ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΘΕΟΣ

Κυριακή 31 Ιουλίου 2016

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΘΕΟΣ



ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2 Ο ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΣ ΘΕΟΣ


13. Ποιά εἶναι ἡ ἔννοια τοῦ χριστιανικοῦ Θεοῦ;

Τό χαρακτηριστικό γνώρισμα τοῦ χριστιανικοῦ Θεοῦ, τό ὁποῖο τόν διαστέλλει ἀπό κάθε ἄλλη ἐξωχριστιανική περί Θεοῦ ἀντίληψη, εἶναι ἡ σύναψη  ἑνότητας καί τριαδικότητας. Δηλαδή, ὁ Θεός εἶναι ἕνας κατά τήν οὐσία ἤ τή φύση καί τριαδικός στά πρόσωπα ἤ τίς ὑποστάσεις. ῾Η ἑνότητα τῆς οὐσίας προφυλάσσει τό χριστιανικό Θεό ἀπό κάθε πολυθεϊστική παράσταση (ὅπως στήν ἀρχαία εἰδωλολατρική θρησκεία, ὅπου ὑπῆρχε δῆμος θεοτήτων), ἐνῶ ἡ πολλότητα τῶν ὑποστάσεων τόν προφυλάσσει ἀπό τήν πενία θεότητας, ἀπό μία ξηρή καί ἄκαμπτη   παράσταση   τῆς   φύσεως   τοῦ   Θεοῦ, ἀντίληψη πού εἶχε  ἡ περί  Θεοῦ  ἔννοια τοῦ ᾿Ιουδαϊσμοῦ.

14. Πῶς πρέπει νά ἐκλάβουμε τίς ὑποστάσεις στό Θεό;

Οἱ ὑποστάσεις στή θεότητα εἶναι τρεῖς· ὁ Πατήρ, ὁ Υἱός καί τό Πνεῦμα τό῞Αγιο. Δέν εἶναι δέ ψιλά ὀνόματα, ἁπλές ὀνομασίες χωρίς περιεχόμενο, οὔτε ἐκφάνσεις ἤ προσωπεῖα τά ὁποῖα ὑποδύεται ἡ
μία φύση τοῦ Θεοῦ γιά νά ἐπικοινωνεῖ ἐξωτερικά μέ τόν κόσμο (δημιουργία, ἀποκάλυψη, σωτηρία), ὅπως δίδασκε στήν ἀρχαία ᾿Εκκλησία ὁ Σεβελλιανισμός, οὔτε πάλι τρία αὐθυπόστατα κέντρα στά ὁποῖα νά μερίζεται καί νά ἐκφράζεται ἀδιάκριτα ἡ ὅλη οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἀλλ’ εἶναι τρόποι ὑπάρξεως τοῦ ἑνός Θεοῦ, στούς ὁποίους διακρίνεται καί συνάπτεται συγχρόνως ἡ θεότητα.
Οἱ τρεῖς ὑποστάσεις, ἄν καί εἶναι πραγματικές διακρίσεις στό Θεό, ἐντούτοις δέν διασποῦν οὔτε κατατέμνουν τή μία φύση τοῦ Θεοῦ σέ τρεῖς  ἐπί  μέρους  Θεούς,  καθόσον  κάθε  μία  εἶναι  πλήρης  φορέας  τῆς  θείας οὐσίας, ἐνέργειας καί βουλῆς, τά δέ πρόσωπα ἐμπεριχωροῦν ἄλληλα, δηλαδή τό ἕνα βρίσκεται μέσα στά δύο ἄλλα, συναπτόμενα μεταξύ τους ἐν ἀγάπῃ. Στήν Τριάδα ὑπάρχουν διακρίσεις καί ἑνώσεις. Διακρίσεις εἶναι οἱ ὑποστάσεις καί ἑνώσεις ἡ μία οὐσία καί ἡ μία βουλή καί ἐνέργεια. 


15. Τί εἶναι οἱ θεῖες ἐνέργειες;

Οἱ θεῖες ἐνέργειες εἶναι συστατικό στοιχεῖο τῆς ἔννοιας τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἀΐδιες θεοπρεπεῖς διακρίσεις στή Θεότητα. ᾿Από τήν ἀρχή ὁ Θεός νοεῖται μέ τίς θεῖες του ἐνέργειες, γιατί καί αὐτές εἶναι μέγεθος ἄκτιστο, ὁ πλήρης καί τέλειος Θεός στό ἴδιο μέτρο, πού εἶναι οἱ ὑποστάσεις καί ἡ φύση τοῦ Θεοῦ. Οἱ ἐνέργειες εἶναι ὁ ἐγγενής πλοῦτος τῆς θεότητας. Δέν εἶναι κάτι ἐξωτερικό ἤ πρόσθετο στήν οὐσία τοῦ  Θεοῦ οὔτε  ἁπλές ὀνομασίες  χωρίς οὐσιαστικό  περιεχόμενο, πράγμα  πού ἰσχύει καί γιά τίς θεῖες ὑποστάσεις.  Οἱ θεῖες ἐνέργειες δέν συνθέτουν τήν ἀπόλυτη ἁπλότητα τῆς θείας φύσεως. Εἶναι διακρίσεις πραγματικές μέν, ὅμως θεοπρεπεῖς, δηλαδή συμβαίνουν κατά τρόπο ἁρμόζοντα στήν ἄπειρη φύση, κάτι πού ξεπερνᾶ τή νοητική μας κατάληψη.

Οἱ θεῖες ἐνέργειες ἐπιτελοῦν σημαντικό ἔργο στή θεότητα. ᾿Ενῶ ἡ θεία οὐσία εἶναι ἀπολύτως ὑπερβατική,ἀδιάγνωστη,ἀμέθεκτηκαίἀκοινώνητη,οἱθεῖες  ἐνέργειες εἶναι μεθεκτές καί κοινωνητές. Στή διάστασή τους τελεῖται ὅ,τι βρίσκεται ἔξω ἀπό τό Θεό, ἡ δημιουργία τοῦ κόσμου, ἡ ἐξωτερική φανέρωση τοῦ Θεοῦ καί ἡ σωτηρία τῶν ἀνθρώπων. Οἱ ἐνέργειες εἶναι πολλές ἀνάλογα μέ τό εἶδος τῆς ἐξωτερικῆς δραστηριότητας τοῦ Θεοῦ. ῎Αλλες ὀνομασίες τῆς θείας ἐνέργειας εἶναι· θεία χάρη, ἄκτιστο φῶς τοῦ Χριστοῦ, δόξα τῆς ἁγίας Τριάδος.

16. ῾Η Ρωμαϊκή θεολογία δέχεται τή διάκριση τῶν θείων ἐνεργειῶν;

῎Οχι, δέν τή δέχεται, κυρίως ἀπό φόβο μήπως ἡ εἰσαγωγή τους στή θεότητα καταλύσει τήν ἀπόλυτη ἁπλότητα τῆς θείας φύσεως. Κακῶς ὅμως, γιατί τό ἴδιο θά ἔπρεπε νά συμβαίνει καί μέ τή διάκριση τῶν θείων ὑποστάσεων, πράγμα πού ἀρνεῖται ἡ ρωμαϊκή θεολογία. Φυσικά ὁμιλεῖ περί ἐνεργειῶν στό Θεό καί περί θείας χάριτος· αὐτά ὅμως δέν τά δέχεται ὡς μεγέθη ἄκτιστα, ἀλλ’ ὡς κτιστά, γιά ν’ ἀποφύγει τό θεολογικό σκόπελο τῆς σχέσεως ἐνεργειῶν καί οὐσίας στό Θεό. Γύρω ἀπό τό θέμα τῶν θείων ἐνεργειῶν (τοῦ ἀκτίστου φωτός τοῦ Χριστοῦ) διεξήχθησαν, ὡς γνωστό, οἱ μεγάλες θεολογικές ἔριδες τῆς ιδ´ἑκατονταετηρίδας μεταξύ τῆς ὀρθόδοξης Βυζαντινῆς ᾿Εκκλησίας καί τῆς λατινικῆς Δύσεως.

17. Ποιές εἶναι οἱ σχέσεις τῶν τριαδικῶν προσώπων πρός ἄλληλα;

Οἱ σχέσεις τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ῾Αγίου Πνεύματος πρός τόν Πατέρα εἶναι σχέσεις γενετικές. ῾Ο Πατήρ  στήν  Τριάδα  εἶναι  ἡ πηγαία  θεότητα.  Εἶναι  ἡ ἀρχή τῆς θεότητας. ᾿Από τήν ἄποψη αὐτή εἶναι ἄναρχος, δέν ἔχει ἀρχή, προέλευση. Εἶναι ἐπίσης ἄναρχος, μέ ἔννοια χρονική. Εἶναι ἀΐδιος. Τά δύο ἄλλα πρόσωπα τῆς Τριάδος ὡς πρός τόν Πατέρα δέν εἶναι ἄναρχα, γιατί ἔχουν ἀρχή, προέλευση. Εἶναι ὅμως συνάναρχα καί συναΐδια. Τή θεότητά του ὁ Υἱός τή λαμβάνει ἀπό τόν Πατέρα διά τῆς γεννήσεως. ῾Ομοίως καί τό Πνεῦμα λαμβάνει τή θεότητά του ἀπό τόν Πατέρα διά τῆς ἐκπορεύσεως. Οἱ πρόοδοι αὐτές ἀπό τόν Πατέρα εἶναι ἀΐδιες, δέν εἶναι χρονικές στιγμές στή θεότητα. Τό μέτρο τοῦ χρόνου δέν μπορεῖ νά ἰσχύσει γιά τήν ἄπειρη φύση τοῦ Θεοῦ. ῾Ο τύπος πού ἐκφράζει τήν ἀλήθεια αὐτή εἶναι· «῞Αμα Πατήρ, ἅμα Υἱός, ἅμα Πνεῦμα ῞Αγιο». ῾Η εἰσαγωγή χρόνου στίς τριαδικές σχέσεις καταστρέφει τήν ἀπειρία τῆς θεότητας.

῾Ο ῎Αρειος, ὑποστηρίζοντας ὅτι ἡ γέννηση τοῦ Υἱοῦ ἔγινε στό χρόνο, ἀρνήθηκε τή θεότητα τοῦ Λόγου. ῾Η ἰδέα τῆς ἀϊδιότητας στίς σχέσεις τῶν θείων προσώπων καί ἡ ἀλήθεια, ὅτι κάθε πρόσωπο εἶναι πλήρης καί τέλειος φορέας τῆς θείας φύσεως, ἀποκλείει τήν ἰδέα ὅτι ὁ Πατήρ, ὡς πηγαία θεότητα, ὡς «γεννήτωρ καί προβολεύς» τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ῾Αγίου Πνεύματος, εἶναι ἀνώτερος ἀπό τά δύο ἄλλα πρόσωπα, ἤὅτι αὐτά ὑποτάσσονται στόν Πατέρα. Καί οἱ τρεῖς ὑποστάσεις τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁμοούσιες καί ἰσότιμες. Ποσοτικές κατηγορίες, τό μεῖζον καί τό ἔλασσον, καμιά ἀναφορά δέν ἔχουν στήν ἀπειρία τῆς θεότητας.

18. Ποιά εἶναι τά ὑποστατικά ἰδιώματα τῶν προσώπων τῆς Τριάδος;

Τά ὑποστατικά ἰδιώματα τῶν προσώπων τῆς Τριάδος εἶναι· Γιά τόν Πατέρα τό ἀγένητο καί ἄναρχο. ῾Ο Πατήρ δέν ἔχει πηγή προελεύσεως. Δέ γεννᾶται ἀπό κανέναν, εἶναι αὐθύπαρκτος, παρέχοντας τή δική του θεότητα στά δύο ἄλλα πρόσωπα τῆς ῾Αγίας Τριάδος.

Γιά τόν Υἱό, ἡ γέννηση. ῾Ο Υἱός γεννᾶται ἀπό τόν Πατέρα ἀϊδίως. Καί εἶναι μέν ἄχρονος μέ τή χρονική ἔννοια τοῦἐπιθέτου, ὄχι ὅμως καί μέ τήν ἔννοια τῆς προελεύσεως, καθόσον τή θεότητά του τή δέχεται ἀπό τόν Πατέρα.

Καί γιά τό Πνεῦμα τό ῞Αγιο, ἡἐκπόρευση. Γέννηση καί ἐκπόρευση δέν εἶναι τό ἴδιο  πράγμα.  Διαφέρουν  μεταξύ  τους,  χωρίς  νά  γνωρίζουμε  τή  φύση  τῆς διαφορᾶς.

Τά  ὑποστατικά ἰδιώματα εἶναι αὐστηρῶςπροσωπικά, ἀμετάδοτα        καί ἀκοινώνητα. Δέν μποροῦν, δηλαδή, νά μεταδοθοῦν ἀπό τό ἕνα πρόσωπο στά ἄλλα. Αὐτή ἡ ἀρχή συνιστᾶ τήν τάξη τῆς ῾Αγίας Τριάδος, ἡ κατάλυση τῆς ὁποίας ἀνατρέπει αὐτή τήν ἔννοια τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ, ὅπως θά δοῦμε στή συνέχεια μιλώντας γιά τήν ἐκπόρευση τοῦ῾Αγίου Πνεύματος.

19. Τό  δόγμα   τῆς ῾Αγίας Τριάδος   μαρτυρεῖται    στήν ἁγία Γραφή;

Στήν Π. Διαθήκη τό δόγμα ὑπεμφαίνεται τόσο σκιωδῶς καί αἰνιγματικῶς, ὥστε χωρίς τό φῶς πού ἐπιρρίπτει σ’ αὐτόἡ Κ. Διαθήκη νά εἶναι ἀδύνατο ν’ ἀναπλάσουμε τήν περί ῾Αγίας Τριάδος διδασκαλία. Τό δόγμα διαφαίνεται στά χωρία ἐκεῖνα, ὅπου ὁ Θεός φέρεται σέ πληθυντικό πρόσωπο νά συσκέπτεται καί  νά  διαλογίζεται: Ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ’εἰκόνα ἡμετέραν...»

«᾿Ιδού᾿Αδάμ γέγονεν ὡς εἷς ἐξ ἡμῶν»  «Δεῦτε καί καταβάντες συγχέωμεν αὐτῶν ἐκεῖ τήν γλῶσσαν»   ῾Υπαινιγμούς ἔχουμε ἐπίσης στήν ποικιλία τῶν ὀνομάτων τῶν ἀποδιδομένων στό Θεό, ὅπως ᾿Ελωίμ, ᾿Αδωναΐ, Σαβαώθ, ᾿Ιεχωβᾶ κ.λπ.,  ὅπως  καί  ἡ  σέ  τρία  πρόσωπα  (ἀγγέλους)  ἐμφάνιση  τοῦ  Θεοῦ  στόν ᾿Αβραάμ, κοντά στή Δρῦ τοῦ Μαμβρῆ  . Στό αὐτό τέλος πνεῦμα κινοῦνται καί ὅσα λέγονται στήν Π. Διαθήκη περί τοῦ πνεύματος ὡς ἀρχῆς τῆς δυνάμεως καί τῆς ζωῆς τῶν ὄντων  καί περί τῆς σοφίας ὡς ἐνυπάρχουσας στό Θεό καί τά πάντα ἐργαζόμενης  .

Σέ ἀντίθεση πρός τήν Π. Διαθήκη ὅπου τό δόγμα τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ ὑπάρχει ἀμυδρῶς, στήν Καινή Διαθήκη αὐτό μαρτυρεῖται πλουσιότερα, ἐναργέστερα καί σαφέστερα. Τίς σχετικές μαρτυρίες μποροῦμε νά δοῦμε σέ δύο ἐπίπεδα.

α. Στά χωρία ὅπου γίνεται λόγος σαφής περί τῆς τριαδικότητας τοῦ χριστιανικοῦ Θεοῦ, καί β. Στά χωρία ὅπου ἐξαίρονται οἱἐνδοτριαδικές σχέσεις τῶν προσώπων. Στά πρῶτα εἶναι τά χωρία: Ματθ. 28,19· «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τάἔθνη, βαπτίζοντες αὐτούς εἰς τόὄνομα τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ῾Αγίου Πνεύματος», ὅπου τονίζονται συγχρόνως τόἑνιαῖο καί τό τριαδικό τῶν θείων προσώπων».

Β´ Κορ. 13,13· «῾Η χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ καίἡἀγάπη τοῦ Θεοῦ καίἡ κοινωνία τοῦ῾Αγίου Πνεύματος μετά πάντων ὑμῶν», ἔνθα ἐμφανῶς ἐκφράζεται ἡ τριαδικότητα τοῦ Θεοῦ.

Α´ Πέτρ. 1,2· «Κατά πρόγνωσιν Θεοῦ Πατρός, ἐν ἁγιασμῷ Πνεύματος, εἰς ὑπακοήν καίῥαντισμόν αἵματος ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ» καί Α´᾿Ιωάν. 5,7· «Τρεῖς εἰσιν οἱ μαρτυροῦντες ἐν τῷ οὐρανῷ, ὁ Πατήρ, ὁ Λόγος καί τό῞Αγιον  Πνεῦμα,  καί οὗτοι οἱ  τρεῖς ἕν  εἰσιν», κλασικόὄντως  χωρίο περί τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ, τόὁποῖο ὅμως θεωρεῖται ὡς μεταγενέστερη παρεμβολή στό κείμενο τῆς ἁγίας Γραφῆς.

Στά δεύτερα δέ, καταλέγονται πλῆθος χωρίων τά κυριότερα τῶν ὁποίων εἶναι: ᾿Ιωάν. 1,1· «᾿Εν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καίὁ Λόγος ἦν πρός τόν Θεόν, καί Θεός ἦν ὁ Λόγος...», ὅπου ἐκφράζεται ρητάἡἐσωτερική διάκριση καί σύναψη τοῦ Λόγου μέ τόν Πατέρα, καί

Α´ Κορ. 2,10· «Τό γάρ Πνεῦμα πάντα ἐρευνᾷ καί τά βάθη τοῦ Θεοῦ», ὅπου τό Πνεῦμα παρουσιάζεται ὡς ξεχωριστό πρόσωπο, τόὁποῖο ἐρευνᾶ τά βάθη τῆς οὐσίας τοῦ Θεοῦ.

Μέ βάση τίς πολλές καί σαφεῖς ἀναφορές τῆς Κ. Διαθήκης, ἡ᾿Εκκλησία ἐκύρωσε αὐθεντικά τό δόγμα τῆς ῾Αγίας Τριάδος στόἱερό Σύμβολο τῆς Πίστεως τῶν δύο πρώτων οἰκουμ. Συνόδων, Νικαίας (325) καί Κωνσταντινουπόλεως (381).

20. Μαρτυρεῖται ἡ θεότητα τοῦ Υἱοῦ καί τοῦ῾Αγίου Πνεύματος στή Γραφή;

Βεβαιότατα μαρτυρεῖται. Τά σχετικά χωρία εἶναι ἀναμφισβήτητα καί ἐναργῆ, πρέπει  δέ νά τά γνωρίζουμε  καλῶς γιά  νά μποροῦμε ν’ ἀνατρέψουμε  ὅλους ἐκείνους (κυρίως τούς Μάρτυρες τοῦ᾿Ιεχωβᾶ πού εἶναι πιστότατοι μαθητές τοῦ᾿Αρείου, ἔστω κι ἄν ἔζησαν 1600 χρόνια μετά ἀπό αὐτόν), οἱ ὁποῖοι μέ λύσσα στρέφονται κατά τῆς θεότητας τοῦ Λόγου καί τοῦ῾Αγίου Πνεύματος.

Καί περί μέν τῆς θεότητας τοῦ῾Αγίου Πνεύματος κλασικό χωρίο εἶναι τό Πράξ. 5.5,  ὅπου  ὁ᾿Ανανίας  φέρεται  ψευδόμενος  στό  Θεό·  «Οὐκ  ἐψεύσω  ἀνθρώποις, ἀλλά τῷ Θεῷ». Περισσότερες δέ εἶναι οἱ μαρτυρίες περί τῆς θεότητας τοῦ Λόγου. Τά σχετικά χωρία εἶναι· ᾿Ιωάν. 20.28· «ὁ Κύριός μου καί ὁ Θεός μου», ὅπου ἐκφράζεται ἐνάρθρως   ἡ θεότητα τοῦ Χριστοῦ. ῎Οχι ἁπλά Θεός, ἀλλά ὁ Θεός (ὁμολογία τοῦ Θωμᾶ μετά τήν ἀνάσταση). Τίτ. 2.13· «τοῦ μεγάλου Θεοῦ καί Σωτῆρος ἡμῶν ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ». Α´᾿Ιωάν. 5.20· «Καί ἐσμεν ἐν τῷ ἀληθινῷ, ἐν τῷ Υἱῷ αὐτοῦ᾿Ιησοῦ Χριστῷ. Οὗτός ἐστιν ὁ ἀληθινός Θεός». Ρωμ. 9,5· «᾿Εξ ὧν ὁ Χριστός τό κατά σάρκα, ὁ ὤν ἐπί πάντων Θεός εὐλογητός εἰς τόν αἰῶνα». Α´ Τιμ.

3,16· «Θεός ἐφανερώθη ἐν σαρκί, ἐδικαιώθη ἐν Πνεύματι, ὤφθη ἀγγέλοις...» (ἡ σωστή ἀνάγνωση ἐδῶ εἶναι· «ὅς ἐφανερώθη ἐν σαρκί»).

21. Εἶναι κατανοητό διά τοῦ λόγου τό δόγμα τῆς ῾Αγίας Τριάδος;

῎Οχι, δέν εἶναι κατανοητό. Τό περί Τριάδος δόγμα, ὡς καί τό τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ  Λόγου  καί  τῆς  θείας  εὐχαριστίας  ἀποτελοῦν  τά  κορυφαῖα  μυστήρια  τοῦ Θεοῦ, στά ὁποῖα ἀδυνατεῖ νά προσεγγίσει γυμνός ὁἀνθρώπινος λόγος. Εἶναι ἀλήθειες ἀπόκρυφες καί ἀδιάγνωστες. ῾Ο ἀνθρώπινος λόγος ἀσθμαίνει στή προσπάθειά του νά τίς περιλάβει καί νά τίς κατανοήσει. Τά φτερά του εἶναι λίγα στό πέταγμα πρός τό ὑπερβατικό καί ἀκατάσχετο. Τό πῶς μποροῦμε νά ἐναρμονίσουμε τήν ἑνότητα τῆς θείας οὐσίας μέ τήν τριαδικότητα τῶν προσώπων, τό πῶς δηλαδή ὁ ἕνας στήν οὐσία Θεός ὑπάρχει ὁλόκληρος σέ τρεῖς ξεχωριστές ὑποστάσεις χωρίς ὡστόσο νά ὑπάρχουν καί τρεῖς θεοί ἤ χωρίς νά συγχέωνται καί ν’ ἀφανίζονται τά πρόσωπα, εἶναι κάτι πού μᾶς προσπερνᾶ καί μᾶς ἀφήνει πίσω, κλεισμένους ἑρμητικά στό κέλυφος τῆς σύμφυτης ἀδυναμίας μας. ῾Η γνώση τῆς ἀλήθειας αὐτῆς εἶναι γιά μᾶς πολύ σημαντική γιά νά γνωρίζουμε τά ὅρια καί τήν ἀντοχή τῆς φύσεώς μας μπροστά στό μυστήριο τοῦ Θεοῦ, μέχρι ποῦ μποροῦμε νά προχωρήσουμε στήν ἔρευνα τοῦ μυστηρίου καί πότε νά σταματήσουμε, γιά νά μή χάσουμε στό τέλος τό μυαλό μας. Καί γιά ἕναν ἄλλο λόγο, νά μή στενοχωριόμαστε, ὅταν οἱ ἄλλοι μᾶς ζητοῦν νά τούς ἀποδείξουμε λογικά τό δόγμα τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ κι ἐμεῖς φυσικά ἀδυνατοῦμε, νά τούς ἀπαντήσουμε. Νά ἔχουμε τήν αἴσθηση, ὅτι μόνο διά τῆς πίστεως καί μέ τό φωτισμό τοῦ παναγίου  Πνεύματος  μποροῦμε, νά δεχτοῦμε  λιγοστές  μόνο ἀκτίνες ἀπό τό φῶς πού περιβάλλει τήν ἀδιάγνωστη οὐσία τοῦ Θεοῦ.

Βέβαια ὁ ἀνθρώπινος λόγος, ἐπειδή εἶναι στή φύση του, νά ἐρευνᾶ καί μάλιστα τά κορυφαῖα καί δύσκολα ζητήματα τῆς ὑπάρξεώς του, δέν κάθεται μέ σταυρωμένα τά χέρια μπροστά στό ὑπερλογικό μυστήριο τοῦ Θεοῦ, προσπαθώντας μέ ὅ,τι διαθέτει νά τό ἐξηγήσει ἐξωτερικά καί νά τό κάνει σαφέστερο στήν ἀνθρώπινη διάνοια. ᾿Από παλαιά δέ, προσπάθησε νά τό διασαφήσει μέ παραδείγματα ἀπό τή φυσική ἐμπειρία, τήν ψυχολογία καί τήν ἠθική. Κατά τή γνώμη μου προσφυέστερο παράδειγμα εἶναι τό ἡλιακό φῶς, τήν ἀναλογία τοῦ ὁποίου χρησιμοποιεῖ καί τό ἱερό Σύμβολο τῆς Πίστεως· «Φῶς ἐκ φωτός».Τοῦ παραδείγματοςτοῦ   φωτός  ἔκανανχρήση  καί οἱ   ἀρχαῖοι

᾿Απολογητές  στίς  γραφές  τους  πρός  τούς  ἐθνικούς.  ῞Οπως  ἔλεγαν   ὅταν ἀνάψεις ἀπό μιά ἀναμμένη λαμπάδα δύο ἄλλες λαμπάδες, ἔχουμε τρεῖς ξεχωριστές λαμπάδες πού ὅμως φέρουν τό ἴδιο φῶς, ἔτσι καί στήν ῾Αγία Τριάδα ἔχουμε τρία ξεχωριστά πρόσωπα στά ὁποῖα ὑπάρχει ἀπαράλλακτη ἡ μία θεία οὐσία. Τό παράδειγμα αὐτό ἔχει φυσικά κάποια ἀξία, χωρίς ὅμως αὐτό καθώς καί τά λοιπά παραδείγματα  νά μποροῦν νά ἐξαντλήσουν τό ἀβυσσῶδες μυστήριο  τοῦ  Θεοῦ.  Εἶναι  ἁπλές  ἀναλογίες,  ἀναγκαῖες  καί  χρήσιμες  γιά  τό μυαλό μας.

22. Τί φρονοῦν περί τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ οἱ Προτεστάντες;

Οἱ μεγάλες προτεσταντικές κοινότητες δέχονται ὀρθῶς τό δόγμα τοῦ τριαδικοῦ Θεοῦ. ῾Ορισμένες μόνο παραφυάδες ἀνανέωσαν τίς ἀρχαῖες ἀντιτριαδικές αἱρέσεις, ἐλαυνόμενες ἀπό τό φιλελεύθερο ὀρθολογιστικό πνεῦμα πού εἶναι διάχυτο στήν προτεσταντική θεολογία, ἡ ὁποία κατά τίς ἀρχές τοῦ αἰώνα μας εἶχε ἀνατρέψει ὁλόκληρο σχεδόν τό σύστημα τῶν χριστιανικῶν ἀληθειῶν.

῎Ετσι οἱ᾿Αρμινιανοί, ἄν καί δέν ἀρνοῦνται ὁλότελα τό τριαδικό δόγμα ἐπαναλαμβάνουν τήν ἀρχαία κακοδοξία περί ὑποταγῆς τῶν προσώπων, ἰσχυριζόμενοι ὅτι ὁ Πατήρ, ὡς ἡ κεντρική θεότητα, ὑπερέχει τῶν δύο ἄλλων προσώπων,  λόγω  τάξεως  καί  δυνάμεως  καί  ἀξιώματος,  τά  δέ  ἄλλα   δύο πρόσωπα, ὁ Υἱός καί τό῞Αγιο Πνεῦμα, ὅ,τι ἔχουν, τή θεότητα δηλαδή καί τίς θεῖες ἰδιότητες, δέν τά ἔχουν ὁμοίως καί ὁμοταγῶς (πρός τόν Πατέρα), ἀλλά κατά τρόπο ὑποτάξεως. Μεγαλύτερο, λένε, εἶναι τό γεννᾶν ἀπό τό γεννᾶσθαι, καίτόπροβάλλεινἀπό τό ἐκπορεύεσθαι.᾿Ανάλογεςἀντιλήψεις στήν ἀρχαιότητα ὁδήγησαν, ὡς γνωστό, στόν ᾿Αρειανισμό.

Οἱ δέ Σωκινιανοί ἀρνήθηκαν ἐντελῶς τό τριαδικό δόγμα, τό ὁποῖο, κατ’ αὐτούς, ἀντιβαίνει  στή  Γραφή  ἀλλά  κυρίως  στόν  ὀρθό  λόγο.  Τό  δεύτερο  αὐτό  εἶναι φυσική συνέπεια γιά ὅσους θέτουν τήν ἀνθρώπινη διάνοια ὡς μέτρο κρίσεως τῶν πραγμάτων τῆς πίστεως. ῞Οπως ἤδη ἔχουμε παρατηρήσει, δέν εἶναι δυνατό τό μυαλό τοῦἀνθρώπου νά συμβιβάσει τά ἀσυμβίβαστα, νά καταλάβει δηλαδή πῶς σέ μιά καί τήν αὐτή οὐσία μποροῦν νά ὑπάρχουν τρία ξεχωριστά πρόσωπα χωρίς ὡστόσο νά ὑπάρχουν καί τρεῖς θεοί. Κάτι τέτοιο δέν μποροῦμε νά τό πιάσουμε μέ τίποτε. Στήν ἁγία δέ Γραφή ἀντιβαίνει λέγουν  διότι ὄχι μόνο σέ κανένα σημεῖο της δέν λέγεται σαφῶς, ὅτι ὁ Θεός εἶναι Τριαδικός, ἀπό δέ τή συμπαράθεση   τῶν   τριῶν   προσώπων   δέν   συνάγεται   ὅτι   αὐτά   ὑπάρχουν ἀναγκαίως καί στή θεία οὐσία. Τό μόνο γνήσιο δίδαγμα τῆς Γραφῆς εἶναι ὅτι ὁ Πατήρ  εἶναι  κατά  κυριολεξία  Θεός,  τά  δ έἄλλα  δύο  πρόσωπα  λέγονται  ἔτσι καταχρηστικῶς. ῾Ο ᾿Ιησοῦς Χριστός λέγεται Θεός ἤ Υἱός τοῦ Θεοῦ ὡς ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος  γεννήθηκε  θαυμαστῶς  καί  ἐστάλη  ἀπό  τό  Θεό  στόν  κόσμο  γιά  νά διδάξει τίς αἰώνιες ἀλήθειες καί νά δώσει ἀπαράμιλλο πρότυπο βίου ἠθικοῦ, καίὁὁποῖος,   ἀφοῦ   ἀναλήφθηκε   στούς   οὐρανούς,   ἔγινε  βασιλιάς  τοῦ  νέου ᾿Ισραήλ, τιμώμενος καί λατρευόμενος ἀπό τούς πιστούς. Τό δέ ῞Αγιο Πνεῦμα δέν εἶναι πραγματικό πρόσωπο ἀλλά δύναμη τοῦ Θεοῦ, ἁγιάζουσα τόν ἄνθρωπο. Οἱ ἀντιλήψεις αὐτές ἀκούονται σήμερα πολύ καί ἀπό τούς Μάρτυρες τοῦ᾿Ιεχωβᾶ.

23. Τί εἶναι τό fillio qve (και εκ του υιού);

Εἶναι αἵρεση τριαδολογική, τήν ὁποία ἀποδέχονται ἀπόκοινοῦ ἡ Ρωμαϊκή᾿Εκκλησία καί οἱ Διαμαρτυρόμενοι. ᾿Ενῶ κατά τήν ὀρθόδοξη θεολογία τό  ῞Αγιο  Πνεῦμα  ἐκπορεύεται  ἐκ  μόνον  τοῦ  Πατρός   [16],  κατά  τή  ρωμαϊκή ἀντίληψη τό Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἐκ τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ. ῾Η κακοδοξία τοῦ fillio  qve  εἰσήχθη  στό  Σύμβολο  τῆς  Πίστεως  στήν  ῾Ισπανία  σέ  σύνοδο  τοῦ Τολέδου τό 589, προφανῶς γιά νά στηρίξει τή θεότητα τοῦ Λόγου, ἡ ὁποία τότε καταπολεμοῦνταν σφοδρῶς στή χώρα αὐτή ἀπό τό Δυτικογοτθικό ᾿Αρειανισμό.

᾿Αργότερα ἡ προσθήκη πέρασε στή Γαλλία καί κατόπιν στή Ρώμη, ὄχι βέβαια χωρίς ἀντίδραση. Εἶναι ἐνδεικτικό, ὅτι ὁ πάπας Λέων ὁ Γ´, προσκληθείς ἀπό τή σύνοδο τοῦ᾿Ακυϊσγράνου, νάἐκφέρει γνώμη ὑπέρ τοῦ fillio qve, ἀποδοκίμασε τήν προσθήκη, ἐγγράψας ἀκέραιο τό Σύμβολο σέ δυό ἀργυρές πλάκες στό Βατικανό  ῾Η κακοδοξία τοῦ fillio qve καί ἡ προσθήκη τοῦ ὅρου στό ἱερό Σύμβολο τῆς Πίστεως  συνετέλεσαν  μεταξύ  ἄλλων  στό  χωρισμό  τῶν  ἀδελφῶν  ᾿Εκκλησιῶν ᾿Ανατολῆς καί Δύσεως, ὁ ὁποῖος ἄρχισε ἐπί Πατριάχου Κων/πόλεως Φωτίου (Σχίσμα τοῦ 867) καί συμπληρώθηκε ἐπί Μιχαήλ Κηρουλαρίου (1054). Μετά τό Σχίσμα τό filioqve ἔγινε τόκέντροσφοδρῶνδογματικῶνἐρίδων μεταξύ᾿Ανατολῆς καί Δύσεως καίἀφορμή συγγραφῆς –κυρίως ἀπό πλευρᾶς τῆς ᾿Ανατολικῆς ᾿Εκκλησίας– πλήθους ἀντιρρητικῶν κα ίἐλεγκτικῶν θεολογικῶν συγγραφῶν.

24. ῎Εχει Γραφική θεμελίωση τό filioque;

῎Οχι, δέν ἔχει, ἄσχετο ἄν οἱ Ρωμαιοκαθολικοί προσπαθοῦν νά τό στηρίξουν στήν ἁγία Γραφή. Περί τῆς ὑποστάσεως καί τῆς ἰδιωματικῆς σχέσεως τοῦ῾Αγίου Πνεύματος ὁμιλεῖ κατά τρόπο σαφή καί ἀναντίρρητο τό᾿Ιωάν. 15,26· «῞Οταν δέ ἔλθῃ ὁ Παράκλητος, ὅν ἐγώ πέμψω ὑμῖν παρά τοῦ Πατρός, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὅ παρά τοῦ Πατρός ἐκπορεύεται...». Στό κλασικό αὐτό χωρίο γίνεται διάκριση τῆς ἀϊδίου ἐκπορεύσεως τοῦ Πνεύματος ἀπό τόν Πατέρα καί τῆς ὑπό τοῦ Υἱοῦ ἤ στό῎Ονομα τοῦ Υἱοῦ πέμψεως αὐτοῦ στόν κόσμο, ἐκείνης μέν ἐκφραζόμενης διά τοῦ ἐνεστῶτος «ἐκπορεύεται», αὐτῆς δέ διά τοῦ μέλλοντος «πέμψω». ῾Η κατηγορηματική διδασκαλία τῆς ἁγίας Γραφῆς, καταχωρήθηκε αὐθεντικά καί ἀλάθητα  στόἱερόΣύμβολοτῆς συνόδου τῆς Κωνσταντινουπόλεως (381)· «Τό ἐκ τοῦ Πατρός ἐκπορευόμενον». ῾Η πίστη ἐδῶ τῆς ᾿Εκκλησίας εἶναι σαφής καί ἀναντίρρητη.

Κατά τούς Παπικούς ὅμως τά ἀνωτέρω χωρία ὁμιλοῦν μέν περί ἐκπορεύσεως τοῦ Πνεύματος ἐκ τοῦ Πατρός, ὅμως δέν ἀποκλείουν ρητά καί τό filioque (και εκ του υιού). Δέ λένε δηλαδή· «ὅ μόνον παρά τοῦ Πατρός ἐκπορεύεται» ἤ «τό ἐκ τοῦ Πατρός μόνον ἐκπορευόμενον», ἀφήνοντας ἔτσι ἀνοικτή τήν ὑπόθεση τοῦ filioque. Δέ νομίζετε ὅμως, ὅτι οἱ συλλογισμοί αὐτοί τῶν Παπικῶν εἶναι ἁπλά θεολογικά τεχνάσματα; Γιατί, ἀντιστρέφοντας τό συλλογισμό, θά μπορούσαμε κι ἐμεῖς νά ποῦμε· ῎Αν τό filioque εἶχε κάποια δυνατότητα στή σκέψη τοῦ Κυρίου, γιά ἕνα τόσο κορυφαῖο σημεῖο τοῦ δόγματος δέ θά ἔλεγε ρητά ὁ Σωτήρ· «ὅ παρά τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ ἐκπορεύεται;» ἤ ὁ συνοδικός ὅρος· «τό ἐκ τοῦ Πατρός καί τοῦ Υἱοῦ ἐκπορευόμενον;» Γιατί ν’ ἀποκρύψει μιά τόσο μεγάλη ἀλήθεια ὁ Κύριος; Μήπως γιά νά δημιουργήσει ζητήματα στήν ᾿Εκκλησία του;

Στό πνεῦμα τέλος τοῦ χωρίου τοῦ᾿Ιωάννου  δηλαδή τῆς ἀϊδίου ἐκπορεύσεως ἐκ τοῦ Πατρός καί τῆς ἐν χρόνῳ πέμψεως ὑπό τοῦ Χριστοῦ πρέπει νά ἑρμηνευθεῖ καί τό χωρίο ᾿Ιωάν. 16,13-15· «῞Οταν δέ ἔλθῃ ἐκεῖνος, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν· οὐ γάρ λαλήσει ἀφ’ ἑαυτοῦ, ἀλλ’ ὅσα ἄν ἀκούσῃ λαλήσει, καί τά ἐρχόμενα ἀναγγελεῖ ὑμῖν». Στό χωρίο ὅμως αὐτό στηρίζουν καί οἱ Ρωμαιοκαθολικοί τήν περί filioque διδασκαλία τους, συνδέοντας στενά στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ τήν ἐκπόρευση καί τήν ἀποστολή τοῦ῾Αγίου Πνεύματος.

25. Πῶς κρίνεται τό filioque ἀπό ἱστορική ἐκκλησιαστική ἄποψη;

῾Η εἰσαγωγή του στό ἱερό Σύμβολο τῆς Πίστεως εἶναι πραξικοπηματική καί αὐθαίρετη. Οἱ ὅροι τῶν οἰκουμενικῶν συνόδων εἶναι μνημεῖα αὐθεντικά, ἀλάθητα καί ἀμετακίνητα. Κανένας ἰδιώτης οὔτε καί τοπικές σύνοδοι δέν ἔχουν τό δικαίωμα, ἔστω καί στό ἐλάχιστο, νά τούς μεταβάλλουν καί νά τούς τροποποιήσουν. Μόνον ἄλλη οἰκουμενική σύνοδος μπορεῖ νά τό ἐπιχειρήσει. Τήν ἄποψη  αὐτή  κατοχυρώνει  ἐπίσημα  ἡ  Γ´  Οἰκ.  Σύνοδος  σέ  ὅσα  ἀποφαίνεται·

«Μηδενί ἐξεῖναι ἑτέραν πίστιν προφέρειν, ἤγουν συγγράφειν ἤ συντιθέναι παρά τήν  ὁρισθεῖσαν  παρά  τῶν  ῾Αγίων  Πατέρων  τῶν  ἐν  Νικαίᾳ  συνελθόντων  ἐν ῾Αγίῳ Πνεύματι». ῎Ετσι εἶδε τό πράγμα καί ὁ πρόεδρος τῆς συνόδου Κύριλλος, ὁ ὁποῖος σέ ἐπιστολή του πρός τόν ᾿Ιωάννη ᾿Αντιοχείας λέγει, ὅτι δέν ἐπιτρέπεται «λέξιν ἀμεῖψαι τῶν ἐγκειμένων ἐκεῖσε ἤ μίαν γοῦν παραβῆναι συλλαβήν»

῾Η κακοποίηση τοῦ ὅρου τῆς Γ´ Οἰκ. Συνόδου ἀπό τούς παπικούς, ἐξωφρενική καί ἀνεπίτρεπτη, ἐπέφερε σάλο στήν οἰκουμενική ᾿Εκκλησία, τήν ὁποία τελικά κατάφερε νά διασχίσει.

26. Θεολογικά  γιατί   εἶναι ἀξιοκατάκριτο τό  filioque;

Διότι καταστρέφει τή μοναρχία στή θεότητα καί ἐπιφέρει σύγχυση στά ὑποστατικά ἰδιώματα τῶν προσώπων.῾Η μοναρχία στή θεότητα ἀποτελεῖ κορυφαία στιγμή τοῦ τριαδικοῦ δόγματος τῆς πίστεως, γύρω ἀπό τήν ὁποία διεξήχθησαν ἰσχυροί ἀγῶνες στήν  ἀρχαία ᾿Εκκλησία. ῞Οπως εἴδαμε στά προηγούμενα, ὁ Πατήρ θεωρεῖται ὡς ἡ πηγαία θεότητα. ᾿Απ’ αὐτόν πηγάζουν τά ἄλλα δύο πρόσωπα τῆς Τριάδος, ὁ Υἱός διά τῆς γεννήσεως καί τό Πνεῦμα διά τῆς ἐκπορεύσεως. Στήν τάξη αὐτή τῆς Τριάδος διασφαλίζονται τόσο ἡ ἑνότητα τῆς φύσεως ὅσο καί ἡ ἰσοτιμία τῶν προσώπων τῆς Τριάδος. ῎Ετσι ἐνόησε τό πράγμα ἀπό παλαιά ἡ ᾿Ορθόδοξη θεολογία. Τό filioque ὅμως ἀναιρεῖ τήν τάξη αὐτή. Δέν καταστρέφει μέν τήν ἑνότητα τῆς φύσεως, καταστρέφει ὅμως τήν τάξη τῶν τριαδικῶν σχέσεων τῶν προσώπων. Καταλύει  τή  μοναρχία  στή  θεότητα,  εἰσάγοντας  διαρχία  στίς  σχέσεις  τῆς τριαδικῆς θεότητας. ᾿Αντί τῆς μίας ἀρχῆς ἀπό τήν ὁποία ἀνελίσσεται ἡ ῾Αγία Τριάδα, ἔχουμε δύο ἀρχές. ῾Ο Πατήρ παύει νά εἶναι ἡ μόνη πηγή τῆς θεότητας, στήν ὁποία τώρα προστίθεται ὡς παράλληλη πηγή καίὁ Υἱός. ῾Η εἰσαγωγή ὅμως καί δεύτερης πηγῆς φέρει ἀναστάτωση καί συγχυση στά ὑποστατικά ἰδιώματα τῶν προσώπων. Τό ὑποστατικό ἰδίωμα τοῦ Υἱοῦ δέν εἶναι πιά μόνο ἡ γέννηση, ἀλλά καί ἡ ἐκπόρευση· τοῦ δέ ῾Αγίου Πνεύματος ἡ ἐκπόρευση δέν εἶναι ἐκ μόνο τοῦ Πατρός ἀλλά καί ἐκ τοῦ Υἱοῦ. Στή βάση αὐτή τῆς συγχύσεως τῶν ὑποστατικῶν ἰδιωμάτων διερωτᾶται κανείς· γιατί ἡ σύγχυση νά μήν ἐπεκταθεῖ καί περαιτέρω, δηλαδή ὁ Υἱός νά μή γεννᾶ τόν Πατέρα καί τό Πνεῦμα νά μήν ἐκπορεύει τόν Υἱόν κ.λπ.; Ποῦ θά χαράξουμε τή  διαχωριστική   γραμμή   καί  ποῦ  θά  σταματήσουμε   στήν  κατάλυση   τοῦ δόγματος τῆς ῾Αγίας Τριάδος;

27. Τό filioque ἔχει πρακτικότερες συνέπειες γιά τήν ᾿Εκκλησία;

Γιά τήν ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία ἔχει. Στό θεολογικό ἐπίπεδο, ἐκτός τοῦ ὅτι καταστρέφει τό τῆς «μοναρχίας πολυΰμνητον καί θεοπρεπές κράτος» , ἐπιφέρον σύγχυση τῶν ὑποστατικῶν ἰδιωμάτων τῶν προσώπων, ὑποτιμᾶ σαφῶς καί τό θεοπρεπές ἀξίωμα τοῦ παναγίου Πνεύματος. Πράγματι, ἄν τό Πνεῦμα τό ῞Αγιο δέν ἐξαρτᾶται ἀπό τήν ἴδια πηγή (τόν Πατέρα) ὅπως καί ὁ Υἱός, κατά διαφορετικό φυσικά τρόπο, ἀλλ’ ἐξαρτᾶται   καί ἀπό δεύτερο παράγοντα (τόν Υἱό), τότε εἶναι ὑποδεέστερο τοῦ Υἱοῦ, καί δέν ἔχει τό αὐτοτελές καί ὁμόλογο πρός τόν Υἱό, πού θά εἶχε ἄν προερχόταν ἀμέσως ἀπό τόν Πατέρα.

Γιά τήν ὀρθόδοξη ὅμως ᾿Εκκλησία ἡ μείωση τοῦ Πνεύματος στό θεολογικό πεδίο, ἔχει ἀντίκτυπο καί στό σωτηριολογικό. ῎Αν τό Πνεῦμα δέν εἶναι ὁμότιμο καί ἰσότιμο πρός τόν Υἱό (καί φυσικά πρός τόν Πατέρα), εἶναι δηλαδή δευτέρας τάξεως στήν ῾Αγία Τριάδα, τότε κινδυνεύει τό ἔργο του στό πεδίο τῆς σωτηρίας, σάν ἀρχῆς τελειωτικῆς τοῦ λυτρωτικοῦ ἔργου τοῦ Χριστοῦ, τῆς ᾿Εκκλησίας καί τοῦ ἁγιασμοῦ τῶν ἀνθρώπων. Αὐτό γιά τήν ᾿Ορθόδοξη ᾿Εκκλησία, ἡ ὁποία ζεῖ καί κινεῖται στή χάρη τοῦ῾Αγίου Πνεύματος, ἔχει φοβερές ἐπιπτώσεις στήν ὑπόστασή της. Οἱ ἀγῶνες της κατά τοῦ «και εκ του υιού» δέν ἦσαν οὔτε εἶναι «περί ὄνου σκιᾶς», ὅπως ἴσως θά νόμιζαν μερικοί, ἀλλ’ ἀγῶνες ὑπαρξιακοί, γιά τή  διατήρηση  τῆς  ὑποστάσεως  καί  τῆς  οὐσίας  της  καί  τήν  ἐπιτυχία  τῶν σωτήριων σκοπῶν καί τοῦ λυτρωτικοῦ δυναμισμοῦ της.

῾Η ᾿Ορθοδοξία δέν μπορεῖ ν’ ἀποστεῖ τοῦ θεωτικοῦἔργου τοῦ῾Αγίου Πνεύματος, στόὁποῖο ζεῖ, διακρατεῖται καί ἐλπίζει. Δέν εἶναι δέ χωρίς λόγο, ὅταν στούς ὀρθόδοξους ναούς τό πλήρωμα τῆς ᾿Εκκλησίας κάνει τό σταυρό του, ὅταν ἀπαγγέλλεται τό Σύμβολο τῆς Πίστεως καί στό σημεῖο «τό ἐκ τοῦ Πατρός ἐκπορευόμενον».  Τό ζήτημα  αὐτό  εἶναι  βαθιά  χαραγμένο  στήν  πίστη  καί  τή συνείδηση τοῦ ὀρθόδοξου λαοῦ!

28. Τί σημαίνει ὁ τύπος ἐκπορεύσεως τοῦ῾Αγίου Πνεύματος «ἐκ Πατρός δι’ Υἱοῦ»;

Κατά τούς ἱερούς Πατέρες τῆς ᾿Εκκλησίας τό Πνεῦμα τό῞Αγιο «ἐκπορεύεται ἐκ Πατρός  δι’  Υἱοῦ».  Αὐτός εἶναι  ὁ  συνήθης  τύπος  διά  τοῦὁποίου  ἐκφράζεται  ἡ πίστη τῆς ᾿Εκκλησίας. Στό ζήτημα αὐτό παρεμβαίνουσα ἡ θεολογία διατυπώνει πολλούς καί λεπτούς συλλογισμούς, οἱ ὁποῖοι εἶναι δύσκολο νά κατανοηθοῦν ἀπό τούς πολλούς πιστούς, γιά τούς ὁποίους γενικά ἡ θεολογία εἶναι δύσκολη καί δυσνόητη. ᾿Εμεῖς ἐδῶ, ἀποφεύγοντας τίς πολύπλοκες θεολογικές σκέψεις, θά δώσουμε μιά βασική ἀπάντηση, ἡ ὁποία δέν ἐξέρχεται τῆς διδασκαλίας τοῦ Δ´ Εὐαγγελίου (᾿Ιωάν. 15,26).

῾Η πρόθεση ἐκ γλωσσικά σημαίνει τήν αἰτία ἐκ τῆς ὁποίας γίνεται κάτι, ἐνῶ ἡ διά σημαίνει τήν αἰτία διά τῆς ὁποίας γίνεται κάτι. Στή θεολογική Τριάδα ἡ ἐκ ἀναφέρεται στόν Πατέρα ἐκ τοῦ ὁποίου τό Πνεῦμα ἐκπορεύεται ἀϊδίως, λαμβάνοντας παρ’ αὐτοῦ τή θεότητα («τό ἐκ τοῦ Πατρός ἐκπορευόμενον», «ὅ παρά τοῦ Πατρός ἐκπορεύεται»).

῾Η  δέ πρόθεση  διά ἀναφέρεται  στόν  Υἱό στό  ὄνομα  τοῦ ὁποίου πέμπεται  τό Πνεῦμα στόν κόσμο, χωρίς αὐτό φυσικά νά σημαίνει ὅτι ὁ Υἱός εἶναι ἁπλό ὑπηρετικό   ὄργανο   τοῦ   Πατρός.   Εἶναι   φανερό   ὅτι   ἡ   διά   στή   σχέση   τῆς ἐκπορεύσεως   τοῦ῾Αγίου   Πνεύματος   ἀναφέρεται   στήν   οἰκονομική   Τριάδα, δηλαδή στίς ἐξωτερικές ἐνέργειες τοῦ Τριαδικοῦ Θεοῦ. ῞Οτι ἀφετέρου ἡ διά ἐκφράζει τήν ταυτότητα φύσεως μεταξύ Υἱοῦ καί Πνεύματος εἶναι ὁμοίως φανερό. Σ’ αὐτό στηρίζεται καί τόἄλλο, ὅτι τό Πνεῦμα ἀναπαύεται στόν Υἱό («καί ἐν Υἱῷ ἀναπαυόμενον») καί λέγεται «ἴδιον τοῦ Υἱοῦ»  .


 Επιτρέπεται η χρήση, διάθεση και αναπαραγωγή του υλικού του ιστοχώρου αρκεί να διατηρείται το αρχικό νόημα χωρίς περικοπές που πιθανόν να το αλλοιώνουν για μη εμπορικούς σκοπούς,
με βασική προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή :

©ΑΛΑΒΑΣΤΡΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

http://www.alavastron.net/



Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |