό εννοούσε και ο μακάριος Ιώβ, όταν έλεγε για το διάβολο, «ή δύναμις αυτόν έπ' ομφαλού γάστρας» (Ιώβ 40:16). Να γιατί πρέπει να βρισκόμαστε πάντα σε κατάσταση νίψεως, και, αφού καταλάβουμε καλά πόσο φοβερός είναι ο εχθρός, να φυλαγόμαστε από τις διάφορες επιβουλές του, επειδή, όπως είπα, και με τα εξωτερικά πράγματα μας πολεμάει και με τους εσωτερικούς λογισμούς μας χτυπάει, πολύ περισσότερο μάλιστα μ' αυτούς. Σε τούτον τον πόλεμο μας χρειάζονται επίπονη άσκηση και αδιάλειπτη προσευχή. Αυτά, βέβαια, μας προστατεύουν γενικά από κάθε κακό λογισμό. Συγκεκριμένα όμως εναντίον του ολέθριου αυτού εχθρού, (δηλαδή του δαίμονα της πορνείας), πρέπει να χρησιμοποιούμε και κάποιους ειδικούς συλλογισμούς, πολεμώντας τον με αντίθετες φαντασίες. Αν λ.χ. σχηματιστεί στη διάνοια μας ή εικόνα ενός ωραίου προσώπου, ο νους, με τη δύναμη του λογικού, ας καταστρέφει (νοερά) το είδωλο εκείνο· ας του βγάζει τα μάτια, ας του ξεσκίζει τις σάρκες από τα μάγουλα, ας του κόβει τα χείλια, και ας βλέπει στο έξης ένα αποκρουστικό σύμπλεγμα από γυμνά κόκαλα. Και τότε ας σκεφτεί τι ήταν εκείνο πού ποθούσε. Ας αντικρίσει ακόμα ο νους Και το σώμα όλο του αγαπημένου (προσώπου) γεμάτο από κακοφορμισμένες Και δύσοσμες πληγές, να διαλύεται όπως τα σώματα των νεκρών. Ας δει, τέλος, καθεμιά μας, με τα μάτια της ψυχής της, Και τον ίδιο της τον εαυτό νεκρό. Έτσι ο νους θα γεμίσει με αηδία, θα σβήσει τον πόθο προς εκείνο (το πρόσωπο, πού του προκαλεί σαρκική επιθυμία), θα μπορέσει να αναχαιτίσει τον εαυτό του από τη μάταιη πλάνη, αφού θα σκέφτεται πώς αυτό πού ποθούσε δεν ήταν τίποτε άλλο παρά αίμα και φλέγμα πού περιβάλλει τους ζωντανούς οργανισμούς, Και θ' αποτραβηχτεί στο εξής από την ηδυπάθεια. Μ' αυτόν τον τρόπο μπορεί κανείς να επιβληθεί εύκολα, με τη βοήθεια του Θεού, στις σαρκικές ηδονές. Του αγίου Έφραίμ Ν' αντιμετωπίζεις με σκληρότητα το δαίμονα της πορνείας, σαν (να έχεις μπροστά σου) σκυλί, και να μη θελήσεις διόλου να παρασυρθείς από σχετικό λογισμό. Γιατί όπως από μια σπίθα φουντώνει ή φωτιά, έτσι κι από μια κακή ενθύμηση πληθαίνουν οι κακές επιθυμίες. Δίωξε λοιπόν μακριά σου την ανάμνηση τους με περισσότερη αηδία άπ' σήν αισθάνεσαι για τη δυσοσμία του βούρκου. Αν, καθώς εργάζεσαι, σε ενοχλήσει το πνεύμα της πορνείας, μη βαρεθείς να σηκώσεις τα χέρια σου σε προσευχή. Κι αν τότε σου επιτεθεί πιο άγρια, σήκω και προσευχήσου γονατιστός. Ή προσευχή πού θα κάνεις με πίστη, θα πολεμήσει για χάρη σου (το πονηρό πνεύμα). Αν μας ενοχλεί ή σαρκική επιθυμία, ας σκύψουμε σ' έναν τάφο και ας δούμε τα μυστήρια της φύσεως μας σωρό τα οστά, το ένα πάνω στο άλλο, κρανία γυμνωμένα από τις σάρκες, κόκαλα, κόκαλα. Και βλέποντας τα, ας θεωρήσουμε πώς βλέπουμε σ' εκείνα τους εαυτούς μας. Και ας στοχαστούμε τότε, που κατέληξαν ή ανθηρή ομορφιά της ζωής αυτής και το ζωηρό χρώμα του προσώπου και ή υπόλοιπη ωραιότητα. Μ' αύτη τη σκέψη θα σβηστεί ή φλόγωση της σάρκας. Είναι δυνατόν όμως να πολεμήσουμε και με τη βοήθεια του Θεού να νικήσουμε αυτό το πάθος και με άλλους λογισμούς. Γιατί ο εχθρός, πού ενοχλεί συνεχώς τον αδελφό με την έξαψη (της σαρκικής επιθυμίας), του βάζει τέτοιους λογισμούς: Ως πότε θα υπομένεις τον κόπο και την ενόχληση του πάθους; Ικανοποίησε μόνο μια φορά την επιθυμία σου, για να σου φύγει πια ο πόλεμος, και υστέρα μετανοείς. Δεν είναι δα και σπουδαίο πράγμα. Λίγης ώρας υπόθεση, και μετά πέρασε. Ό Θεός, από την άλλη, είναι φιλάνθρωπος και σπλαχνικός, και θα σε δεχθεί πάλι όταν μετανοήσεις". Ό αδελφός τότε ας τον αντικρούσει με μιαν απάντηση σαν κι αυτή: Εχθρέ του γένους μας και πολέμιε της σωτηρίας μας, με ρωτάς ως πότε θα υπομένω τον κόπο; Σου αποκρίνομαι: Ώσπου να δει ο Κύριος την ταπείνωση μου και τον κόπο μου, και να συγχωρήσει όλες τις αμαρτίες μου (Ψαλμ. 24:18)· ώσπου να μ' ελευθερώσει, όπως τη χήρα (Λουκ. 18:18), από σένα, τον αντίδικο μου. Δεν ξέρεις, εξάλλου, διάβολε, πώς αν ένα θηρίο συνηθίσει να τρώει σάρκες, γίνεται όλο και πιο αιμοβόρο; Πώς λοιπόν μου βάζεις τη σκέψη, ότι αν μια φορά ικανοποιήσω την επιθυμία μου, δεν θα ξαναπολεμηθώ; Και ποιος με βεβαιώνει, ότι αν μολύνω το σώμα μου, θα βρω καιρό για να μετανοήσω, και δεν θα ριχθώ στην κόλαση μαζί με «τους εργαζομένους την ανομία» (Ψαλμ. 5:6); Γιατί ή ζωή μας πάνω στη γη είναι σκιά (πρβλ. Ιώβ 8:9). και τι δεν μπορεί να γίνει μέσα σε λίγη ώρα; "Αν πάρω ένα μαχαίρι και σχίσω τον εαυτό μου;... Γι' αυτό ακριβώς λοιπόν δεν πρέπει να σ' ακούσω, για να μη χάσω μέσα σε λίγη ώρα πλούτο αιώνιο και για να μη γίνω αιχμάλωτος σου, σκορπίζοντας μέσα σε μια στιγμή όσα μάζεψα τόσα χρόνια, φυλάγοντας με τόσους κόπους τις αρετές. Λες ακόμα ότι δεν είναι σπουδαίο πράγμα; Άκουσε λοιπόν, εχθρέ και επίβουλε της ζωής μας, ποια τιμή έχει οριστεί (από το Θεό) για όσους νίκησαν με την ευσέβεια τους τούτο το πάθος, πού εσύ ονομάζεις μικρό, και ποια τιμωρία έχει ετοιμαστεί για όσους νικήθηκαν άπ' αυτό. Μήπως ο σώφρων Ιωσήφ δεν επαινείται άπ' όλες τις γενιές και δεν δοξάζεται στον ουρανό και στη γη, επειδή νίκησε αυτό το πάθος (Γεν. 39:12), ενώ, απεναντίας, ή ντροπή της Αιγύπτιας χλευάζεται, καθώς κηρύσσεται σ' όλο τον κόσμο; Το ίδιο άλλωστε δεν εγκωμιάζεται και ή μακαριά Σωσάννα άπ' όλους μέχρι σήμερα κι ως τη συντέλεια του κόσμου, επειδή δεν υποχώρησε σ' αυτή την επιθυμία, αλλά καταφρόνησε και το θάνατο ακόμα για να διατηρήσει τη σωφροσύνη της (Δαν., Σωσ:23); Οι πρεσβύτεροι όμως και οι κριτές (του λάου), πού θεωρούνταν ότι κυβερνούν το λαό, επειδή νικήθηκαν άπ' αυτό το πάθος, θανατώθηκαν με λιθοβολισμό (Δαν., Σωσ.:62), αλλά (συνάμα) άφησαν και κακό όνομα στις γενιές πού ακολούθησαν. Φύγε λοιπόν από κοντά μου, εργάτη της ανομίας και πολέμιε των ψυχών! Ό Κύριος και Θεός, πού έδωσε στους ανθρώπους το Πνεύμα Του το Άγιο, να σε επιτιμήσει και ν' αχρηστέψει τα τεχνάσματα και τις παγίδες σου, γιατί παραμονεύεις σαν το λιοντάρι, θέλοντας να καταβροχθίσεις την ψυχή μου (πρβλ. Α' Πετρ. 5:8). Ή γλυκύτητα σου είναι πίκρα και το ίσιωμα σου είναι βάραθρο πού οδηγεί στην απώλεια και τα δώρα σου είναι γεμάτα φθορά και θάνατο. Τι με παρακινείς να κάνω; Να αρνηθώ την τόση χάρη, πού πήρα από τον Κύριο μου, και να λυπήσω το Άγιο Πνεύμα, με το όποιο σφραγίστηκα για την ήμερα της απολυτρώσεως (Εφ. 4:30); Να κάνω τα μέλη του Χρίστου μέλη πόρνης (Α' Κορ. 6:15) και να χάσω τον αγιασμό, χωρίς τον όποιο κανείς δεν θα δει τον Κύριο (Έβρ. 12:14); Να στερηθώ ακόμα την ατελεύτητη χαρά και δόξα του Κυρίου μου και να κληρονομήσω μαζί μ' εσένα την άσβηστη φωτιά και τον ακοίμητο σκώληκα (Μάρκ. 9:48) και τις υπόλοιπες αιώνιες τιμωρίες, πού έχουν ετοιμαστεί από το Θεό για σένα και τους αγγέλους σου (Ματθ. 25:41); Αυτά με συμβουλεύεις να κάνω και να πάθω μέσα σε λίγη ώρα, και λες ότι δεν είναι τίποτα το πράγμα; Ξέρω καλά, πώς, αν σ' ακούσω, εσύ θα τρέξεις να φέρεις στον πατέρα σου, το σατανά, σαν ευχάριστη είδηση τη δική μου απώλεια, και θα χαρείς μαζί του για την πτώση μου· εγώ όμως θα παρουσιαστώ ντροπιασμένος μπροστά στον ουράνιο Πατέρα μου. "Όχι, δεν θα με πείσεις, διάβολε! Καλύτερα να μ' ενοχλείς σαν σκυλί, παρά να γελάσεις έτσι σε βάρος μου. Γιατί «Κύριος στερέωμα μου και καταφυγή μου και αντιλήπτωρ της σωτηρίας μου· Κύριος υπερασπιστής της ζωής μου και έπ' αυτόν έλπιώ» (πρβλ. Ψαλμ. 17:3· 26:1) και θα σωθώ από τις παγίδες σου". Έκτος άπ' αυτά, αγαπητέ, να προβάλλεις εναντίον του το φόβο της γέεννας και την πικρότητα των βασανιστηρίων. Κι έτσι, με το φόβο εκείνης της φωτιάς θα μαραθεί μέσα σου ή φωτιά (της σαρκικής επιθυμίας). Αν θέλεις, θα σου παρουσιάσω και μια μικρή εικόνα της τιμωρίας στη γέεννα, για να συμπεράνεις νοερά, άπ' αυτό το μικρό παράδειγμα, πόσο μεγάλος και αφόρητος είναι εκείνος ο πόνος. Δεν μπήκες ποτέ σε λουτρό; Δεν έχεις δει εκεί ανθρώπους, παραλυμένους από τη θερμότητα, να ρίχνονται (για ν' ανακουφιστούν) στο δροσερό νερό; Σ' εκείνη όμως τη φλόγα, πού μέλλει να δεχθεί τους αμαρτωλούς, ούτε δεξαμενή (με δροσερό νερό) βρίσκεται κοντά, ούτε πόρτα και έξοδος υπάρχει, ούτε φωτισμός, ούτε αέρας δροσερός. Ούτε κι αν βάλει κανείς τις φωνές, καθώς θα καίγεται από τη φλόγα, θα βρεθεί άλλος να τον βοηθήσει ή να τον παρηγορήσει. Γιατί είναι γραμμένο: «Η κρίσης άνέλεος τω μη ποιήσαντι έλεος» (Ίακ. 2:13). Δεν έχεις δει ακόμα και το ίδιο το καμίνι, πού καίει κάτω άπ' το λουτρό; Πόσο φόβο εμπνέει σ' εκείνον πού θα το πλησιάσει μονάχα; Εκεί όμως, (στην κόλαση), κατακαίγονται από τη θεϊκή φωτιά οι ασεβείς, και οι, αμαρτίες τους φουντώνουν πιο πολύ τις φλόγες και τους κάνουν ανυπόφορη την τιμωρία. Γιατί είναι γραμμένο: «Θυμός και οργή, θλίψις και στενοχώρια επί πάσαν ψυχήν ανθρώπου του κατ εργαζομένου το κακόν» (Ρωμ. 2:89). Αυτά λοιπόν, αδελφέ, να συλλογίζεσαι, και θα διαλυθεί από τη διάνοια σου ή επιθυμία της ηδονής, όπως διαλύεται το κερί από τη φωτιά. Φύλαγε τα μάτια σου και γύριζε τα άλλοι), για να μη βλέπουν μάταια πράγματα. Το μάτι, πού στρέφεται εδώ κι εκεί, είναι φοβερός προδότης. Γιατί με τις άλλες αισθήσεις ο νους πολεμείται μόνο όσο υπάρχει και ή αιτία πού τον προκαλεί· όταν όμως απομακρυνθεί ή αιτία ή συμβεί κάτι ενάντιο, τότε διώχνεται και φεύγει (από το νου) και ο πόλεμος. Απεναντίας, εκείνος (ο πόλεμος) πού προκαλείται από τα μάτια, είναι φοβερός όχι μόνο όσο είναι παρούσα ή αιτία, αλλά και όταν απουσιάζει και μάλλον περισσότερο θλίβει την ψυχή όταν απουσιάζει ή αιτία, παρά όταν είναι παρούσα, γιατί τότε ανάβει (πιο πολύ) την επιθυμία. Τι εννοώ; Άκουσε κάποιος μελωδίες μουσικών, και πέρασε· έπειτα όμως άκουσε πένθιμες φωνές και μοιρολόγια, και με το θρήνο εξουδετερώθηκε ή μελωδία των μουσικών. Με τον ίδιο τρόπο, κάποιος δοκίμασε μέλι· έπειτα όμως δοκίμασε και κάτι πικρό, κι έτσι ή γλύκα του μελιού χάθηκε από την πικράδα πού την ακολούθησε. Κάτι παρόμοιο συμβαίνει και με την όσφρηση: Μύρισε κάποιος κάτι ευωδιαστό· έπειτα μύρισε και κάτι δύσοσμο, και ή ευφροσύνη της ευωδιάς διώχθηκε από την αηδία της δυσωδίας. Το ίδιο και με την αφή: Άγγιξε κάποιος κρύο νερό· έπειτα άγγιξε νερό βραστό, και ή θερμότητα του βραστού νερού μετρίασε την προηγούμενη ψυχρότητα (του κρύου νερού). Ό πόλεμος όμως του περιπλανώμενου ματιού κατακαίγει το νου με την επιθυμία, είτε είναι παρόν είτε απουσιάζει το αντικείμενο. και όχι μόνο αυτό, αλλά και με αισχρά όνειρα γεμίζει φαντασίες την καρδιά· γιατί οι δαίμονες, όταν βρουν πέρασμα και μπουν (στο νου) με το λογισμό, αναπαριστούν τον πειρασμό στη διάνοια. και απασχολώντας μ' αυτόν το νου, τον παρασύρουν σε φιλήδονες σκέψεις. Γι' αυτό λέει ή Γραφή: «Ρεμβασμός επιθυμίας μεταλλεύει νουν άκακον» (Σοφ. Σολ. 4:12). Γιατί στην ήττα των ματιών βρίσκεται ή αρχή της αμαρτίας, στην οποία οπωσδήποτε θα κατρακυλήσει σιγάσιγά ο νους, αν δεν συνέλθει γρήγορα, καθώς βεβαίωσε και ο Κύριος: «Πάς ο βλέπων γυναίκα προς το επιθυμείσαι αυτήν ήδη έμοίχευσεν αυτήν εν τη καρδία αυτού» (Ματθ. 5:28). Αυτή ή μοιχεία ξεριζώνεται, αν έχουμε πάντα το βλέμμα στραμμένο προς τα κάτω και την ψυχή προς τα πάνω. Σε τούτο βοηθάει και ή εγκράτεια· γιατί αυτός, λένε, πού συγκρατεί την κοιλιά του, μπορεί να συγκρατήσει και το βλέμμα του. "Αν, τέλος, αποφεύγεις τα αισχρά λόγια, τότε θ' αποφύγεις και τους ακάθαρτους λογισμούς. Του αββα Ησαΐα Αν βρίσκεσαι σε πόλη ή σε χωριό, τα μάτια σου ας βλέπουν προς τα κάτω, για να μην ξεσηκώσεις πολέμους εναντίον σου, όταν θα είσαι μόνος. "Αν σταθείς κάπου για να πιεις νερό ή καθίσεις για κάποια σοβαρή ανάγκη, μη χαλαρώσεις την προσοχή σου· θυμήσου ότι ο Θεός σε προσέχει. Όταν πρόκειται να κοιμηθείς, να είσαι ζωσμένος. και συνήθισε να μη βάζεις τα χέρια σου μέσα (από τα ρούχα σου), γιατί το σώμα έχει πολλά πάθη, πού εκτελούνται από την καρδιά. Φυλάξου, να μην αιχμαλωτιστείς από τις αμαρτίες πού ήδη έκανες, για να μην ανανεωθούν μέσα σου. Φύλαξε τα μάτια σου, και ή καρδιά σου ας μην κοιτάζει πονηρά. Αυτός πού βλέπει άλλο πρόσωπο με ηδονική διάθεση, κάνει μοιχεία. Αν τραβάει την καρδιά σου ή ομορφιά κάποιου σώματος, θυμήσου τη δυσωδία του και θα ησυχάσεις. Αν σου είναι ποθητή πολύ ή ηδονή των γυναικών, σκέψου που βρίσκονται τώρα όσες ήδη πέθαναν, και θα βρεις ανάπαυση. Πρόσεχε καλά, ώστε, όπως φυλάγεσαι από την πορνεία, έτσι να φυλάγεσαι και από τις επιθυμίες των ματιών, της ακοής, της γλώσσας και της αφής. Τα μάτια σου να είναι πάντα προσηλωμένα στον εαυτό σου και στη δουλειά σου. Να μην παρατηρήσεις άνθρωπο με περίεργη διάθεση, εκτός κι αν διαπιστώσεις ότι υπάρχει σοβαρή ανάγκη. Ωραία γυναίκα ή και άνδρα να μην κοιτάξεις χωρίς λόγο. Τ' αυτιά σου μην τ' αφήσεις ν' ακούσουν λόγια ανώφελα. και το στόμα σου ας είναι κλειστό και ας μη μιλάει καθόλου, αν δεν είναι απαραίτητο. Του αββά Κασσιανού Τα άλλα πάθη κάνουν τη μάχη μόνο μέσα στην ψυχή· ο σαρκικός πόλεμος όμως είναι διπλός, γίνεται δηλαδή και στην ψυχή και στο σώμα. Γι' αυτό πρέπει να παλέψουμε διπλά εναντίον του. Δεν είναι αρκετή ή σωματική νηστεία για την απόκτηση της τέλειας σωφροσύνης και της αληθινής αγνείας, αν δεν ακολουθούν και συντριβή καρδιάς και πολλή προσευχή στο Θεό και συχνή μελέτη των Γραφών και κόπος και χειρωνακτική εργασία. Αυτά μπορούν να περιορίζουν τις άτακτες ορμές της ψυχής και να την αποτρέπουν από τις αισχρές φαντασίες. Περισσότερο όμως άπ' όλα βοηθάει ή ταπείνωση της ψυχής, χωρίς την οποία δεν θα μπορέσει κανείς να νικήσει ούτε την πορνεία ούτε τα άλλα πάθη. Πρώταπρώτα λοιπόν πρέπει με κάθε προσοχή να φυλάει κανείς την καρδιά του (Παροιμ. 4:23) από ρυπαρούς λογισμούς. Γιατί από την καρδιά προέρχονται, όπως είπε ο Κύριος, πονηρές σκέψεις, φόνοι, μοιχείες, πορνείες και τα άλλα (Ματθ. 15:19). και ή νηστεία δεν μας έχει οριστεί μόνο για την κακοπάθεια του σώματος, αλλά και για την προσοχή του νου, για να μη σκοτιστεί δηλαδή (ο νους) από την πολυφαγία και χαλαρώσει την επιτήρηση των λογισμών. Πρέπει λοιπόν όχι μόνο στη σωματική νηστεία να βάζουμε όλη την επιμέλεια μας, αλλά και στην προσοχή των λογισμών και στην πνευματική μελέτη, χωρίς τα οποία είναι αδύνατον ν' ανέβουμε στο ύψος της καθαρής αγνείας. Ας φροντίζουμε λοιπόν να καθαρίζουμε πρώτα, όπως λέει ο Κύριος, «το εντός του ποτηριού και της παροψίδος, ίνα γένηται και το εκτός αυτών καθαρόν» (Ματθ. 23:26). Γιατί ο Γιατρός των ψυχών μας, γνωρίζοντας ότι ή αρρώστια βρίσκεται κρυμμένη στα βάθη της ψυχής, εκεί έβαλε και το φάρμακο, αφού ήξερε πώς εκεί υπάρχει και το νοσογόνο αίτιο. Γι' αυτό είπε: «Πάς ο βλέπων γυναίκα προς το έπιθυμήσαι αυτήν ήδη έμοίχευσεν αυτήν εν τη καρδία αυτού» (Ματθ. 5:28). (και αυτό το είπε) για να διορθώσει όχι τόσο τα περίεργα και φιλήδονα μάτια, όσο την ψυχή, πού κατοικεί μέσα μας, και χρησιμοποιεί με κακό τρόπο τα μάτια, τα δοσμένα από το Θεό στον άνθρωπο για το καλό του. Γι' αυτό και ή σοφή παροιμία δεν λέει «πάση φυλακή τηρεί σους οφθαλμούς», αλλά «πάση φυλακή τηρεί σήν καρδίαν» (Παροιμ. 4:23), βάζοντας έτσι το φάρμακο της προσοχής στην καρδιά, πού μεταχειρίζεται τα μάτια για ότι θέλει. Αυτή λοιπόν ας είναι ή αρχή της καθάρσεώς μας· όταν έρθει στο νου μας ενθύμηση γυναίκας, ξεφυτρωμένη από τη διαβολική δολιότητα, είτε μητέρας είτε αδελφής είτε άλλων γυναικών, και ευλαβών ακόμα, αμέσως να τη διώξουμε από την καρδιά μας, μην τυχόν, αν επιμείνουμε πολύ σ' αυτή την ενθύμηση, ο πλανευτής των ψυχών μας κυλήσει, μέσω των προσώπων αυτών, και ρίξει τη διάνοια μας μέσα στο γκρεμό των αισχρών και βλαβερών σκέψεων. Έξαλλου και ή εντολή, πού δόθηκε από το Θεό στον πρωτόπλαστο, προστάζει να συντρίβουμε το κεφάλι του φιδιού (Γεν. 3:15), δηλαδή τις απαρχές των βλαβερών λογισμών, μέσω των οποίων επιχειρεί (το φίδι) να συρθεί μέσα στις ψυχές μας. Γιατί αν δεχθούμε το κεφάλι, πού θα είναι ή αρχική προσβολή του λογισμού, θα δεχτούμε και το υπόλοιπο σώμα του φιδιού, πού είναι ή συγκατάθεση στην ηδονή, και αυτό θα ρίξει στη συνέχεια τη διάνοια μας στην παράνομη πράξη. Πρέπει λοιπόν, όπως λέει ή Γραφή, «εις τάς πρωίας άποκτείνειν πάντας τους αμαρτωλούς της γης» (πρβλ Ψαλμ. 100:8), δηλαδή με το φως της γνώσεως να διακρίνουμε και να εξολοθρεύουμε τους αμαρτωλούς λογισμούς από τη γη, πού είναι ή καρδιά μας, σύμφωνα με τη διδασκαλία του Κυρίου. και μάλιστα τους πονηρούς αυτούς λογισμούς, πού ή Γραφή αποκαλεί γιους της Βαβυλώνας (βλ. Ψαλμ. 136:8, 9), (να τους εξολοθρεύουμε) όσο ακόμα βρίσκονται σε νηπιακή κατάσταση. Γιατί αν μεγαλώσουν με τη δική μας συγκατάθεση, τότε δεν θα νικηθούν χωρίς μεγάλο στεναγμό και κόπο. Πρέπει ακόμα να γνωρίζουμε, ότι στον πόλεμο τούτο πολύ βοηθάει και ή αγρυπνία. Γιατί όπως ή προσοχή της ημέρας ετοιμάζει την αγιοσύνη της νύχτας, έτσι και ή κατά Θεό αγρυπνία της νύχτας ετοιμάζει στην ψυχή την καθαρότητα της ημέρας. Από το Γεροντικό Ο αββάς Ανούβ ρώτησε τον άββά Ποιμένα για τους ακάθαρτους λογισμούς πού γεννάει ή καρδιά του ανθρώπου, και εκείνος του αποκρίθηκε: Μήπως ή αξίνα έχει καμιά αξία μόνη της, χωρίς εκείνον πού τη χρησιμοποιεί; Έτσι κι εσύ, μη συνεργαστείς με τους λογισμούς και θ' αδρανήσουν. Ό άνθρωπος πρέπει ν' αγωνίζεται εναντίον δύο λογισμών, της πορνείας και της καταλαλιάς· και να μην καταλαλεί καθόλου ούτε να κρατάει στην καρδιά του (πονηρά) νοήματα. Γιατί αν θέλει να εξετάζει τους λογισμούς αυτούς, δεν ωφελείται αλλά βλάπτεται· ενώ αν αποξενωθεί άπ' αυτούς, θα βρει ανάπαυση. και αποξενώνεται κανείς (από τους κακούς λογισμούς του), διώχνοντας τους και καταφεύγοντας στο Θεό. Κάποιος αδελφός ρώτησε έναν από τους πατέρες: Τι να κάνω, πού ο λογισμός μου είναι κολλημένος πάντα στην πορνεία, και δεν μ' αφήνει ήσυχο ούτε μιαν ώρα, και θλίβεται ή ψυχή μου; Και ο γέροντας του αποκρίθηκε: Όταν οι δαίμονες σπέρνουν τους λογισμούς, μην πιάσεις συζήτηση μαζί τους. Γιατί το έργο των έχθρων είναι, βέβαια, να σου βάζουν πάντα στο νου λογισμούς, χωρίς διακοπή· όμως δεν μπορούν Και να σε αναγκάσουν (να τους αποδεχθείς)· από σένα εξαρτάται ή αποδοχή ή απομάκρυνση τους. Δεν έμαθες τι έκαναν οι Μαδιηναΐοι; Πώς στόλισαν τις θυγατέρες τους Και στάθηκαν μπροστά στους Ισραηλίτες; Κανέναν άπ' αυτούς δεν ανάγκασαν, μόνο όσοι ήθελαν έπεσαν (στην αμαρτία) μ' εκείνες (Αριθ. 25:1). Άλλοι, αντίθετα, αγανάκτησαν, τις απείλησαν κι έφτασαν ως το φόνο. Από το Γεροντικό Ο αββάς Ανούβ ρώτησε τον άββά Ποιμένα για τους ακάθαρτους λογισμούς πού γεννάει ή καρδιά του ανθρώπου, και εκείνος του αποκρίθηκε: Μήπως ή αξίνα έχει καμιά αξία μόνη της, χωρίς εκείνον πού τη χρησιμοποιεί; Έτσι κι εσύ, μη συνεργαστείς με τους λογισμούς και θ' αδρανήσουν. Ό άνθρωπος πρέπει ν' αγωνίζεται εναντίον δύο λογισμών, της πορνείας και της καταλαλιάς· και να μην καταλαλεί καθόλου ούτε να κρατάει στην καρδιά του (πονηρά) νοήματα. Γιατί αν θέλει να εξετάζει τους λογισμούς αυτούς, δεν ωφελείται αλλά βλάπτεται· ενώ αν αποξενωθεί άπ' αυτούς, θα βρει ανάπαυση. και αποξενώνεται κανείς (από τους κακούς λογισμούς του), διώχνοντας τους και καταφεύγοντας στο Θεό. Κάποιος αδελφός ρώτησε έναν από τους πατέρες: Τι να κάνω, πού ο λογισμός μου είναι κολλημένος πάντα στην πορνεία, και δεν μ' αφήνει ήσυχο ούτε μιαν ώρα, και θλίβεται ή ψυχή μου; Και ο γέροντας του αποκρίθηκε: Όταν οι δαίμονες σπέρνουν τους λογισμούς, μην πιάσεις συζήτηση μαζί τους. Γιατί το έργο των έχθρων είναι, βέβαια, να σου βάζουν πάντα στο νου λογισμούς, χωρίς διακοπή· όμως δεν μπορούν Και να σε αναγκάσουν (να τους αποδεχθείς)· από σένα εξαρτάται ή αποδοχή ή απομάκρυνση τους. Δεν έμαθες τι έκαναν οι Μαδιηναΐοι; Πώς στόλισαν τις θυγατέρες τους Και στάθηκαν μπροστά στους Ισραηλίτες; Κανέναν άπ' αυτούς δεν ανάγκασαν, μόνο όσοι ήθελαν έπεσαν (στην αμαρτία) μ' εκείνες (Αριθ. 25:1). Άλλοι, αντίθετα, αγανάκτησαν, τις απείλησαν κι έφτασαν ως το φόνο. Έτσι συμβαίνει και με τους λογισμούς: Όταν αρχίσουν να σ' ενοχλούν, μην τους αποκριθείς, αλλά σήκω να προσευχηθείς και βάλε μετάνοια λέγοντας: "Υιέ του Θεού, ελέησε με και βοήθησε με στην αδυναμία μου". Έτσι σύντομα θα δεις να λιώνουν οι λογισμοί και να χάνονται «ως τήκεται κηρός από προσώπου πυρός» (Ψαλμ. 67:2). Ένας γέροντας είπε: Αν ή πορνεία πολεμάει το σώμα σου ή την καρδιά σου, ψάξε να βρεις από που σηκώθηκε ο πόλεμος εναντίον σου και διορθώσου είτε από πολύ ύπνο, είτε από υψηλοφροσύνη, είτε επειδή θεωρείς τον εαυτό σου καλύτερον από άλλον, είτε επειδή κατέκρινες κάποιον πού αμάρτησε. Γιατί χωρίς αυτά δεν πολεμάει τον άνθρωπο ή πορνεία. Ένας αδελφός, πού είχε σαρκικό πόλεμο, επιτιμούσε το δαίμονα λέγοντας: "Χάσου στο σκοτάδι, σατανά! Μήπως δεν ξέρεις, πώς, αν και είμαι ανάξιος, κρατάω μέλη Χρίστου;". και αμέσως έπαυε ή σαρκική έξαψη, με την ίδια ευκολία πού σβήνει κανείς το λυχνάρι φυσώντας το. Θαύμαζε και ο ίδιος γι' αυτό και δόξαζε τον Κύριο.
ΛΑ. Η ΚΑΤΑΝΥΞΗ ΤΟ ΠΕΝΘΟΣ KAI ΤΑ ΔΑΚΡΥΑ. ΠΟΣΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΕΙΔΗ ΤΟΥΣ ΚΑΙ ΠΟΙΕΣ ΟΙ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΤΟΥΣ.
Του αγίου Γρηγορίου του Διαλόγου
Η ΚΑΤΑΝΥΞΗ εμφανίζεται με πολλές μορφές (πνευματικής) ωραιότητας. Γι' αυτό και ο "Ιερεμίας λέει: «Διαμερισμός υδάτων κατήγαγεν ο οφθαλμός μου» (πρβλ. Θρ. Ιερ. 3:47). Δύο πάντως είναι τα σπουδαιότερα είδη της κατανύξεως: "Όταν ή ψυχή διψάσει το Θεό, αισθάνεται κατάνυξη πρώτα από το φόβο κι έπειτα (κατάνυξη) από τον πόθο. Πρώτα δηλαδή λιώνει τον εαυτό της με τα δάκρυα, καθώς θυμάται τις αμαρτίες της, και νιώθει φόβο, μήπως εξαιτίας τους ριχθεί στην αιώνια κόλαση. και αφού ταλαιπωρηθεί πολύ από τη λύπη, τότε ή δειλία παύει, και μέσα στην ψυχή γεννιέται θάρρος και κάποια βεβαιότητα για τη συγχώρηση. Στο έξης ή ψυχή θερμαίνεται από τον πόθο της ουράνιας χαράς. και αυτή που πρώτα έκλαιγε από το φόβο της καταδίκης, αρχίζει υστέρα να κλαίει πάλι πικρά, επειδή βρίσκεται ακόμα μακριά από τη βασιλεία (των ουρανών). Γιατί, αφού καθαρθεί ο νους, βλέπει πια καθαρά ποιοι είναι οι χοροί των αγγέλων και ποια ή κοινωνία τους, ποια είναι ή λαμπρότητα και ή μεγαλοσύνη των μακαρίων πνευμάτων και ποια ή θεωρία αυτού του ίδιου του Θεού. Του αγίου Έφραίμ Αρχή του πένθους είναι ή αυτογνωσία. και το πένθος μας ας μην είναι ανθρώπινο, ούτε «προς το θεαθήναι τοις ανθρώποις» (Ματθ. 23:5), αλλά όπως το θέλει ο Θεός, πού γνωρίζει τα απόκρυφα της καρδιάς μας, για να μακαριστούμε άπ' Αυτόν. "Ας έχουμε λοιπόν χαρούμενο το πρόσωπο, όταν συναντάμε άλλους ανθρώπους, ως προς το φρόνημα όμως ας κλαίμε και ας πενθούμε. Γιατί το πένθος είναι προϋπόθεση, αλλά και εξασφάλιση της πνευματικής εργασίας· το πένθος ξεπλένει την ψυχή με τα δάκρυα και την αποκαθιστά καθαρή· το πένθος γεννάει τη σωφροσύνη, ξεριζώνει τις ηδονές, κατορθώνει τις αρετές. και τι περισσότερο να πω; Το πένθος από το Θεό μακαρίζεται (βλ. Ματθ. 5:4. Λουκ. 6:21) και από τους αγγέλους επαινείται. Του αββα Ησαΐα Τα έργα εκείνων πού αληθινά πενθούν είναι: το ν' απομακρύνουν το νου και τις αισθήσεις από τα γύρω φαινόμενα· το να μην κρίνουν τον πλησίον γιατί εκείνος πού ασχολείται μόνο με τις δικές του αμαρτίες, αποφεύγει να κρίνει το πλάσμα του Θεού· το να μην εκδικούνται αυτόν πού τους κάνει κακό· το να μη λυπούνται για όσα έγιναν από το συγκάτοικο τους χωρίς τη δική τους γνώμη· το να μην κάνουν το θέλημα τους· το να μη λένε για οποιονδήποτε ότι είναι καλός ή κακός, γιατί το θεωρούν ντροπή τους να μάθουν πώς υπάρχει κάποιος αισχρότερος άπ' αυτούς· το να μη θέλουν να γνωρίζουν πράγματα, πού δεν τους ενδιαφέρουν το να μην αντιδρούν, όταν τους χλευάζουν το να μη λυπούνται, όταν τους παραβλέπουν στη γενική διανομή· το να μην ταράζονται, όταν συκοφαντούνται για πράγμα πού δεν γνωρίζουν, αλλά να λένε αμέσως το "συγχώρησαν"· το να μην αποδέχονται τους επαίνους, πού τυχόν τους λέει κανείς· το να μη συγχύζονται όταν βρίζονται· το να μην κυνηγούν τη φιλία των ισχυρών του κόσμου· το να μη θέλουν να επιβάλουν τη γνώμη τους, ακόμα κι όταν έχουν δίκιο, ούτε να φιλονικήσουν για οτιδήποτε. Αυτά και όσα σχετίζονται μ' αυτά, αν υπάρχουν σ' έναν άνθρωπο, φανερώνουν ότι έχει το αληθινό πένθος, ότι με τα νοερά του μάτια γνώρισε τον εαυτό του και την αδυναμία του, ότι κατάλαβε ποιο είναι το θέλημα του Θεού και ότι συνειδητοποίησε πώς δεν μπορεί ν' αρέσει στο Θεό όπως ο ίδιος νομίζει. Γι' αυτό και αρκείται στη δική του λύπη, κλαίει για τον εαυτό του και δεν ασχολείται με το πλάσμα του Θεού, πού μέλλει εκείνος να κρίνει. Έτσι διατηρεί ακέραιη την (πνευματική) οικοδομή, πού έχτισε μέσα του το πένθος. Γιατί ή κατά Θεό λύπη, πού του κατατρώει την καρδιά, μπορεί να εξουσιάσει τις αισθήσεις και ακόμη, αν αντιστέκεται με νίψη, τότε διατηρεί σώα και τα αισθητήρια του νου. Δεν μπορεί λοιπόν ο άνθρωπος να είναι αμέριμνος ούτε να εμπιστευθεί τον εαυτό του, πριν βρεθεί μπροστά στο κριτήριο και ακούσει την απόφαση και μάθει που θα τοποθετηθεί (ή ψυχή του). και γι' αυτό, όσο βρίσκεται μέσα στο σώμα, οφείλει να κοπιάζει ακατάπαυστα. Μακάριοι είναι εκείνοι πού δεν στήριξαν το θάρρος τους στα έργα τους, σαν ευάρεστα τάχα στον Κύριο, και γι' αυτό ντρέπονται να τον αντικρίσουν. Αυτοί πραγματικά θα δρουν ανέκφραστη παρηγοριά, επειδή πενθούν ακατάπαυστα για τους εαυτούς τους, πού δεν μπορούν να πραγματοποιήσουν στην εντέλεια το θέλημα του Θεού, όπως ακριβώς Εκείνος θέλει. Όταν οι επουράνιες δυνάμεις θα δώσουν τη μαρτυρία τους γι' αυτούς, ότι δηλαδή πέρασαν (νικηφόρα) τους άρχοντες της αριστερής μερίδας, (τα εναέρια τελώνια), τότε πια θα μνημονεύονται κι αυτοί μαζί με τους κατοίκους του ουρανού. όσο όμως γίνεται ακόμα πόλεμος, ο άνθρωπος νιώθει φόβο και τρόμο θα νικήσει ή θα νικηθεί σήμερα; Θα κερδίσει ή θα χάσει αύριο; Γιατί ο αγώνας σφίγγει από παντού την καρδιά. Μόνο ή απάθεια δεν επηρεάζεται από τον πόλεμο, επειδή έχει πάρει το βραβείο (της νίκης) και έχει ησυχάσει, αφού ειρήνευσαν μεταξύ τους κι έγιναν ένα τα τρία χωρισμένα, δηλαδή ή ψυχή, το σώμα και το πνεύμα, σύμφωνα με τον απόστολο (Α' Θεσ. 5:23). και Όταν αυτά τα τρία γίνουν ένα με την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος, δεν μπορούν πια να χωριστούν, αφού ο Χριστός πέθανε και αναστήθηκε και «ουκέτί αποθνήσκει, θάνατος αυτού ουκέτι κυριεύει» (Ρωμ. 6:9). Ό θάνατος Του μας εξασφάλισε τη σωτηρία, επειδή ή αμαρτία νεκρώθηκε με το θάνατο, και ή ανάσταση Του εξασφάλισε την αιώνια ζωή σε όλους, όσοι πιστεύουν σ' Αυτόν. Του αββα Ισαάκ Υπάρχουν δάκρυα πού μαραίνουν και δάκρυα πού ζωογονούν και τα πρώτα έχουν αιτία το φόβο, ενώ τα δεύτερα την αγάπη. Τα πρώτα λοιπόν, αυτά δηλαδή πού τρέχουν για τις αμαρτίες, αναβλύζουν με πόνο και στεγνώνουν το σώμα και το μαραίνουν. Τα δεύτερα όμως στα όποια καταλήγει κανείς αφού πρώτα χύσει αρκετά από τα προηγούμενα και μέσω αυτών ξεπλύνει, με το έλεος του Θεού, τις αμαρτίες του αναβλύζουν αβίαστα και με (πνευματική) ηδονή, επειδή ή ψυχή έχει γευθεί τη θεία χάρη. Τότε ο άνθρωπος χύνει δάκρυα χωρίς να δοκιμάζει (ψυχικό) πόνο, με χαρά και δίψα (θείας) αγάπης. Αυτά και το σώμα ωφελούν και αναζωογονούν, και την όψη του άνθρωπου αλλοιώνουν, σύμφωνα με το γραμμένο: «Καρδίας ευφραινομένης πρόσωπον θάλλει, εν δε λύπαις ούσης σκνθρωπάζει» (Παροιμ. 15:13). "Αν λοιπόν ποθούμε να φτάσουμε στα δεύτερα (δάκρυα), ας επιδιώξουμε με ζήλο τα πρώτα, (τα δάκρυα δηλαδή της μετάνοιας), και τότε, με τη χάρη του Θεού, σύντομα θα τ' αποκτήσουμε κι εκείνα. Από τον άγιο Βαρσανούφιο Κάποιος αδελφός ρώτησε τον άββά Ιωάννη: Πώς μπορώ να κόψω την παρρησία και να συγκρατώ τη γλώσσα μου; Με το πένθος, αποκρίθηκε ο γέροντας. και πώς μπορώ να διατηρήσω το πένθος, ξαναρώτησε ο αδελφός, όταν έχω δοσοληψίες με ανθρώπους και μεριμνώ για τις εργασίες των διακονητών; Έπειτα, υπάρχει καρδιακό πένθος χωρίς δάκρυα; Δεν γεννιέται το πένθος από τα δάκρυα, απάντησε ο γέροντας, αλλά τα δάκρυα γεννιούνται από το πένθος. και εκείνος πού βρίσκεται ανάμεσα στους ανθρώπους αποκτά το πένθος, αν κόβει το δικό του θέλημα και δεν κοιτάζει τα σφάλματα των άλλων. Γιατί έτσι συμμαζεύονται οι λογισμοί του. Και όταν συμμαζευτούν, γεννούν στην καρδιά την κατά Θεό λύπη. Και ή λύπη φέρνει τα δάκρυα. Από το Γεροντικό Σ' όλη του τη ζωή, όποτε καθόταν στο εργόχειρο του, ο αββάς Αρσένιος είχε ένα πανί στον κόρφο του, για (να σκουπίζει) τα δάκρυα πού έτρεχαν συνεχώς από τα μάτια του. Βλέποντας αυτό το πράγμα ο ξακουστός ανάμεσα στους μοναχούς (αββάς) Ποιμήν, του έλεγε: Είσαι μακάριος, Αρσένιε, γιατί δεν θα έχεις ανάγκη από δάκρυα στην άλλη ζωή, μια και πένθησες για τον εαυτό σου σ' αυτόν τον κόσμο. Ένας αδελφός ρώτησε τον αββά Άμμωνα: Πες μου ένα λόγο, για το πώς (μπορώ) να σωθώ. Πήγαινε, απάντησε ο γέροντας, και σκέψου όπως σκέφτονται οι κακοποιοί, πού βρίσκονται στη φυλακή. Εκείνοι δηλαδή ρωτάνε τους ανθρώπους πού τους πλησιάζουν: Που είναι ο δικαστής; και πότε έρχεται;. και με την αναμονή της δίκης και των τιμωριών, κλαίνε. Έτσι κι εσύ, οφείλεις να προσέχεις πάντα την ψυχή σου και να λες: Αλίμονο μου! Πώς θα παρουσιαστώ στο φοβερό βήμα του αδέκαστου Κριτή; και τι θα Του απολογηθώ; Αν σκέφτεσαι έτσι ακατάπαυστα, μπορείς να σωθείς. Ό αββάς Λογγίνος είπε: Ή νηστεία ταπεινώνει το σώμα. Ή αγρυπνία καθαρίζει το νου. Ή ησυχία φέρνει το πένθος. και το πένθος βαπτίζει τον άνθρωπο (στα δάκρυα του) και τον κάνει αναμάρτητο. Ό άββάς Μωυσής είπε: Νικηθήκαμε σωματικά από κάποιο πάθος; Ας μην παραμελήσουμε τη μετάνοια και το πένθος για τον εαυτό μας, πριν μας προλάβει το πένθος της Κρίσεως. Ό ίδιος (άββάς) είπε: Οι αμαρτίες συγχωρούνται με τα δάκρυα. Όταν όμως κλαις, μη στενάξεις δυνατά· και «μη γνώτω ή αριστερά σον», δηλαδή ή κενοδοξία, «τι ποιεί η δεξιά σον» (Ματθ. 6:3). Ένας αδελφός ρώτησε τον άββά Μωϋσή: Τι πρέπει να κάνει ο άνθρωπος σε κάθε πειρασμό πού τον βρίσκει ή σε κάθε λογισμό πού του σπέρνει ο εχθρός; Και ο γέροντας αποκρίθηκε: Πρέπει να κλαίει μπροστά στην αγαθοσύνη του Θεού για να τον βοηθήσει· και αν παρακαλεί με επίγνωση, σύντομα βρίσκει ανάπαυση. Γιατί είναι γραμμένο: «Εγγύς Κύριος πάσι τοις έπικαλουμένοις αυτόν» (Ψαλμ. 144:18) και τα υπόλοιπα. Ό άββάς Ισαάκ διηγήθηκε: Κάποτε, Όταν βρισκόμουνα κοντά στον άββά Ποιμένα, τον είδα να πέφτει σε έκσταση και κατάνυξη. Επειδή λοιπόν είχα θάρρος μαζί του, του έβαλα μετάνοια και τον παρακάλεσα: "Πες μου, που ήσουνα;". Κι εκείνος, κάτω από την πίεση μου, μου είπε: "Ό λογισμός μου ήταν εκεί, οπού ή αγία Θεοτόκος Μαρία στάθηκε και έκλαιγε δίπλα στο Σταυρό του Σωτήρος. Ήθελα κι εγώ πάντα έτσι να κλαίω". Ό άββάς Θεόδωρος διηγήθηκε: Στα Κελιά κατοικούσε κάποιος αδελφός, πού είχε αποκτήσει το χάρισμα της κατανύξεως. Τον ρωτήσαμε λοιπόν για τα δάκρυα γιατί άλλοτε έρχονται μόνα τους και άλλοτε δεν μπορεί κανείς να τα προκαλέσει ούτε με έμπονη προσπάθεια; και ο γέροντας απάντησε: "Τα δάκρυα είναι όπως ή βροχή, και ο άνθρωπος είναι σαν το γεωργό. "Όταν λοιπόν έρχονται (τα δάκρυα), αυτός πού καλλιεργεί την καρδιά του πρέπει ν' αγωνίζεται για να μη χαθεί τίποτε από τη βροχή, αλλά να μαζευτεί όλο το νερό στον κήπο του και να τον ποτίσει. Σας λέω, παιδιά μου, ότι πολλές φορές μια μέρα βροχής είναι αρκετή για όλο το χρόνο και σώζει όλους τους καρπούς. Γι' αυτό πρέπει να προσέχουμε· και όταν καταλάβουμε ότι έρχεται, ας αγωνιστούμε να φυλάξουμε τους εαυτούς μας κι ας αφοσιωθούμε σε επίμονη ικεσία του Θεού. Γιατί δεν ξέρουμε αν θα δρούμε και άλλη μέρα τη βροχή εκείνη". Τότε τον ξαναρωτήσαμε: και πώς διατηρεί κανείς την κατάνυξη, όταν έρχεται; Και αποκρίθηκε ο γέροντας: Εκείνη την ημέρα ή για όσο διάστημα ενεργεί μέσα του το πένθος, πρέπει να προσέξει τα έξης: Να μην επισκεφθεί άνθρωπο· να φυλαχτεί ακόμη από τη γαστριμαργία και την υψηλοφροσύνη, ώστε να μη φανταστεί καθόλου ότι κλαίει και να μην κατακρίνει κανένα ν' αφοσιωθεί, τέλος, στην προσευχή και τη μελέτη. Πάντως, όταν έρθει το πένθος, αυτό θα μας διδάξει ποια είναι εκείνα πού το ωφελούν και το συντηρούν και ποια (είναι εκείνα πού) το αντικόβουν. Να, ξέρω λ.χ. έναν αδελφό, πού καθόταν στο κελί του και, καθώς έκανε το εργόχειρο του, του ερχόταν το πένθος. Μόλις λοιπόν άρχιζαν να τρέχουν τα δάκρυα, σηκωνόταν να προσευχηθεί· μα τότε αμέσως σταματούσαν. Έπιανε πάλι το εργόχειρο, συμμάζευε το νου του, και παρευθύς ξανάρχονταν τα δάκρυα. Το ίδιο (γινόταν) και στη μελέτη: Όταν διάβαζε, έπεφτε σε κατάνυξη· αλλά μόλις σηκωνόταν να προσευχηθεί, δεν είχε (δάκρυα). Μόνο όταν ξανάσκυβε πάνω από το βιβλίο, άρχιζε πάλι να δακρύζει. Τότε λοιπόν κατάλαβε ο αδελφός την αιτία αυτής της διαφοράς, και συλλογίστηκε, ότι καλά είπαν οι Πατέρες, πώς το ίδιο το πένθος είναι δάσκαλος· αυτό δηλαδή διδάσκει τον άνθρωπο όσα τον συμφέρουν. Έχω τη γνώμη, ότι για δύο αιτίες έχανε ο αδελφός το πένθος την ώρα της προσευχής. Ή πρώτη είναι, ότι δεν είχε αποκτήσει ακόμα προσευχή καθαρή, χωρίς περισπασμούς. Ρεμβάζοντας και τρέχοντας με το νου του εδώ κι εκεί, δεν διατηρούσε την αρχική κατάνυξη, αυτή πού γεννιόταν μέσα του στο εργόχειρο και στη μελέτη, επειδή, όταν έκανε τα τελευταία, είχε πιο συγκεντρωμένο το νου του. και ή δεύτερη αιτία είναι τούτη: Για να μη νομίσει, ότι από το δικό του αγώνα και τη δική του προσευχή κατόρθωσε ν' αποκτήσει το πένθος, αλλά να καταλάβει ότι του δόθηκε από το έλεος και τη χάρη του Θεού, έτσι ώστε και σε ευχαριστία του Ευεργέτη του να παρακινηθεί και ταπείνωση μεγαλύτερη ν' αποκτήσει, και να δυναμώσει μ' αυτά περισσότερο το πένθος μέσα του. και σε μας λοιπόν, αν κάποτε συμβεί κάτι τέτοιο, αν μας γεννηθούν δηλαδή κατάνυξη καρδιάς και θερμά δάκρυα, ας τα παραβλέψουμε όλα, ας τρέξουμε στην προσευχή και ας επιμείνουμε καρτερικά σ' αυτήν, ώσπου να νιώσουμε την καρδιακή φωτιά ν' ανάβει μέσα μας. Γιατί ίσως να μην ξαναβρούμε τέτοια ευκαιρία". Ένας γέροντας είπε: Όπως κουβαλάμε μαζί μας παντού την κακία μας, δηλαδή τα πάθη και τις αμαρτίες μας, έτσι πρέπει να έχουμε συνεχώς μαζί μας, όπου κι αν βρισκόμαστε, το πένθος και την κατάνυξη. Άλλος γέροντας είπε: Όπως κάθε αμαρτία πού θα κάνει ο άνθρωπος βρίσκεται έξω από το σώμα του, ενώ αυτός πού πορνεύει, αμαρτάνει στο ίδιο του το σώμα (Α' Κορ. 6:18), γιατί απ' αυτό βγαίνει ή ακαθαρσία, έτσι και κάθε έργο (αρετής) πού θα κάνει ο άνθρωπος βρίσκεται έξω από το σώμα του· εκείνος όμως πού χύνει δάκρυα, καθαρίζει (μ' αυτά) την ίδια του την ψυχή και (το ίδιο του) το σώμα· γιατί τα δάκρυα, καθώς κυλούν από πάνω (προς τα κάτω), πλένουν και αγιάζουν ολόκληρο το σώμα. Είπε ένας άλλος γέροντας: Αν δεν έχεις κατάνυξη, μάθε ότι πάσχεις είτε από κενοδοξία είτε από φιληδονία· γιατί αυτές είναι πού δεν αφήνουν την ψυχή να νιώσει κατάνυξη. Είπε πάλι (ο ίδιος γέροντας): Αν υπάρχουν μνήματα στον τόπο πού κατοικείς, πήγαινε εκεί συχνά και φέρνε στο νου σου όσους είναι θαμμένοι σ' αυτά, προπαντός όταν έχεις σαρκικό πόλεμο. και όταν μάθεις ότι κάποιος αδελφός βρίσκεται στα τελευταία του, πήγαινε και μείνε κοντά του, για να δεις πώς χωρίζεται ή ψυχή από το σώμα· γιατί κι άπ' αυτό αποκτάς κατάνυξη. Είπε πάλι (ο ίδιος): Απ' όλα (τα πάθη) περισσότερο ο θυμός εξαφανίζει την κατάνυξη και την ταπείνωση της ψυχής.
ΛΒ. ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ ΠΟΤΕ ΝΑ ΘΥΜΩΝΕΙ ΚΑΝΕΙΣ Η ΝΑ ΦΩΝΑΖΕΙ. ΠΩΣ ΓΕΝΝΙΕΤΑΙ Ο ΘΥΜΟΣ ΚΑΙ ΠΩΣ ΘΕΡΑΠΕΥΕΤΑΙ.
ΑΠΟ ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ
Ο ΑΒΒΑΣ Αγάθων είπε, ότι ο οργίλος, και νεκρό αν αναστήσει, δεν εΙναι δεκτός από το Θεό. Ο μακάριος Ζωσιμάς έλεγε, ότι ή αρχή της συγκρατήσεως του. θυμού είναι το νά ταράζεται κανείς και νά μη μιλάει. απ' αυτό φτάνει με τη χάρη τού Θεού, στο νά μην ταράζεται διόλου. : Ο ίδιος έλεγε, ότι μας χρειάζεται πολλή νίψη και σύνεση για ν' αντιμετωπίσουμε τα διάφορα τεχνάσματα τού διαβόλου. Γιατί καμιά φορά μπορεί από το τίποτα νά δημιουργήσει σε κάποιον ταραχή. " Άλλοτε πάλι φέρνει μια εύλογη πρόφαση, για νά νομίσει κανείς ότι δίκαια τάχα θύμωσε. Είναι και τούτο μία υποβολή, πού προέρχεται από το μίσος του εναντίον τού ανθρώπου. Σ' εκείνον όμως πού ποθεί πραγματικά νά βαδίσει το δρόμο των άγίων, είναι εντελώς ανάρμοστο το νά θυμώνει μ' οποιονδήποτε άνθρωπο, καθώς λέει και ο μέγας Μακάριος: "'Ανάρμοστο είναι στους αδελφούς νά οργίζονται ή νά εξοργίζουν άλλον". Ό αββάς Ισίδωρος είπε: Κάποτε πήγα στην αγορά για να πουλήσω κάτι μικρά σκεύη· και βλέποντας την οργή να με πλησιάζει, άφησα εκεί τα σκεύη κι έφυγα. Ό αββάς Άμμωνάς είπε: Δεκατέσσερα χρόνια πέρασα στη Σκήτη, παρακαλώντας νύχταμέρα το Θεό να μου χαρίσει τη νίκη εναντίον της οργής. Ό αββάς Υπερέχιος είπε: Όποιος δεν κυριαρχεί στη γλώσσα του την ώρα της οργής, δεν θα (μπορέσει να) κυριαρχήσει σε κανένα πάθος του. Ρώτησαν ένα γέροντα: Τι είναι οργή; Κι εκείνος απάντησε:Φιλονικία και ψέμα και αγνωσία. Κάποιος αναχωρητής χειροτονήθηκε επίσκοπος. Αυτός, από ευλάβεια και πραότητα, δεν επιτιμούσε κανέναν, άλλ' ανεχόταν μακρόθυμα όλων τα σφάλματα. Ό οικονόμος του λοιπόν δεν διοικούσε καλά τα πράγματα της Εκκλησίας. Γι' αυτό είπαν κάποιοι στον επίσκοπο: Γιατί δεν τιμωρείς τον οικονόμο σου, πού τόσο σε εκθέτει; Εκείνος όμως ανέβαλε την τιμωρία για την άλλη μέρα. Οι κατήγοροι του οικονόμου επισκέφθηκαν τον επίσκοπο και την επομένη. Μόλις λοιπόν το έμαθε αυτός, κρύφτηκε κάπου, και δεν μπορούσαν να τον δρουν. Όταν τελικά, μετά από πολλές αναζητήσεις, τον βρήκαν, του λένε:Γιατί μας κρύφτηκες; Κι εκείνος αποκρίθηκε: Γιατί όσα κατόρθωσα σ' εξήντα χρόνια με προσευχή στο Θεό, αυτά εσείς θέλετε να μου τα καταστρέψετε μέσα σε δυο μέρες. Καθώς φαίνεται, ο γέροντας θα είχε γίνει επίσκοπος χωρίς τη θέληση του, γι' αυτό και φρόντιζε περισσότερο για το νόμο των αναχωρητών παρά για το καθήκον του επισκόπου. Του αββα Ησαΐα Αδελφέ, αν, σε οποιαδήποτε περίπτωση, σε στενοχωρήσει κάποιος, και σου παρουσιαστεί ή ανάγκη να ζητήσεις εξηγήσεις από τον αδελφό, βλέπεις όμως ότι είσαι θυμωμένος και αναστατωμένος, μην του πεις το παραμικρό, για να μην ταραχθείς περισσότερο. Μόνο όταν δεις ότι κι εσύ κι εκείνος έχετε καταλαγιάσει και ηρεμήσει, τότε μίλησε του· (και πάλι) με όλη σου την ταπεινοφροσύνη, όχι σαν να τον ελέγχεις, αλλά σαν να του θυμίζεις (απλά το σφάλμα του). Του αββά Μάρκου Το πάθος του θύμου στηρίζεται ιδιαίτερα και δυναμώνει και γίνεται ακατάλυτο από την υπερηφάνεια. Αν λοιπόν θέλει κανείς να γκρεμίσει και να ξεθεμελιώσει αυτό το σπίτι της ανομίας πού χτίζει κάθε τόσο ο πονηρός μέσα στην ψυχή, συγκεντρώνοντας (και χρησιμοποιώντας) σαν πέτρες διάφορες εύλογες ή παράλογες προφάσεις, (πού δημιουργούνται) στους λογισμούς από διάφορα περιστατικά ή λόγια, και κατασκευάζοντας μ' αυτές οικοδομή κακίας μέσα στην ψυχή ας έχει την ταπείνωση του Κυρίου αλησμόνητη μέσα στην καρδιά του. Ας αναλογίζεται τι είναι ο Κύριος και τι έγινε για μας και από ποια φωτεινά ύψη θεότητας, πού είναι αποκαλυμμένη ανάλογα με τη δύναμη των επουράνιων ουσιών και πού τη δοξάζει στον ουρανό κάθε νοερή φύση, σε ποιο βάθος ανθρώπινης ταπεινώσεως κατέβηκε από άφατη αγαθότητα. Και δεν ντράπηκε ο Κύριος όλης της κτίσεως, ορατής και αόρατης, να αναλάβει τον άνθρωπο, πού είχε καταδικαστεί με τη δεσποτική απόφαση κάτω από τα πάθη της ατιμίας. Άλλα ταπείνωσε τον εαυτό Του Και έγινε σε όλα όμοιος με μας, χωρίς όμως αμαρτία (Έ6ρ. 4:15), δηλαδή χωρίς τα πάθη της ατιμίας. Γιατί τις τιμωρίες, πού επιβλήθηκαν από τη δεσποτική απόφαση για την αμαρτία της παραβάσεως στον άνθρωπο το θάνατο, τον κόπο, την πείνα, τη δίψα Και τα παρόμοια όλα τα πήρε πάνω Του Και έγινε ότι είμαστε εμείς, για να γίνουμε ότι είναι Αυτός. «Ό Λόγος σαρξ έγένετο» (Ίω. 1:14), για να γίνει ή σάρκα Λόγος· Και έγινε όμοιος με μας σε όλα, για να γίνουμε εμείς όμοιοι μ' Αυτόν μέσω κάθε αρετής. Και για ν' αφήσω τα πολλά, για χάρη μας ατιμάστηκε, βρίστηκε, μαστιγώθηκε, φτύστηκε, περιγελάστηκε, χλευάστηκε, Και τελικά σταυρώθηκε, λογχίσθηκε στο πλευρό, πέθανε, κατέβηκε στον Άδη. Λοιπόν, όποιος με πόθο Και (καλή) προαίρεση διατηρεί αυτές τις σκέψεις στην καρδιά του Και δεν τις λησμονεί, δεν θα κυριευθεί από το πάθος της έχθρας Και του θύμου. Γιατί με την ταπείνωση του Χρίστου, πού θα συλλογίζεται, θα διαβρωθούν τα θεμέλια του πάθους της υπερηφάνειας, οπότε ολόκληρο το οικοδόμημα της ανομίας του θύμου εύκολα Και από μόνο του γκρεμίζεται. Αλήθεια, ποια σκληρή Και πέτρινη καρδιά, αν έχει συνεχώς στο νου της το πόσο ταπεινώθηκε για μας ο Μονογενής (Υιός) του Θεού Και το πώς υπέμεινε τόσα παθήματα, πού απαρίθμησα, δεν συντρίβεται, δεν ταπεινώνεται, δεν έρχεται σε κατάνυξη, δεν γίνεται «γη και σποδός» (Γεν. 18:27. Ιώβ 42:6. Σοφ. Σειρ. 17:32), για να την πατούν όλοι οι άνθρωποι; Και όταν έτσι συντρίβεται ή ψυχή, ποιος θυμός ή έχθρα θα μπορέσει να τη νικήσει; Νομίζω λοιπόν, πώς, αν ή λήθη, ή μητέρα των κακών, δεν διώξει από την καρδιά αυτούς τους σωτήριους Και ζωοποιούς λογισμούς, ο άνθρωπος δεν θα νικηθεί ποτέ από το θυμό. Του αγίου Διαδόχου Οι αγωνιζόμενοι πρέπει να διατηρούν πάντοτε ατάραχη τη διάνοια τους, για να μπορεί ο νους να διακρίνει τους λογισμούς πού περνούν άπ' αυτόν και τους μεν καλούς, πού τους στέλνει ο Θεός, να τους αποθηκεύει στα ταμεία της μνήμης, ενώ τους κακούς και δαιμονικούς να τους πετάει έξω από τις φυσικές αποθήκες του. Γιατί και στη θάλασσα, όταν έχει γαλήνη, οι ψαράδες βλέπουν κάθε κίνηση ως το βυθό, έτσι πού δεν τους ξεφεύγει σχεδόν τίποτε από τις μετακινήσεις των περαστικών ψαριών. Όταν όμως (ή θάλασσα) ταράζεται από τους άνεμους, κρύβει με τη σκυθρωπότητα της ταραχής όσα αφήνει να φαίνονται στην ιλαρότητα της γαλήνης· και βλέπουμε τότε ανίσχυρη την τέχνη των ψαράδων. Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με το νου πού εντρυφά στις θείες θεωρίες, και μάλιστα όταν ταράζεται ο βυθός της ψυχής από άδικη οργή. Του αββά Κασσιανού Όποιος ποθεί ν' αγωνιστεί νόμιμα στον πνευματικό αγώνα, ας είναι ξένος από κάθε ελάττωμα και οργή και θυμό, και ας ακούει τι του παραγγέλλει το σκεύος της εκλογής, (ο απόστολος Παύλος): «Πάσα πικρία και θυμός και οργή και κραυγή και βλασφημία άρθήτω άφ' υμών συν πάση κακία» (Εφ. 4:31). και με το να πει «πάσα», δεν μας άφησε καμιά πρόφαση θύμου σαν αναγκαία ή σαν εύλογη. Όποιος λοιπόν θέλει να διορθώσει τον αδελφό του πού σφάλλει ή να του επιβάλει επιτίμιο, ας φροντίζει να παραμένει ατάραχος, μήπως, θέλοντας να θεραπεύσει άλλον, αρρωστήσει ο ίδιος· και τότε θα του πουν το ευαγγελικό εκείνο (ρητό), «Ιατρέ, θεράπευσαν σεαυτόν» (Λουκ. 4:23), ή το, «τι δε βλέπεις το κάρφος το εν τω όφθαλμω του αδελφού σον, την δε εν τω σω όφθαλμω δοκόν ου κατανοείς;» (Ματθ. 7:3). Άλλα με ποιο τρόπο θα δεις και θα βγάλεις το ξυλαράκι από το μάτι του αδελφού σου εσύ, πού έχεις τελείως κλεισμένο το δικό σου μάτι με το δοκάρι του θύμου; Γιατί αν ή κίνηση της οργής αυξηθεί πολύ από οποιαδήποτε αιτία, τυφλώνει τα μάτια της ψυχής και δεν την αφήνει να δει τον ήλιο της δικαιοσύνης. Όπως δηλαδή εκείνος πού βάζει πάνω στα μάτια του καλύμματα, είτε χρυσά είτε μολυβένια (είναι αυτά), εμποδίζει έξι σου την δράση και καμιά διαφορά δεν προκαλεί στην τύφλωση ή αξία του χρυσοί) ή (ή ευτέλεια του μολυβιού), έτσι από οποιαδήποτε αιτία, εύλογη τάχα ή παράλογη, κι αν ανάψει ή οργή, σκοτίζεται ή πνευματική δράση. Τότε μόνο χρησιμοποιούμε κατά φύση το θυμό, όταν τον στρέφουμε εναντίον των φιλήδονων και εμπαθών λογισμών. "Έτσι μας διδάσκει και ο προφήτης Δαβίδ, λέγοντας: «Όργίζεσθε' και μη αμαρτάνετε»· δηλαδή να οργίζεστε εναντίον των παθών σας και των πονηρών λογισμών, και να μην αμαρτάνετε, εκτελώντας όσα σας υπαγορεύουν αυτοί. και τα παρακάτω φανερώνουν με σαφήνεια το ίδιο πράγμα: «"Α λέγετε εν ταίς καρδίαις υμών», λέει, «επί τις κοίταις υμών κατανύγητε» (Ψαλμ. 4:5)· όταν δηλαδή έρθουν στην καρδιά σας οι πονηροί λογισμοί, διώξτε τους με την εναντίον τους οργή σας· και αφού τους διώξετε, τότε, καθώς θα βρίσκεστε πια μέσα στην ησυχία (της "ψυχής) σαν σε κρεβάτι, να μετανοείτε με κατάνυξη. Συμφωνεί σ' αυτό και ο μακάριος Παύλος, πού επικαλέστηκε τη μαρτυρία αυτού του ρητού και πρόσθεσε: «Ό ήλιος μη έπιδυέτω επί τω παροργισμό υμών, μηδέ δίδοτε τόπον τω διαβόλω» (Εφ. 4:2627)· δηλαδή να μη γίνεστε αιτία με τον παροργισμό σας, πού εσείς οι ίδιοι προκαλείτε με τη συγκατάθεση σας στους κακούς λογισμούς, ώστε να δύει στις καρδιές σας και να φεύγει, όπως ειπώθηκε, ο ήλιος της δικαιοσύνης, ο Χριστός και Θεός, για να μη βρει μέσα σας τόπο ο διάβολος με την αναχώρηση εκείνου. Πρέπει επομένως, σύμφωνα με τους θείους νόμους, ν' αγωνιζόμαστε μ' όλη μας τη δύναμη εναντίον του πνεύματος της οργής και της αρρώστιας πού βρίσκεται μέσα μας· και όχι, επειδή στρέφουμε το θυμό εναντίον των ανθρώπων, να επιδιώκουμε την ερημιά και την απομόνωση, γιατί δήθεν εκεί δεν υπάρχουν αφορμές πού να μας παρακινούν στην οργή, και γιατί θα κατορθώσουμε τάχα εύκολα την αρετή της μακροθυμίας στη μόνωση. (Ή αλήθεια είναι, ότι) επιθυμούμε να χωριστούμε από τους αδελφούς μας (καταφεύγοντας στην ερημιά και την απομόνωση), επειδή είμαστε υπερήφανοι και δεν θέλουμε να κατηγορούμε τον εαυτό μας και να αποδίδουμε στη δική μας αμέλεια τις αιτίες της ταραχής. Όσο όμως έχουμε τέτοια διάθεση και τέτοιο φρόνημα, αποδίδοντας στους άλλους και της δικής μας αμέλειας και αδυναμίας τις αιτίες, δεν θα μπορέσουμε να φτάσουμε στην τελειότητα της μακροθυμίας. Γιατί το μεγαλύτερο μέρος της διορθώσεως μας δεν κατορθώνεται από τη μακροθυμία του πλησίον απέναντι μας, άλλ' από τη δική μας ανεξικακία. Αν όμως επιδιώκουμε την έρημο και τη μόνωση για ν' αποφύγουμε τον αγώνα της μακροθυμίας, τότε ας μάθουμε, ότι με την ερημιά θεριεύουν περισσότερο τα πάθη μέσα μας, και προπαντός το πάθος του θύμου, γιατί στερούνται τη δοκιμασία πού προέρχεται από τους ανθρώπους. Κι αυτήν ακόμα τη σκιά της υπομονής και της μακροθυμίας, την οποία φαινομενικά νομίζαμε ότι είχαμε όταν ήμασταν μαζί με τους αδελφούς, τη χάνουμε από τη στέρηση της δοκιμασίας και του σωφρονισμού. Γι' αυτό, όσοι επιζητούν ν' αποκτήσουν την πραότητα, πρέπει να φροντίζουν όχι μόνο εναντίον των ανθρώπων να μην οργίζονται, μα ούτε και εναντίον των αλόγων ζώων ή των αψύχων πραγμάτων. Γιατί θυμάμαι ότι κι εγώ, όταν ήμουνα στην έρημο, θύμωσα μ' ένα καλάμι, πού δεν μου άρεσε το πάχος ή ή λεπτότητα του. Και μ' ένα ξύλο πάλι (θύμωσα), επειδή δεν μπόρεσα να το κόψω σύντομα. Άλλα και με μια τσακμακόπετρα οργίστηκα, γιατί βιαζόμουνα ν' ανάψω φωτιά και ή σπίθα δεν έβγαινε γρήγορα. Τόσο δυνάμωσε ο θυμός μου, ώστε να τον εκδηλώνω και προς τα αναίσθητα πράγματα. Ας αποβάλουμε λοιπόν κάθε οργή, νιώθοντας φόβο για την απόφαση του Κυρίου, ο όποιος διακήρυξε στο Ευαγγέλιο: «Ο οργιζόμενος τω αδελφό αυτού ένοχος εσται τη χρίσει» (Ματθ. 5:22). Γιατί έτσι περιέχουν (αυτό το χωρίο) τα ακριβή αντίγραφα (του Ευαγγελίου). Το «εική» (δηλαδή «χωρίς λόγο») προστέθηκε άπ' αυτούς πού δεν ήθελαν να κόψουν τελείως το πάθος της οργής. Επειδή ο σκοπός του Κυρίου είναι, όπως και στ' άλλα πάθη, έτσι και σ' αυτό να κόβουμε και να ξεριζώνουμε με κάθε τρόπο την ίδια τη ρίζα και την αιτία του. και θέλει να μην κρατάμε μέσα μας καμιά πρόφαση οργής, μην τυχόν, θυμώνοντας στην αρχή ευλόγα δήθεν, υστέρα πέσουμε στη μανία του παράλογου θύμου. Ή τέλεια λοιπόν θεραπεία αυτής της αρρώστιας είναι τούτη: Το να φροντίσουμε να μη θυμώνουμε ούτε για δίκαια ούτε για άδικα (ζητήματα). Επειδή, όταν το σκοτεινό αυτό πάθος θολώσει τη διάνοια μας, ούτε φως διακρίσεως ούτε βεβαιότητα ορθής κρίσεως ούτε φροντίδα δικαιοσύνης θα βρεθεί μέσα μας. Και το Άγιο Πνεύμα θα φύγει μακριά μας, διωγμένο από την εσωτερική ταραχή Πέρα άπ' όλα όσα είπαμε, πρέπει να έχουμε συνεχώς μπροστά στα μάτια μας την άγνωστη ώρα του θανάτου μας, κι έτσι να φυλαγόμαστε από την οργή και ν' απαλλαγούμε τελείως από το θυμό, σύμφωνα με την παραίνεση του προφήτη (Ψαλμ. 36:8). Και ας γνωρίζουμε, πώς ούτε ή σωφροσύνη ούτε ή απάρνηση όλου του υλικού κόσμου ούτε οι νηστείες και οι αγρυπνίες και οι άλλες κακουχίες θα μας ωφελήσουν σε τίποτα στη φοβερή Κρίση, αν βρεθούμε ένοχοι, επειδή είμαστε κάτω από την κυριαρχία της οργής και του μίσους. Του αββα Ισαάκ Ο φανατικός άνθρωπος ποτέ δεν φτάνει στην ειρήνη του νου· και οποίος έχει αποξενωθεί από την ειρήνη, αυτός έχει αποξενωθεί κι από τη χαρά. Ή ειρήνη του νου λέγεται και είναι τέλεια (ψυχική) υγεία, ενώ ο φανατισμός είναι αντίθετος στην ειρήνη. Αυτός λοιπόν πού έχει φανατισμό, είναι βαριά άρρωστος. Άνθρωπε, δεν είναι καλό ούτε σε συμφέρει το να θέλεις να βοηθάς άλλους βάζοντας σε μεγάλο κίνδυνο τον εαυτό σου. Ό φανατισμός δεν είναι γνώρισμα σοφίας, άλλ' αρρώστια της ψυχής· γιατί φανερώνει στενή και περιορισμένη αντίληψη, πού οφείλεται στην πολλή άγνοια. Αν επιθυμείς να θεραπεύσεις τους αρρώστους, μάθε πώς έχουν ανάγκη από ευσπλαχνία και φροντίδα και όχι από επιτίμηση. Γιατί λέει (ο απόστολος): «Οφείλετε υμείς οι δυνατοί τα άσθενήματα των αδυνάτων βαστάζείν» (Ρωμ. 15:1). και πάλι ο ίδιος προτρέπει να μη διορθώνουμε τον φταίχτη με οργή, αλλά με πραότητα (Γαλ. 6:1).
Εισαγωγή και δημοσίευση κειμένων απο το Βιβλίο:
ΜΙΚΡΟΣ ΕΥΕΡΓΕΤΙΝΟΣ
Επιλογή και νεοελληνική απόδοση κειμένων «πάνυ ωφέλιμων μοναχοίς τε και κοσμικοίς» από τη
ΣΥΝΑΓΩΓΗ ΤΩΝ ΘΕΟΦΘΟΓΓΩΝ ΡΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΩΝ ΤΩΝ ΘΕΟΦΟΡΩΝ ΚΑΙ ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ
του μοναχού Παύλου Ευεργετινού ( 1054)
ΕΚΔΟΣΗ ΤΡΙΤΗ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΠΑΡΑΚΛΗΤΟΥ ΩΡΩΠΟΣ ΑΤΤΙΚΗΣ 2001
Επίτρέπεται η αναδημοσίευση κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο με αναφορά πηγής το
Ιστολόγιο
ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net/
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου