ΠΑΝΤΟΚΡΑΤΟΡΟΣ
Πριν από ένδεκα περίπου χρόνια (1970)
έφυγε άπό την πρόσκαιρη αύτή ζωή ό πατήρ Κοσμάς, Θρακιώτης στήν καταγωγή, συγγενείς
τού όποιου διαμένουν στό χωριό «Καλλή» Γιαννιτσών.
Ό πατήρ Κοσμάς άπό τήν Ιερά Μονή
Σταυρονικήτα προερχόμενος, πριν άπό πολλά χρόνια, τό 1925, δηλαδή τόν επόμενο
χρόνο άπό τήν άλλαγή τού ήμερολογίου, επειδή διαφώνησε με τους άδελφους τής
'Ι.Μ. Σταυρονικήτα, άναχώρησε άπ’ έκεί καί κοινοβίασε στήν Ιερά Μονή
Παντοκράτορος.
Εκεί, έπειδή ήταν κάτι περισσότερο άπό
ό,τι έ'πρεπε εργατικός, άλλά καί γιά περισσότερη ήσυχία, ζήτησε άπό τους
γεροντάδες τής μονής αυτής καί άνέλαβε τήν καλλιέργεια τής Άμπελικιάς, που
ήταν ένα μεγάλο κτήμα τής Μονής Παντοκράτορος καί βρίσκεται κοντά στή Μετάνοιά
του, τήν Ιερά Μονή Σταυρονικήτα.
Στό κτήμα τής Άμπελικιάς αύτής σώζονται
έρείπια τής παλαιάς μητρικής Μονής τού «Φακιανοϋ», ή όποια μετά τήν έμφάνιση
τής μεγάλης κτιριακώς Μονής Παντοκράτορος συγχωνεύθηκε με αύτή καί διατηρείται
έκεί μέχρι σήμερα μικρή έκκλησία τής “Υπαπαντής τού Χριστού.
Τό κτήμα αύτό, πολλά χρόνια έρημο, ό πατήρ
Κοσμάς με πολύ κόπο καί υπεράνθρωπη εργασία, άπό άγριο καί άκαλλιέργητο που άπό
άμνημονεύτων έτών ήταν, τό έκαμε παραγωγικότατο άμπέλι, κήπο καί περιβόλι μέ
πολλά καρποφόρα δένδρα καί φρούτα, τόσο πού, καθώς μάς πληροφόρησαν οί πατέρες
τής Μονής Παντοκράτορος, τό κτήμα αύτό τους φάνηκε πολύ χρήσιμο και πολύ τούς
βοήθησε στα χρόνια τής Γερμανικής Κατοχής.
Ό πατήρ Κοσμάς ήταν απλός, ολιγογράμματος,
αγαθός καί λιγόλογος καί για να αντιστέκεται στον πολύ καί μεγάλο πόλεμο τής
σαρκός, σηκωνόταν τη νύχτα, άναβε τό λαδοφάναρο, τό όποιο έβανε μπροστά στο
ακαλλιέργητο χωράφι καί έσκαβε μέρανύχτα, ώσπου νά υποχωρήσει τελείως ό
έρεθισμός καί ή μανία τού αόρατου καί σκληρού αύτού πολέμου. Με τον τρόπο
αύτόν, τής πολύχρονης δηλαδή πάλης, δημιούργησε διακόσια πενήντα (250)
στρέμματα αμπέλια καί κήπους, από τήν καλλιέργεια των όποιων έπί σαράντα καί
πλέον χρόνια προμήθευε τό μοναστήρι, όχι μόνο με σταφύλια καί κρασί, πού
περνούσε τούς είκοσι τόννους κάθε χρόνο, άλλα κατά τα χρόνια τής Κατοχής
τροφοδοτούσε τούς μοναχούς τής μονής αύτής με πατάτες, φασόλια καί διάφορα άλλα
κηπευτικά καί φρούτα, τα όποια δεν έ'λειψαν όλο αύτό τό διάστημα.
Όμως, παρ’ όλη τή σκληρή αυτή καί
χειρωνακτική εργασία, όπως φαίνεται από τά αγαθά τέλη τής ζωής του. ό πατήρ
Κοσμάς δεν παραμελούσε τά πνευματικά του καθήκοντα, τις ήμερονύχτιες προσευχές,
τόν Κανόνα του. Όταν ένα ζωντανό παράδειγμα πού διδάσκει όλους τούς ανθρώπους
ότι, αν υπάρχει ή αγαθή προαίρεση, μπορεί ό άνθρωπος με τή δύναμη καί τή
βοήθεια τού Θεού νά κάνει καί νά έκπληροϊ όλες τις ύποχρεώσεις του, καί τις
σωματικές καί τις πνευματικές, κατά τό ρητό τής Αγίας Γραφής: «Καί ταύτα έ'δει
ποιήσαι κάκείνα μή άφιέναι», δηλαδή καί τις έργασίες για τή σωματική του
συντήρηση νά κάνει καί στή νοερά καί καρδιακή προσευχή, μέ τή μονολόγιστη ευχή
«Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ τού Θεού, έλέησόν με» νά έπιδοθεί καί νά προοδεύσει,
όπως ό αδελφός Κοσμάς πού είχε φθάσει σε μεγάλα μέτρα άρετής καί άγιότητος.
Ό πατήρ Κοσμάς είχε παρασυρθεΐ άπό τόν
θρησκευτικό ενθουσιασμό τών αύτοαποκαλούμενων «ζηλωτών», άλλ’ επειδή αυτός ήταν
άπό φυσικού του πράος, ήσυχος καί ταπεινός, προσπαθούσε νά άποφύγει τά σκάνδαλα
καί τις φιλονικίες. Γι’ αύτό πήγαινε στο μοναστήρι τακτικά καί. γιά νά μή δίνει
άφορμή νά τόν σχολιάζουν οί άλλοι πατέρες τής μονής, προσκυνούσε καί κοινωνούσε
άποφεύγοντας τις συναναστροφές. Καί ζούσε έτσι βίο πολύ ήσυχο καί καλογερικό.
Στα εβδομήντα το» έξακολουθούσε νά
έργάζεται στο κτήμα τής Άμπελικιάς πολύ σκληρά. Οί πατέρες τής Μονής
Παντοκράτορος έχουν τυπική διάταξη σύμφωνα μέ την όποια πρέπει όλοι οί διακονητές
πού βρίσκονται στίς διάφορες υπηρεσίες έκτος τής μονής, κατά τις άγιες ημέρες
άπό τύ Σάββατο τού Λαζάρου νά μαζεύονται στο μοναστήρι, για νά ψάλουν όλοι μαζί
έκεΐνο τό ώραΐο τροπάριο τού Εσπερινού τών Βαΐων πού λέει: «Σήμερον ή χάρις τού
Αγίου Πνεύματος ήμάς συνήγαγε καί πάντες αϊροντες τον Σταυρόν σου λέγομεν·
Ευλογημένος ό έρχόμενος, έν όνόματι Κυρίου, Ώσαννά έν τοίς ύψίστοις». Εφόσον
είδαν ότι ό πατήρ Κοσμάς έλειπε, έστειλαν τον αδελφό Σπυρίδωνα άπό τή μονή νά
δει τί συμβαίνει.
Ό π. Σπυρίδων βρήκε τον π. Κοσμά στήν
Άμπελικιά νά είναι λίγο αδιάθετος· έτσι παρέμεινε μαζί του νά τόν ύπηρετεί. Δέν
πέρασαν όμως πολλές ήμέρες καί παρ' όλη τήν αδιαθεσία του δέν έπεσε στο
κρεβάτι, άλλ’ εξακολουθούσε νά εργάζεται.
Προείδε τό θάνατό του
Όταν πέρασε όλόκληρη ή Μεγάλη Εβδομάδα, ό
π. Κοσμάς είπε στόν άδελφό Σπυρίδωνα νά βγει λίγο έξω άπό τό κελλί του καί τότε
σχεδόν έγειρε κάτω στο πάτωμα, έπάνω στήν κουβέρτα πού κοιμόταν πάντοτε. Ό π.
Σπυρίδων ακούσε άπέξω τρεις φορές ένα έλαφρό χουχουχου κι όταν μπήκε μέσα στο
κελλί βρήκε τόν π. Κοσμά νά έχει παραδώσει τό πνεύμα.
Ό π. Σπυρίδων έτρεξε στο μοναστήρι νά
ειδοποιήσει τους γέροντες καί οί συντρέξαντες πατέρες μετέφεραν τό νεκρό σώμα
του στήν εκκλησία τής Άμπελικιάς «Υπαπαντή τού Κυρίου», όπου μέ ύμνους καί
θυμιάματα έψαλαν, κατά τήν τάξη, τή νεκρώσιμη Ακολουθία.
Καθ’ όλη τή διάρκεια τής νεκρώσιμης
Ακολουθίας ό π. Σπυρίδων έβλεπε δίπλα στό Λείψανο νά κάθεται άκίνητος ένας
μοναχός μέ τό έπανωκαλόμμαυχό του, πού έμοιαζε καταπληκτικά μέ τόν π. Κοσμά.
"Οταν κατέβασαν τό Λείψανο στόν τάφο καί ό ιερέας έλεγε τό «Γή χαίνουσα
ύπόδεξαι τόν αδελφόν Κοσμά μοναχόν...», ό π. Σπυρίδων είδε έξαίσιο θαύμα νά
συμβαίνει μπροστά του. Δηλαδή είδε νά κατεβαίνει καί ό φαινόμενος μοναχός, πού
καθόταν προηγουμένως δίπλα στό νεκρό Λείψανο, καί νά σχηματίζεται έπάνω στό
νεκρό σώμα έμφανώς ή μορφή τού π. Κοσμά.
Ό ίδιος αδελφός, που κι αύτός φαίνεται νά
ήταν ενάρετος, μάς βεβαίωσε ότι για
σαράντα ήμερες μετά τό θάνατο και την κηδεία έβλεπε τον π. Κοσμά, αύτόν πού όσο
ζούσε παρίστανε τον αγράμματο, νά συμψάλλει μέ τους άλλους πατέρες τής Μονής
Παντοκράτορος στους χορούς τής εκκλησίας κα'ι κυρίως όταν έψαλλαν «Την
τιμιωτέραν τών Χερουβείμ...» καί άλλους υμνους των Αίνων καί Δοξολογιών.
Ό π. Κοσμάς κοιμήθηκε τον αιώνιο ύπνο στις
13 Απριλίου τού έτους 1970 καί τόν ενταφίασαν έκεί που έκανε τούς σωματικούς
καί πνευματικούς του άγώνες περισσότερο άπό σαράντα ολόκληρα χρόνια, κατά τήν
προεκφρασθείσα έπιθυμία του, δίπλα στην εκκλησία τής «Υπαπαντής» στην
Άμπελικιά.
Προφητεία
Ό π. Κοσμάς, όπως άκούσαμε, είχε πολλές
άρετές καί πολλά χαρίσματα τά όποια δσο μπορούσε έκρυβε. Ήταν έγκρατής καί πολύ
νηστευτής, παρ’ όλο που έργαζόταν πολύ σκληρά. Ό ύπνος του ήταν πολύ λίγος καί
ποτέ δέν κοιμήθηκε σέ κρεβάτι. Πάντα κοιμόταν κάτω στο πάτωμα, είχε τη λεγόμενη
«χαμαικοιτία». Στο κελλί του είχε απλότητα καί άτημέλεια όπως καί στον ίδιο τόν
έαυτό του. Ήταν έλεήμων καί διακρινόταν γιά τήν άκτημοσύνη του. ’Άν τυχόν
κανένας περαστικός τού έδινε χρήματα, γιά νά μην τόν προσβάλει ή φανεί ότι άπό άρετή δέν καταδέχεται νά τά πάρει, τά
έπαιρνε καί στον πρώτο τυχόντα τά έδινε άμέσως καί δέν βάσταγε γιά τόν έαυτό
του τίποτε άπό αυτά.
Όταν τόν έβλεπες, δέν σού έκανε εντύπωση
ότι έχει κάτι τό ιδιαίτερο, γιατί είχε
άπλαστο ήθος καί επειδή δέν μιλούσε, τόν νόμιζες σάν έναν άπό τους κοινούς
μοναχούς τού Αγίου Όρους. Αλλά φαίνεται πώς μαζί μέ τά άλλα καί τήν πολλή καί
έξαντλητική έργασία είχε άποκτήσει καί τό χάρισμα τής αδιάλειπτης προσευχής.
Τούτο γίνεται φανερό καί άπό ένα
περιστατικό πού συνέβη λίγο καιρό πριν κοιμηθεί: Βρέθηκε μαζί μέ άλλους
μοναχούς, οί όποίοι έκαναν λόγο γιά τή
γενική κατάσταση καί τήν πολεμική τάση στά διάφορα κράτη καί διατύπωναν διάφορα
σχόλια καί κρίσεις ότι , αν επικρατήσει τό τάδε καθεστώς, θά ύπάρξουν εξελίξεις
σέ όλη τήν άνθρωπότητα, ή οποία πιθανόν νά δεινοπαθήσει καί οπωσδήποτε ό
αντίκτυπος θά είναι γενικός καί θά υπάρξουν άμεσες ανάλογες έπιπτώσεις στην
πατρίδα μας καί στο Άγιον Όρος. Μιλούσαν μ’ όλη τήν άφέλεια οί πατέρες καί
συζητούσαν γιά τη σκοτεινή αύτή κατάσταση.
Ό π. Κοσμάς άκούγοντας όλα αύτά τούς
άνέφερε ότι δήθεν ένας άλλος πνευματικός αδελφός, πού είχε φτάσει ψηλά σε ψηλά
επίπεδα άρετής, είπε ότι άπό τά μέρη τής Ίερισσού, κωμόπολης πού βρίσκεται έξω
άπό τό βορειονατολικό μέρος τού Αγίου Όρους, είδε νά έρχεται πρός τό Άγιον Όρος
μεγάλο πλήθος άνθρώπων με διάφορα όπλα, τσεκούρια, ξινάρια, τσάπες καί άλλα είδη
καί προχωρούσε με άγριες διαθέσεις πρός τό Όρος τού Άθω.
Τότε ό μοναχός έκείνος είδε μιά
μεγαλόπρεπη μαυροφορεμένη γυναίκα πού έμοιαζε σάν βασίλισσα με στέμμα καί με
μικρό παιδί στην αγκαλιά. Είδε τή γυναίκα αυτή νά άπλώνει τό δεξί της χέρι καί
νά λέγει έπιτακτικά: «Σταθείτεόταν Δεν ήρθε ακόμη ή ώρα», καί τό πλήθος γύρισε
αμέσως πίσω.
Αύτά είπε ό π. Κοσμάς πώς τά είδε δήθεν
τρίτο πρόσωπο, άλλά μάλλον ήταν ό ίδιος πού είδε όλα αύτά τά όποια
πραγματοποιήθηκαν, όταν οί Γερμανοί έγιναν κατακτητές τής πατρίδος μας τό 1941.
Τότε ξεκίνησε πολύς λαός, με άσεβείς καί άναρχικές ιδέες καί αισθήματα, γιά νά
καταλάβει τό Άγιον Όρος, με σκοπούς καί σχέδια καταστροφικά γιά τούς μοναχούς
του.
'Η μεγαλόπρεπη εκείνη γυναίκα με τό παιδί
στήν άγκαλιά ήταν ή Παναγία μας Κυρία Θεοτόκος, ή Δέσποινα τού Ιερού ήμών
Τόπου, ή οποία ώς Έφορος καί Κυρία Προστάτις τού Αγίου Όρους εμπόδισε τήν
προέλαση τών κακόβουλων έκείνων άνθρώπων πού έρχονταν νά βλάψουν τούς μοναχούς.
Τότε ό π. Κοσμάς είπε ατούς άλλους
μοναχούς πού μιλούσαν γιά τή γενική κατάσταση: «Έχετε πίστη, άδελφοί, στον Θεό
καί στήν Παναγία μας καί δέν θά μάς άφήσει άκόμη νά πάθουμε τίποτε κακό. Καί
όπως τότε ή Παναγία μας εμπόδισε τούς κακούς άνθρώπους, έτσι καί τώρα θά μάς
προστατέψει ίσως πρός τό παρόν, άργότερα όμως μπορεί νά ξεσπάσει τό κακό μέ
άλλη μορφή».
Αύτός ήταν ό π. Κοσμάς πού, όπως ομολογούν
οί πατέρες τής 'Ιεράς Μονής Παντοκράτορος καί όσοι άλλοι τον είχαν γνωρίσει,
ήταν καλός μοναχός καί έλεήμων άνθρωπος, ό όποίος παρέδωσε το πνεύμα όσιακώς έν
ειρήνη, κατά μόνας στον μόνον Θεόν, τον Πατέρα. τον Υίόν καί τό Άγιον Πνεύμα
καί ζεί είς τούς αιώνας με τούς αγιορείτες Πατέρες.
Εισαγωγή σε πρώτη αποκλειστική δημοσίευση στό Ορθόδοξο Διαδίκτυο από το Βιβλίο :
ΤΟ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟ
ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΡΙΒΟΛΙ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
Η ηλεκτρονική επεξεργασία
αναρτήσων κειμένων, τίτλων και εικόνων
έγινε από τον N.B.B
Επιτρέπεται η χρήση,
διάθεση και αναπαραγωγή κειμένων σε Ορθόδοξα Ιστολόγια, αρκεί να διατηρείται το
αρχικό νόημα χωρίς περικοπές που πιθανόν να το αλλοιώνουν για μη εμπορικούς
σκοπούς,με βασική προϋπόθεση την αναφορά στην πηγή :
© ΠΗΔΑΛΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ
0 σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου