Σέ μιά ξεροκαλύβα στήν έρημο τού
Άγιοβασίλη άγωνιζόταν άσκητικά ό γερο-Ναθαναήλ. ό όποίος είχε δύο μοναχούς
υποτακτικούς, καθώς μού διηγήθηκε καί πάλι ό σεβαστός καί άγαπητός μου γέροντας
Δαμασκηνός. Ό ένας λεγόταν Αντώνιος καί ό άλλος Αθανάσιος.
Οί υποτακτικοί αυτοί, έπειδή στην περιοχή
πού ήταν ή ξεροκαλύβα πού έμεναν δεν είχε τίποτε νά καλλιεργήσουν, έστω καί ένα
μικρό κηπάκι, δεν μπορούσαν νά ζήσουν από αυτή. Έρχόχειρο δεν είχαν καί έτσι τό
μεγαλύτερο διάστημα τού χρόνου έφευγαν μακριά καί έργάζονταν γιά νά ζήσουν καί
νά οικονομήσουν τά απαραίτητα γιά τον Γέροντα τους. Τούς διέκρινε όμως κάποια
άμέλεια καί περιφρόνηση γιά τον Γέροντα, διότι κάποια φορά έ'καναν περισσότερο
άπό έξι μήνες νά γυρίσουν στην ξεροκαλύβα τους. Αύτή την περίοδο ό
γερο-Ναθαναήλ άρρώστησε καί έπειδή δεν υπήρχε κανείς νά τον υπηρετήσει,
παρουσιάστηκε ένας άγνωστος μοναχός, ό όποίος μέ κάθε προθυμία υπηρετούσε τον
άρρωστο Γέροντα.
Ό γερο-Ναθαναήλ πού ήταν προικισμένος μέ
τό χάρισμα τής ύπομονής, τής ταπεινώσεως καί τής αδιάλειπτης προσευχής, έβλεπε
τον άγνωστο μοναχό σάν άγγελο Κυρίου.
Μετά άπό κάποιο χρονικό διάστημα, πού
θυμήθηκαν οί υποτακτικοί του νά γυρίσουν στή φτωχική Καλύβη. όταν χτύπησαν τήν
πόρτα καί μπήκαν μέσα, είδαν έναν άγνωστο μοναχό νά φεύγει. Τότε ό
γερο-Ναθαναήλ τούς είπε: «Καλύτερα, παιδιά μου, νά μήν έρχόσασταν καθόλου,
διότι γίνατε αιτία νά φύγει ό Άγγελος, πού ό Κύριος έστειλε νά μέ υπηρετεί».
Μόλις είπε αυτά τά λόγια ό γερο-Ναθαναήλ,
παρέδωσε τό πνεύμα, τή μακάρια ψυχή του, προφανώς στόν διακονούντα αύτόν Άγγελο
τού Κυρίου καί Θεού καί Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.
Ό γερο-Ήσαΐας
Ό γερο-Ήσαΐας, πού λίγα χρόνια έμεινε στόν
Άγιοβασίλη καί μετά αγόρασε τό Κελλί τού «Τιμίου Προδρόμου» στήν Κερασιά, ήταν
μορφωμένος, διότι είχε φοιτήσει γιά δύο χρόνια στήν ιατρική Σχολή. Εκείνο τον
καιρό (πριν άπό 60 χρόνια) τό Άγιον "Ορος δέν είχε πολλούς μορφωμένους,
όπως μέ τή χάρη τού Θεού έχει τώρα, δηλαδή θεολόγους, φιλολόγους, ιστορικούς,
οδοντιάτρους, φυσικούς, μαθηματικούς, χημικούς, πτυχιούχους έπιστήμονες, καί
Γι’ αυτό τήν έποχή έκείνη αυτός πού είχε φοιτήσει έστω καί γιά λίγο στό
Πανεπιστήμιο θεωρείτο πολύ μορφωμένος.
Βαδιστές στον άγώνα τής ψυχής, μία
έπανάληψη άτέρμονη μέ τό συρτό τό βήμα.
Ό π. Ήσαΐας ήταν αγωνιστής, εγκρατής καί
ενάρετος καί μέ αυταπάρνηση και πολύ ζήλο έπιδόθηκε στή νοερά προσευχή, αλλά
χωρίς τή μακαρία ύπακοή σέ Γέροντα. Γιά τήν άπόκτηση όμως τής αρετής αυτής, τής νοεράς προσευχής,
απαραίτητη καί βασική προϋπόθεση είναι ή ύπακοή κα’ι ή άρνηση τού ίδιου
θελήματος, διότι χωρίς αύτή καί τήν καθαρή έξομολόγηση. είναι πολύ δύσκολο νά
προοδεύσει κανείς σ’ αύτή τήν πνευματική αρετή.
Έτσι, μετά άπό αρκετό χρονικό διάστημα
άρχισε νά γράφει ένα βιβλίο, στο όποιο πραγματευόταν πνευματικά θέματα, αλλά
φαίνεται πώς ανακάτευε μέσα, όπως έκ τών ύστερων τό διήγημα άφήνει να εννοηθεί,
πράγματα ζηλωτικά, μέ άκρότητες καί φανατισμούς άνακατεμένους όπως μοϋ είπαν μέ
τό ζήλο τής πραγματικής άρετής.
Άπό τότε πού έγραψε τό βιβλίο αύτό άρχισε
νά έχει διάφορους εφιάλτες, στον ύπνο του καταρχήν, καί κατόπιν άρχισε νά
βλέπει καί ξύπνιος οράματα· πότε τόν «Χριστό», πότε την «Παναγία» καί άλλοτε
διαφόρους «Αγίους», πράγματα, πού άντΐ νά τόν εύχαριστούν καί νά τόν άναπαύουν.
τόν ενοχλούσαν καί περισσότερο τη νύχτα, όπου δέν μπορούσε νά βρει ησυχία καί νά
προσευχηθεί. "Αν όμως αύτά τά πράγματα
ήταν άληθινά. θά έπρεπε νά τόν τέρπουν, νά τόν εύχαριστούν καί νά χαρίζουν τη
γαλήνη στην ψυχή του. Αύτός ό καημένος όμως βρισκόταν πάντα ταραγμένος.
Ή κρυφή πλάνη τού φανατισμού
Ή κατάστασή του αύτή. άντί νά βελτιώνεται,
όσο περνούσε ό καιρός, χειροτέρευε. Τότε άποφάσισε καί πήγε νά συμβουλευθεί τόν
νηπτικό καί διακριτικό γέροντα Δανιήλ τών Δανιηλαίων. πού ησύχαζε στά
Κατουνάκια.
Ό γερο-Δανιήλ μέ πολλή άγάπη δέχτηκε τόν
π. Ήσαΐα καί άφού έμαθε τά κατ’ αύτόν, σάν έμπειρος πού ήταν στά πνευματικά
πράγματα, ζήτησε νά τού δώσει τό βιβλίο πού είχε γράψει για νά τό μελετήσει. Ό
π. Ήσαΐας μέ προθυμία καί πολλή ικανοποίηση καί χαρά έδωσε τά χειρόγραφα τού
βιβλίου του στον σεβάσμιο γέροντα Δανιήλ.
Εκείνος, άφού προσεκτικά τό μελέτησε,
κάλεσε ύστερα άπό ένα μήνα στο άσκητήριό του τόν π. Ήσαΐα καί μέ πολλή
καλοσύνη, πνευματική άγάπη καί ταπείνωση τού είπε: «Πάτερ μου. μετά μεγάλης
προσοχής μελέτησα καί διεξήλθα όλα τά θέματα, τά οποία μέ τόση λεπτομέρεια
πραγματεύεσαι σ’ αύτό τό σύγγραμμα. Τό βρήκα θαυμάσιο άπό πάσης πλευράς καί
γραμμένο μέ πολλή τέχνη καί επιστήμη. Αλλά θά σέ παρακαλέσω θερμά, πρώτα γιά
τήν ψυχική σου γαλήνη, ηρεμία καί ώφέλεια καί ύστερα γιά τή γαλήνη καί τήν
ψυχική σωτηρία τών άλλων πού τυχόν θά τό διαβάσουν, νά άνάψεις καλά τό φούρνο σου
καί νά τό ρίξεις μέσα νά κατακαεί καί νά έξαφανισθεί άπό τό πρόσωπο τής γής. Άν
θέλεις νά μέ άκούσεις, μόνον έτσι θά άπαλλαγείς άπό τίς φαντασίες του σατανά,
τούς εφιάλτες καί τις ψεύτικες οπτασίες, με τις όποίες θέλει ό δαίμονας να σέ έξαπατήσει, με τα σχήματα
καί τις μορφές δήθεν τού Χριστού, τής Παναγίας καί τών Αγίων, για να πλανέσει
τό νού σου καί να σέ κάνει υποχείριό του».
Αύτά είπε ό αείμνηστος γέρων Δανιήλ, μέ
γλυκό τρόπο, γιά νά μή στενοχωρήσει καί πικράνει τον αδελφό, πού άπό ύπερβολικό
ζήλο κινούμενος έφτασε σέ ακρότητες, οί όποίες
έδιναν την άδεια στον σατανά νά τού θολώνει τό μυαλό καί νά τον
παρασύρει σέ ψυχόλεθρη καί καταστρεπτική πλάνη.
Ό π. Ήσαΐας δέχτηκε μέ πολλή ταπείνωση τή
γνώμη τού σοφού Γέροντα καί έκαψε τό βιβλίο στο φούρνο. Από τότε πού κάηκε ή
αιτία, τό βλαπτικό βιβλίο δηλαδή, σταμάτησαν αυτόματα καί οί πλανερές καί
απατηλές οπτασίες τού δαίμονα. Καί έτσι ελευθερώθηκε ό αδελφός αυτός άπό τούς
πειρασμούς καί τις ένοχλήσεις αύτές. Καί εφόσον βρήκε τήν ψυχική γαλήνη καί
ηρεμία τών λογισμών του, ευγνωμονούσε τόν γέροντα Δανιήλ.
Ό γερο-Χερουβείμ
Ό σεβαστός μου Γέροντας Προηγ. Άνδρέας
Αγιοπαυλίτης μου διηγήθηκε γιά τή ζωή τού γερο-Χερουβείμ στήν έρημο τού
Άγιοβασίλη. ό όποίος άγωνιζόταν άπό τά νεανικά του χρόνια μέ πολλή έγκράτεια. νηστεία
καί παντός είδους κακουχία. Πίεζε τόν εαυτό του μέ κάθε είδος άρετής γιά τή
Βασιλεία τών Ούρανών καί ένώ βρισκόταν στή γή, ή σκέψη καί ό λογισμός του
βρίσκονταν πάντα στά ουράνια.
Πολύ συχνά στις συνομιλίες του πρός τούς
άλλους πατέρες καί άδελφούς τής ερήμου καί σ’ εκείνους πού είχαν τήν ευκαιρία
νά τόν έπισκεφθούν, δέν άκουγαν τίποτε άλλο άπό τό στόμα του. παρά μόνον
προσευχή καί παραστάσεις λειτουργικές καί ενέργειες θαυματουργικές τών άγιων Αγγέλων,
θαύματα τής Παναγίας καί επεμβάσεις καί άρωγές πολλών Αγίων, γιά τή σωτηρία τού
άνθρωπίνου γένους, καί τήν ένεργό παρουσία τής θείας Προνοίας στούς μοναχούς
τού Αγίου Όρους καί ολόκληρου τού κόσμου. Μ’ όλο πού αύτός δέν έβγαινε καθόλου
άπό τήν έρημο, όραματιζόταν καί προέβλεπε πολλά πράγματα, τά όποια προέλεγε πώς
θά γίνονταν στόν κόσμο καί έρμήνευε θεία οράματα.
Στά γεράματά του, πού δέν μπορούσε νά πάει
ούτε μέχρι τά Κελλιά τής Κερασιάς και σέ μια μεγάλη βαρυχειμωνιά, είχε ξεμείνει
άπό τρόφιμα και ήταν τελείως άσιτος για πολλές ήμερες.
Ό Προηγ. Άνδρέας. πού γνώριζε τήν
κατάσταση αύτή, παρ’ όλα τά χιόνια, κινούμενος άπό συναίσθημα φιλαδελφίας. νέος
τότε στην ηλικία (1938). πήγε στο Μοναστήρι τού Αγίου Παύλου, τή μετάνοιά του,
γέμισε ένα μεγάλο σάκκο με διάφορα τρόφιμα, τά μετέφερε στον Άγιοβασίλη καί τά
παρέδωσε στον γέροντα Χερουβείμ.
Ό γερο-Χερουβείμ πήρε τό σάκκο με τά
τρόφιμα καί εύχαρίστησε θερμά τον 'Ύψιστο, πού πάντα προνοεΐ καί φροντίζει γιά
τά απαραίτητα. Εύχαρίστησε καί τόν π. Άνδρέα λέγοντάς του: «Πάτερ μου καί
αδελφέ παπαΆνδρέα. σέ ευχαριστώ μέσα άπό τά κατάβαθα τής ψυχής μου, πού είχες
την καλοσύνη νά μου φέρεις τρόφιμα καί θά παρακαλώ τόν Κύριο ημών Ιησού Χριστό,
δσα βήματα έκανες νά μου φέρεις τις τροφές αύτές, τόσους άγιους Αγγέλους νά
στείλει γιά νά παραλάβουν τήν ψυχή σου καί νά τήν πάνε στή Βασιλεία τών
Ούρανών».
Έτσι, πότε μέ τόν ένα άδελφό καί πότε μέ
τόν άλλο ή θεία Πρόνοια φρόντιζε νά μή στερηθούν οί εργάτες τής άρετής τά
άπαραίτητα ύλικά άγαθά γιά τή συντήρησή τους, σύμφωνα μέ τήν παραγγελία τού
ιερού Εύαγγελίου όπου ό Κύριός μας λέει:
«ζητείτε δέ πρώτον τήν βασιλείαν τού Θεού καί τήν δικαιοσύνην αύτού καί ταύτα
πάντα προστεθήσεται ύμϊν» (Ματθ. στ' 33).
Μέ τόν θείο αύτόν τρόπο τής Προνοίας τού
Θεού καί ό γερο-Χερουβείμ δέν στερήθηκε κανένα άπό τά άπαραίτητα άγαθά. μέχρι
πού παρέδωσε τήν άγια ψυχή του.
Τούτο ας γίνει μάθημα προς όλους μας καί πρός ολόκληρο τόν κόσμο, πώς ή θεία
Πρόνοια φροντίζει γιά όλους τούς
άνθρώπους καί γιά τήν ψυχική μας σωτηρία καί δχι ή Τύχη ή ή Ειμαρμένη, πού
πίστευαν οί είδωλολάτρες καί πού μέχρι σήμερα άκόμη πολλοί ταλαίπωροι άνθρωποι
πιστεύουν.
Γέρο-Βαρνάβας ό πρεσβύτερος
Ένας άπό τούς μεγαλύτερους προαπελθόντες
γέροντες τής νοεράς προσευχής, ό όποίος ήταν θεωρητικός καί πρακτικός
διδάσκαλος
αύτής, ήταν ό γέροΒαρνάβας ό Πρεσβύτερος
πού καταγόταν από τό Άϊβαλί ή. κατ’ άλλους, από τα Μπογάζια τής Μ. Ασίας.
Ό μακάριος αυτός Γέροντας έφάνη στους
έσχατους αύτοός καιρούς σάν άναλάμπον λυχνάρι, που έφεγγε στα ζοφερά αυτά
χρόνια καί για μια στιγμή έδινε μια άμυδρή φλόγα κι υστέρα έσβηνε κι έξαφανιζόταν.
Έτσι αυτός ό ευλογημένος έζησε πριν από
εβδομήντα χρόνια καί χρημάτισε ήγούμενος, οδηγός άπλανής καί ποδηγέτης τής
πρακτικής καί θεωρητικής αρετής στη Σκήτη τού Αγίου Βασιλείου.
Διαβάζουμε στο Λαυσαϊκό, στόν Εύεργετινό
καί στο Γεροντικό τη ζωή των μακάριων έκείνων άββάδων τής Αίγυπτου, τής
Θηβαΐδος, τής Ταβέννης καί άλλου καί θαυμάζουμε τήν πολιτεία των άοίδιμων
έκείνων πατέρων καί τις αρετές που στόλιζαν τήν ψυχή τους. Θαυμάζουμε τήν αγάπη
καί τήν ομόνοια που υπήρχε μεταξύ τους. Τό σεβασμό καί τήν έκτίμηση που έτρεφαν
ό ένας για τον άλλον. Τήν ακτημοσύνη καί τήν παντελή στέρηση τών απαραίτητων
για τή συντήρηση τού άνθρώπινου οργανισμού. Τήν άσκηση καί τήν άμιλλα που είχαν
για τό ποιός θά ξεπεράσει τον άλλο στήν εγκράτεια, τή σιωπή, τήν προσευχή καί τήν
αγρυπνία, σέ σημείο που δεν νομίζουμε νά υπάρχει άνθρωπος νά μή ζηλεύει τή
μακάρια καί αγγελική έκείνη ζωή τών άββάδων τής ερήμου καί τών Σκητών τού
’Όρους τής Νιτρίας καί άλλου. Μελετάμε τά κατορθώματα, τους άθλους καί τά
παλαίσματα τών τότε μοναχών στά διάφορα συγγράμματά τους, καί γεννιέται μέσα
μας τό έρώτημα: Υπάρχουν άραγε στις πονηρές αυτές ήμέρες που ζοϋμε ενάρετοι
πατέρες μέ βιώματα ανάλογα τών παλαιών έκείνων πατέρων καί άσκητών;
Όπως λοιπόν οί μακαριστοί έκείνοι πατέρες
είχαν καλλιεργήσει τό δέντρο τής άρετής, τό όποιο προσέφερε στο Μοναχισμό καί
σέ ολόκληρο τον κόσμο παραδείγματα αγώνων, αγαθών, πράξεων καί βιωμάτων αγίας
ζωής, έτσι καί ό μακάριος αύτός γέροντας Βαρνάβας μέ τό φωτεινό παράδειγμα τής
ζωής του. μέ τήν αγάπη προς όλους καί μέ όλη τή συνοδεία τών άρετών πού είχε,
έκαμε τους συνασκητές του στή Σκήτη τού Αγίου Βασιλείου νά τον μιμηθούν στους
πνευματικούς αγώνες καί τά παλαίσματα τής καλογερικής ζωής τής έποχής έκείνης.
Στο έρώτημα αύτό μάς άπαντά έμπρακτα μέ
τήν ένάρετη ζωή καί τό παράδειγμά του ό μακάριος γέροντας Βαρνάβας.
”Αν γνώριζε κανείς από τοός σημερινούς
πατέρες την αρετή και πνευματική ζωή τών πατέρων τής Σκήτης τού Άγιου Βασιλείου
στον ’Άθωνα, πού ό γέρων πλέον μοναχός Βαρνάβας καθοδηγούσε ώς ηγούμενος πριν
από εβδομήντα χρόνια, θά έβλεπε μιά πιστή και απαράλλακτη εικόνα τής ζωής καί
τής ασκητικής πολιτείας ποό ζοϋσαν οί μοναχοί στήν έρημο τής Θηβαΐδος, τού
Ίορδάνου, καί θά άναγνώριζε ένα πιστό αντίγραφο τής ζωής εκείνων τών μακαρίων.
Αλλά μπορούμε με βεβαιότητα νά πούμε ότι σε πολλά ό γερο-Βαρνάβας τοός ξεπερνούσε.
Καί δεν λέμε υπερβολές, διότι εκείνος που μέσα στή μάχη έχει πολλούς συμμάχους
μπορεί εύκολα νά τήν κερδίσει. Ένώ έκείνος πού μάχεται μόνος, χωρίς κανένα
ανθρώπινο στήριγμα ή βοήθεια, καί τάσσεται έναντίον πολλών καί καλώς
εξοπλισμένων εχθρών καί κατορθώνει νά τούς νικήσει, νομίζουμε πώς αύτός είναι
περισσότερο άξιος εγκωμίων, έπαίνων καί στεφάνων άπό έκείνον πού έχει ολόκληρη
στρατιά μαζί του.
Δίκαια λοιπόν οί παλαιοί έκείνοι Πατέρες
τού μοναχισμού τών πρώτων αιώνων είπαν ότι «μείζων ημών έστιν όστις τών πατέρων
έν τή σπάνει τής άρετής άναφανή δόκιμος». Δηλαδή πολύ καλύτερος καί μεγαλύτερος
άπό εμάς είναι έκείνος άπό τούς πατέρες πού θά φανεί άξιος καί νικητής έκεί πού
σπανίζει ή αρετή.
Καί τό είπαν αυτό οί μακάριοι Πατέρες,
επειδή προείδαν ότι στούς έσχατους καιρούς θά φυτρώσει καί θά έξεγερθεί πλήθος
πειρασμών καί σκανδάλων. Όχι βέβαια πώς φταίνε οί καιροί, διότι οί καιροί δεν
αλλάζουν, άλλά είναι πάντοτε οί ίδιοι, όπως τούς δημιούργησε 6 Θεός, άλλ’
επειδή αδυνάτισε ή πίστη μας καί έχει σχεδόν σβήσει ή προθυμία γιά τήν άρετή
καί τήν επιδίωξη τού καλού. Καί σάν επακόλουθα έρχονται ή άμέλεια καί ή
τεμπελιά, άπό τις όποίες γεννώνται ή
άμφιβολία καί ή άπιστία. Τό αποτέλεσμα είναι νά εκπλησσόμαστε καί νά απορούμε,
όταν μελετάμε στήν Αγία Γραφή καί στά συγγράμματα τών Πατέρων τή μεγαλοσύνη τής
πνευματικής ζωής καί τά επιτεύγματα τής ενάρετης πολιτείας τών παλαιών έκείνων
αγωνιστών. Καί σάν παράδειγμα έγκρατείας ας θυμηθούμε τότε πού κάποιοί εύλαβείς
προσκυνητές πήγαν στή Σκήτη τής Θηβαΐδος σταφύλια καί τά τοποθέτησαν στήν πόρτα
τού Κυριάκού (κεντρικός ναός τής Σκήτης), άλλά κανείς άπό τούς πατέρες δεν
δοκίμασε, με αποτέλεσμα νά γυρίσουν τά σταφύλια άθικτα σ’ αυτόν πού τά είχε
φέρει. Και τό γεγονός αύτό, δηλαδή την άμιλλα των πατέρων στην έγκράτεια,
θαύμασε και ό πρεσβύτερος τής Σκήτης αυτής άγιος Μακάριος.
Όταν πάλι έβγαιναν οί γέροντες άπό τήν
πνευματική Σύναξη τού Εσπερινού καί τής θείας Λειτουργίας, ό πρεσβύτερος δλων
καί πρόεδρος τής Σκήτης έβαζε τό δάχτυλο μπροστά στό στόμα καί έλεγε στους
άλλους πατέρες: «Φεύγωμεν. αδελφοί, φεύγωμεν». Καί στήν ερώτηση τών μοναχών:
«Πού φύγωμεν, άββα; Άπό ποιον πράγμα φύγωμεν;». Αυτός έβαζε πάλι τό δάκτυλο στά
χείλη καί φώναζε: «Τούτο φύγωμεν. αδελφοί», φανερώνοντας πώς πρέπει να
άποφεύγουμε τή συζήτηση μεταξύ μας καί σιωπώντας να πηγαίνει ό καθένας στό
κελλί του. έπειδή κατά τό ρητό τής Αγίας Γραφής: «έκ πολυλογίας ούκ έκφεύξη
αμαρτίαν, φειδόμενος δέ χειλέων νοήμων έση» (Παροιμ. 19).
Άς κάνουμε τώρα έναν παραλληλισμό με τήν
πνευματική κατάσταση καί τήν ενάρετη πολιτεία στή Σκήτη τού Αγίου Βασιλείου,
όπου πριν άπό εβδομήντα χρόνια ό θαυμάσιος αυτός πατήρ Βαρνάβας, κατά μίμηση
τών πατέρων τής Θηβάί'δος, ώς πρεσβύτερος τής Σκήτης, είχε καθιερώσει νά
γίνεται ή ακόλουθη τυπική τάξη προσευχής: Κατά τις κοινές Συνάξεις σ' όλες τις
εορτές καί αγρυπνίες, όταν στό Κυριάκό τής Σκήτης μαζεύονταν όλοι οί μοναχοί νά
συμπροσευχηθούν. ό π. Βαρνάβας έλεγε: «ΔΓ ευχών τών αγίων Πατέρων ήμών, Κύριε
Ιησού Χριστέ ό Θεός ήμών έλέησον ήμάς» καί μέ τή λέξη «Αμήν» κάθονταν όλοι στά
στασίδια, μέ τά ράσα, τά έπανωκαλύμμαυχά τους καί τό κομποσχοίνι στό χέρι, τά
φώτα σβησμένα καί τά καντήλια μέ πολύ χαμηλό καί άτονο φώς, γιά νά μή φωτίζεται
πολύ ή έκκλησία. καί έλεγαν όλοι ταπεινά καί σιωπηλά τήν εύχή: «Κύριε Ιησού
Χριστέ, Υιέ τού Θεού, έλέησόν με». Αύτό συνεχιζόταν όλη τή νύχτα κι όταν
ξημέρωνε, ό πρεσβύτερος Βαρνάβας έλεγε πάλι τό «ΔΓ ευχών...», καί μέ τό «Αμήν»
βγαίνανε όλοι άπό τό Κυριάκό κι ό π. Βαρνάβας έφερνε τό δάχτυλο στό στόμα καί
χωρίς νά πει τίποτε όλοι καταλάβαιναν πώς πρέπει σιωπώντας νά πάει ό καθένας
στό κελλί του, νά ήσυχάσει λίγο καί μετά άπό τήν ατομική προσευχή τόν Κανόνα νά
έπιδοθεί ό καθένας, άνάλογα, στό εργόχειρό του.
Μετά, τήν ανάλογη ώρα, ό πρεσβύτερος
Βαρνάβας περιφερόμενος στήν Καλύβη τού κάθε άσκητή παρατηρούσε πώς πορεύονται
οί αδελφοί, αν φυλάνε τό τυπικό καί την τάξη απαρασάλευτα, όπως την παρέδωκαν
οί άγιοι Πατέρες, καί μέ ανάλογη συμβουλή καί πνευματικές νουθεσίες παρηγορούσε
καί έ'δινε θάρρος στους αδελφούς καί τους ενδυνάμωνε, για να προχωρούν
περισσότερο στους πνευματικούς αγώνες.
Πιο πολύ πρόσεχε τούς αδελφούς πού μέ τη
θέληση τους καί την ευχή καί εύλογία τού Πνευματικού τους επιδίδονταν στήν
καλλιέργεια τής νοεράς προσευχής, έξετάζοντάς τους αυστηρά, μήπως κανείς άπ'
αυτούς πέσει στά δίχτυα τού σατανά καί ακολουθήσει καμμιά πλάνη.
Ό τύπος τής άσκήσεως τού π. Βαρνάβα ήταν:
Όλη τήν εβδομάδα μια φορά τήν ήμέρα ξηροφαγία, τα δέ Σάββατα, τις Κυριακές, τις
Δεσποτικές καί Θεομητορικές εορτές καί στις μνήμες όλων τών έορταζομένων Αγίων
πού τό «Ώρολόγιον» έγραφε κατάλυσιν οίνου καί έλαίου, να τρώνε δυό φορές τήν
ήμέρα εκείνη, οπότε γινόταν καί Θεία Λειτουργία.
Στις Καλύβες τών πατέρων δέν έπρεπε να
ύπάρχει τίποτε τό περιττό καί παραπανίσιο έκτος άπό τά απολύτως απαραίτητα
κλινοσκεπάσματα, ρούχα, ένα μπουκάλι μέ λάδι καί ένα μέ ξίδι. "Ενας σάκκος
παξιμάδι καί τά αναγκαιότερα σκεύη.
Επειδή δέ ό π. Βαρνάβας ήταν πολύ αυστηρός
στήν τήρηση αύτού τού κανόνα τής άσκήσεως. συνέβη κάποτε κάτι μεταξύ σοβαρού
καί αστείου, δηλαδή μιά φορά κατά τόν έλεγχο πού έκανε ατούς αδελφούς, όταν
μπήκε μέσα σέ μία άπό τις άσκητικές Καλύβες, είδε νά υπάρχουν τρία μπουκάλια
καί μέ αύστηρότητα ρώτησε τόν άδελφό: «Αδελφέ, τό ένα μπουκάλι γιά τό λάδι, τό
άλλο γιά τό ξίδι. Τό τρίτο σέ τί χρησιμεύει;».
Ό αδελφός δέν είχε τί νά άπολογηθεί καί
έμεινε άφωνος. Τότε ό π. Βαρνάβας πήρε τό τρίτο μπουκάλι καί τό έσπασε στά
βράχια. "Ετσι, μέ τόν έμπρακτο αυτόν έλεγχο ό π. Βαρνάβας υπενθύμιζε στον
άδελφό τό περίφημο εκείνο γεγονός πού έγινε στή Σκήτη τής Θηβάϊδος: «Εί θέλεις
ζωμόν, ύπαγε εις Αλεξάνδρειαν», δηλαδή σάν νά έλεγε στόν άδελφό έκείνο: «’Άν
θέλεις μπουκάλια, πιθάρια καί καλοπέραση, πήγαινε άλλού. σέ κοινόβιο μοναστήρι
πού έχουν αποθήκες καί μή μένεις εδώ καί καταργείς τόν Κανόνα καί τήν τάξη τής
ερήμου».
Ή φήμη τού ένάρετου αυτού ερημίτη
έξαπλώθηκε σε όλο τό Άγιον Όρος καί τρέχανε αδελφοί νά όποταχθοϋν καί νά
καθοδηγηθούν άπ’ αυτόν στό δρόμο τής αρετής καί στη νοερά προσευχή.
Ό πρεσβότερος Βαρνάβας υπέβαλλε σε
πνευματική δοκιμασία τους αδελφούς που ήθελαν νά μείνουν κοντά του. Θά
άναφέρουμε ένα δείγμα τής δοκιμασίας αυτής τού π. Βαρνάβα.
"Ενας Άγιοπαυλίτης μοναχός πήγε νά
υποταχθεί στόν ερημίτη γέροντα Βαρνάβα, ό όποίος ρώτησε τόν μοναχό αύτόν, πώς
τόν έβλεπαν οί άλλοι μοναχοί από τό μοναστήρι του. Εκείνος άπάντησε στό
γέροντα, ότι όλοι οί πατέρες τής Μονής τού Αγίου Παύλου τόν θεωρούσαν ενάρετο
καί ευσεβή καί τόν θεωρούσαν άγιο!
Εισαγωγή σε πρώτη αποκλειστική δημοσίευση στό Ορθόδοξο Διαδίκτυο από το Βιβλίο :
ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ
ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
Η ηλεκτρονική επεξεργασία
αναρτήσων κειμένων, τίτλων και εικόνων
έγινε από τον N.B.B
Επιτρέπεται η χρήση,
διάθεση και αναπαραγωγή κειμένων σε Ορθόδοξα Ιστολόγια, αρκεί να διατηρείται το
αρχικό νόημα χωρίς περικοπές που πιθανόν να το αλλοιώνουν για μη εμπορικούς
σκοπούς,με βασική προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή :
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου