΄Ολα αυτά δέν διέφευγαν
τής προσοχής τού βασιλιά. ’Ήξερε βέβαια πόσο έπρόκειτο νά ψυχραθεί ό Πάπας, μην
υπολογίζοντας καθόλου τις υπογραφές όλων των άλλων (δέν καταφέραμε τίποτα).
’Αλλά ούτε ακόμα καί τή δική του τήν άποστολική (δέν καταφέραμε τίποτα), όταν ό
Μάρκος δέν επισφράγιζε καί δέν επικύρωνε μέ τήν υπογραφή του τά γεγονότα. (Δέν
καταφέραμε τίποτα) Γιατί λοιπόν αυτή ή ξένη καί παράδοξη εξαίρεση μόνο σ’ αυτόν
τόν άνθρωπο; Γιατί μόνο αυτόν άφησε απαραβίαστο καί μόνο αυτός δέν ύποκλίθηκε
στις βασιλικές καί παπικές εντολές καί μόνο αυτός έστησε πάνω στήν παπική τιάρα
τό φλάμπουρο τής νίκης, πατώντας ΄πάνω σέ φίδια καί σκορπιούς καί σ’ όλη τή
δύναμη τού εχθρού;΄
Τό βλέπει λοιπόν ξεκάθαρα ό καθένας, ότι αυτό
γεννά μεγάλη απορία. Έπεται λοιπόν τώρα, ν’ αποδώσουμε καί τά αίτια, τά
όποία εγώ σκέφτομαι πώς είναι τ’
ακόλουθα:
Πρώτον, ότι ό βασιλιάς
ζύγισε τό πράγμα καί δέν τό βρήκε χρήσιμο γιά τόν σκοπό του. ’Ήθελε νά πετύχει
τήν ένωση καί νά τήν διαφυλάξει καί στή συνέχεια σταθερή, γιά νά έλκύσει έτσι
τήν εύμένεια τοϋ Πάπα καί νά ’χει απ’ αυτόν όσα φανταζόταν. ’Από τό άλλο μέρος
ήξερε, ότι άν ήθελε νά εξαναγκάσει τό Μάρκο, δέν θά τά κατάφερνε, γιατί καί τοϋ
τό διαμήνυσε, όπως είπαμε, μέ τόν άρχοντα Δημήτριο τόν αδελφό του κι αυτός από
μόνος του ήταν περισσότερο από βέβαιος. ’Ήξερε πολύ καλά ποιος ήταν ό Μάρκος
Εφέσου κι ότι δεν ήταν καλαμιά πού παρασύρεται από τόν άνεμο. Νά χρησιμοποιήσει
βία; Θά μισούνταν καί θά δυσφημιζόταν άπ’ όλους καί περισσότερο από τούς Κωνσταντινουπολίτες,
ότι έπέδειξε τυραννική συμπεριφορά. Κι έτσι τό θεμέλιο τής ένωσής του, ώς
τυραννικό, έπρόκειτο νά είναι σαθρό καί προσωρινό καί τόσο περισσότερο, όσο
έπρόκειτο νά διακηρυχτεί παντού, ότι ό βασιλιάς κακοποίησε τόν σοφότατο κι
αγιότατο άνθρωπο, τόν έξαρχο τής ’Ανατολικής Συνόδου, τόν τοποτηρητή των
Ανατολικών θρόνων, γιατί ό Μάρκος δεν θέλησε νά αποδεχθεί την προδοσία τής
’Ορθόδοξης πίστης.
Δεύτερον, ίσως σκύφτηκε
ακόμα κι αυτό, μήπως δηλαδή έπρόκειτο νά συνταχθούν μαζί μ’ αυτόν κι άλλοι πολλοί
καί δημιουργηθεϊ μεγάλη ταραχή καί σύγχυση (όπως συμβαίνει πολλές φορές) κι
έτσι ματαιώνονταν όλοι οί κόποι του.
Τρίτον, αληθινά τόν
σεβόταν καί τόν εύλαβείτω ώς άγιο άνθρωπο, γι’ αυτό κι ενώ σε πολλούς άλλους
αρκετές φορές μίλησε προσβλητικά καί τούς έξευτέλισε πολύ καί τούς φοβέρισε
έντονα όπως έκανε μέ τόν Ήρακλείας γιά ένα τίποτα, σ’ αυτόν ποτέ δέν είπε ούτε
μία λέξη ατιμωτική ή περιφρονητική, παρόλο πού ήταν εκ διαμέτρου αντίθετος καί
τού γινόταν εμπόδιο άφοβα καί μέ καθαρά λόγια.
Γι’ αυτό λοιπόν καί τώρα
πού ζύγιζε την κατάσταση, παρόλο πού ό Μάρκος ήταν ό φανερός άνατροπέας καί
κατά-λυσε την πολύμοχθη ένωση, ώστόσο αναγκαζόταν νά έχει υπομονή, γιατί ήταν
βέβαιος πώς τό φρόνημα τού Μάρκου δέν ήταν ανθρώπινο, αλλά πράγματι θειο καί
πνευματικό. Γι’ αυτό καί δέχτηκε νά τού κάνει εκείνη τήν εξαίρετη χάρη, όχι
τόσο γιά τό αξίωμα τού προσώπου πού μεσολάβησε δηλαδή τού αδελφού του
Δημητρίου, όσο γιά τήν εξαιρετική υπόληψη πού είχε σ’ αυτόν. Κι ότι αυτό πού
λέω είναι άλήθεία, φαίνεται από τά έξης: ΄Οτι. έφτανε μόνο νά μην τόν πιέσει,
όπως πίεσε όλους τούς άλλους. Κι αυτό δεν Οά θεωρούνταν μικρή χάρη απέναντι σ'
αυτόν, την όποία επίμονα καί μέ δάκρυα
ζήτησαν άλλοι, άλλα δέν τήν αξιώθηκαν. Έφτανε λέω, καί μόνο αυτό πρός αυτόν.
’Αλλά ό βασιλιάς, έκανε γι’ αυτόν κι άλλο περισσότερο, τό όποίοφανερώνει τήν
καρδιά αύτού του βασιλιά, δηλαδή τί λογής διάθεση καί υπόληψη έτρεφε γιά κείνον
τόν σπουδαίο άνθρωπο. Κράτησε λοιπόν αυτόν εκεί καί τόν ανάπαυσε κι άκόμα
περισσότερο, τόν διέσωσε στό δρόμο πρός τή Βενετία. ’Έπειτα, τόν επιβίβασε στό
προσωπικό του πλοίο, γιά τήν ασφάλεια καί τήν ήσυχία του, καί τόν οδήγησε πίσω
στήν πατρίδα. Αλήθεια, εξαίρετη τιμή! Αγάπη παράδοξη! Τιμή μεγάλη, γιατί αυτά
πού έγιναν γι’ αυτόν τόν Μάρκο, καθώς γίνονταν άπ’ έναν βασιλιά, ταίριαζαν σ’
ένα εκλεκτό καί πολύ αγαπητό του πρόσωπο. Παράδοξη λοιπόν εκτίμηση, επειδή
γίνονταν σέ ποιόν; Στόν έχθρό των δικών του πράξεων, στόν πολέμιο των δικών του
αποφάσεων, στόν καταλύτη τής τόσο πολύμοχθης καί διά βίου περισπούδαστης καί
πολυπόθητης ένωσης, όπως αληθέστατα προφήτεψε ό μέγας Ποντίφικας λέγοντας: «δέν καταφέραμε τίποτα»
Λοιπόν, άν καί ό βασιλιάς
άσκησε τόση πίεση σ’ όλους τούς άλλους, ίοστε δέν μπόρεσε ούτε ένας νά ξεφύγει,
στόν Μάρκο δέν τόλμησε νά επιβάλλει ούτε στό παραμικρό τή βασιλική του εξουσία.
Κι όχι μόνο δέν μεταχειρίστηκε καθόλου βία πρός αυτόν στό τέλος, αλλά καί τόν
περιποιούνταν καί. τόν ξεκούραζε μ’ όλη τήν τιμή καί τήν εύλάβεια, μέσα στό
δικό του πλοίο, ώσπου τόν έπανέφερε στήν πατρίδα μ’ όλη τήν ασφάλεια, σάν ένα
θείο κειμήλιο, σάν μία ιερή παρακαταθήκη.
Λέω λοιπόν, πώς εμείς
εδώ, πρέπει νά βγάλουμε σάν ένα είδος πορίσματος, τό άβίαστο καί φανερά
επακόλουθο συμπέρασμα, πώς ό Μάρκος δέν ήταν άνθρωπος μέτριας αρετής, αλλά
υπόδειγμα τέλειας αγιότητας. Σάν νά λέμε, ένας άλλος Βασίλειος τής τότε εποχής,
ή ’Αθανάσιος, ή Κύριλλος, ή κάποιος άλλος από κείνους τούς θεοφόρους άντρες.
Γιατί αν δέν ήταν έτσι κι άν ό βασιλιάς δέν τόν αναγνώριζε σάν έναν τέτοιο
μεγάλο Πατέρα στις μέρες του, βεβαιότατα, όχι μόνο δέν έπρόκειτο νά τού
προσφέρει τόση αποδοχή κι ηρεμία καί τέτοια τιμή, αλλά ούτε έπρόκειτο νά τόν
έξαιρέ-σει καί νά τόν αφήσει χιορίς πίεση μόνο εκείνον. ’Έδωσε λοιπόν ό
Βασιλιάς τιμή σ’ έναν πού ήταν αντίθετος σέ τόσο σημαντικό πράγμα γιά τό
όποίοπάλευε αυτός πάρα πολύ νά τό πετύχει, επειδή σκεφτόταν πώς ή ένωση ήταν ή
ρίζα, ή αρχή καί τό θεμέλιο τής ευδαιμονίας τόσο τής δικής του, όσο καί όλων
των Χριστιανών.
Τέταρτο αίτιο, θεωρώ τήν
άνωθεν πρόνοια, ή οποία προοικονομώντας τά μετέπειτα κατορθώματα μέσω αυτού,
τής ανόρθωσης καί τής συγκρότησης τής Εκκλησίας, όπως θά γίνει φανερό τήν
κατάλληλη στιγμή στήν ροή τής διήγησης, αυτή λέω, ή θεία πρόνοια, ένευσε στήν
καρδιά τού βασιλιά, όπως κάποτε καί στόν Ναβουχοδονόσορα, γιά νά μήν ρίξει τόν
προφήτη Δανιήλ στήν κάμινο. Ένευσε λέω στήν καρδιά του, γιά νά τόν αφήσει
απαραβίαστο, ώστε νά είναι έπειτα αξιόπιστος κι εύκολα αποδεκτός μεσολαβητής,
ώς ανεπίληπτος κι άκατηγόρητος καί νά τόν διαφυλάξει άβλαβή από τήν επήρεια των
εχθρών, γιά νά γίνει νέος Βεσελεήλ καί νέος Ζοροβάβελ στήν Εκκλησία τού Χριστού.
Η απειλή της Ιεράς
Εξέτασης
Και ναι. αλήθεια, εγω δεν μπορω να σκεφτω αυτό
το πράγμα πώς έγινε χωρίς τή θεία
Πρόνοια, δηλαδή ή προστασία πού είχε αυτός από τόν βασιλιά. Γιατί τί νομίζετε
άδελφοί; Σέ πόσο κίνδυνο βρέθηκε άραγε, αυτός ό νέος άλλά τέλειος ομολογητής;
Βρίσκουμε σέ κείνη την ιστορία, ότι όταν οί ’Ανατολικοί ήταν ακόμα στή Φερράρα,
έλεγαν στό βασιλιά: Νά πού προστάζει ή άγια βασιλεία σου ν’ αρχίσουμε τις
συζητήσεις γιά τό δόγμα. Αν λοιπόν οί Λατίνοι κηρύξουν, ότι απέδειξαν λαμπρά
καί ικανοποιητικά πώς είναι ορθή καί καλή ή διδασκαλία τους κι ύστερα απ’ αυτό,
θελήσουν νά βγάλουν πόρισμα καί ζητήσουν νά καταθέσουμε τή γνώμη μας καί νά
συμφωνήσουμε μαζί τους κι εμείς δέν δεχτούμε τή δική τους απόφαση, τότε, αν ό
Πάπας θελήσει νά μάς άποκη-ρύξει ώς αιρετικούς καί δώσει άδεια στούς δικούς του
νά μάς αιχμαλωτίσουν καί νά μάς κακοποιήσουν, επειδή δέν υπακούσαμε σ’ αυτόν
καί στή δική του σύνοδο, ποιος από μάς πρόκειται νά καταφέρει νά επιστρέφει
στήν Κωνσταντινούπολη, αφού δέν υπάρχει άλλος τρόπος, παρά νά περάσουμε κοντά
από πλοία καί, μέσα από τόπους καί γένη λατινικά;΄
Βλέπετε ακροατές; Όλη
μαζί ή Ανατολική Σύνοδος κι όλο εκείνο τό δικό μας γένος πού άφρονέστατα πήγαν
εκεί, όλοι λέω, βρίσκονταν σ’ έσχατο κίνδυνο. Καί. ότι σκέφτονταν σωστά κι αυτά
δέν ήταν μάταιοι φόβοι καί σφαλερές υποψίες, άλλά οπωσδήποτε έπρόκειτο οί
Λατίνοι, όχι μόνο νά τούς σκλαβώσουν, ώς εχθρούς τού Θεού καί τού Πάπα, άλλά
καί νά τούς φονεύσουν, μάς τό βεβαιώνει σαφέστατα ό κίνδυνος τού
προαναφερόμενου Σταυρουπόλεως. Νά τί λέει γι’ αύτό ό φιλαληθέστατος ιστορικός:
Πριν από μάς πήγε σ’αυτή [δηλαδή στή Βενετία], ό φυγάς Σταυρουπόλεως καί
προφυλάχτηκε από τόν Δεσπότη [τόν Δη μητριό Παλαιολόγο], Γιατί ακόυσαν κάποιοι
άπό τους Λατίνους ότι δέν δέχεται την ένωση καί ήθελαν ν’ ασχοληθούν μαζί του,
δηλαδή μελετούσαν νά τόν φονεύσουν. Καί δέν τόν φόνευσαν, όχι άπό φιλανθρωπία,
αλλά γιατί τόν προφύλαξε ό όρθοδοξότατος Δεσπότης΄. Τώρα λοιπόν σκεφτεϊτε καί
συμπεράνετε άληθέστατα. ΄Αν δλο εκείνο τό πλήθος έπρόκειτο νά είναι πρός
άφανισμό κι αν ό Σταυρουπόλεως, τού όποιου τή φωνή δέν ακούσε κανένας στή
Σύνοδο, γλίτωσε τή σφαγή παραλίγο, δέν μένει πιά καμιά αμφιβολία, γιά τόν
φανερό σ’ όλους καί μόνο αντίπαλο καί πολέμιο τής ψευδώνυμης ένωσης. Καί τί
χρειάζονται τά περισσότερα λόγια; Δέν τό προεϊπε κι ό Καμεράριος τού Πάπα όπως
είπαμε παραπάνω;
Νά είστε βέβαιοι αδελφοί,
πώς αυτό μάλιστα θεωρείται κι αρετή καί χρέος τής άγρυπνης ποιμαντικής
προστασίας τού μακαριότατου Ποντίφικα, δηλαδή τό νά καθαρίζει μέ τή μάχαιρα καί
τή θηλιά καί κυρίως μέ τό πΰρ καί τή δύναμη τού δηλητηρίου, τό σίτο τού Χριστού
άπό τά ζιζάνια των αιρετικών. Κι αυτούς πού υπηρετούν αυτό τό άγιο έργο, τούς
ευλογεί κατά τόν Μοαϋσή καί κάνει δεήσεις γι’ αυτούς΄. 'Ώστε δέν μπορεί πλέον
νά μείνει καμιά αμφιβολία, πώς ό πρόμαχος τής ’Ανατολικής Εκκλησίας, ό
ιερότατος Μάρκος, στάθηκε κι είναι μέ τή θέλησή του, μάρτυρας τέλειος, άφοϋ
διέτρεχε πικρότατο κίνδυνο θανάτου, πολεμώντας μόνος καί υπερασπιζόμενος μέχρι
τέλους τήν πατρική ευσέβεια κι ελέγχοντας καί στηλιτεύοντας λαμπρά καί μέ θάρρος,
τά σοφίσματα τής πλάνης έν μέσω Λατίνων καί, μήν ύποχωροβντας σέ τίποτα, όπως
τό μαρτυρεί κι ό άγέρωχος Πάπας, πού είπε: «Δέν καταφέραμε τίποτα». ’Αλλά δέν
άκολούθησε έμπρακτα έκ μέρους των παπικών εκείνων ή δολοφονία. Κι αυτό βέβαια,
δεν έχει άλλη αιτία, παρά τή θεία Πρόνοια, όπως προείπαμε κι είναι ολοφάνερο κι
από τ’ ακόλουθα:
Κοινωνία Ούνίας
Αφού με ασχημο τρόπο
όλοκλήρωσαν την άθλια ένωση κακήν κακώς, φορώντας όλοι τά ιερά τους άμφια,
έγινε λατινική λειτουργία μέσα σ’ ένα ναό καί διαβάστηκε από τόν άμβωνα ό
ψευδώνυμος όρος τους [6.7. ], ενυπόγραφος πιά κι από τά δύο μέρη, στήν ελληνική
καί στήν λατινική. Κι αντάλλαξαν μεταξύ τους, αλίμονο! καί κοινωνικό ασπασμό,
δηλαδή άδελφικό, οί Λατίνοι κι οί Λατινόφρονες.
Προσπάθεια καταδίκης του
Μάρκου
Υστερα απ’ αυτό, ό Πάπας
φρόντισε άμέσως νά κρίνει καί νά κατηγορήσει τόν όρθοδοξότατο κι αγιότατο,
αυτός ό ρυπαρός καί μιαρότατος κι αναθεματισμένος καί κατακριτέος άπ’ όλες τις
Οικουμενικές Συνόδους. Γι' αυτό κι έστειλε μήνυμα στό βασιλιά, λέγοντας ότι:
Επειδή ό Εφέσου δέν
πείστηκε μέ τήν απόφαση τής συνόδου, ούτε υπέγραψε τόν όρο, είναι ανάγκη νά
κριθεΐ συνοδικά. Κι άν δέν υπακούσει στή σύνοδο, στή συνέχεια νά καταδικαστεί
όπως πρέπει. Λοιπόν, λέει, στείλε τον εδώ σέ μάς νά τόν κρίνουμε
Ό βασιλιάς ανταπάντησε (υποκινούμενος
άπό τό Θεό βέβαια), ότι:
΄Ό Εφέσου είναι δικός μας
αρχιερέας. Κι επειδή είναι δικός μας, τά σχετικά μ’ αυτόν ανήκουν στήν κρίση
τής δικής μας συνόδου καί δέν έχει αρμοδιότητα ό Πάπας νά ζητά να κρίνει τόν
Εφέσου στήν ίδια σύνοδο, αλλά εμείς θα φροντίσουμε γι' αυτόν. ’Αλλά τελικά,
επειδή ό Πάπας έπέμενε καί τόν ζητούσε οπωσδήποτε, νομίζοντας ίσως ό μάταιος,
πώς ό Μάρκος έπρόκειτο νά φοβηθεί τό ύψος τής αξίας του καί νά ύποκλιθεί άμέσως στήν αυθεντία των λόγων του, γι’ αυτό
κι ό βασιλιάς, μή μπορώντας ώς τό τέλος ν’ αντιστέκεται στίς επίμονες αιτήσεις
του, ή γιά νά τό πω καλύτερα, στις προσταγές του, προσκαλεΐ τόν άγιο καί τού
λέει τά έξης:
΄Ό Πάπας μήνυσε καί μία
καί δύο καί τρεις φορές γιά σένα, γιά νά σέ στείλω σ’ αυτόν κι είναι ανάγκη νά
πας. Έγώ έχω προδιαθέσει έτσι τά πράγματα, ώστε νά μή γίνει τίποτα σκληρό ή
βίαιο εναντίον σου (άκοΰς τήν λέξη βίαιο;). Πήγαινε λοιπόν καί ακούσε όσα σού
πει κι απάντησε άφοβα στά λόγια του όσα σού φανούν κατάλληλα΄.
Τί σκέφτεστε τώρα
χριστιανοί; ΄Οτι τάχα δείλιασε ό Μάρκος, συλλογιζόμενος πώς πρόκειται νά σταθεί
μόνος του μπροστά σ’ έναν Πάπα τόσο υψηλό καί τόσο μεγάλο, πού κι εκείνος τό
θέλει κι οι κόλακές του κηρύττουν, πώς είναι ό μόνος βασιλιάς καί πατέρας των
πριγκίπων καί των βασιλιάδων κι ό μόνος άρχοντας καί κριτής όλης τής
οικουμένης; Τάχα φοβήθηκε τό ύψος τού θρόνου του, τό όποίοείναι τόσο, ώστε τά
κεφάλια των καρδινάλιων πού είναι γύρω του, φτάνουν ισα-ισα στή σόλα των δικών
του ποδιών, όπως τό παρατήρησε ακριβέστατα ό φιλαληθέστατος ιστορικός; Θεώρησε
τάχα τόν εαυτό του υπεύθυνο κι ένοιωσε συστολή; ’Ή μήπως τού έλειψαν οί λόγοι
κι ή σοφία, σέ κείνο τό παπικό κριτήριο; Όχι, αδελφοί, μήν τό σκεφτεΐτε αυτό μέ
κανένα τρόπο. Τό άντίθετο μάλιστα έγινε.
Μάρκος ο Ομολογητής
Μπήκε έκεϊ ό γενναίος,
μεταφέροντας ό ίδιος τό φρόνημα των Πατέρων του καί τή σοφία τοϋ Παύλου. Καί
λέω τοϋ Παύλου, γιατί στ’ αλήθεια βρίσκω μεγάλη ομοιότητα μέ κείνον, σ’ αυτόν
τόν εύστροφο καί συνετότατο άγιο.
Καθόταν έκεϊ σοβαρός καί
σπουδαίος, στόν ύιρηλό κι έπαρμένο του θρόνο ό γυναικοπρόσωπος δήθεν διάδοχος
τοϋ Πέτρου, μάλλον μέ τρόπο κατά τόν όποίοονομάζεται διάδοχος στό φως τό
σκοτάδι κι ή άρρώστεια διάδοχος τής υγείας κι ή παράνοια διάδοχος τής λογικής,
κατά τόν μεγάλο θεολόγο Γρηγόριο. Καί γύρω άπ’ αυτόν βρίσκονταν οί δικοί του
καρδινάλιοι κι οί πιό έγκριτοι άπό τούς έπισκόπους του. Κι ό Πάπας σκεφτόταν νά
τόν αφήσει όρθιο, ώς δήθεν υπεύθυνο, σύμφωνα μέ τήν τάξη των κρινόμενων. ’Αλλά
εκείνος ό μέγας νους, έχοντας πίστη στήν ελευθερία τής συνείδησής του καί μή
θεορώντας αυτόν ώς δικό του κριτή σ’ όλα ή ως επίσκοπο, αλλά βλέποντάς τον όπως
ήταν, δηλαδή ώς εχθρό τής αλήθειας καί πολέμιο τοϋ Θεού, βλέποντας αυτό, είπε:
Έγώ υποφέρω άπό τά νεφρά μου καί τά πόδια καί
δέν μπορώ νά στέκομαι΄.
Κι αμέσως κάθισε. Ό Πάπας λοιπόν, γιά νά τά
πούμε μέ συντομία, ώστε νά μήν εκτείνουμε περιττά τό λόγο, τόν κάλεσε νά
έπιλέξει τό γρηγορότερο, ένα άπό τά δύο, ή νά υπακούσει στήν άπόφαση τής
συνόδου καί νά δεχτεί καί τήν γε-νόμενη ένωση ή, άν δέν τό κάνει αυτό, νά είναι
έτοιμος νά καθαιρεθεΐ καί ν’ άποκηρυχθεϊ ώς αιρετικός, όπως έπαθαν κι όσοι
έδειξαν άπείθεια στις παλιές Οικουμενικές Συνόδους. Δέν γνωρίζουμε τί άπάντησε
ό άγιος στό πρώτο. ’Αλλά αισθανόμαστε ότι θά έδωσε ικανοποιητικές απαντήσεις
στά λόγια τοϋ Πάπα. Καί βέβαια ποιος αμφιβάλλει, ότι ό περίφημος εκείνος Εφέσου
απάντησε καί τότε γιά ποιες αιτίες, ούτε στην βδελυρή απέναντι στό Θεό ληστρική
σύνοδό του δέν πείθεται, ούτε την κακώς καί παράλογα γενύμενη ψευδοένωσή του
δέχεται; Καί γιά την καταδίκη μέ τήν όποία
τόν φοβέρισε, ευχαριστούμε τά μέγιστα τόν ιστορικό, πού μάς άφησε
γραμμένη εκείνη τη σοφότατη κι αληθινά πληρέστατη άπό τό ΄Αγιο Πνεύμα άπάντηση,
τήν οποία πρέπει ν’ αναφέρουμε αυτολεξεί, γιατί προξενεί μεγάλη χαρά στούς
ευσεβείς αναγνώστες ή θαυμάσια παρρησία καί σύνεση τής αξιοθαύμαστης εκείνης
ψυχής:
Οι Σύνοδοι (λέει), καταδίκαζαν αυτούς πού δέν
ύπά-κουαν στήν Εκκλησία, κι έπαιρναν θέση ενάντια σ’ αυτήν, υπέρ κάποιας
[αιρετικής] διδασκαλίας, κηρύττοντάς την κι άγωνιζόμενοι υπέρ αυτής [τής
αίρεσης]. Γι’ αυτό κι αυτούς τούς ονόμαζαν αιρετικούς καί καταδίκαζαν πρώτα τήν
αίρεση κι έπειτα αυτούς πού τήν ύποστήριζαν. Έγώ όμως δέν κηρύσσω δικό μου
δόγμα. Ούτε καινοτόμησα σέ κάτι, ούτε παίρνω θέση υπέρ κάποιου ξένου καί νόθου
δόγματος. ’Αλλά τηρώ στό ακέραιο τό δόγμα πού παρέλαβε καί κατέχει συνεχώς ή
Εκκλησία, άπό τόν ίδιο τό Σωτήρα μας ’Ιησού Χριστό καί τό όποίοκατείχε κι ή
αγία Ρωμαϊκή Εκκλησία πριν άπό τό σχίσμα, μαζί μέ τή δική μας αγία Ανατολική
Εκκλησία. Τήν οποία ευσεβή δόξα καί πρωτύτερα διαρκώς επαινούσατε καί στήν
παρούσα σύνοδο πολλές φορές τήν έπαινέ-σατε καί κανείς δέν μπορεί νά τή μεμφθεΐ
ή νά τήν κατηγορήσει γιά κάτι. Αν λοιπόν αύτή διεκδικώ κι απ’ αύτή δέν θέλω νά
παρεκκλίνω, πώς θά μπορούσα νά κριθώ μέ δίκη, μέ τήν όποία καταδικάζονται οί αιρετικοί; Πώς κάποιος πού
σκέφτεται ύγιώς καί μ’ εύσέβεια, θά μπορούσε νά κάνει κάτι τέτοιο εναντίον μου;
Θά έπρεπε βέβαια πρώτα να καταδικάσει τό δόγμα τό όποίοπιστεύω. Αν όμως αυτό
θεωρείται, εύσεβές καί ’Ορθόδοξο, πώς εγώ είμαι άξιος καταδίκης;΄
Εισαγωγή σε πρώτη
αποκλειστική δημοσίευση στό Ορθόδοξο
Διαδίκτυο από το Βιβλίο :
ΑΓΙΟΣ ΜΑΡΚΟΣ Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ
Η ΔΡΑΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΕΓΚΩΜΙΟ
ΤΟΥ ΓΡΑΜΜΕΝΑ ΑΠΟ ΤΟΝ
ΑΓΙΟ ΑΘΑΝΑΣΙΟ ΤΟΝ ΠΑΡΙΟ
Η ηλεκτρονική επεξεργασία
αναρτήσων κειμένων, τίτλων και εικόνων
έγινε από τον N.B.B
Επιτρέπεται η χρήση,
διάθεση και αναπαραγωγή κειμένων σε Ορθόδοξα Ιστολόγια, αρκεί να διατηρείται το
αρχικό νόημα ,χωρίς περικοπές που πιθανόν να το αλλοιώνουν για μη εμπορικούς
σκοπούς,με βασική προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή :
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου