Επιτρέπεται η χρήση, διάθεση και αναπαραγωγή κειμένων σε Ορθόδοξα Ιστολόγια, αρκεί να διατηρείται το αρχικό νόημα ,χωρίς περικοπές που πιθανόν να το αλλοιώνουν για μη εμπορικούς σκοπούς,με βασική προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή :
Σάββατο 13 Αυγούστου 2016
8. Στη χιονισμένη Μόραβα το 1940
Ό Τάσος Ρηγοπούλας,
στρατευμένος στην Αλβανία τό 1940, έστειλε άπό τό μέτωπο το παρακάτω γράμμα
στον άδελφό του.
«Αδελφέ μου, Νίκο. Σοΰ
γράφω άπό μία άετοφωλιά, τετρακόσια μέτρα ψηλότερη άπό την κορυφή τής Πάρνηθας.
Ή φύση τριγύρω είναι πάλλευκη.
Σκοπός μου όμως δέν είναι
να σοΰ περιγράφω τά θέλγητρα μίας χιονισμένης Μόραβας με όλο τό άγριο μεγαλείο
της. Σκοπός μου είναι νά σού μεταδώσω αύτό πού έ'ζησα, πού τό είδα με τά μάτια
μου καί πού φοβάμαι μήπως, άκούγοντάς το άπό άλλους, δέν τό πιστέψεις.
Λίγες στιγμές πριν
όρμήσουμε γιά τά οχυρά τής Μόραβας, είδαμε σέ άπόσταση καμιά δεκαριά μέτρων μία
ψηλή μαυροφόρα νά στέκει άκίνητη.
— Τίς ει;
Μιλιά...
Ό σκοπός θυμωμένος
ξαναφώναξε:
— Τίς ει;
Τότε, σάν νά μας πέρασε
όλους ηλεκτρικό ρεύμα, ψιθυρίσαμε: Ή ΠαναγίαΕκείνη, όρμησε εμπρός σάν
νά είχε φτερά άετοϋ. Εμείς από πίσω της. Συνεχώς τίιν αισθανόμασταν νά μάς
μεταγγίζει αντρειοσύνη. 'Ολόκληρη έβδομάδα παλέψαμε σκληρά, γιά νά καταλάβουμε
τά οχυρά Ίβάν-Μόραβας.
'Υπογραμμίζω πώς ή
επίθεσή μας πέτυχε τούς Ιταλούς στην άλλαγή τών μονάδων τους. Τά παλιά τμήματα
είχαν τραβηχτεί πίσω καί τά καινούργια... κοιμόνταν! Τό τί έπαθαν δέν
περιγράφεται. Εκείνη όρμοΰσε πάντα μπροστά. Κι όταν πιά νικητές ροβολούσαμε
προς την άνυπεράσπιστη Κορυτσά, τότε ή Ύπέρμαχος έγινε ατμός, νέφος απαλό καί
χάθηκε».
22. Στη Λίμνη Εύβοιας τον
’Ιούνιο τού 1944
Ένα συγκινητικό θαύμα
συνέβη στίς ημέρες τής γερμανικής κατοχής, τον ’Ιούνιο τού 1944. Τό γερμανικό
άπόσπασμα πού κατέστρεψε τό Δίστομο (10 ’Ιουνίου 44) καί έσφαξε μέσα σέ δυό
ημέρες πάνω άπό έξακόσιους κατοίκους, περνά τώρα άπέναντι στην Εύβοια. Σκοπός
του ή ολοσχερής καταστροφή τής Λίμνης. Ή φάλαγγα έφθασε στήν είσοδο τής πόλεως.
Τότε άκριβώς βλέπει ό Γερμανός διοικητής στή μέση τού δρόμου ένα χέρι νά
εμποδίζει τή διάβαση τών στρατιωτών κι άκούει μιά φωνή νά τού λέει:
— Αύτός ό τόπος είναι δικός μου. Δέν θά τον πειράξετε!
Ό διοικητής φοβισμένος
κατεβαίνει στή Λίμνη καί συναντά τις άρχές. Ζητά γεμάτος άγωνία νά μάθει ποιά
είναι ή Προστάτιδα τής πόλεως.
— Ή Παναγία ή Λιμνιά, άποκρίνονται οί προύχοντες. Έχουμε εδώ τή
θαυματουργή Της εικόνα, ή όποια βρέθηκε μέσα στή θάλασσα.
— Μόνο θεϊκή δύναμη, θά
μπορούσε νά ανατρέψει τά σχέδιά μου, ομολόγησε ό διοικητής κι έφυγε από τη
Λίμνη άπρακτος.
23· Στις 3 Μαρτίου 1940
στον Νικόλαο Γκάτζαρο
Θέμα: Περί έμφανίσεως της
Παναγίας καί των δοθεισών μοι ύπ’ Αυτής εντολών.
Λαμβάνω την τιμήν νά
άναφέρω ύμίν, ότι χθες Κυριακήν, 2 Μαρτίου έ.έ. καί περί ώραν 8ην μ.μ. μετέβην
εϊς τι παρακείμενον τού καταυλισμού 20 Λόχου Τάγματος Υμών μικρόν ύψωμα άπέχον
περί τά 300 μέτρα, χάριν περιπάτου, αισθανθείς την άνάγκη κινήσεως. Μία μυστηριώδης
δύναμις ωσάν νά μέ ωθεί προς τά εκεί. Ό άήρ έχει ήδη παυσει νά φυσά καί ό
ούρανός ήταν άστερόεις. Κατά την επιστροφή μου εις τήν σκηνήν, δεν έχω
άριθμήσει 10 βήματα, ότι αίφνιδίως ένεφανίσθη εμπρός μου καί μού άνέκοψε τον
δρόμο μία γυνή μαυροφόρα, έ'χουσα σεμνήν τήν έμφάνισίν της. Τό πρόσωπόν της
διεκρίνετο χαρακτηριστικώς είς τό βραδινό ημίφως. Είς τό θέαμα τούτο
καταληφθείς εξ απροόπτου, κατ’ άρχάς εξεπλάγην, κατόπιν όμως αυτοστιγμεί
συνήλθον έκ τού τρόμου, επειδή έγνώ- ριςον ότι πολλάκις ή Παναγία ένεφανίσθη
είτε ώς όραμα, είτε καθ’ ύπνον κατά τάς πολεμικάς επιχειρήσεις τού Στρατού μας.
Έγώ όλως μηχανικώς έλαβον θέση γονυπετή, ϊνα άσπασθώ τήν δεξιάν της. Έκ τής
συγκινήσεως οί οφθαλμοί μου έδάκρυξον, οί πόδες καί τά χείλη μου έτρεμον έπί
πολλήν ώραν. ’Ήκουσα νά όμιλή: «Είμαι ή Παναγία. Μή φοβάσαι, παιδί μου, είπε.
Έγώ ένεφανίσθην νά σοΰ εί'πω τρεις λόγους, τούς όποίους νά μή λησμονήσεις.
1. Ό παρών πόλεμος
έκηρύχθη άπροκαλύπτως καί άναιτίως ύπό τής ’Ιταλίας εναντίον τής Ελλάδος.
Θελήματί μου ή Ελλάς θά έξέλθη τούτου νικηφόρως.
2.Ό πόλεμος ούτος
έκηρύχθη εναντίον της Ελλάδος, ϊνα γνώρισα ό κόσμος, ότι αφορμή τούτου είναι ή άπομάκρύνσίς του έκ τής
χριστιανικής θρησκείας, καθ’ ήν ΰβριξεν, έβλασφήμει τά θεία της καί έ'ρεπε προς
τον εκφυλισμόν και την ακολασίαν και ούτως συμμορφωθή, ινα μάθη, ότι υπάρχει
και προΐσταται ό Θεός. Τρα- νώτατα δε τεκμήρια τής ύπάρξεως ταύτης είναι τά
συχνά θαύματα των Αγίων τής Εκκλησίας τού Χριστού.
3.Έπρεπε νά μάθη ό κόσμος
ότι τό δίκαιον πάντοτε υπερισχύει τής βίας.
Άνάφερε, λοιπόν, ταΰτα
έγγράφως εις τον Διοικητήν σου, ινα μή πτοηθή προ ούδενός κωλύματος, καθ’ ότι
ύπό την προστασίαν μου ό Ελληνικός στρατός θά νικήση».
Μεθ’ ό, έν τή έξαφανίσει
Της οί οφθαλμοί μου έθαμβώθησαν. Έν τελεί συνήλθον έν μέρει καί κατηυθύνθην
αμέσως εις την σκηνήν ύμών, όπου έξωθεν ταύτης άνέφερον ύμΐν τό συμβάν
προφορικώς. Νικόλαος Γκάτξαρος.
24· Στον Γέροντα Γελάσιο
Στις Φώκιες τής Μικρασίας
πρωτοεΐδε τον ήλιο ό γέρων Γελάσιος. Γεννήθηκε τό 1902 καί έως τον φρικτό
διωγμό τού 1922 γαλουχήθηκε με τά νάματα καί τις παραδόσεις τής μικρασιατικής
εύσέβειας.
Μικρός πήγαινε στά
έξωκλήσια τών νησιών πού ήταν μπροστά στο λιμάνι κι όταν γύριζε ρωτούσε τή
μητέρα του:
— Μάνα, ποιά είναι ή γυναίκα πού κρατάει τό παιδί στήν αγκαλιά
της μέσα στήν έκκλησία;
— Ή κυρά Παναγιά, άπαντούσε εκείνη γλυκά, με τον άφέντη τον
Χριστό.
Άπό μικρός ό γέροντας
έβλεπε χειροπιαστή στη, ζωή του την προστασία της Παναγίας καί την καθοδήγησή
Της. Σε ηλικία 15 χρόνων κατατάσσεται εθελοντής στον συμμαχικό στρατό,
φλέγόμενος άπό ζήλο για τη Μεγάλη Ελλάδα. Τότε σ’ ένα ναυάγιο στη Μεσόγειο
σώθηκε θαυματουργικά άπό την Παναγία καί τον άγιο Νικόλαο, άφοϋ πάλεψε τρία
μερόνυχτα στο άνοιχτό πέλαγος.
Στη Μυτιλήνη, όπου
εγκαταστάθηκε μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, είχε παρηγοριά του τήν Παναγία
τής Αγιάσου. Τά τάματα πού Τής είχε κάνει ώς ψαράς καί ναυτικός, τά ξεπλήρωσε
άργότερα ώς μοναχός, εκδηλώνοντας έτσι τήν ευχαριστία καί ευγνωμοσύνη του για
τή βοήθειά Της.
«Τό 1928» διηγείται ό
ίδιος «ταξίδευα με τό καΐκι μας έξω άπό τήν Τήνο. Ό καιρός ήταν καλός καί τό
καΐκι έτρεχε με 8 μίλια.
— Βρέ Άντώνη, είπα στον άδελφό μου, έπιθυμώ νά προσκυνήσουμε
τήν Παναγία.
Εκείνος όμως άρνήθηκε:
— Τέτοιον καιρό δέν θά τον ξαναβροΰμε. Εμείς τό πρωί θά είμαστε
στον Πειραιά.
, Τί νά έλεγα; Ό Άντώνης
ήταν μεγαλύτερος. ’Έκανα λοιπόν βόλτες στο κατάστρωμα, έως δτου πλησιάσαμε
300-400 μέτρα στο λιμάνι. Τότε ξαφνικά κόπηκε ό αέρας. Ή θάλασσα έγινε λάδι
γύρω άπ’ τό καΐκι. Κρέμασαν τά πανιά. Τί παράξενο δμως! Ή μπουνά- τσα έγινε
μόνο γιά μάς. Πιο πέρα ό άέρας βούιξε. Πίταν, φαίνεται, έπέμβαση τής Παναγίας,
γιά νά Ικανοποιήσει τήν έπιθυμία μου.
— ’Άντε, νά γίνει τό χούι σου, είπε ό Άντώνης.
"Ηταν Πάσχα. Βγήκαμε
καί προσκυνήσαμε. Εκεί άκουσα γιά πρώτη φορά τό “Ό άγγελος έβόα".
Άργότερα ή Παναγία κάλεσε
μέ θαυμαστό τρόπο τον π. Γελάσιο άπό τό καΐκι του στο Περιβόλι της.
«Μια νΰχτα στον ΰπνο μου»
διηγείται ό γέροντας «μοϋ φάνηκε πώς ήταν πολύς λαός συγκεντρωμένος για νά
υποδεχθεί τίι βασίλισσα. Άπό μακριά φάνηκαν “τ' άλόγατα" πού τρέχανε
σέρνοντας πίσω χρυσή άμαξα. Πάνω της καθόταν ή βασίλισσα μέ πλήθος δορυφόρων
καί άξιωματικών. Ξαφνικά κάποιος μέ άρπαξε καί μέ ανέβασε στην άμαξα, στο πίσω
μέρος. Σέ λίγο φθάσαμε σ’ ένα κάστρο μέ πύργους καί λαμπρό παλάτι. Εκεί ή
βασίλισσα κατέβηκε. Δέν πρόλαβα όμως νά τη δώ καθαρά. Πρόσεξα μόνο το ένα μέρος
τοΰ προσώπου της, καθώς ανέβαινε τις σκάλες τοΰ παλατιού.
Ξύπνησα! Βγήκα έ'ξω καί
πήγα στό καφενείο, όπου ήταν καί άλλοι ναυτικοί. Βρισκόμουν στό Πασαλιμάνι μέ
τό καΐκι μου φορτωμένο. Ό νους μου όμως είχε γεμίσει άπό την ομορφιά τής
βασίλισσας. Αργότερα συνάντησα κάποιον άγιαννανίτη μοναχό. Τοΰ διηγήθηκα τ’
όνειρό μου κι εκείνος μοΰ εξήγησε πώς μέ καλεί ή Παναγία στό Άγιον Όρος νά γίνω
πιστός Της άκόλουθος.
Ή καρδιά μου γιά λίγο
διχάστηκε. Νίκησε όμως ή αγάπη τής βασίλισσας. Την ίδια μέρα έγκατέλειψα κι
εγώ, σάν τούς Αποστόλους, πλοίο φορτωμένο, αδελφό, γονείς, καί ξεκίνησα γιά τον
Άθωνα. Τό τέρμα τού ταξιδιού μου ήταν ή μονή Γρηγορίου. Μπήκα στό καθολικό νά
προσκυνήσω. Τήν ώρα έκείνη ψαλλόταν ή θεία λειτουργία. Στή θεομητορική εικόνα
τοΰ τέμπλου άναγνώρισα τή βασίλισσα τοΰ ονείρου μου! Έσπευσα νά τήν άσπασθώ,
οπότε ό διακο-Θεόδωρος, πού στεκόταν εκεί, μοΰ είπε:
— Χάθηκαν οί εικόνες τής
Παναγίας, παιδί μου, καί ήρθες στό τέμπλο νά προσκυνήσεις;
Αλλά, βέβαια, ποΰ νά
ήξερε τή δική μου καρδιά...».
25. Στην άγιορείτικη Μονή
Παντελεήμονος τό 1903
Ή παραπάνω φωτογραφία τοΰ
1903 δόθηκε στη δημοσιότητα τό 1997 από τό αρχείο τοΰ Μοναστηριού τοΰ Άγιου
Παντελεήμονος.
Πρόκειται για άναμνηστική
φωτογραφία ένός παλαιοΰ εθίμου, νά δίνεται από τό ρωσικό Μοναστήρι στους
πτωχούς κελιώτες μοναχούς ελεημοσύνη. Άποφασίσθηκε δμως νά μη δοθεί από την
επόμενη χρονιά ελεημοσύνη, διότι τά άποθεματικά τοΰ Μοναστηριού είχαν
ελαττωθεί. Σέ αύτό ϊσως συνετέλεσε ή άσχημη κατάσταση στη Ρωσία, ή οποία μείωσε
τις δωρεές Ρώσων στο Μοναστήρι.
Ό μοναχός Γαβριήλ θά
φωτογράφιζε γιά τελευταία φορά σέ ανάμνηση τό γεγονός. Τότε όμως παρατήρησε,
μόνος αύτός, νά κινείται κατά τρόπο θαυμαστό ανάμεσα ατούς πατέρες μία γυναίκα.
Αποθανάτισε λοιπόν τή σκηνή και τή γυναίκα πού μόνον αύτός έ'βλεπε, ή οποία
άποτυπώθηκε και πάνω στο φωτογραφικό χαρτί μέσα σέ μία λάμψη.
Οι πατέρες συμπέραναν ότι
ήταν ή Παναγία λυπημένη και ανακάλεσαν τίιν άπόφασή τους να σταματήσουν την
ελεημοσύνη.
26. Τό 1914 στον Δήμαρχο
’Αθηναίων Σπυρίδωνα Μερκούρη
Αύτός νοσηλευόταν σέ κλινική
της Βιέννης, μέ σοβαρώτατο πρόβλημα υγείας. Μια από τις δύσκολες νύκτες, άυπνος
καθώς ήταν, είδε άπέναντι άπό τό κρέββάτι του μια γυναίκα ώραιότατη, ντυμένη
μοναχή, πού φορούσε στό κεφάλι της νησιωτικό κάλυμμα. Ή πανέμορφη αύτή γυναίκα
τον έβλεπε μέ ύφος σοβαρό καί ελεγκτικό. Εκείνος έκπληκτος, γνωρίζοντας ότι
είναι ή Παναγία, την ρώτησε γιατί τιμωρείται έτσι. Τότε εκείνη άλλαξε τό σοβαρό
ύφος της καί μέ γλυκό μειδίαμα τού είπε ότι θά θεραπευτεί καί εξαφανίστηκε. Άπό
την ώρα εκείνη έπαυσε ή αίμοπτυσία, ύποχώρησαν οί ενοχλήσεις καί βελτιώθηκε
αισθητά ή υγεία του. Σαν δείγμα εύγνωμοσύνης, έφερε στό Ναό της Τήνου ένα
άσημένιο σταυρό, πού κοσμεί μέχρι σήμερα τόν μικρό τροϋλλο τού μαρμάρινου
εικονοστασίου, πού είναι τοποθετημένη η εικόνα τής Παναγίας.
27. Στον γέροντα Παίσιο
Στην 'Ιερά Μονή Στομίου
Δύο εύλαβείς γυναίκες άπό την Κόνιτσα, ή κυρία Πόπη Μουρελάτου καί ή κυρία
Πηνελόπη Μπαρμπούτη, βοηθούσαν στην καλλιέργεια τού κήπου τής μονής. Ένα βράδυ,
μετά τό Απόδειπνο, πήγαν στον ξενώνα καί έπεσαν νωρίς νά κοιμηθούν. Ξύπνησαν
όταν ακόυσαν νά χτυπά τό σήμαντρο. Βγήκαν έξω άπό τό δωμάτιο. Είδαν τόν γέροντα
νά βγαίνει άπό τό κελλί του καί μάλιστα τούς είπε:
«Ευλογημένες, δεν σάς
είπα νά μη, χτυπάτε την νύκτα τό σήμαντρο;».
Με απορία απάντησαν ότι
αυτές δέν έκαναν κάτι τέτοιο καί συγχρόνως είδαν μιά γυναίκα νά εξαφανίζεται
μέσα στην Εκκλησία. Την είδαν άπό τό πλάι, δηλαδή άπό τον ώμο καί κάτω, τό χέρι
της καί τό μαφόριο. Ηταν ή Παναγία, πού ή νυχτερινή Της επίσκεψη αναγγέλθηκε με
τό αυτόματο χτύπημα τού σήμαντρου.
Ό γέροντας, ένώ έως τότε
μιλούσε δυνατά, ύστερα άπό εύλάβεια καί δέος έκανε σιωπηλό νόημα στις δύο
γυναίκες νά πάνε στο δωμάτιό τους καί ό ίδιος μπήκε στο κελί του.
Κατά τις δώδεκα τά
μεσάνυχτα τις φώναξε στην Εκκλησία καί έ'καναν παράκληση. ’Έπειτα τούς είπε:
«Σάς αξίωσε ό Θεός καί
είδατε την Παναγία, άλλά δέν θά τό πείτε πουθενά».
Πρώτη δημοσίευση
κειμένων στο Ορθόδοξο Διαδίκτυο απο το
Βιβλίο :
ΠΑΝΑΓΙΑ η Μητέρα
της ζωής
Πρωτοπρεσβύτερος
Δημήτριος Άθανασίου
Πρεσβυτέρα
Χαρούλα Τσουλιάη
Η
ηλεκτρονική επεξεργασία αναρτήσων κειμένων, τίτλων και εικόνων έγινε από τον N.B.B
Επιτρέπεται η χρήση, διάθεση και αναπαραγωγή κειμένων σε Ορθόδοξα Ιστολόγια, αρκεί να διατηρείται το αρχικό νόημα ,χωρίς περικοπές που πιθανόν να το αλλοιώνουν για μη εμπορικούς σκοπούς,με βασική προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή :
©
ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
http://www.alavastron.net
Αν σας αρέσει αυτό το άρθρο, μπορείτε να το βάλετε στο Ιστολόγιο σας αντιγράφοντας έναν από τους παρακάτω κωδικούς
If you Like This Article,Then kindly linkback to this article by copying one of the codes below.
URL Of Post:
Paste This HTML Code On Your Page:
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου