ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ: 7. Εμφανίσεις τής Θεοτόκου, διηγήσεις άπό την Όρθόδοξη Παράδοση

Σάββατο 13 Αυγούστου 2016

7. Εμφανίσεις τής Θεοτόκου, διηγήσεις άπό την Όρθόδοξη Παράδοση




θεοτοκος


1 Στην Πλακίδια, κόρη τοΰ Μεγάλου Θεοδοσίου
Παναγία ή Άντιφωνήτρια Μονής Βατοπαιδίου
Ή παράδοση αναφέρει ότι έπισκέφθηκε κάποτε τίι μονίι Βατοπαιδίου ή βασίλισσα Πλακίδια, κόρη τοΰ Μεγάλου Θεοδοσίου . Ένώ προχωρούσε για νά μπει στο καθολικό από τϊιν πλάγια μικρή πόρτα, ακούσε μια φωνή πού προερχόταν άπό τίιν εικόνα: «Στάσου και μίιν προχωρείς. Γιατί τόλμησες ώς γυναίκα καί ήλθες σάύτό τον τόπο;». ’Έντρομη ή βασίλισσα ζήτησε συγχώρηση άπό την Παναγία καί άναχώρησε άμέσως άπό τό "Αγιο Όρος.

2. Στη Μονή Ίβήρων

Τό 1004, την Τρίτη τοΰ Πάσχα, εμφανίστηκε ή Θεοτόκος στον ηγούμενο τής Τέρας Μονής Ίβήρων καί τού άποκάλυψε ότι ήρθε για νά προστατεύει τό μοναστήρι.

3· Στη μονάχη Μάρθα, ηγούμενη τής Μονής τής 'Οδηγήτριας Μονεμβασίας (σημερινή Αγία Σοφία)

Ή ίδια ή μακαρία Μάρθα, κάποια χρονιά στην έορτή της Κοιμήσεως τής Θεοτόκου, καθώς βρισκόταν στον νάρθηκα και οί μοναχές έψαλλαν τους ύμνους τοϋ όρθρου, έβλεπε στο θυσιαστήριο τοΰ ναοϋ να κάθεται πάνω σε θρόνο ή πανύμνητη Θεοτόκος. Και ένώ την έβλεπε δάκρυζε συνεχώς. Όταν λοιπόν στό τέλος τής δοξολογίας τοϋ όρθρου άρχισαν οί μοναχές νά ψάλλουν δυνατά, τότε ή εμφάνιση τής Δέσποινάς μας Θεοτόκου χάθηκε άπό τά μάτια τής άοίδιμης ηγούμενης καί αμέσως φώναξε: «Τί κάνατε;». Αύτές κατάπληκτες ρωτούσαν νά μάθουν τί συμβαίνει. Αυτή τούς έξήγησε τό φοβερό θέαμα πού είδε καί τούς πρόσταξε άπό αύτήν τη στιγμή νά ψάλλουν ήρεμα καί μέ συντετριμμένη καρδιά. Είπε: «Όσοι στέκονται κοντά σέ έναν επίγειο βασιλιά, πού είναι άνθρωπος φθαρτός καί τής ίδιας φύσης μέ μάς, δέν τολμούν μπροστά του νά τριγυρίζουν έδώ καί εκεί, αλλά στέκονται μέ ταπεινό φρόνημα καί μέ χαμηλωμένο βλέμμα γιά νά μήν προκαλέσουν τόν βασιλιά. Πολύ περισσότερο εμείς, όταν παρουσιαζόμαστε στον έπουράνιο καί φοβερό βασιλιά, στόν άθάνατο καί αιώνιο Δημιουργό κάθε ορατής καί αόρατης κτίσης, οφείλουμε νά παρουσιαζόμαστε μέ συντετριμμένη καρδιά γιά νά μήν τόν προσβάλλουμε καί γινόμαστε ένοχοι αιώνιων τιμωριών».

4· Στη Μονή τής 'Υπεραγίας Θεοτόκου,τήν επονομαζόμενη «'Η Μεγάλη ’Αντίληψη»
Στά μέρη τής Ανατολής ύπήρχε ένα μοναστήρι πού λεγόταν «Ή Μεγάλη Αντίληψη». Στις Δεσποτικές γιορτές στόν ναό τής Μονής εμφανιζόταν ή Ύπεραγία Θεοτόκος νά κρατάει τόν Κύριό μας Ιησού
Χριστό στΐιν αγκαλιά Της. Πολλές φορές εμφανιζόταν στην άρχή τοϋ όρθρου, άλλοτε στην άρχίι των κανόνων και μερικές φορές όταν ψαλλόταν ή ένατη ώδή. Ή εμφάνισή της συνοδευόταν άπό πλήθος άγγέλων, πού μετέφεραν έ'ναν άστραφτερό θρόνο και πού τον τοποθετούσαν, κατόπιν προσταγής τής Θεομήτορος, μπροστά άπό τό θυσιαστήριο. Σέ αυτόν τό θρόνο καθόταν μάξι μέ τό βρέφος και συνέψαλλε μέ καθέναν άπό τούς χορούς μέ τήν πανάγια φωνή της και υπήρχε μια θεϊκή μελωδία μέ μεγάλη πειθαρχία καί κατάνυξη. Τό πανάγιο βρέφος φαινόταν να καμαρώνει τούς χορούς των μοναχών. Όταν οί μοναχοί έψαλλαν μέ ήρεμη καί ήσυχη φωνή καί άβίαστα, ώστε νά μπορούν όλοι μαξί νά ψάλλουν, καί ή ίδια ή Ύπεράμωμη έψαλλε μαξί τους καί παρέμενε έως τό τέλος τής άκολου- θίας. Φαινόταν νά χαίρεται περισσότερο τή στιγμή τού θυμιάματος στήν ένάτη ώδή καί σαν νά έδινε στούς άγιους άγγέλους πουγγιά νομισμάτων πού μοίραζαν στούς μοναχούς καί κάτι μυρωδάτα άνθη, των οποίων ή εύωδία δέν περιγράφεται, καί σάν νά άλειφαν οί άγγελοι τούς μοναχούς μέ άρωματικά έλαια. Σέ κάποιους έδιναν περισσότερα καί σέ κάποιους λιγότερα. Καί των άδελφών πού έλειπαν άπό τή σύναξη, άλλων άλειφαν τις θέσεις καί άλλων όχι. Όλα αύτά τούς τά έδιναν όταν έψαλλαν οί χοροί μέ ήσυχη φωνή, χωρίς ταλαντεύσεις καί μέ κατάνυξη καί μαξί τους συμμετείχε ψάλλοντας καί ή Ύπερευλογημένη. Όταν όμως επιχειρούσαν νά ύψώσουν τή φωνή τους καί έτσι άλλοι έψαλλαν καί άλλοι σιγοΰσαν, σιωπούσε καί Αυτής τό άχραντο στόμα. Τούς άποστρεφόταν σκυθρωπάξοντας σάν νά ήταν θυμωμένη, πρόσταζε γέ αύτό τούς άγιους άγγέλους νά σηκώσουν τον θρόνο, νά ύποχωρήσουν καί νά φύγουν.
Ένώ συνέβαιναν αύτά εκεί, ένας σπουδαίος γέροντας πού είχε τό χάρισμα τής διόρασης καί βλέποντας αύτό τό παράδοξο θαύμα τό διηγήθηκε στούς άδελφούς. Για πλήρη επιβεβαίωση ό Θεός άνοιξε τά μάτια καί μερικών εύλαβών άδελφών καί είδαν καί αύτοί τό παράδοξο θαύμα. Άπό τότε μέ φόβο και κατάνυξη τελούσαν τις ακολουθίες, ενώ είχαν την ϊδια τη. Θεοτόκο νά συχνάζει και να παρουσιάζεται στους άξιους συνεχώς κάθε Τετάρτη καί Παρασκευή καθώς καί την άγια Κυριακή, άλλα καί στις Δεσποτικές γιορτές καί στις πανηγΰρεις προς τιμήν Της καί στις γιορτές τών μεγάλων άγιων.

5· Στο μετόχι τής Ί. Μ. Άγιου Παύλου

Στό μετόχι τής Ί. Μ. Άγιου Παύλου στά βόρεια της άθωνικής χερσονήσου ό Άγιοπαυλίτης προηγούμενος Άνδρέας Of 1987), μαζεύοντας κάποια μέρα ξύλα κοντά στη θάλασσα, είδε πάνω σέ έναν βράχο νά κάθεται μιά μοναχή πού κρατούσε ένα άνοιχτό βιβλίο καί ένα μολύβι. Σέ συζήτηση μέ τον γέροντα τού άποκάλυψε ότι αύτή είναι ή Κυρά τού τόπου εκείνου καί στό βιβλίο, πού είναι τό Βιβλίο τής Ζωής, σημειώνει τά ονόματα αύτών τών πατέρων πού παραμένουν καί τελειώνουν τη ζωή τους στό Άγιον Όρος.

6. Σέ έναν έργάτη τής Μονής Δοχειαρίου

Τό 1890 εμφανίστηκε Λ Γοργοεπήκοος Παναγία σέ έναν έργάτη τής Μονής Δοχειαρίου πού είχε περιπλανυθεί μέσα στό δάσος καί είχε χάσει τό δρόμο· τον έφερε έξω άπό τη Μονή καί έξαφανίστηκε.

7.  Σε οδοιπόρο έξω άπό τή Μονή Ίβήρων

Σέ κουρασμένο οδοιπόρο έξω άπό τή Μονή Ίβήρων παρουσιάστηκε ή Θεοτόκος βαστάζοντας τον Χριστό καί συνοδευόμενη άπό τούς Αποστόλους Λουκά καί Κλεόπα καί τού έδωσε χρυσά φλουριά για νά άγοράσει ψωμί, τά όποια μετά άφιέρωσε στήν εικόνα τής Πορταΐτισσας.

8. Στην 'Ιερά Μονή Φιλοθέου

Στην Ιερά Μονή Φιλοθέου παρουσιάστηκε μέ μορφίι μονάχης και κράτησε έναν προσκυνητή άπό την πτώση τοΰ άλογου του, χωρίς νά τραυματιστεί. Σε άνάμνηση τοϋ θαύματος ό προσκυνητής αφιέρωσε ένα ασημένιο καντήλι πού βρίσκεται μπροστά στην Εικόνα της Παναγίας της Γλυκοφιλούσας.

9· Στην 'Ιερά Μονή τής Παναγίας τοϋ Κόκκου τής Κύπρου

Μετά την πυρπόληση τής μονής, τον Νοέμβριο τοϋ 1751, μιά γυναίκα «περιβεβλημένη τον ήλιον, πάνυ ωραία», θεάθηκε νά περιέρχεται τό μοναστήρι.
Το θαύμα αυτό καταχωρήθηκε στον κανόνα ώς έξης: «Νέον ώφθη και τούτο τίη πυρποληθείση Σου Μονή, Πανάμωμε. Φώτα έν εϋσήμοις ημερών κατά νύκτα έξάπτοντο και Γυνή λαμπροφόρος ωραία, περιπολοΰσα τον Ναόν Σου τ’ όφθείσα οις ίίθελεν».

10. Στην ηγούμενη τής Ίεράς Μονής  τής «Κυρίας των Αγγέλων» Κεχροβουνίου Τήνου

Ή μονάχη Θεοφανώ, καθώς θύμιαζε κατά την ακολουθία τού Εσπερινού τά δωμάτια τού ηγουμενείου, όπως συνήθιζε, είδε νά κάθεται στην άκρη τής σάλας στον καναπέ μια λευκοντυμένη γυναίκα, άγνωστη σ’ αυτήν. Χωρίς νά υποψιαστεί ότι πρόκειται γιά θεϊκό όραμα μέ άπλότητα την πλησίασε καί τής είπε:
        Πού βρέθηκες τέτοια ώρα, κυρά μου, στό γουμενειό; Ποιά είσαι;
Τότε ή λευκοντυμένη κυρία μέ γλυκΰτητα τής απάντησε.
        Έγώ έδώ μένω, είμαι ή νοικοκυρά, καί αμέσως εξαφανίστηκε.
Άπό τότε ή Γερόντισσα Θεοφανώ δέν κάθησε ποτέ στην θέση
αυτή τού καναπέ καί έ'λεγε μέ συγκίνηση: «Έδώ κάθησε ή Παναγία».

11. Στον στρατηγό Μακρυγιάννη

Στον στρατηγό Μακρυγιάννη έπανειλημμένα εμφανίστηκε ή Παναγία, όπως ό ’ίδιος ομολογεί, πού τον συμβούλευε, θεράπευε καί προστάτευε άπό τις επιθέσεις τών εχθρών.

12. Στα Βοδενά τής Βουλγαρίας

Στα Βοδενά τής Βουλγαρίας παρουσιάστηκε ή Παναγία μέ δύο αγγέλους σέ μιά άγνωστη γυναίκα τής όποιας θά έ'κοβαν τό χέρι λόγω αποστήματος καί τη θεράπευσε.

13· Στο νησί Κέα των Κυκλάδων

Στην Κέα των Κυκλάδων την ώρα τής λιτανείας της Παναγίας της Καστρινής εμφανίστηκε ή Θεοτόκος πάνω σέ ένα βράχο στον όποίο έμεινε τό άποτΰπωμα των ποδιών της, που φαίνεται έως σήμερα.

14· Στη Νέα Μονή τής Χίου σέ έναν χρυσοχόο

Στη Νέα Μονή τής Χίου έ'νας χρυσοχόος είχε άναλάβει να χρυσώσει τη θαυματουργή εικόνα τής Παναγίας. Όταν αυτός άρχισε τή δουλειά, εμφανίστηκε ή Παναγία ντυμένη με ολόχρυσα ενδύματα καί τοϋ είπε: «Ελαφρά, ελαφρά κτύπα, νά έχεις τήν ευχή μου, γιατί ή εικόνα είναι παλιά». Σηκώνει τα μάτια ό χρυσοχόος καί βλέπει μια μεγαλόπρεπη γυναίκα με ολόχρυση φορεσιά. Δεν πρόλαβε νά τή ρωτήσει ποια ήταν, γιατί μπήκε άμέσως στο ίερό βήμα άπό τή νότια πύλη. Τρέχει νά τήν προφθάσει, αλλά έκείνη είχε εξαφανιστεί. Μπαίνει στο ίερό καί τότε αναγνωρίζει στή μορφή τής Πλατυτέρας τή γυναίκα πού πριν άπό λίγο τοϋ είχε φανερωθεί.
Κάποτε ένα χιώτικο πλοίο βρέθηκε σέ σφοδρή θαλασσοταραχή καί ό καπετάνιος παρακάλεσε θερμά τή Νιαμονήτισσα νά τούς σώσει. Έταξε μάλιστα καί μιά λαμπάδα πού θά έφτανε τό ύψος τοϋ καταρτιού τοϋ πλοίου του. Παρουσιάσθηκε ξαφνικά μπροστά του ή Νιαμονήτισσα πού κρατώντας ένα κομμάτι ξύλο βούτηξε στή θάλασσα, γιά νά φράξει, όπως είπε, κάποια τρύπα στά ΰφαλα. Ό σάλος κόπασε άμέσως καί τό πλοίο οδηγήθηκε σέ απάγκιο. Διαπίστωσαν τότε ότι πράγματι στά ΰφαλα τού καραβιού υπήρχε τρύπα πού είχε φραχτεί άπό τό ξύλο πού είδε ό καπετάνιος στα χέρια της Παναγίας. Φυσικά δλο το πλήρωμα ήλθε γιά να ευχαριστήσει την προστάτιδά του καί να έκπληρώσει ολοπρόθυμα τό τάμα τού καπετάνιου.
Ανάλογη είναι καί ή σωτηρία ενός άλλου καραβιού. Τό μέσον τής σωτηρίας αύτήν τη φορά ήταν έ'να σφουγγάρι, τό όποίο έως σήμερα φυλάσσεται στόν Έξωνάρθηκα μαζί με ένα άσημένιο καράβι, άφιέρωμα των διασωθέντων.

15· Σέ ευλαβή δωρήτρια τής Νέας Μονής Χίου

Κάποια εύλαβής Χιώτισσα, άπό τό χωριό Καλιμασσιά, άφιέρωσε όλη την περιουσία της στη Νέα Μονή. Κάποτε όμως άρρώστησε καί βρέθηκε σέ μεγάλη οικονομική ανάγκη. Τότε οί συγγενείς της, αντί νά τη βοηθήσουν, την έγκατέλειψαν καί την πίκραιναν μέ λόγια σκληρά:
«’Άς έρθει» της έλεγαν «νά σέ κοιτάξει ή Νέα Μονή, άφοΰ τής έγραψες την περιουσία σου».
Εκείνη δέν έπαυε νά προσεύχεται θερμά στην Παναγία ζητώντας τή βοήθειά Της. Κι ένα βράδυ, μέσα στόν πόνο καί την άπελπισία της, βλέπει στόν ύπνο της μιά γυναίκα. Ή γυναίκα αύτή την πλησίασε, την παρηγόρησε καί μεταξύ άλλων τής είπε:
        Μή φοβάσαι. Ή άσθένειά σου θεραπεύτηκε. Πάρε αύτό τό φλουρί καί θά φροντίζω εγώ γιά σένα.
        Ποιά είσαι; ρώτησε ή άρρωστη.
        Είμαι ή Νέα Μονή.
Μέ τά λόγια αύτά ξύπνησε ή γυναίκα θεραπευμένη, κρατώντας στο δεξί της χέρι τό φλουρί. Πήγε στο μοναστήρι, διηγήθηκε τ' όνειρό της στόν ηγούμενο’Άνθιμο καί τού παρέδωσε τό φλουρί, πού τής είχε χαρίσει ή Παναγία.

16. Στα Κύθηρα - Παναγία ή Μυρτιδιώτισσα

Στίς 24 Σεπτεμβρίου -40 ήμερες μετά την Κοίμηση τής Θεοτόκου- εμφανίστηκε ή Παναγία σε βοσκό και τοϋ είπε νά ψάξει για τήν εικόνα πού είχε έρθει σέ εκείνο τό μέρος πριν άπό πολλά χρόνια.
Ό βοσκός έπεσε στο έδαφος, γεμάτος δέος, προσευχόμενος προς τη Θεοτόκο. Μόλις σηκώθηκε καί γύρισε, είδε τήν εικόνα στά κλαδιά μιας μυρτιάς. Κλαίγοντας άπό χαρά, έφερε τήν εικόνα σπίτι του καί είπε σέ όλους τους φίλους καί συγγενείς τήν Ιστορία τής άνεύρεσης τής εικόνας.
Όταν ξύπνησε τήν επόμενη ήμερα, ή εικόνα έλειπε καί φοβήθηκε μήπως είχε κλαπεϊ. Μέ βαριά καρδιά γύρισε με τά πρόβατά του στόν τόπο τής άνεύρεσης, άλλά εκεί είδε πάλι τήν εικόνα στά κλαδιά τής μυρτιάς πού τήν είχε πρωτοβρεί. Δοξάζοντας τον Θεό, τήν πήρε πάλι σπίτι του, άλλά τή νύχτα ή εικόνα έξαφανίστηκε όπως καί τήν πρώτη φορά. Όταν ή εξαφάνιση καί επανεμφάνιση τής εικόνας συνέβη καί τρίτη φορά, κατάλαβε ότι ήταν θέλημα τής Μητέρας τοϋ Θεού ή εικόνα νά παραμείνει εκεί πού είχε πρωτοβρεθεί.
Μιά μικρή εκκλησία χτίστηκε εκεί πού βρέθηκε ή εικόνα καί ονομάστηκε Μυρτιδιώτισσα. Τό κτήριο μεγάλωσε μέ τά χρόνια καί πολλά θαύματα λέγεται πώς συνέβησαν εκεί.
Στο τέλος τοϋ 16ου αιώνα ό Θεόδωρος Κουμπριανός, ένας απόγονος τοϋ βοσκού πού βρήκε τήν εικόνα, ζοΰσε στο χωριό Κουσουμάρι. Ήταν παράλυτος, άλλά πίστευε άκράδαντα ότι ή Μητέρα τοϋ Θεοΰ θά τον θεράπευε. Κάθε χρόνο, στίς 24 Σεπτεμβρίου, έστελνε ένα μέλος τής οίκογένειάς του νά άνάψει ένα κερί στή χάρη Της γί αύτόν. Μιά χρονιά ζήτησε νά τόν πάνε έως τή χάρη Της, γιά νά τήν προσκυνήσει ό ίδιος. Κατά τή διάρκεια τής άγρυπνίας ακούστηκε έντονος θόρυβος άπό τήν κατεύθυνση τής θάλασσας. Τό εκκλησίασμα έτρεξε νά φύγει, πιστεύοντας ότι έκαναν επίθεση πειρατές. Ό παραλυτικός ζήτησε τή
βοήθεια τής Παναγίας καί έξαφνα ακούσε μιά φωνή από τήν εικόνα νά τοΰ λέει να σηκωθεί καί νά τρέξει νά σωθεί. Σηκώθηκε, περπάτησε καί σύντομα άρχισε νά τρέχει καί πρόφτασε τούς συγγενείς του πού καταχάρηκαν βλέποντας το θαύμα. Ό θόρυβος δεν προερχόταν άπό επιδρομή πειρατών καί όλοι τότε κατάλαβαν ότι ό θόρυβος ήταν σημείο τής Θείας Πρόνοιας, ώστε ό παραλυτικός νά μείνει μόνος του στήν έκκλησία μέ τήν εικόνα. Άπό τότε ή οικογένεια τοΰ Κουμπρια- νοΰ γιόρταζε τήν ημέρα τής γιορτής τής Μυρτιδιώτισσας μέ ιδιαίτερη λαμπρότητα σε άνάμνηση τοΰ θαύματος.

17· Στα Κύθηρα τό έτος 1816

Τό 1816 ένας’Άγγλος στρατιώτης, πού φύλαγε σκοπιά στό φρούριο των Κυθήρων, πού τότε φυλασσόταν ή αγία εικόνα τής Παναγίας τής Μυρτιδιώτισσας, είδε μιά μεγαλοπρεπή καί σεβάσμια μαυροφορεμένη γυναίκα νά διώχνει την  φοβερή επιδημική άσθένεια πανώλη, πού σάν φωτιά άνέβαινε άπό τήν Κρήτη.

18. Στό χωριό Πίσω Λιβάδι τής Πάρου στις 15 Αύγούστου τοΰ 1931

Στό Πίσω Αιβάδι τής Πάρου, προπαραμονή Δεκαπενταύγουστου τοΰ 1931, βρίσκονταν τρεις ομάδες ψαράδων πού ψάρευαν τίς νύχτες μέ τά γρϊ γρί στό στενό μεταξύ Πάρου καί Νάξου.
Εκείνη τή νύχτα ή μία ομάδα έμεινε στό μικρό λιμάνι. Οί ψαράδες τό έριξαν στό πιοτό, τό πιοτό έφερε τό κέφι καί εκείνο παρεξηγήσεις καί βαριές κουβέντες.
Ούτε τήν Παναγία δέν σεβάστηκαν οί βλάσφημοι. Τοΰ κάκου προσπαθούσαν ό λιμενοφύλακας καί ό μαγαζάτορας τοΰ μικροΰ λιμανιοΰ νά τούς συγκρατήσουν.
Απότομα ό ούρανός βάρυνε. Ή θάλασσα άρχισε νά μουγκρίζει. Σέ μίση ώρα τό κύμα σηκώθηκε βουνό, παρασύροντας τό ψαροκάικο και τ'ις βάρκες μέ τις λάμπες, έως ότου τις πέταξε σπασμένες στη στεριά. Κατόπιν ή θάλασσα γαλήνεψε, κι ένα καΐκι άπό τη Νάξο φάνηκε νά μπαίνει στο λιμανάκι. Ό καπετάνιος του απόρησε βλέποντας τα συντρίμμια στη στεριά.
        Πώς έγινε αύτό; ρώτησε. Έγώ ταξίδευα μέ θάλασσα γυαλί!
        ΤΗταν θαύμα τής Παναγίας, εξήγησε ένας άπό τούς ψαράδες τού γρί γρί.
Οί περισσότεροι συμφώνησαν. Δυό τρεις όμως μίλησαν ειρωνικά κι έδωσαν άλλη εξήγηση:
        ΤΗταν άνεμοστρόβιλος. Καλά πού δεν μάς σήκωσε στόν ουρανό τ'ις βάρκες.
"Ενας μάλιστα, ό Γρηγόρης Λιάκουρας, πρόσθεσε:
        ’Άντε μωρέ, πού ήταν θαύμα! ’Όρεξη δεν είχε η Παναγιά -νά μην τη στολίσω καί τώρα- νά καταπιάνεται μέ μάς τούς ψαράδες.
Αυτά είπε καί πήγε νά δει τη ζημιά πού είχε πάθει ή δική του ψαρόβαρκα. Τη βρήκε σμπαραλιασμένη. Έφτυσε τότε έξαλλος πάνω στά συντρίμμια, βλαστήμησε πάλι την Παναγία καί άποσύρθηκε νά κοιμηθεί.
Μόλις ξάπλωσε, είδε ολοζώντανη την Παναγία, -σάν σέ όνειρο, σάν σέ ξύπνιο- νά τον πλησιάζει καί νά τόν έρωτά:
        Γιατί, παιδί μού, δέν μέ σέβεσαι;
        Τί είν’ αύτά πού μού λες, κυρά μου; θύμωσε εκείνος. Δέν σέ ξέρω καθόλου. Πότε δέν σέ σεβάστηκα;
        Δέν μέ ξέρεις; Τότε γιατί όλο μέ βλαστημάς;
Στά λόγια αύτά τινάχτηκε όρθιος. Έκανε νά φωνάξει, νά τρέξει, αλλά δέν μπορούσε. Τά πόδια του είχαν βυθιστεί ως τά γόνατα στην άμμο. Έκανε τόν σταυρό του. Καί τότε είδε πάλι, ξεκάθαρα πιά, την Παναγία καί την άκουσε νά τού λέει:
— Έλα στο σπίτι μου, στην Έκατονταπυλιανή, στην Παροικία της Πάρου. Έλα εκεί να μέ προσκυνήσεις.
Ό Λιάκουρας έ'φυγε την ίδια στιγμή σχεδόν τρέχοντας. Έφθασε στην Έκατονταπυλιανή λίγο μετά την ανατολή τού ήλιου. Έτρεξε γρήγορα στο εικόνισμα τής Θεοτόκου. Στη θεία της μορφή άνα- γνώρισε τή γυναίκα τοϋ οράματος του. Γονάτισε και προσευχήθηκε ώρες ολόκληρες. "Υστερα γύρισε στο Πίσω Λιβάδι. Εκεί διαπίστωσε ένα καινούργιο θαύμα: Οί βάρκες και τό ψαροκάικο έστεκαν στή στεριά χωρίς καμιά ζημιά!

19.· Το έτος 1948 στην εγκαταλειμμένη Μονή Προυσσοΰ

Βρισκόμαστε στο έτος 1948. Ό άδελφοκτόνος Εμφύλιος μαίνεται στήν ελληνική ύπαιθρο. Οί κάτοικοι τής Εύρυτανίας καί τής ορεινής Ναυπακτίας εγκαταλείπουν τά χωριά τους καί φεύγουν γιά ασφάλεια σέ άλλα μέρη τής Ελλάδος. Μαζί τους φεύγει καί ή θαυματουργή εικόνα τής Παναγίας τής Προυσσιώτισσας, ή όποια μεταφέρεται από τούς μοναχούς τοϋ Προυσσοΰ στήν ακρόπολη τής Ναυπάκτου. Τ6 μοναστήρι παραμένει τελείως έρημο.
"Υστερα από καιρό αρχίζουν οί επιχειρήσεις τού Στρατού. Ή ένάτη Μεραρχία αναλαμβάνει εκκαθαριστικές επιχειρήσεις στήν Εύρυτανία. Μερικά τμήματα περνούν άπό τον Προυσσό. 'Ορισμένοι αξιωματικοί καί στρατιώτες πλησιάζουν στή σκοτεινή έκκλησούλα τής σπηλιάς καί μπαίνουν γιά νά προσκυνήσουν.
Εκεί μέσα αντικρίζουν ένα παράδοξο θέαμα: Μπροστά στο τέμπλο, στά άριστερά τής ωραίας πύλης, ένα άναμμένο καντήλι καί μιά καλόγρια γονατιστή.
Οί στρατιώτες άποροΰν. Πώς ζεΐ αύτή ή μοναχή έδώ, τή στιγμή πού ή Εύρυτανία είναι τελείως έρημη άπό κατοίκους; Πώς συντηρείται, τι τρώει, πού βρίσκει λάδι για τό καντήλι; Τή ρωτούν λοιπόν, και εκείνη, σεμνά και πονεμένα τούς άπαντά:
«Παιδιά μου, ζώ εδώ μοναχή μου δυόμισι τώρα χρόνια. Για τή δική μου ζωή δεν χρειάζονται φαγητό καί ψωμί. Μοϋ άρκεΐ πού έχω τό καντήλι μου αναμμένο».
Οί στρατιώτες, κουρασμένοι από τις επιχειρήσεις καί βιαστικοί νά φύγουν, δέν έδωσαν προσοχή στα λόγια της. Την επομένη όμως, όταν τά έφεραν πάλι στη μνήμη τους, κατάλαβαν πώς είχαν νά κάνουν με κάτι θαυμαστό. Κι όταν άργότερα περνούσαν άπό τή Ναύπακτο, ζήτησαν μέ επιμονή άδεια άπό τον διοικητή τους γιά νά έπισκεφθοΰν τον μητροπολίτη.
Ό επίσκοπος Ναυπακτίας καί Ευρυτανίας Χριστόφορος τούς υποδέχθηκε μέ αγάπη κι αφού τούς ακούσε συγκινημένος, έριξε φώς στο μυστήριο:
«Ό ναός» τούς είπε «πού έπισκεφθήκατε, άνήκει στήν έρημη τώρα ιερά μονή Προυσιώτισσας, της όποιας ή θαυματουργή εικόνα βρίσκεται πάνω άπό δύο χρόνια εδώ, στο παρεκκλήσι τής μητρο- πόλεώς μας, στον άγιο Διονύσιο. Πηγαίνετε νά τήν προσκυνήσετε, καί θά καταλάβετε...».
Πήγαν πράγματι καί προσκύνησαν. Τότε αύθόρμητα στον καθέ- ναν δόθηκε ή εξήγηση στήν απορία του· στήν εικόνα τής Θεομήτορος άναγνώρισαν τή μοναχή εκείνη πού συνάντησαν στο έκκλησάκι τής σπηλιάς, ψηλά στον Προυσσό!

20. Στον Όρχομενό τής Βοιωτίας τον Σεπτέμβριο τού 1943

Σεπτέμβριος τού 1943. Οί Ιταλοί συνθηκολογούν. 'Ορισμένοι κάτοικοι τού Όρχομενού Βοιωτίας πλησιάζουν στο σιδηροδρομικό σταθμό τής Λιβαδειάς καί ζητούν άπό τήν έκεί ιταλική φρουρά νά παραδώσει τον οπλισμό της. Διαφορετικά, τους απειλούν πώς θά δεχθούν επίθεση από τούς αντάρτες πού βρίσκονται στην περιοχή τού Τζαμαλιοΰ (Διονύσου).
Οί Ιταλοί άρνοΰνται νά παραδοθοΰν καί ενημερώνουν τούς Γερμανούς, οί όποίοι αποφασίζουν νά κάψουν τον Όρχομενό καί συλλαμβάνουν έξακόσιους όμηρους. 'Ένα τμήμα μένει στην πόλη, ενώ τό άλλο μέ τρία άρματα προχωρεί πρός τόν Διόνυσο.
Λίγο έξω από τόν Όρχομενό είναι χτισμένη ή πιο άρχαία εκκλησία της Βοιωτίας (874 μ.Χ.), άφιερωμένη στην Κοίμηση της Θεοτόκου, τό παλιό μοναστήρι της Σκριποΰς.
Είναι ακόμη μεσάνυχτα. Ή φάλαγγα έχει προσπεράσει πεντακόσια πενήντα μέτρα τόν ναό, όταν ξαφνικά τό πρώτο άρμα άκινητο- ποιεΐται στη μέση τού δρόμου. Μπροστά τους οί Γερμανοί βλέπουν μία μεγαλόπρεπη γυναίκα μέ τό χέρι ύψωμένο σέ απαγορευτική στάση. Τό δεύτερο άρμα προσπαθεί νά προσπεράσει τό πρώτο, άλλά πέφτει σ’ ένα χαντάκι, ένώ τό τρίτο άρμα άκινητοποιεϊται σ’ ένα χωράφι, μέσα άπό τό οποίο προσπαθούσε νά περάσει.
Ξημέρωσε ή 10η Σεπτεμβρίου. Ό Γερμανός διοικητής Χόφμαν ζήτησε άπό τούς κατοίκους ένα τρακτέρ, γιά νά τραβήξει τά άρματα. Τότε συνέβη κάτι θαυμαστό. Τά βαριά αύτά άρματα μετακινήθηκαν άπό τό τρακτέρ σάν άδεια σπιρτόκουτα!
— Θαύμα, θαύμα! φώναξε ό διοικητής καί ζήτησε άπό τούς κατοίκους νά πάει στήν έκκλησία.
Εκείνοι τόν οδήγησαν πράγματι στόν ναό. Ό Γερμανός στή θεομητορική εικόνα τού τέμπλου άναγνώρισε τή γυναίκα πού έμπόδισε τή φάλαγγα νά προχωρήσει!
Έπεσε άμέσως στά γόνατα καί φώναξε μέ θαυμασμό:
«Αύτή ή γυναίκα σάς έσωσε Νά τήν τιμάτε καί νά τή δοξάζετε».
Ό Όρχομενός σώθηκε. Ό Χόφμαν διατάζει νά ελευθερωθούν οί εξακόσιοι μελλοθάνατοι καί ύπόσχεται πώς έως τό τέλος τού πολέμου ή πόλη δέν θά πάθει κανένα κακό. Οι κάτοικοι ευχαριστούν και δοξολογούν την προστάτιδα Θεοτόκο για την άνέλπιστη σωτηρία τους. Ό ήλιος γέρνει στη δύση. Τά άρματα φεύγουν με τά πυροβόλα κατεβασμένα, γιατί νικήθηκαν άπό την ύπέρμαχο Στρατηγό τού Όρχομενοΰ.
Άπό τότε ή 10η Σεπτεμβρίου καθερώθηκε ώς ημέρα πανηγύρεως. Όσο ςοΰσε ό Χόφμαν, παρευρισκόταν κι αυτός σχεδόν κάθε χρόνο. Αφιέρωσε μάλιστα στην Παναγία ένα μεγάλο καντήλι και χρηματοδότησε την πρώτη άπεικόνιση τού θαύματος.





Kindly Bookmark this Post using your favorite Bookmarking service:
Technorati Digg This Stumble Stumble Facebook Twitter
YOUR ADSENSE CODE GOES HERE

0 σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου

 

Flag counter

Flag Counter

Extreme Statics

Συνολικές Επισκέψεις


Συνολικές Προβολές Σελίδων

Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Παρουσίαση στο My Blogs

myblogs.gr

Στατιστικά Ιστολογίου

Επισκέψεις απο Χώρες

COMMENTS

| ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ © 2016 All Rights Reserved | Template by My Blogger | Menu designed by Nikos Vythoulkas | Sitemap Χάρτης Ιστολογίου | Όροι χρήσης Privacy | Back To Top |