Τρίτη 16 Αυγούστου 2016
25. Ή Παναγία σκούπιζε
Κατά τά χρόνια τής κατά τού τουρκικού
ζυγού έπαναστάσεως τού 1821 πολλά Μοναστήρια τού Αγίου Όρους δεινοπάθησαν καί
γιά πολλά χρόνια έμειναν έρημα από Καλογήρους. Τότε καί ή Μονή των Ίβήρων έμεινε
μέ πολύ λίγους Καλογήρους. τρεις ώς πέντε, φύλακες τού μοναστηριού, μεταξύ τών
όποιων καί ό μουσικός Συνέσιος πού ήταν αντιπρόσωπος τής μονής στην Ιερά
Κοινότητα στις Καρυές.
Μιά μέρα ό έφημέριος, πού τελεί τις
καθημερινές παρακλήσεις καί λειτουργίες στην Παναγία την «Πορτάί'τισσα» καί ό
όποίος λέγεται καί προσμονάριος, μόλις τελείωσε τήν Θεία Λειτουργία, βλέπει
μπροστά του μιά μεγαλόπρεπη καί μαυροφορεμένη γυναίκα νά βαστάει στά χέρια της
μιά σκούπα καί νά σκουπίζει τό μοναστήρι. Έμεινε άποσβολωμένος.
Τήν ρωτάει λοιπόν:
— Τι
κάνεις έκεί; Έσύ θά σκουπίσεις τό μοναστήρι;
Κι αυτή τού άποκρίθηκε:
— Βέβαια,
πρέπει νά τό καθαρίσω, καιρός ήταν. Έχει τόσα χρόνια νά καθαριστεί! Πράγματι,
δεν πέρασε πολύς καιρός πού ό Σουλτάνος έδωκε «φιρμάνι» (αότοκρατορική διαταγή)
σύμφωνα μέ τό όποιο έπρεπε νά φύγει από τό Όρος ό τουρκικός στρατός πού
λυμαινόταν κυριολεκτικά τά Μοναστήρια καί όλα τά ιερά Καθιδρύματα τού Αγίου
Όρους.
“Ετσι, άπό τότε καθιερώθηκε νά γίνεται
αγρυπνία στο Ναό τού Πρωτάτου καί σ’ όλες τις ιερές Μονές τήν Κυριακή τού
Άντίπασχα,
που τιμάται ή ιερά «Ψ'ηλάφησις τού
Αποστόλου Θωμά», διότι μέ τή σκούπα, πού σήμαινε την πρεσβεία τής Κυρίας
Θεοτόκου και Άειπαρθένου Μαρίας, έξεδιώχθη άπό τδ «Περιβόλι» Της ό τουρκικός
στρατός, κατά τό έτος 1828. καί άνέπνευσαν τά μοναστήρια άπό τούς πολλούς καί
βαρείς φόρους καί τά έξοδα συντηρήσεως τού τουρκικού στρατού.
Ή Κυρία Θεοτόκος, ώς έφορος καί Προστάτις
τού Άγιωνύμου ’Όρους Άθω, δείχνει ιδιαίτερη πρόνοια καί φροντίδα γιά τούς
μοναχούς πού κατοικούν καί τελειώνουν τό βίο τους σ’ αύτό. Καί μέχρι σήμερα
έξακολουθεί νά βεβαιώνει τά λόγια πού είπε στον πρώτο ασκητή καί ερημίτη, τον
άγιο Πέτρο, πώς εκείνη θά είναι «Άμαχος σύμμαχος, των πρακτέων υφηγητής, των μη
πρακτέων ερμηνευτής, κηδεμών, ιατρός, τροφεύς, ήν άρα βούλει τροφήν τε καί
ϊατρείαν. όση τε πρός τό σώμα τείνει, καί τούτο συνιστά τε καί ρώννυσι, καί μή
τού καλού διαπεσείν συγχωρεί' συστήσω δ’άρα τώ Τίώ καί Θεώ μου. οίς αν γένηται
καλώς καταλΰσαι τήδε τον βίον, των αύτοίς ημαρτημένων τελείαν έξαιτησαμένη παρ’
Αυτού την άφεσιν».
Δηλαδή, σ’ έκείνους τούς μοναχούς πού θά
κάνουν, όσο μπορούν, τά πνευματικά τους καθήκοντα, θά φροντίζει Αυτή γιά τά
άπαραίτητα εφόδια καί γιά τό σώμα καί γιά τήν ψυχή τους. Καί αν, σάν άνθρωποι
άδύνατοι, έχουν καμμιά έ'λλειψη, θά μεσιτέψει Αύτή στον Υιό καί Θεό της, τον
Κύριο ημών Ιησού Χριστό, γιά τήν ψυχική σωτηρία τους καί τή συγχώρεση τών τυχόν
αμαρτημάτων ή σφαλμάτων τους.
Ώς δείγμα καί έπιβεβαίωση τής ιδιαίτερης
αυτής φροντίδας τής Κυρίας καί Δεσποίνης ήμών Θεοτόκου καί Άειπαρθένου Μαρίας
πρός τούς Αγιορείτες έχουμε καί τά έξής: α) τά σώματα τών κοιμωμένων στό Άγιον
’Όρος διατηρούν τήν εόκαμψία τους γιά πολλές ήμέρες μετά τό θάνατό τους.
Λυγίζουν δηλαδή τά χέρια, τά πόδια, ανοίγουν τά μάτια, τό στόμα καί λοιπά μέλη
καί δεν κοκκαλώνουν. όπως συμβαίνει μ’ όλους τούς κεκοιμημένους σέ άλλα, εκτός
τού Αγίου ’Όρους, μέρη καί β) άπό πολλά χρόνια, ευλαβείς χριστιανοί έ'χουν
άφιερώσει άργυροεπίχρυση Κανδήλα πού κρέμεται μπροστά στην ωραία Πόλη τού
κεντρικού ναού τής μονής.
Ή Κανδήλα αύτή. πού το βάρος της
ύπερβαίνει τά τρία κιλά, κατά καιρούς, στή μνήμη τής «Κοιμήσεως» τής Κυρίας
Θεοτόκου πού γίνεται πανηγυρική άγρυπνία καί σε μεγάλες Δεσποτικές εορτές,
κάνει άπό μόνη της διάφορες κινήσεις, τελείως αδικαιολόγητες, υπερφυσικές καί
άνεξήγητες.
"Εχουν δε παρατηρήσει, τόσον οί
μοναχοί όσο καί πολλοί εύλαβείς προσκυνητές καθώς καί ό γράφων, ότι μετά άπό
κάθε κίνηση τής Κανδήλας αύτής, θά άκολουθήσει χαρμόσυνο ή καταστροφικό
γεγονός, όπως ή καταστροφή τής Γερμανικής Κατοχής, πού ή Κανδήλα αύτή κινείτο
έπί δέκα ήμέρες. Μέ τό σημείο αυτό ή Κυρία Θεοτόκος μάς δίνει νά καταλάβουμε
πώς παρακολουθεί μέ ιδιαίτερο ενδιαφέρον τόν κλήρο Της, πού είναι τό 'Άγιον
"Ορος, αφού υπήρχαν καί υπάρχουν μοναχοί εγκρατείς, ενάρετοι, πού βιάζονται
καί φροντίζουν γιά τή σωτηρία τής ψυχής τους, άλλά καί προσεύχονται γιά τή
σωτηρία όλου τού κόσμου.
Τόν φετεινό Δεκαπενταύγουστο έπισκέφθηκα
γιά προσκύνημα τήν Ιερά Μονή τών Ίβήρων. Εκεί ό ευλαβής προσκυνητής κ. Στέργιος
Κίσκινης, κάτοικος Σταγείρων Χαλκιδικής, μάς διηγήθηκε τό άκόλουθο περιστατικό:
«Πριν άπό εφτά ολόκληρα χρόνια βρισκόμουνα
σέ όλονύκτια άγρυπνία τής μονής καί προσευχόμενος μπροστά στήν εικόνα τής
Παναγίας, πού τή λένε «Πορτάΐτισσα», κάθισα γιά λίγο στο στασίδι απέναντι άπό
τήν εικόνα. Εκεί άπό τήν κούραση μου ήρθε ένας πολύ ελαφρός ύπνος, τόσο πού δέν
καταλάβαινα άν κοιμόμουνα ή ήμουν ξύπνιος.
Στήν κατάσταση αύτή βρισκόμενος, βλέπω
μπροστά μου τή γυναίκα μου Χρυσάνθη, ή όποια είχε πεθάνει πριν άπό 15 καί πλέον
χρόνια, καί μού λέει: «Στέργιο, σήκω καί φύγε αμέσως, γιατί τό παιδί μας ό
Άγγελος χτύπησε σέ δυστύχημα».
Έγώ τότε είπα στή γυναίκα μου: «Πώς νά
φύγω, Χρυσάνθη, άπό δώ;». Εκείνη μού είπε: «"Ελα νά πάμε. "Εχω τό
άλογο μπροστά στήν εκκλησία τής Παναγίας». Τήν άκολούθησα καί καβαλήσαμε
στο άλογο. Κάθισε εκείνη στή σέλα, πήρε χά
γκέμια κα'ι οδηγούσε κι εγώ κάθισα σχά καπούλια χοϋ άλόγου. ’Έχσι, φχάσαμε σχό
σπίχι χής πεθεράς μου, σχή Θεσσαλονίκη.
Μέσα σχήν κουζίνα βρήκαμε χή μάνα χης και
ή γυναίκα μου χή ρώτησε ποϋ έχουνε χόν Άγγελο. Εκείνη απάντησε πώς δεν γνώριζε.
Φύγαμε άπ’ εκεί καί πήγαμε σχό σπίτι χού πατέρα μου Δημητρίου Κίσκινη. Ή
γυναίκα μου ρώτησε χήν πεθερά χης: «Μητέρα, ό Άγγελος είναι σχό σπίτι;». Εκείνη
απάντησε αρνητικά. Τότε γυρίσαμε πάλι στό μοναστήρι, όπου ξύπνησα πολύ
χαραγμένος άπό τήν ολοζώντανη οπτασία αύτή.
Αμέσως έτρεξα στον Πνευματικό παπα-Μάξιμο
καί, άφού τού είπα όσα είδα στό όραμά μου. τόν ρώτησα τί να κάνω στήν
προκειμένη περίπτωση. Εκείνος μοϋ είπε να κάνω όπως με φωτίσει ό Θεός.
Ή ήμέρα είχε φέξει, ή Θεία Λειτουργία
μόλις άρχιζε. Βγήκα αναστατωμένος έξω άπό το μοναστήρι, δέν μέ χωρούσε ό τόπος.
Βλέπω κάτω σχήν παραλία ένα καΐκι, τρέχω στή θάλασσα. Ήταν ναυλωμένο γιά τήν
'Ιερισσό. Μπήκα μέσα, φτάσαμε στήν Ίερισσό· έκεί βρήκα ταξί καί τό μεσημέρι
σχεδόν είχα φτάσει στή Θεσσαλονίκη. Πήγα στο σπίτι τής πεθεράς μου (Πλάτωνος
27) καί τή ρώτησα πού βρίσκεται ό Άγγελος καί πώς κτύπησε.
Ή πεθερά μου ξαφνιάστηκε, επειδή ήξερε πώς
ήμουν στο Άγιον Όρος, καί μέ ρώτησε: «Πώς τό ξέρεις έσύ; Πότε ήρθες; Ποιος σέ
ειδοποίησε; Ό Άγγελος τώρα τό πρωί κτύπησε σέ αυτοκινητιστικό δυστύχημα». Τής
απάντησα ότι ήρθε ή κόρη της ή Χρυσάνθη καί μοϋ τό είπε καί τή ρώτησα πού ήταν
τό παιδί. Εκείνη δέν ήξερε λεπτομέρειες. Μόνο μοϋ είπε πώς είναι στο Δημοτικό
Νοσοκομείο βαριά τραυματισμένος.
Φεύγω αμέσως, πηγαίνω στο Νοσοκομείο καί
βρίσκω έκεί τό παιδί μου νά τό έχουνε βάλει στο γύψο, όπου έμεινε έξι μήνες καί
στή συνέχεια καί γιά ένα χρόνο φορούσε σιδερένιο νάρθηκα, γιατί είχε θλάση τού
σπονδυλικού αύχένος.
"Οτι γλύτωσε τό τρίτο αύτό παιδί μου
άπό βέβαιο θάνατο, τό θεώρησα θαύμα τής Παναγίας «Πορτάίτισσσας» στήν οποία
προσευχόμουν κείνη τήν όλονυκτία. Γι’ αύτό γύρισα άμέσως στο Μοναστήρι τών
Ίβήρων, παρακάλεσα τους πατέρες καί κάναμε σαρανταλείτουργα καί ευχαρίστησα
έτσι τήν Κυρία Θεοτόκο, μέ τήν πρεσβεία καί τήν επέμβαση τής όποιας σώθηκε τό
παιδί μου. Καί τό σπουδαιότερο είναι ότι υστέρα από ένα τέτοιο τραυματισμό δεν
έμεινε τό παραμικρό ελάττωμα στην υγεία του. Όθεν άπό ευγνωμοσύνη στη Μητέρα
τού Θεού, Κυρία και Δέσποινα τού κόσμου, την Παναγία μεγάλη μας Μητέρα, όταν
έμαθα, πάτερ Άνδρέα, ότι γράφετε βιβλίο γιά τό Άγιον Όρος καί τά θαύματα τής
Παναγίας, θερμά σάς παρακαλώ, όπως συμπεριλάβετε καί τό ζωντανό αύτό θαύμα που
έκανε στο παιδί μου καί σέ μένα ή «Πορταΐτισσα» προς δόξαν Θεού καί ψυχική
ωφέλεια των Χριστιανών».
Μεταξύ τής Ίεράς Μονής τών Ίβήρων καί τού
Μυλοποτάμου, λίγο ψηλότερα άπό τό δάσος, πριν από πολλά χρόνια βρισκόταν σέ
μεγάλη ακμή ένα Κελλί με έκκλησία τής «Αγίας Τριάδος» πού κατά κυριότητα άνήκε
στη Μονή τών Ίβήρων.
Ό Γέροντας καί εννέα μοναχοί άποτελοϋσαν
τή συνοδεία τού Κελλιού αύτού πού ήταν σάν ένα μικρό κοινόβιο μοναστηράκι, όπως
είναι όλα τά λεγόμενα Κελλιά, με έκκλησίες καί περιοχές πού έχουν ελαιόδεντρα,
άμπέλια, όπωροφόρα δέντρα καί φυτά.
Οί άδελφοί αυτοί ζούσαν πολύ ειρηνικά καί
άγαπημένα, σάν μιά ψυχή σέ πολλά σώματα, καί άπό τό αποτέλεσμα φαίνεται πώς
παρακαλούσαν τον Θεό, τήν Παναγία Τριάδα, νά τούς αξιώσει νά πεθάνουν όλοι
μαζί. Νά έχουν τέλη αγαθά, ειρηνικά, άνεπαίσχυντα καί ό θάνατός τους νά τούς
βρει έτοιμους, έξομολογημένους, μέ τό τελευταίο έφόδιο τού χριστιανού πού είναι
ή θεία Κοινωνία τού Σώματος καί Αίματος τού Σωτήρος Χριστού καί νά παραλάβει ό
Άγγελος φύλακας τήν ψυχή τους σέ ώρα ειλικρινούς μετάνοιας.
Καί φαίνεται πώς ό Πανάγαθος Θεός, ό
«είσακούων τήν προσευχήν καί ποιών τό θέλημα τών φοβουμένων αυτόν», είσήκουσε
καί τών πατέρων αύτών τήν προσευχή. Οί γείτονες τού Κελλιού, έπειδή γιά πολλές
ήμέρες δέν είχαν δει κάποια κίνηση τών μοναχών, ανησύχησαν καί τούς αναζήτησαν.
Πήγαν στο Κελλί, κτύπησαν τήν πόρτα, είπαν
κατά τήν τάξη τό «Δι’ ευχών τών Αγίων Πατέρων ήμών Κύριε Ιησού Χριστέ ό Θεός
έλέησον ήμάς» καί περίμεναν νά άκούσουν άπό μέσα τό «Αμήν» καί νά τούς ανοίξουν
τήν πόρτα, άλλά τίποτε· «ούκ ήν φωνή, ούκ ήν άκρόασις» κατά τό δή λεγόμενον.
Τότε τρεις άπ’ αύτούς έκαναν τό σταυρό τους, προχώρησαν καί μπήκαν στο σπίτι. Ή
πόρτα ήταν άνοικτή. Μίλησαν, φώναξαν, κανείς δέν άποκρίθηκε.
Περίμεναν λίγο καί υστέρα αίσθάνθηκαν μια
εύωδία να έρχεται άπό την έκκλησία. Τότε κατευθύνθηκαν προς αυτήν καί τί νά
δουν όταν Στη μέση τής έκκλησίας. γύρωγύρω άπό τόν ηγούμενο τόν Γέροντα τού
Κελλιού βρίσκονταν τα σώματα στη στάση που βάζουμε μετάνοια μετά άπό τό
Απόδειπνο καί ζητούμε συγχώρεση ό ένας άπό τόν άλλον καί όλοι μαζί άπό τόν
Γέροντα, τόν ηγούμενο, ό όποίος μάς ευλογεί, άφού ζητάει κι αύτός πρώτα
συγχώρεση: «Πατέρες καί άδελφοί. ευλογείτε, συγχωρέστε με καί ό Θεός νά
συγχωρέσει. νά ευλογήσει υμάς καί «έπιφάναι τό πρόσωπον αυτού έφ’ υμάς».
Θά είχαν περισσότερες άπό δεκαπέντε ημέρες
στη στάση αυτή πού τούς άνακάλυψαν οί γείτονές τους κι όμως δεν είχαν
κοκκαλώσει. όπως συνήθως γίνεται μέ όλους τούς πεθαμένους, δεν είχαν άλλοιωθεί.
Απεναντίας, έξέπεμπαν άρρητη εύωδία.
Τούς ένταφίασαν. κατά τήν τάξη τής
Έκκλησίας, όπως τούς βρήκαν, διότι φορούσαν τά σχήματά τους, τά έπανωκαλύμμαυχά
τους καί είχαν τά κομποσχοίνια στά χέρια. "Ετσι, πάνοπλοι καί πανέτοιμοι
άνεχώρησαν για τήν άλλη, τήν αιώνια ζωή. ’Έκτοτε τό κελλί αύτό έμεινε
άκατοίκητο. άφού ξεπλήρωσε τόν προορισμό του καί έστειλε στον Πανάγαθο Θεό δέκα
Αγίους, γιά νά πρεσβεύουν στήν Αγία Τριάδα νά σωθεί όλος ό μοναχισμός καί όλος
ό κόσμος. Σήμερα μόνον έρείπια σώζονται άπό τό κελλί αύτό.
Κάποτε, κατά τήν ετήσια πανήγυρη τής
Παναγίας (15 Αύγούστου), γιά τήν άγρυπνία τό μοναστήρι είχε καλέσει νά ψάλει
σάν δεξιός πρωτοψάλτης ό Ρουμάνος μουσικός μοναχός Νεκτάριος, ό λεγόμενος
Βλάχος.
Κι εδώ. όπως καί στό Ναό τού Πρωτάτου,
μερικοί κινούμενοι άπό φθόνο έφτασαν στό σημείο νά γίνουν όργανα τού σατανά
καί. γιά νά έμποδίσουν τόν καλλίφωνο αύτόν ψάλτη νά ψάλει ώς δεξιός
πρωτοψάλτης, έριξαν δηλητήριο στό ποτό του.
'Ο εύλογημένος αύτός μουσικός, οπλισμένος
μέ βαθειά καί μεγάλη πίστη στον Θεό καί τήν Κυρία Θεοτόκο, μόλις κατάλαβε τούς
πρώτους πόνους, έτρεξε άμέσως μπροστά στήν εικόνα τής Παναγίας τής
«Πορταΐτισσας», πήρε τό κανδήλι, ήπιε ολόκληρο τό περιεχόμενό του και μέ πολύ
παράπονο είπε: «Παναγιά μου, σώσε μεόταν Μέ δηλητήριασαν».
Ή ταχεία σε αντίληψη και έτοιμη βοηθός καί
ιατρός τών επικαλούμενων αυτήν, Κυρία καί Δέσποινα Θεοτόκος, όταν ό Νεκτάριος
ήπιε τό περιεχόμενο τού κανδηλιού, αμέσως έδωκε τη θεραπεία. Ό μοναχός
Νεκτάριος έγινε άμέσως καλά καί έψαλε μέ πολλή διάθεση σ’ όλη τήν άγρυπνία.
Κτήρια μέ ρυθμούς ευγενικούς καί μέ
θεμέλια άτράνταχτα.γιά τήν ανάπαυση τών ύμνωδών τού θείκού.
Έτσι, γιά νά ντροπιαστούν έκείνοι που
τόλμησαν καί έκαμαν αυτό τό έγκλημα, ό Νεκτάριος έψαλε καί μέ συντριβή καρδίας
δοξολόγησε τον 'Ύψιστο καί εύχαρίστησε τή Μητέρα τού Θεού Παναγιά μας καί καθώς
ό ίδιος μετά ομολόγησε, ούδέποτε άλλοτε είχε τόση καί τέτοια διάθεση καί
καθαρότητα λάρυγγος, όπως είχε τη βραδιά έκείνη, κατά την όποια αίσθάνθηκε
ανέκφραστη χαρά και αγαλλίαση.
Δηλαδή έγινε τό αντίθετο άπό έκεΐνο που
έπιδίωκε ό σατανάς νά πετύχει μέ τους κακότροπους καί φθονερούς εκείνους
μοναχούς, οί όποίοι γιά νά Ικανοποιήσουν
τό πάθος τού φθόνου, σκέφθηκαν νά φτάσουν και μέχρι τό έγκλημα.
"Αν λοιπόν αύτά κατορθώνει ό σατανάς
καί τά πετυχαίνει στον ιερό έκεΐνο χώρο πού λέγεται 'Άγιον ’Όρος, φανταστείτε
πόσες καί ποιες έπιτυχίες θά έχει μεταξύ τών ιεροψαλτών πού βρίσκονται στον
κόσμο καί έκπληρώνουν την ιερή αύτή αποστολή.
Μερικοί άπό αυτούς, ευτυχώς λίγοι, ας μέ
συγχωρέσουν οί άγαπητοί ιεροψάλτες, έπειδή δεν θέλω μ’ αύτά πού γράφω νά
κατηγορήσω κανένα, άλλά είμαι υποχρεωμένος νά αναφέρω ορισμένα γεγονότα πού
διαπίστωσα κατά τήν έν τώ κόσμω διατριβή μου ότι είναι ανορθόδοξα καί
ασυμβίβαστα μέ τήν ιερή αποστολή καί διακονία τών ιεροψαλτών στήν έκκλησία,
μερικοί, λέω, έπειδή είναι προικισμένοι μέ ωραίες φωνές καί άντοχή στήθους καί
λάρυγγος, ανεβαίνουν στό ιερό Αναλόγιο καί αντί, σύμφωνα μέ τούς ιερούς Κανόνες
τής Εκκλησίας μας, νά ψάλλουν «τώ Κυρίω συνεπώς μέ πραεία καί ταπεινή φωνή»
(Κανών της Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου), γιά νά άποδίδουν τήν έννοια τών
ψαλλομένων, αντί μέ τή γλώσσα καί τό λάρυγγια νά συμψάλλει ό νους καί ή καρδιά
τους, όπως λέει ό ιερός ύμνογράφος «ήδυνθείη αύτώ ή διαλογή μου», δυστυχώς
εύρίσκονται «τή μέν γλώττη άσματα φθεγγόμενοι, τή δέ καρδία άτοπα λογιζόμενοι».
"Εχουν έπομένως παρεξηγήσει τον τόπο τού ιερού Αναλογίου καί αντί
προσευχής μετατρέπουν τό ύφος τού ψαλτικού σέ τραγούδι μέ τούς ψεύτικους
τίτλους τού δήθεν «Άρχοντος πρωτοψάλτου», σέ πραγματικούς άμανέδες ή
έπτανησιώτικες καντάδες, κακοποιώντας έτσι κατά τον χειρότερο τρόπο τή μόνη
κληρονομιά πού έχουμε στον τομέα αύτόν καί παραφθείροντας μέ τις διασκευές τους
τή γνήσια Εκκλησιαστική Βυζαντινή Μουσική.
Δέν έννοούν δέ νά μάθουν νά ψάλλουν, γιά
νά γνωρίσουν τήν πραγματική πνευματική ήδονή. όπως λέγει ό θείος Ιωάννης ό
Χρυσόστομος «μάθε ψάλλειν καί όψει τού πράγματος τήν ήδονήν οί
Τό θαύμα της είκόνος πού περπάτησε στη
θάλασσα καί βρήκε στην πόλη της μονής την οριστική της θέση ψάλλοντες γάρ
πνεύματος Αγίου πληρούνται, ώσπερ οί άδοντες τάς σατανικάς ώδάς πνεύματος
ακαθάρτου (πληρούνται)» (όμιλ. ιθ' προς Έφεσίους).
Μόνον όταν ψάλλουν έτσι οί ψάλτες μας
γίνονται μεσίτες των έκκλησιαζομένων προς τον Θεό, επειδή, όπως λένε οί άγιοι
Πατέρες, « όταν ό ψάλτης διακόψει την συνοχή τής σκέψεώς του άπό τους
ψαλλόμενους ύμνους, τότε παύει να έχει πνευματική έπικοινωνία μέ τον Θεό και νά
είναι εκπρόσωπος τού λαού προς τον Θεό».
Έκτελώντας τή διακονία τους κατ’ αυτόν τον
τρόπο, πιστεύουν πώς μόνον αυτοί είναι που μπορούν νά έρμηνεύσουν τους θείους
ύμνους καί κανείς άλλος καλύτερός τους. Καί μέ τήν παρατεταμένη τρεμούλα τής
φωνής καί τους άτοπους καί άκαιρους λαρυγγισμούς δίνουν όψη και ερμηνεία
μεθυσμένων καί όχι νηφάλιων πνευματικών καί ταπεινών ανθρώπων.
Εισαγωγή σε πρώτη αποκλειστική δημοσίευση στό Ορθόδοξο Διαδίκτυο από το Βιβλίο :
ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ
ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
Η ηλεκτρονική επεξεργασία
αναρτήσων κειμένων, τίτλων και εικόνων
έγινε από τον N.B.B
Επιτρέπεται η χρήση,
διάθεση και αναπαραγωγή κειμένων σε Ορθόδοξα Ιστολόγια, αρκεί να διατηρείται το
αρχικό νόημα χωρίς περικοπές που πιθανόν να το αλλοιώνουν για μη εμπορικούς
σκοπούς,με βασική προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή :
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
Αν σας αρέσει αυτό το άρθρο, μπορείτε να το βάλετε στο Ιστολόγιο σας αντιγράφοντας έναν από τους παρακάτω κωδικούς
If you Like This Article,Then kindly linkback to this article by copying one of the codes below.
URL Of Post:
Paste This HTML Code On Your Page:
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης
(
Atom
)
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου